Είναι οκ να τρωγόμαστε, είναι δημοκρατία.

Eίναι άραγε τόσο τραγικό το γεγονός ότι την εβδομάδα που μεσολάβησε από την ανακοίνωση της απόφασης για την ενοχή των κατηγορουμένων, ένα σημαντικό μέρος του πολιτικού διαλόγου αναλώθηκε σε αλληλοκατηγορίες μεταξύ των κομμάτων για τον ρόλο που είχε παίξει το καθένα τα προηγούμενα χρόνια σε σχέση με την Χρυσή Αυγή; Πρέπει όντως να το δούμε ως ένα ακόμη εξόχως αποκαρδιωτικό φαινόμενο και να αναφωνήσουμε τι κρίμα που τρωγόμαστε ακόμη και για αυτό; Μήπως αντίθετα κατά βάθος δημοκρατία σημαίνει ακριβώς να διαφωνούμε για τα πάντα, να τσακωνόμαστε για τα πάντα, να βγάζουμε ενίοτε κι από την μύγα συγκρουσιακό ξύγκι για τα πάντα; Μήπως τελικά δημοκρατικό καλείται ακριβώς το δικαίωμά μας να αντιπαθιόμαστε και να θυμώνουμε με τον πολιτικό μας αντιπαλο, ακόμη – ακόμη και το δικαίωμά μας να δαιμονοποιούμε τον πολιτικό μας αντίπαλο και την αντίθετη ιδεολογική πλευρά; Βγαίνουμε έτσι εκτός των ορίων των δημοκρατικού παιχνιδιού; Εκτός δημοκρατικού παιχνιδιού δεν είναι η πολιτική κόντρα, γόνιμη ή άγονη, κρίσιμη ή προσχηματική, λεπτεπίλεπτη ή σκυλοκαβγάς. Εκτός δημοκρατικού παιχνιδιού και εκτός δημοκρατίας ήταν η Χρυσή Αυγή, γιατί συνόδευσε την νεοναζιστική της ιδεολογία με εγκληματικές πρακτικές, γιατί δεν έμεινε στον αποτρόπαιο φασιστικό της λόγο, αλλά τα τάγματα εφόδου της λειτουργούσαν σαν παρακράτος και συμμορία τραμπούκων – δολοφόνων.   

Και εν πάση περιπτώσει, με το τέλος της δίκης και τις καταδίκες γράφεται ο επίλογος ενός μείζονος πολιτικού φαινομένου, που έφτασε μέσα σε ελάχιστα χρόνια να γιγαντωθεί. Το τερατώδες έμοιαζε να είναι φυσικό το 2012 και το 2013. Η πολιτική συναίνεση αναφορικά με την δικαστική και ιστορική ετυμηγορία για τον χαρακτήρα της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης υπήρξε ομόθυμη. Γιατί έπρεπε ντε και καλά να επικρατήσει επιπρόσθετα συναίνεση, συμφωνία, ομόνοια και αγάπη και ως προς τις αιτίες και τον καταλογισμό ευθυνών για την γιγάντωση του φαινομένου;  

Κι άλλωστε τελικά, από την αντιμετώπιση της Τουρκίας ως το αναπόδραστο του Μνημονίου, κι από την διαχείριση των προσφυγικών ροών μέχρι και την καταδίκη της Χρυσής Αυγής, οι κοινές στρατηγικές και οι παρά την λεκτική αντιπαράθεση συναινέσεις είναι στην πράξη περισσότερες ή πάντως σημαντικότερες από τις διαφορές. Άρα οι ιδεολογικές διαφορές είναι αμελητέες; Όχι, κάθε άλλο. Ωστόσο αυτή η κοινή οπτική μπροστά στα μεγάλα ζητήματα υπάρχει – δεν απουσιάζει. Και πολλές φορές και η πλειοδοσία των διαξιφισμών υπεραναπληρώνει την τελική συναίνεση. 

Δεν χρειάζεται ούτε οι μεν να αγαπήσουμε τον Σαμαρά και τον Μητσοτάκη ούτε οι δε να αγαπήσουν τον Τσίπρα και τον Βαρουφάκη. Ας τους έχουμε και οι μεν και οι δε στο μυαλό μας ακόμα και ως δαίμονες. Αρκεί η διάκριση να γίνεται στο ότι είναι πολιτικά δαίμονες…

Υπ’ αυτήν την έννοια, προσωπικά τα περιβόητα δύο πρωτοσέλιδα των δύο εφημερίδων που στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα τα χώριζα στο καλό (επειδή είναι ενωτικό) της «Εφημερίδας των Συντακτών» και στο κακό (επειδή είναι πολωτικό) της «Αυγής». Και η ενωτική στάση θεμιτή είναι και η πολωτική επίσης. Πολιτικά συν και πλην έχουν και οι δύο στάσεις. Και  δεν θα έβρισκα κανένα από τα δύο πρωτοσέλιδα χωρίς τα θέματά του.

Ως προς το πρωτοσέλιδο της «Εφημερίδας των Συντακτών», είναι ένα πράγμα η επιλογή του όλες οι δημοκρατικές δυνάμεις μαζί ενάντια στους ναζί και ένα άλλο πράγμα ο τρόπος που εικονογραφήθηκε αυτή η επιλογή. Στο πρωτοσέλιδο θα μπορούσαν να υπάρχουν οι αρχηγοί των κομμάτων και δίπλα σε αυτούς και μερικές άλλες προσωπικότητες που είτε συμβολίζουν το αντιφασιστικό κίνημα είτε έπαιξαν έναν καίριο ρόλο στη δίωξη της Χρυσής Αυγής. Αναμφίβολα στις δεύτερες θα έπρεπε να είναι και ο Αντώνης Σαμαράς. Όταν όμως φτιάχνεται ένα κάδρο, στο οποίο βρίσκονται μόνο οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων και ανάμεσά τους μόνο ο Σαμαράς, όταν ακόμη χειρότερα κάνει η ίδια η εφημερίδα μια επιλογή κατά την οποία από το κάδρο της δημοκρατίας αποκλείει τον Βελόπουλο και συμπεριλαμβάνει τον Σαμαρά, ταυτόχρονα κάνει και πολύ συγκεκριμένες πολιτικές σταθμίσεις. Λέει εγώ τον Βελόπουλο δεν τον βάζω στο τείχος της δημοκρατίας. «Γιατί;», θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς. Επειδή υπάρχουν υπόνοιες πως έχει κι αυτός εγκληματική οργάνωση και όχι πολιτικό κόμμα; Όχι, τέτοια υπόνοια δεν υπάρχει. Επειδή είναι ακροδεξιός; Ναι, προφανώς για αυτό. Αλλά αυτή είναι μια ιδεολογική επιλογή της εφημερίδας. Και ο συνδυασμός Βελόπουλος έξω – Σαμαράς μέσα δεν μπορεί παρά να κριθεί ως προς τα κριτήριά του. Ποιος έφερε τους παλιούς συναγωνιστές του Βελόπουλου, τους ανέδειξε σε πρώτη μούρη και τους έβαλε στην κεντρική πολιτική σκηνή, με αποτέλεσμα να τους λουζόμαστε τώρα; Ποιος είναι κατά τα χρόνια της Πρωθυπουργίας του και διαχρονικά ο λόγος του Αντώνη Σαμαρά σε σχέση με την ακροδεξιά;  

Αναφορικά με το πρωτοσέλιδο της Αυγής, πέφτει στην παγίδα του λογοπαίγνιου, της ατάκας, του πιασάρικου δημοσιογραφικά σλόγκαν. Επιβιβάζεται εξυπνακίστικα σε ένα όχημα και πάει και στουκάρει στον επικοινωνιακό τοίχο. Γιατί όσο θεμιτό είναι να πεις ότι δεν είναι αθώοι οι Σαμαράς – Μητσοτάκης, με την έννοια ότι έχουν ευθύνες ως προς την ιστορία της Χρυσής Αυγής, τόσο προφανές φάουλ και αυτογκόλ είναι να χρησιμοποιείς ένα σύνθημα που πήρε μια πάρα πολύ συγκεκριμένη χροιά, σημασία και συγκινησιακή φόρτιση και να το κολλάς επάνω τους. Γιατί τότε μοιάζει ότι τους τσουβαλιάζεις και μοιάζει ότι σχετικοποιείς την απαξία των νεοναζί.  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επί της ουσίας του ρόλου της Νέας Δημοκρατίας το 2013, εκείνο που λίγοι συζητούν (γιατί τελικά είναι μια συζήτηση που δεν συμφέρει ούτε τη Δεξιά ούτε την Αριστερά), είναι ότι ναι, τελικά αν κάποιος μπορούσε να αντιμετωπίσει θεσμικά με αυτόν τον τρόπο τη Χρυσή Αυγή ήταν μόνο η Δεξιά. Αν η Αριστερά έστελνε ένα εκλεγμένο στη Βουλή κόμμα στην Δικαιοσύνη, προκειμένου να εξετάσει αν αποτελεί εγκληματική οργάνωση, οι αντιδράσεις θα ήταν άλλες. Θα αντιμετωπιζόταν από τη Δεξιά και την ΜΜΕ ως θεσμική εκτροπή, ως υπέρβαση των ορίων, ως πολιτειακή εκτροπή, ως ένδειξη σταλινισμού. Άλλωστε το 2013 εν πολλοίς η Αριστερά χαρακτηριζόταν ευρέως ως το ένα από τα δύο άκρα. Η Δεξιά αφενός ως «νόμιμος ιδιοκτήτης» του Κράτους και των θεσμών και αφετέρου επειδή ήταν ένα θέμα που γειτνίαζε με τα δικά της ιδεολογικά χωρικά ύδατα που μόνο εκείνη νομιμοποιούνταν να προσεγγίσει έτσι, αποφάσισε ότι τα νεοναζιστικά ούγκανα έχουν παραξεφύγει και δεν μαζεύονται πια. Είπε λοιπόν η ίδια στη Δικαιοσύνη ότι είναι οκ, εμείς οι θεματοφύλακες της αστικής δημοκρατίας δίνουμε το πράσινο φως για να αντιμετωπιστούν οι χρυσαυγίτες ως εγκληματίες. Και εκτός από την αντίδραση της Δεξιάς και των ΜΜΕ, αμφιβάλλω και για την αντίδραση της Δικαιοσύνης, αν την Χρυσή Αυγή την είχε στείλει ως εγκληματική οργάνωση η Αριστερά. 

Σε κάθε περίπτωση, αυτή δεν είναι παρά μια ακόμη οπτική γωνία, επί της οποίας είναι οκ να τσακωθούμε. Δεν χρειάζεται ούτε οι μεν να αγαπήσουμε τον Σαμαρά και τον Μητσοτάκη ούτε οι δε να αγαπήσουν τον Τσίπρα και τον Βαρουφάκη. Ας τους έχουμε και οι μεν και οι δε στο μυαλό μας ακόμα και ως δαίμονες. Αρκεί η διάκριση να γίνεται στο ότι είναι πολιτικά δαίμονες, στο ότι καταλογίζουμε και οι μεν και οι δε ευθύνες ως προς τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκαν και πολιτεύονται. Αυτές ήταν, είναι και θα είναι πολιτικές διαφορές, δημοκρατικές διαφορές. Και η επαίσχυντη και τρομακτικά επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων, που άνθησε τα μαύρα χρόνια της ανόδου της Χρυσής Αυγής, ας μην ξεναεμφανιστεί ποτέ. Οι δημοκρατικές διαφορές είναι δημοκρατικές διαφορές και οι εγκληματικές δράσεις των δολοφόνων εγκληματικές δράσεις των δολοφόνων. Ας συνεχίσουμε να αλληλοκατηγορούμαστε, βάσιμα ή υπεραναπληρώνοντας βαθύτερες συναινέσεις. Και οι ναζί στη φυλακή. 

Old Boy