Πάνε ίσως κάπως όλα μαζί. Όχι απαραίτητα ως οργανωμένο σχέδιο. Έρχεται πολλές φορές και η ζωή, ενώνοντας ως ενιαίο σύνολο κομμάτια τα οποία δεν προϋπήρχαν στο μυαλό, μαζί με άλλα που υπήρχαν. Από το λοκ ντάουν στον «μεγάλο περίπατο» κι από εκεί στο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, αναδύεται η αίσθηση ότι η εξουσία μπορεί πλέον να ασκηθεί και να επιβληθεί και σε τομείς που ως τώρα έμεναν εκτός του πεδίου της, ή, εν πάση περιπτώσει, σε τομείς τους οποίους προσέγγιζε με ιδιαίτερη προσοχή και φόβο, μήπως υπερβαίνει όρια που θέτει είτε το Σύνταγμα είτε οι αντιδράσεις των πολιτών (αυτό δηλαδή που έχουμε μάθει να αποκαλούμε δυσφημιστικά πολιτικό κόστος). Αναδύεται η αίσθηση ότι συντελείται μια αλλαγή που λέει ότι ναι, φυσικά και μπορούμε να ορίζουμε εμείς τα της παρουσίας σου σε εξωτερικούς χώρους, στην πόλη, στους δρόμους. Ότι τουλάχιστον αναφορικά με τον δρόμο, μας πέφτει λόγος που θα πας, πώς θα πας, με ποιους όρους θα πας. Ο δρόμος, που ως φυσικός αλλά και συμβολικός χώρος αντιδιαστέλλεται με τα κτίρια και τους διαδρόμους που στεγάζουν την εξουσία, περιφράσσεται από την εξουσία ως δικό της χωράφι. Ο δημόσιος χώρος επανανοηματοδοτείται και επαναπροσδιορίζεται. Από δημόσιος, μετατρέπεται σε χώρο της κυβέρνησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, που ορίζουν τους ειδικότερους όρους χρήσης του.
Aνεξαρτήτως όχι μόνο όλων των υπολοίπων διαφορών ανάμεσά στο λοκ ντάουν, τον περίπατο και τις διαδηλώσεις, αλλά και των διαφορών στις προθέσεις (αν δηλαδή δεχθούμε ότι στο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις οι προθέσεις είναι κακές, ότι στον μεγάλο περίπατο μπορεί και να θεωρηθούν καλές και ότι στο λοκ ντάουν ήταν σίγουρα καλές), το αποτέλεσμα οδηγεί και στις τρεις περιπτώσεις σε έναν κοινό συντελεστή: πολίτη, όπα λίγο, τι τους πέρασες τους δρόμους και τα δικαιώματά σου σε αυτούς; Από το εκεί δεν αγγίζουμε, τώρα δεν θα αγγίζεις εσύ. Ή θα αγγίζεις όσο σου επιτρέπουμε. Εγκρίνονται συγκεκριμένες χρήσεις. Σαν να υπάρχει μια αντιστροφή της μέχρι πρότινος πολιτειακής λογικής και μια αντιστροφή του τεκμηρίου: δεν επιτρέπονται όλα εκτός από εκείνα που έχουν απαγορευθεί ρητά, επιτρέπεται μόνο ό,τι δεν έχουμε απαγορεύσει, επιτρέπεται μόνο αυτό για το οποίο δίνουμε άδεια, επιτρέπεται η χρήση που προδιαγράφουμε, με τους όρους που προδιαγράφουμε. Το αδειόχαρτο του Χαρδαλιά για την καραντίνα απέχει λιγότερο από όσο φαίνεται από την άδεια του Χρυσοχοϊδη για τις διαδηλώσεις, ακόμη κι αν το ένα έγινε για να μας σώσει από την μετάδοση του ιού και το άλλο γιατί η διαδήλωση από θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα αναγορεύεται φωναχτά πια σε ανεπιθύμητη εκδήλωση, η οποία μπορεί να γίνει ανεκτή μόνο υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις.
Ο δημόσιος χώρος επανανοηματοδοτείται και επαναπροσδιορίζεται. Από δημόσιος, μετατρέπεται σε χώρο της κυβέρνησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, που ορίζουν τους ειδικότερους όρους χρήσης του.
Και τελικά το γεγονός ότι οι παρεμβάσεις για τον μεγάλο περίπατο επισπεύσθηκαν με την χρήση του έκτακτου νομοθετικού πλαισίου και την επίκληση των υγειονομικών μέτρων για την πανδημία, δεν είναι μόνο ειρωνικό, είναι και πρακτικό, καθώς υπακούει στην ίδια εσωτερική λογική της μεταβολής αντίληψης για τον δημόσιο χώρο. Ακόμη κι αν ο Κώστας Μπακογιάννης θέλει να εμφανίζεται ως οραματιστής, το όραμά του έχει πάντως ιδιοκτησιακή αντίληψη. Εδώ δεν είμαι απλά ένας ακόμη αιρετός δήμαρχος, εδώ είναι η πόλη μου. Ήταν πριν χρόνια η πόλη της μαμάς μου. Είναι ταυτόχρονα η χώρα του θείου μου, όπως πιο πριν ήταν η χώρα του παππού μου. Του φάνηκε λοιπόν κάτι ωραία ιδέα; Τι τον εμποδίζει να τη βάλει μπρος; Όταν πρόκειται για την αυλή σου και την παιδική χαρά σου, αδιαφορείς για το πολιτικό κόστος, γιατί σε θέματα ιδιοκτησίας η δημοκρατία είναι εκτός θέματος. Αν αποτύχεις έχασες το στοίχημα που έβαλες με τον εαυτό σου. Δατς ολ.
Το κριτήριο της αξιοθέατης πόλης πάνω από αυτό της αξιοβίωτης. Η πόλη αυτή είναι για τους τουρίστες της, η χώρα αυτή είναι για τους τουρίστες της. Οι κάτοικοι ας τα βγάλουν πέρα με λιγότερες λωρίδες να κινηθούν στην καθημερινότητά τους, όπως τα έβγαλαν πέρα ενάμιση μήνα με καθολικούς περιορισμούς στην ελευθερία κίνησής τους. Το «μείνε μέσα θα κολλήσεις τον άλλο», έγινε «βγες έξω η οικονομία δεν αντέχει», έγινε «να φοράνε μάσκα μόνο όσοι δουλεύουν» κι εσύ ως πελάτης όχι, γίνεται «απαγορεύονται οι πτήσεις από Σουηδία» αλλά αν μας βάλει χέρι η TUI οι πτήσεις που είναι να πραγματοποιηθούν θα πραγματοποιηθούν, γίνεται εν τέλει μέλη της επιτροπής λοιμωξιολόγων να εξακολουθούν να μαλώνουν τον κόσμο, τον κόσμο και μόνο τον κόσμο, την εξουσία και τους όρους που άνοιξε τον τουρισμό δεν θα την μαλώσουν, όπως δεν θα μαλώσουν την επιτροπή τους και τον εαυτό τους που νομιμοποιεί το κάθε άνοιγμα. Γιατί αν την μαλώσουν την εξουσία, είτε θα πάψουν να αποτελούν μέλη της επιτροπής, είτε ακόμη χειρότερα θα πάψει να τους δίνεται ο λόγος στα κανάλια. Και μετά που να βγουν να διαμαρτυρηθούν; Στον δρόμο;
Κι αυτό το κατάμαυρο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, εκτός από τον κύριο πολιτικό σκοπό του, έχει και την οπτική ότι πρέπει μέσα σε όλα τα άλλα να αρχίσετε να ξεμαθαίνετε ότι μπορείτε να βγαίνετε στο δρόμο. Όχι όμως επειδή εσείς οι ενίοτε λίγοι διαδηλωτές εμποδίζετε την κίνηση πολλών. Αλλά επειδή το πώς θα εμποδίζεται η κίνηση των πολλών είναι προνομία που ανήκει μόνο σε εμάς. Είναι χώρος της εξουσίας. Ξέραμε πως το δικαίωμα στην συλλογική διαμαρτυρία, στο συνέρχεσθαι και στη διαδήλωση αποτελούσαν οξυγόνο για μια δημοκρατία. Δεν αλλάζουν απο την μια στιγμή στην άλλη οι αντιλήψεις, αλλά αλλάζουν. Δεν έγινε από την μια μέρα στην άλλη, δεν φτάσαμε στο νομοσχέδιο από την μια μέρα στην άλλη, προηγήθηκαν δεκαετίες συστηματικής προπαγάνδας προς αυτήν την κατεύθυνση, όπως προφανώς για να είμαστε δίκαιοι και δεκαετίες εκφυλισμού του φαινομένου, οι οποίες όμως ήταν απλώς το πρόσχημα. Γιατί κι όταν από το 2010 ως το 2012 -άντε 2013- ο κόσμος βγήκε με τεράστια μαζικότητα στο δρόμο, η κρατική αντίδραση ήταν αυτή που ήταν. Και στον συστημικό δημόσιο λόγο δεν έμεινε η μαζικότητα, δεν έμεινε η αγριότατη τυφλή καταστολή που έπληξε το δικαίωμα στη ρίζα του και το αναίρεσε, έμεινε η Μαρφίν, ο Απόλλωνας και το Αττικόν, όπως από τον Δεκέμβρη του Οκτώ έμειναν οι καταστροφές, γιατί αυτός είναι ο ρόλος της προπαγάνδας, γιατί αν τα φαινόμενα αφορούν διαδηλώσεις στις ΗΠΑ μπορεί το φόκους να γίνει στην πολιτική και κοινωνική οργή που εκφράζουν κι όχι στις φθορές και τις καταστροφές περιουσίας, αν τα φαινόμενα αφορούν στην Ελλάδα βαράμε όλοι μαζί: ΜΑΤ και δημοσιογράφοι των καναλιών.
Οι διαδηλώσεις λοιπόν παύουν να είναι αυτό το ωραίο καταρχάς πράγμα που ενίοτε «αμαυρώνεται» -κατά το δημοσιογραφικό κλισέ και την δημοσιογραφική εστίαση του βλέμματος- από επεισόδια, παύει να έχει εξαρχής οτιδήποτε το ωραίο, μεταμορφώνονται εξαρχής σε μπελά, μεταμορφώνονται εξαρχής σε κάτι που τελεί υπό την αίρεση ότι θα το επιτρέψει η εξουσία, σε κάτι που πρέπει να έχει παιδονόμο και υπεύθυνο φθορών, σε κάτι που αν λάβει χώρα χωρίς άδεια τότε ο κάθε διαδηλωτής παρανομεί, σε κάτι που εν πάση περιπτώσει καλό είναι να μην λαμβάνει χώρα σε μια δημοκρατία, σε κάτι που εν πάση περιπτώσει καλό είναι να μην λαμβάνει χώρα στους δρόμους, οι δρόμοι σε μια δημοκρατία δεν είναι για να βγαίνει ο κόσμος να φωνάζει, οι δρόμοι σε μια δημοκρατία ανήκουν σε μας, στην εξουσία, και θα κάνουμε ό,τι θέλουμε με αυτούς. Θα εμποδίζουμε να κυκλοφορείτε Μάρτιο – Απρίλιο, θα επεμβαίνουμε στις κεντρικές λεωφόρους της πρωτεύουσας αλλάζοντας τη λειτουργία τους Ιούνιο – Ιούλιο, θα σας τσακίσουμε στο ξύλο και τα χημικά και τις ποινικές ευθύνες αν πάτε να ξαναδιαδηλώσετε από εδώ κι εμπρός.