Φιλιούνται, που λες.
Στον δρόμο. Πόσο κοστίζει το φιλί τους; Ξεκινάμε από τριακόσια συν τριακόσια, εξακόσια ευρώ για μη χρήση των μασκών τους. Γιατί ξέχασα να πω. Φιλιόντουσαν χωρίς τις μάσκες τους. Με τα χείλια τους και μάλλον και τη γλώσσα τους. Αλλά το γλωσσόφιλο δεν επιφέρει μεγαλύτερο πρόστιμο απ’ το σκέτο φιλί. Αν και ίσως θα ‘πρεπε. Πού να τα προβλέψει όμως όλα η Πολιτική Προστασία; Εκ των ενόντων λειτουργεί κι αυτή. Ύστερα εξετάζουμε τους λόγους της κατ΄εξαίρεση μετακίνησής τους, θεωρώντας βάσιμα ότι τα εξακόσια θα γίνουν χίλια διακόσια. Ένα Β6 κι ένα Β4. Ασυμφωνια χαρακτήρων απ’ την αρχή. Εκείνος βλέπει το φιλί ως σωματική άσκηση, εκείνη ως παροχή βοήθειας σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Ή μπορεί να είναι κι αντίστροφα τα εξοδόχαρτά τους. Ή μπορεί και να είναι άτομα του ίδιου φύλου. Δεν έχει αυτό σημασία. Σημασία έχει ότι φιλήθηκαν παρανόμως και ενάντια στη δημόσια υγεία. Σημασία έχει ότι ακόμη και την ώρα που φιλιούνται, άλλου τύπου δίνει ο καθένας τους φιλί.
Θα πει κανείς, μα δεν έβαλαν τον αληθινό λόγο μετακίνησής τους, μα ο λόγος είναι προσχηματικός. Κι όμως, είναι κατεξοχήν κάτι τέτοιες «αθώες» και υπεράνω υποψίας επιλογές μας που αποκαλύπτουν το υποσυνείδητό μας και τις απωθημένες σκέψεις μας. Σωματική άσκηση λοιπόν. Ένας αθλητής ή μια αθλήτρια της ρομαντζάδας και της κατάκτησης. Τα κατάφερε ξανά. Σαγήνευσε ξανά. Αρέσει ξανά. Ζει ξανά. Φιλάει ξανά. Γεύεται ξανά. Άσκησε την τέχνη που κατέχει και τώρα ήρθε η ώρα για να ασκηθεί και σωματικά. Παροχή βοήθειας σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Δεν έχει ψηθεί και τόσο. Δεν συμμερίζεται τόσο τον ενθουσιασμό του/της. Αλλά μοιάζει να το θέλει τόσο πολύ. Γιατί να του/της το στερήσει; Τι ψυχή έχει ένα φιλί στο δρόμο; Αν δεν του/της αρέσει, μπορεί πάντα να το αποδώσει σε μια παρόρμηση της στιγμής και να σταματήσει τα πράγματα εκεί. Εγκαίρως. Αλλά ας παράσχει αυτή την μικρή βοήθεια.
Την ώρα που φιλιούνται όμως συμβαίνει κάτι που δεν περίμενε κανείς από τους δυο τους. Ο αθλητής/η αθλήτρια που υποδυόταν ως τώρα φουλ ενθουσιασμό, αρχίζει όντως να ενθουσιάζεται στο φουλ. Ο μεγαλόψυχος/η μεγαλόψυχη που βγήκε να φιλήσει για να νιώσει λίγο το άλλο πρόσωπο καλά, αρχίζει να παρασύρεται όλο και πιο βαθιά στο φιλί, μέχρι που το φιλί χάνει κάθε συγκατάβαση, κάθε παραχώρηση, κάθε τι το ευγενικό και το υπεράνω. Τώρα βρίσκεται από κάτω, σαν τη γη που χάνεται κάτω απ’ τα πόδια του. Ή τα πόδια της. Τι κουραστικό αυτό το παιχνίδι με τα φύλα.
Ξεκίνησαν να φιλιούνται εννιά παρά τέταρτο. Είναι ήδη δέκα και πέντε. Απαγόρευση κυκλοφορίας. Το φιλί τους κοστίζει ήδη χίλια οκτακόσια ευρώ. Δεν τα έχουν. Δεν τους αφορά. Θέλουν να παντρευτούν, να έχουν τρία παιδιά, να γεράσουν μαζί, να πεθάνουν ταυτόχρονα, να ξαναγεννηθούν για να ξαναβρεθούν και να ξαναφιληθούν για πρώτη φορά. Γελάμε προφανώς μαζί τους. Ξέρουμε προφανώς ότι θα μεσολαβήσει η ζωή κι όλο αυτό θα φύγει. Ξέρουμε προφανώς ότι ο λόγος για τον οποίο ο έρωτας συντρίβεται, είναι επειδή θεωρούμε ότι μπορούμε να αγοράσουμε την έκστασή του, ξέχωρα από την δική μας συντριβή. Ξέρουμε προφανώς ότι ο λόγος για τον οποίο ο έρωτας συντρίβεται, είναι επειδή θεωρούμε ότι υπάρχουν μέσα του στοιχεία προς διαπραγμάτευση, προς ανταλλαγή, προς δικαιοσύνη, προς δικαίωση. Ξέρουμε προφανώς ότι καμία ζωή δεν θα μεσολαβούσε και κανένας χρόνος δεν θα έφθειρε, αν πέφταμε μέσα του όπως ο κολασμένος στο καζάνι του. Αλλά ποιος θέλει στα αλήθεια να καίγεται για πάντα; Ποιος θέλει να εκχωρήσει όλα όσα τον κάνουν να νιώθει ότι μπορεί να σταθεί στα δικά του πόδια; Ποιος θέλει να μην έχει πια καμία απολύτως δύναμη, καμία απολύτως αξιοπρέπεια, μόνο έρωτα, μόνο πόνο, μόνο αλήθεια, μόνο έκσταση, μόνο συντριβή; Κανείς. Είμαστε πολίτες με ατομικά δικαιώματα. Όσο κι αν αυτά τώρα βρίσκονται σε κατάσταση πολιορκίας. Όσο κι αν τώρα καλούμαστε να πληρώσουμε χίλια οκτακόσια ευρώ για ένα φιλί στο δρόμο.
Δεν τα έχουν τα χρήματα, ξαναλέω. Αλλά αποφασίζουν να μην κάνουν ένσταση. Δεν θα αρνηθούν τι έκαναν. Δεν θα βαφτίσουν το φιλί τους πια αλλιώς. Επιστρέφουν σπίτια τους και βρίσκονται σε μια τέτοια παραζάλη που δεν μπορούν να πιστέψουν τι τους έχει συμβεί. Βγαίνουν στα μπαλκόνια τους. Έχουν ακούσει για ανθρώπους που αυτοκτονούν μέσα στον ζόφο της εποχής. Δεν έχουν καμία τέτοια πρόθεση όταν πηδούν κι οι δύο απ’ τα μπαλκόνια τους. Ξέρουν ότι δεν θα πέσουν κάτω. Υπάρχει μια δύναμη πολύ πιο καθοριστική απ’ την βαρύτητα που τους κρατά στον αέρα. Τρέχουν στον αέρα ο ένας προς τον άλλο. Αρχίζουν να ξαναφιλιούνται, εκεί, στον αέρα. Μετακινείσαι νόμιμα όταν πετάς; Δεν ξέρουν. Συνεχίζουν να φιλιούνται.