Ζώα του καλοκαιριού στην εξοχή. Θυμάμαι πρώτα τις Πυγολαμπίδες. Ίσως γιατί είναι και το πιο εντυπωσιακό έντομο που εμφανίζεται στο θέρος. Αυτά τα σχετικά μικρά έντομα που βγάζουν φωτιά απ’ την ουρά τους. Γι’ αυτό εκτός από το επιστημονικό τους όνομα Λαμπυρίδες έχουν και το πιο λαϊκό Κωλοφωτιές.
Διαβάζεις και σε συνεπαίρνει η ποιητική γλώσσα στη βικιπαίδεια ότι «το ένζυμο λουσιφεράση δρα πάνω στη λουσιφερίνη για να παράξει φως». Μυστήριο φαινόμενο η βιοφωταύγεια. Το ερυθρό, πρασινωπό ή πορτοκαλί φως που σαν σπινθηροβόλημα γοητεύει τα μάτια μας και καθιστά ιερά τούτα τα ζωύφια. Μοιάζουν ευάλωτα μ’ αυτό το φως να μαρτυρά την ακριβή τους θέση στους θηρευτές τους. Αν κάποιο αρπακτικό επιτεθεί σε μια πυγολαμπίδα, αυτές αμύνονται με την μέθοδο της Αντανακλαστικής Αιμορραγίας. Το αίμα τους φέρει μέσα του μια χημική ουσία με αηδιαστική γεύση που σε πολλές των περιπτώσεων απομακρύνει τον κίνδυνο από κοντά τους. Στις εξοχές της Ελλάδας τα παιδιά στοιχειώνονται ακόμη γλυκά απ’ όλη αυτή την μυθολογία γύρω απ’ την ξεχωριστές αναλαμπές στην κοιλιά των συγκεκριμένων εντόμων.
Οι επιστήμονες δεν έχουν καταλήξει σε αμετάκλητα συμπεράσματα για την χρησιμότητα του φωτός των αναλαμπίδων. Αναλαμπίδες είναι ένα ακόμη πιο λόγιο όνομα των ίδιων πάντα ζώων. Εικάζουν πως η βιοφωταύγεια ίσως είναι ένας τρόπος για να επικοινωνούν μεταξύ τους. Γι’ αυτό κι όταν βρεθείς σ’ ένα μέρος που υπάρχουν πολλές πυγολαμπίδες μαγεμένος παρακολουθείς το θέαμα της χαοτικής αυτής ανταλλαγής φωτεινών σημάτων που μοιάζει λίγο -με ανθρώπινη ανάγνωση- με τα λαμπιόνια στα χριστουγεννιάτικα δέντρα. Αλλά μιλάμε για πολύ πιο καθηλωτικό θέαμα.
Μένεις βουβός μπροστά στην άγνοια γι’ αυτό τον οργασμό της διαρκούς και πολυκατευθυντικής διάχυσης του χρωματιστού τρεμοφεγγίσματος. Κι εγώ -πάντα στα δικά μου- κάθομαι για την λουσιφεράση και την λουσιφερίνη και σκέφτομαι ότι παραπέμπουν στον Lucifer Εωσφόρο. Έτσι για να κλείσει αυτή η παράγραφος με το σκοτάδι που αρμόζει ως φόντο για να δοξαστεί ο υπέροχος φωσφορισμός αυτού το ζώου.
Ύστερα είναι οι πασχαλίτσες. Θυμάμαι πως είχα βρει σαν επιστημονικό τους όνομα το Adalia Bipunctata , αλλά αυτό είναι το όνομα μόνο για τις δίστικτες πασχαλίτσες. Υπάρχει και το όνομα Κοκκινέλλη η Επτάστικτος που είναι γι’ αυτές ανάμεσα τους που έχουν εφτά βούλες στην πλάτη τους. Adalia σημαίνει «ο θεός είναι η ελπίδα μου».
Η πασχαλίτσα είναι κολεόπτερο. Τα χρώματα της είναι τόσο έντονα που φοβούνται οι επίδοξοι εχθροί τους την διαφαινόμενη τοξική τους γεύση. Οι πασχαλίτσες είναι τα αγαπημένα ζώα των γεωργών γιατί τρέφονται με μελίγκρες και άλλα παράσιτα των αγρών. Αν προσγειωθεί πάνω σου, θεωρείται καλός οιωνός. Μπορείς να παίξεις για λίγο μαζί της στα δάχτυλα σου μέχρι να βρει το δρόμο της προς την κορυφή του δείκτη σου και να πετάξει προς τα λουλούδια στο περιβάλλον σου. Οι πασχαλίτσες είναι αγαπημένο κυνήγι των παιδιών κατά την ηλικία τους που πειραματίζονται με τους πιο μικροσκοπικούς εκπρόσωπους του έμβιου κόσμου. Και πειραματίζονται άσχημα. Καρατομούν κατσαρίδες. Βάζουν σε στεγανά βαζάκια πασχαλίτσες μέχρι αυτές να πεθάνουν από ασφυξία. Κάνουν τα βατράχια μαριονέτες. Αυτός ο πειραματισμός σταματάει όταν η ενσυναίσθηση για τον άλλο αυγατίζει τις ηθικές των πιτσιρικάδων έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνουν κι αυτόν τον άλλο μέσα τους. Είναι ένα μάθημα ο ακρωτηριασμός των ζουζουνιών και των μικρών ερπετών. Ο πόνος τους γεννά τις τύψεις και οι τύψεις φέρνουν την εξ αντανακλάσεως απόρριψη των βάρβαρων πρακτικών ενός παιδιού. Σίγουρα το ξεκοίλιασμα των μικρών ζώων δεν είναι η πεπατημένη. Ίσως να είναι έτσι μόνο μ’ αυτούς που μεγαλώνουν στην ύπαιθρο της επαρχίας.
Οι κατσαρίδες είναι οι βασίλισσες του καλοκαιριού. Σύμβολο του αποτροπιαστικού. Αν το εν λόγω έντομο εισβάλλει σε κάποιο σπίτι και δεν δολοφονηθεί, αυτό για τον άνθρωπο σημαίνει άυπνη νύχτα. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε να διηγηθούμε μεταξύ μας συγκεκριμένες εμπειρίες συμβίωσης ή ακόμη και βδελυρής απτικής επαφής με αυτά τα έντομα της συνομοταξίας των αρθροπόδων. Το χρώμα τους εξάπτει την φαντασία των ανθρώπων. Είναι αυτό το καφέ που τις κάνει να θυμίζουν έντονα κόπρανα. Πράγμα που δεν απέχει και πολύ μακριά απ’ την διατροφική τους αλήθεια. Πάρα πολλές κατσαρίδες συγκεντρώνονται κοντά στους αποχετευτικούς σωλήνες μιας οικοδομής και ηδονίζονται θρεφόμενες απ’ τα ξεβράσματα των σωλήνων.
Υπάρχει και μια άλλη πλευρά των εντόμων που τα θέλει να επιβιώνουν μετά από οποιοδήποτε εσχατολογικό σενάριο του τύπου ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος. Και αυτό τα κάνει ακόμη πιο τρομακτικά και τους δίνει την ιδιότητα ενός αλλοπρόσαλλου και άτρωτου διαρρήκτη μιας οικίας. Όμως δεν είναι παρά ένας μύθος. Το μόνα έντομα που μπορούν να επιβιώσουν σύμφωνα με τον Δρ. Τζιμ Φρέντερικς σε συνθήκες πολύ υψηλής ραδιενεργής ακτινοβολίας είναι οι Φρουτόμυγες, το Σκαθάρι του Αλευριού και οι σφήκες Habrobracon.
Ωστόσο αυτό το πλάσμα που μοιάζει να είναι απόφυση ερεβώδους ζωικού βασιλείου, αυτό το πλάσμα που μοιάζει άτρωτο αν αριθμήσουμε τις παντοφλιές μέχρι την τελική κονιορτοποίηση του, έχει και άλλες ιδιότητες που επιδαψιλεύουν και άλλη αποκοτιά στην ύπαρξη του. Η κατσαρίδα μπορεί να ζήσει έπειτα κι από καρατόμηση της. Το κεφάλι της είναι αναγκαίο μόνο για να τρέφεται. Κάποιοι απ’ αυτούς τους επιστήμονες, που σέρνουν και από μια διαστροφή την οποία μετουσιώνουν σε ερευνητικό έργο, πειραματίστηκαν με ακέφαλες κατσαρίδες και είδαν ότι το έντομο μπορεί να ζήσει χωρίς κεφάλι για πολλές εβδομάδες. Η κατσαρίδα είναι σαν έμβιο ον κατά πολύ απλούστερο απ’ τον άνθρωπο. Αναπνέουν απ’ όλο τους το σώμα χωρίς το προαπαιτούμενο της ύπαρξης εγκεφάλου. Αυτά τα έντομα αναπνέουν από οπές διάσπαρτες σε όλο τους το σώμα. Ο άνθρωπος αναπνέει απ’ το κεφάλι του και χωρίς αυτό πεθαίνει. Αντιθέτως στις κατσαρίδες χωρίς το κεφάλι τους, ο λαιμός τους σφραγίζει μέσω θρόμβωσης. Αυτό καθιστά το αιμορραγικό επεισόδιο απίθανο. Έτσι οι κατσαρίδες αναπνέουν, και δεν χρειάζονται να τραφούν. Κινούνται κανονικά και αλλάζουν τροχιές όταν συναντάνε κάποιο εμπόδιο. Μία κατσαρίδα μπορεί να ζήσει για πάρα πολύ καιρό χωρίς να φάει. Γι’ αυτό και οι καρατομημένες του είδους πεθαίνουν μετά από πολύ καιρό ασιτίας. Ο μόνος λόγος για το ακρωτηριασμένο έντομο να πεθάνει πιο γρήγορα είναι να το φάει κάποιος θηρευτής ή απλά να νοσήσει από κάποιο βακτήριο.
Είναι λοιπόν όλες αυτές οι γνώσεις που κάνουν το καφετί αρθρόποδο να είναι τόσο τρομακτικό, και πιο πολύ εκείνη η ψεύτικη γνώση ότι οι κατσαρίδες μεταφέρουν μέσα στα σπίτια την αναβίωση εκείνης της ξεχασμένης ιστορίας με τις θανατηφόρες και μεταδοτικές αρρώστιες. Όταν την βλέπω -την αρχοντική εκπρόσωπο των βλαττοειδών- σκέφτομαι την πανώλη, τη χολέρα και τη λέπρα. Είναι ένα ζώο που σαν να εμφανίζεται απ’ το πουθενά και να χάνεται σ’ αυτό. Η παρουσία της αναμοχλεύει τον αρχέγονο φόβο του ανθρώπου για την απειλή, το δύσμορφο και τον πάντα δυσκολοκατόρθωτο αφανισμό του μυσαρού. Πάντα ο τρόμος σκορπά στους εγκεφαλικούς νευρώνες μας πάγωμα και αβελτηρία. Μουδιάζουμε και όλα πάνε στο χειρότερο.
Τελικά έχω και την επίσκεψη της Βρομούσας. Ένα έντομο που εισβάλει σπανιότερα στα σπίτια των ανθρώπων. Αν όμως συμβεί αυτό, ο ανυπεράσπιστος ιδιοκτήτης παθαίνει υστερία και αντιδρά σαν παρανοϊκός, χειρότερα κι από το συναπάντημα του με την κατσαρίδα. Έχει και η βρομούσα απεχθέστατο πράσινο χρώμα και όταν πετάει βγάζει μια μυρωδιά αποκρουστική όσο ενός σηπόμενου πεθαμένου οργανισμού. Ακόμη και με το πέταγμα της αφήνει τον άνθρωπο περιδεή στο άκουσμά του ήχου που εκπέμπεται απ’ αυτή την πτήση του ιλίγγου μας . Είναι σαν θόρυβος. Καθώς η βρομούσα πλαταγίζει τις φτερούγες της ηχεί σαν αήττητος εισβολέας. Θα κλείσω το κείμενο καταγράφοντας την πληροφορία ότι οι βρομούσες τρώγονται από λαούς της νοτίου Αφρικής. Είναι εξάλλου πολύ πλούσιες σε πρωτεΐνες και αμινοξέα.