Η ωμή καταστολή ως κάλυμμα για την αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας

Έχει εντοπιστεί ιστορικά και αναλυθεί αρκετά ο μηχανισμός με τον οποίο ένα κράτος αξιοποιεί κρισιακά συμβάντα όπως οι φυσικές καταστροφές ή οι πανδημίες, εργαλειοποιώντας το σοκ που βιώνουν οι κοινωνίες σε τέτοιες περιστάσεις, προκειμένου να υλοποιήσει έναν σχεδιασμό αυταρχικοποίησης.

Η Ναόμι Κλαίν το περιέγραψε εκτενώς στο βιβλίο της «Το δόγμα του σοκ». Η ελληνική κυβέρνηση μοιάζει να βαδίζει σχεδόν απαρέγκλιτα σ’ αυτά τα χνάρια, ανακηρύσσοντας τη στρατηγική της έντασης σε βολικό πλην άστοχο αντιπερισπασμό για την αποτυχία διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης και συνάμα ανακηρύσσοντας την πανδημία σε πρώτης τάξεως ευκαιρία για την εμπέδωση ενός καθεστώτος συρρίκνωσης των ελευθεριών. 

Τα γεγονότα της Παρασκευής, 13 Νοέμβρη, ως ένας κρίκος ακόμα στην αλληλουχία απαγορεύσεων και καλλιέργειας κλίματος τρομολαγνείας, το επιβεβαιώνουν. Ήδη, από την προηγούμενη εβδομάδα  κι ενώ τα ρεκόρ θανάτων – διασωληνώσεων – κρουσμάτων σπάνε το ένα μετά το άλλο, είχε διαφανεί μέσα από τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών ότι στοχοποιούνται οι εκδηλώσεις για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.

Την επικύρωση αυτής της προοπτικής την έκανε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, μιλώντας την Πέμπτη στη Βουλή, όπου ανάμεσα στις διάφορες υπεκφυγές και στους έωλους ισχυρισμούς ότι δεν υφίστανται κίνδυνοι από το συνωστισμό στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, προανήγγειλε την απαγόρευση των κινητοποιήσεων, δίνοντας  το απαραίτητο σινιάλο για το ξεδίπλωμα των κατασταλτικών πρακτικών.

Είναι άλλο πράγμα να συζητήσουμε πως θα πραγματοποιούν φέτος οι εκδηλώσεις για το Πολυτεχνείο με όρους που θα διασφαλίζεται η ασφάλεια – συζήτηση που πρώτα απ’ όλα κάνουν οι ίδιοι οι διοργανωτές επιδεικνύοντας από την 1η Μάη μέχρι και σήμερα αξιοσημείωτη προσοχή και υπευθυνότητα στις συγκεντρώσεις, οι οποίες ούτως ή άλλως γίνονται σε υπαίθριους χώρους και φορώντας μάσκες  – κι άλλο πράγμα η απαγόρευση. Το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στη συνάθροιση και τη διαμαρτυρία αφορά στην καρδιά της δημοκρατίας. Τυχόν αναστολή του ισοδυναμεί με βαρύτατο πλήγμα στη δημοκρατία. 

Κάπως έτσι φτάσαμε στην Παρασκευή, όπου από νωρίς το πρωί περιμετρικά του ιστορικού κτιρίου του Πολυτεχνείου αναπτύχθηκαν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις. Μια αύρα παρατάχθηκε απ’ έξω. Και χρυσόσκονη να ριχνε – που κάθε άλλο παρά χρυσόσκονη ρίχνει – η παρουσία της στο συγκεκριμένο σημείο λίγες μέρες πριν την επέτειο, σε συμβολικό επίπεδο λειτουργεί εντελώς προκλητικά.

Εμποδίστηκε η πρόσβαση πολιτών που μένουν στη γειτονιά και προπηλακίστηκαν άτομα που επιδίωξαν να προσεγγίσουν απλά και μόνο για να δώσουν νερό και φαγητό. Το πανεπιστημιακό άσυλο καταλύθηκε με την αστυνομική επέμβαση το μεσημέρι σε live μετάδοση από τα τηλεοπτικά δίκτυα και οπτικά ντοκουμέντα με αστυνομικούς που έβγαζαν σέλφι μπροστά σε χειροπεδημένα άτομα, λες και τα περιορισμένα σώματα είναι κάποιου είδους τρόπαιο.

Δύο απλά ερωτήματα που αναφύονται είναι τα εξής:

Πως ακριβώς το κράτος μεριμνά για την υγειονομική προστασία των πολιτών όταν παίρνει 63 άτομα από τον μεγάλο υπαίθριο χώρο του Πολυτεχνείου για να τα στοιβάξει σε λεωφορεία και κατόπιν για ώρες ολόκληρες σε ελάχιστα τετραγωνικά στη ΓΑΔΑ;

Επίσης, ο βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος Κωνσταντίνος Μπογδάνος ποιον κωδικό μετακίνησης έστειλε ακριβώς στο 13033 για να πάει να συναγελαστεί εγωπαθώς με τους αστυνομικούς έξω από το Πολυτεχνείο εν μέσω μιας αστυνομικής επιχείρησης;

Δεν ξέρω αν αυτό εννοούσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν υποστήριξε ότι υπήρχαν και δεξιοί στο Πολυτεχνείο – γιατί προφανώς σε μια σύγκρουση μετέχουν άνθρωποι διαφόρων ιδεολογικών καταβολών αλλά έχει σημασία ποιες θέσεις απαρτίζουν, καθώς το «μέσα» και το «απέναντι» συνιστούν διαμετρικά αντίθετους ρόλους. Πάντως, η εικόνα ενός βουλευτή της κυβέρνησης να εποπτεύει, ενθαρρύνει ή χειροκροτεί τα ΜΑΤ ενόψει της παραβίασης του πανεπιστημιακού ασύλου είναι κάπως δύσπεπτη. Αναγάγει προσωπικές φαντασιώσεις ρεβανσιστικού τύπου σε πολιτικές λειτουργίες. 

Στο μεταξύ, Μέλη του Συλλόγου Μεταπτυχιακών Σπουδαστών που εργάζονται καθημερινά στο χώρο της Πολυτεχνειούπολης Ζωγράφου, όπου επίσης, έγινε αστυνομική επιχείρηση καταγγέλλουν με ανακοίνωση τους«Γίναμε μάρτυρες των ακόλουθων γεγονότων: Περίπου στις 15.50 το μεσημέρι της Παρασκευής 13.11.2020 αναχώρησε το πούλμαν που μετέφερε τους/τις φοιτητές/ριες που προσήχθησαν.

Προς μεγάλη μας έκπληξη περίπου στις 17.40 το απόγευμα της ίδιας ημέρας και ενώ το κτίριο της Πρυτανείας ήταν αποκλεισμένο, με την Αστυνομία να βρίσκεται μέσα και έξω από αυτό και να εμποδίζει την πρόσβαση σε οποιονδήποτε, άρχισαν να ακούγονται μέσα από το κτίριο θόρυβοι (δυνατά χτυπήματα και τζάμια να σπάνε). ΟΙ ΘΟΡΥΒΟΙ ΑΥΤΟΙ ΑΚΟΥΣΤΗΚΑΝ 2 ΩΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΚΑΙ ΑΦΟΥ ΗΔΗ ΕΙΧΕ ΓΙΝΕΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΑΧΘΕΝΤΩΝ ΣΤΗ ΓΑΔΑ». Μάλλον και αυτή η καταγγελία θα ενταχθεί κάποια στιγμή στο πόρισμα κάποιας επιτροπής, με τα οποία κατά βάση παίζει jenga ο Υπουργός.

Ο δεύτερος γύρος της καταστολής παίχτηκε λίγο αργότερα στην πολύπαθη γειτονιά των Εξαρχείων, όπου η Αστυνομία όχι μόνο διέλυσε βίαια συγκέντρωση αλληλεγγύης στους συλληφθέντες αλλά έκανε εφόδους σε μαγαζιά, βγάζοντας κόσμο έξω, μετέτρεψε την πλατεία σε πίστα δοκιμών για τα μηχανάκια της ομάδας Δράσης που εφορμούσαν, παίρνοντας παραμάζωμα ό,τι και όποιον/α έβρισκαν μπροστά τους, κάνοντας αναίτιες προσαγωγές σε απλούς διερχόμενους πολίτες, όπως ζευγάρια προσφύγων, ποδηλάτες, ανθρώπους που έβγαζαν τα σκυλιά τους βόλτα.

Στην κορύφωση του παροξυσμικού εκκρεμούς βουλευτές απειλούνται απροκάλυπτα ότι θα συλληφθούν εάν συμμετάσχουν με οποιονδήποτε τρόπο στην πορεία, γιατροί εγκαλούνται από τις εισαγγελικές αρχές επειδή απευθύνουν κάλεσμα συμμετοχής στις εκδηλώσεις, ενόσω καθημερινά παρελαύνουν από μπροστά μας πανηγυρικές ανακοινώσεις της Αστυνομίας για προσλήψεις προσωπικού και αγορά οχημάτων.

Αντί να αγοραστούν, ας πούμε, ασθενοφόρα και αναπνευστήρες και να προσληφθούν υγειονομικοί για τα δημόσια νοσοκομεία που θα ταίριαζε περισσότερο σε μια πανδημία. Θα έχουμε καινούργιο στολισμό για τα Χριστούγεννα, όπως ανακοίνωσε ο δήμαρχος, σε πένθιμους δρόμους για να αποτελέσει το γιορτινό φόντο των αστυνομικών στην πόλη. Μόνο αυτοί έχουν free pass. Ίσως κι ο Χρήστος Παππάς

Είναι προφανές ότι αν η κυβέρνηση επένδυε στο δημόσιο σύστημα υγείας και στις προνοιακές δομές τα μισά, απ’ όσα έχει επενδύσει στην καταστολή, η κατάσταση θα ήταν λιγότερο ζοφερή. Όπως κι ότι αν έδειχνε την μισή ευθιξία και ετοιμότητα στη δίωξη του Χρήστου Παππά ή του Σωτήρη Δεβελέκου, απ’ αυτήν  που δείχνει για τις συλλήψεις διαδηλωτών και διαμαρτυρόμενων ανθρώπων, κάποια από τα υπόδικα ή κατάδικα μέλη της ναζιστικής εγκληματικής συμμορίας δε θα είχαν διαφύγει μέσα από τα χέρια του κρατικού μηχανισμού.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δεν είναι, όμως, μάλλον αυτή η πρόθεση της. Χτίζει το δικό της οργουελιανό σενάριο πάνω σ’ ένα συγκείμενο πυρετικής κοινωνικής αγωνίας: «Οτιδήποτε εκτός από την εργασία ήταν απαγορευμένο: το να περπατάς στους δρόμους, να διασκεδάζεις, να τραγουδάς, να χορεύεις, να σμίγεις με κάποιον». Αυτό έγραφε ο Όργουελ και δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα μας.

Το πρωί δουλεύουμε και μετά τις 9 δεν επιτρέπεται καν να βοηθήσουμε έναν άνθρωπο γνωστό ή άγνωστο που έχει ανάγκη, να βγούμε να περπατήσουμε ή έστω να αγοράσουμε τσιγάρα για τα ατομικά μας κελιά. Ένα απίθανο πλέγμα απαγορεύσεων που δεν έχει κανένα υγειονομικό αποτύπωμα, παρά μόνο πειθαρχικό. Βάλλονται και η δημόσια υγεία και τα δημοκρατικά δικαιώματα και πέφτει πάλι το βάρος στην κοινωνία να υπερασπιστεί και τα δύο. 

Μαρία Λούκα

Share
Published by
Μαρία Λούκα