Γιατί απέτυχαν τα exit polls;

Πριν από δεκατέσσερα χρόνια τα-συνεχόμενα και επιμένοντα μέχρι αργά το βράδι- exit polls των βουλευτικών εκλογών έβγαζαν τους νεοδημοκράτες στους δρόμους όλης της χώρας και ωθούσαν τον Κώστα Καραμανλή, συνοδευόμενο από τον Άρη Σπηλιοτόπουλο, να ξεκινήσει , σαν βέβαιος μέλλων πρωθυπουrγός, την πορεία του θριάμβου Ρηγίλλης-Ζάππειο . Στα μεγάλα κανάλια οι αναλυτές είχαν ήδη αρχίσει να υποθέτουν τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης. Μόνον ένας, αυτός που σύμφωνα με τον τίτλο της Ελευθεροτυπίας  αναδείχθηκε ο “πραγματικός θριαμβευτής των εκλογών”, επέμενε από την αρχή αταλάντευτα οτι η δική του ανάλυση (στα δικά του exit polls) βγάζει εντελώς διαφορετικό αποτέλεσμα: αυτό το αποτέλεσμα που όλοι σήμερα γνωρίζουμε ως τελικό . Ο πολιτικός αναλυτής  (για την ΕΡΤ σε εκείνες τις εκλογές, σε συνεργασία με τη γαλλική εταιρία δημοσκοπήσεων SOFRES)  ήταν ο Γιώργος Σεφερτζής . Από αυτόν ζητήσαμε να σχολιάσει την αστοχία των exit polls της 18ης Μαίου και να μας εξηγήσει τις αιτίες της αποτυχίας τους

Βουλευτικές εκλογές 2000. Η αρχή του κακού. Τρία στα πέντε exit-polls, που διεξήχθησαν για να δώσουν «έγκαιρα κιι έγκυρα» τα αποτελέσματά τους, εμφανίζουν τον ηττημένο της αναμέτρησης ως νικητή!

Ωστόσο, παρά το σάλο που προκλήθηκε από τους λάθος πανηγυρισμούς των λάθος νικητών, στις τρεις επόμενες, ευκολότερες και πιο προβλέψιμες, εκλογικές αναμετρήσεις τα exit-polls θα επαναβεβαιώσουν σε γενικές γραμμές τη δυνατότητά τους να προβλέπουν με σχετική ακρίβεια το τελικό αποτέλεσμα, έστω κι αν, για λόγους προληπτικής προστασίας της απειλούμενης τιμής και υπόληψής τους, διεύρυναν υπερβολικά τα όρια του στατιστικού τους σφάλματος.

Το κακό, εν τούτοις, δεν είχε εξορκιστεί.

Στις ευρωεκλογές του 2009 τα exit-polls θα πέσουν και πάλι έξω αδυνατώντας να συλλάβουν το μέγεθος και την κομματική προέλευση της πρωτοφανούς αποχής που άλλαξε τα δεδομένα των σταθμίσεών τους.

Στις εθνικές εκλογές που πραγματοποιούνται λίγους μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 2009, το κακό τριτώνει. Κανένα exit-poll δεν θα προβλέψει το, κατά τα άλλα, τεράστιο εύρος που θα έχει η τελική διαφορά του πρώτου από το δεύτερο κόμμα.

Οι εκλογές του 2012

Στις δραματικές αναμετρήσεις του Μαΐου και του Ιουνίου του 2012 οι εταιρείες δημοσκοπήσεων υποχρεώνονται να διεξάγουν από κοινού ένα κοινό διακαναλικό exit-poll.

Όμως, η κρίση αυτοπεποίθησης που έχει πλήξει το ηθικό τους σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση που τους επιβάλει τη μείωση του κόστους διεξαγωγής των exit-polls δεν έκανε τη ζωή τους ευκολότερη.

Χαμηλότερο κόστος σημαίνει υψηλότερο ρίσκο και, ίσως, μεγαλύτερη προχειρότητα.

Η συλλογικότητα της ευθύνης που αναλαμβάνουν για την παρουσίαση του κοινού exit-poll μπορεί να μειώνει το άγχος του μεταξύ τους ανταγωνισμού, αλλά δεν κάνει ευκολότερη τη δουλειά τους. Οι ώρες που θα περάσουν προσπαθώντας να σταθμίσουν τους νέους ανατρεπτικούς συσχετισμούς που διαμορφώνονται υπό το κράτος ενός πολυκερματισμένου κομματικού συστήματος και μιας εκτεταμένης απορρύθμισης των πολιτικών σχέσεων εξαιτίας των κοινωνικών συνεπειών από την εφαρμογή του μνημονίου, θα είναι ώρες μεγάλης έντασης, σύγχυσης και αγωνίας.

Τελικά δεν θα αποφύγουν το λάθος. Από το exit-poll που θα παρουσιάσουν θα έχει διαφύγει η δυναμική με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ υποσκέλισε το ΠΑΣΟΚ αφήνοντάς το στην τρίτη θέση και σε μία απόσταση μεγαλύτερη των τριών μονάδων.

Ακόμα μεγαλύτερη θα είναι η αστοχία του exit-poll του Ιουνίου, οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα εμφανισθεί να διεκδικεί την πρώτη θέση, ενώ αυτή είχε κατακτηθεί άνετα από τη ΝΔ με μια διαφορά τεσσάρων σχεδόν μονάδων.

Η περασμένη Κυριακή

Τα όσα συνέβησαν με την παταγώδη αποτυχία του exit-poll της περασμένης Κυριακής να προσεγγίσει τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών της Αττικής, έρχονται να προστεθούν ως ένα ακόμα κακό προηγούμενο στις από καιρό δοκιμαζόμενες σχέσεις του εκλογικού πληθυσμού με τα μέσα ανάλυσης και, ως ένα βαθμό, υπερπροσδιορισμού των συμπεριφορών τους.

Ήδη, από σκωπτικές έως υβριστικές, πολλές από τις πρώτες αντιδράσεις των ερωτώμενων στις δημοσκοπήσεις αυτής της εβδομάδος είναι ενδεικτικές του βεβαρημένου κλίματος που δυσκολεύει τις εκτιμήσεις για την έκβαση των εκλογών της 25ης Μαίου

Στην πραγματικότητα το φαινόμενο δεν είναι τόσο πρωτότυπο.

Η απομείωση της προθυμίας συμμετοχής στις πολιτικές έρευνες των τελευταίων χρόνων είναι συμπτωματική της πολιτικής ανορεξίας που χαρακτηρίζει κρίσιμες μάζες του εκλογικού σώματος αυξάνοντας την απροσδιοριστία των συμπεριφορών του.

Η απροθυμία τους να αποκαλύψουν τους μύχιους προβληματισμούς τους ή ακόμα και η συνειδητή συγκάλυψη των πραγματικών επιλογών τους μπροστά στην κάλπη αποκαλύπτει την έκταση της ψυχολογικής αποσταθεροποίησης που προκαλεί η έλλειψη κοινωνικών προσδοκιών και ιδεολογικών ταυτίσεων, σε μια περίοδο που μεγάλα τμήματα του εκλογικού πληθυσμού δεν ζουν πια ούτε στον αστερισμό της αγανάκτησης που προκάλεσε η βίαιη προσαρμογή στην αναγκαστική λιτότητα, ούτε στον αστερισμό του οπαδικού νεοφανατισμού με τον οποίο εκφράζονται οι πιο σίγουροι για τις επιλογές τους αντιμνημονιακοί ψηφοφόροι.

Η επίκληση της απροθυμίας των πολιτικά ανορεκτικών ψηφοφόρων να προσέλθουν στις κάλπες του exit-poll της προηγούμενης Κυριακής και η ταυτόχρονη υπεραντιπροσώπευση των προθύμων που δε θέλησαν να χάσουν την ευκαιρία να εκφράσουν για μια ακόμα φορά την προτίμησή τους προς τους υποστηριζόμενους από το ΣΥΡΙΖΑ αντιμνημονιακούς αυτοδιοικητικούς Συνδυασμούς, είναι, εκ πρώτης όψεως και υπό τις κρατούσες συνθήκες, μια εύλογη εξήγηση του δημοσκοπικού πατατράκ.

Είναι, όμως, και μια ομολογία που δεν διασκεδάζει τις εντυπώσεις, ούτε και τις ανησυχίες όσων αμφιβάλουν για την ποιότητα και την αξιοπιστία των δημοσκοπικών μεθόδων.

Σε αντίθεση με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μεταξύ των εκλογικών αναμετρήσεων διεξαγόμενες δημοσκοπήσεις κατά τη διερεύνηση των πιθανών προθέσεων ψήφου, οι μετρήσεις κατά την έξοδο από την κάλπη έχουν θεωρητικά τα πλεονεκτήματα, τα εργαλεία και τις προδιαγραφές να προσεγγίσουν με ακρίβεια μια ψήφο που δεν είναι πλέον δυνητική, αλλά πραγματική.

Η ευστοχία τους εξαρτάται από:

α) τη σωστή επιλογή-διάταξη των εκλογικών τμημάτων,

β) την ορθότητα της συλλογής του δείγματος,

γ) τη χρονικότητα με την οποία επαναλαμβάνεται η δειγματοληψία,

δ) την αντιπροσωπευτικότητα της δημογραφικής σύνθεσης του δείγματος,

ε) την επιμέλεια των ερευνητών και των εποπτών τους για την τήρηση των στατιστικών κανόνων,

στ) τη διασταύρωση και τον έλεγχο ειλικρίνειας των απαντήσεων κατά τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων. Έστω κι αν ο βαθμός ειλικρίνειας των ψηφοφόρων μειώνεται κατά το μέτρο της ιδεολογικής και ψυχολογικής αποστασιοποίησής τους από τις εκλογικές επιλογές τους.

Μπορώ, όμως, να υποθέσω ότι εκείνο που, κυρίως, δεν λειτούργησε καλά ήταν, πρωτίστως, το σύστημα προσέγγισης των ψηφοφόρων κατά την έξοδό τους από τα εκλογικά τμήματα.(…) Η συμμετοχή στο exit-poll είναι εθελοντική, αλλά δεν μπορεί να είναι ετσιθελική.

Άλλωστε, οι όποιες αποκλίσεις μεταξύ των δημοσκοπικών δηλώσεων και των πραγματικών πολιτικών επιλογών μπορούν να αντιμετωπισθούν με μια προσεκτική και συστηματική παρακολούθηση της εξέλιξης της ψηφοφορίας καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Οι διακυμάνσεις έχουν τη σημασία τους και αποτελούν σήματα που διευκολύνουν την τελική στάθμιση.

Η αύξηση του δείγματος αυξάνει και την ασφάλεια της τελικής στάθμισης. Δεν αποτελεί, όμως, πανάκεια.

Με ένα μικρότερο δείγμα μια καλά σχεδιασμένη και ζυγισμένη δειγματοληψία μπορεί να βγάλει εξίσου καλά αποτελέσματα με μία δειγματοληψία που περιλαμβάνει μεγαλύτερο πλήθος ψηφοφόρων.

Δεν μπορώ να ξέρω αν και ποιες από τις προδιαγραφές στατιστικής ασφαλείας παραβιάσθηκαν την περασμένη Κυριακή.

Μπορώ, όμως, να υποθέσω ότι εκείνο που, κυρίως, δεν λειτούργησε καλά ήταν, πρωτίστως, το σύστημα προσέγγισης των ψηφοφόρων κατά την έξοδό τους από τα εκλογικά τμήματα.

Ο διαχωρισμός των ψηφοφόρων σε προθύμους και απροθύμους μπορεί να γίνει κατανοητός, μόνο εάν οι συλλέκτες περίμεναν να τους έρθει το δείγμα αντί να πάνε οι ίδιοι να το βρουν.

Η συμμετοχή στο exit-poll είναι εθελοντική, αλλά δεν μπορεί να είναι ετσιθελική.

Σε κάθε περίπτωση, το κακό που προκλήθηκε θα παραμείνει μικρό, αν περιοριστεί σε τηλεοπτικές ζημιές και αμφισβήτηση του νοήματος των εκλογικών εσπερινών ως προϊόντος της κοινωνίας του θεάματος.

Κανένας στο μέλλον δεν πρόκειται να πάθει τίποτα, αν περιμένει δύο ώρες παραπάνω για να πληροφορηθεί τα επίσημα εκλογικά αποτελέσματα.

Όσοι ολοφύρονται επειδή συχνά τα τεχνικά εργαλεία της ανάλυσης της κοινής γνώμης χρησιμοποιούνται για την χειραγώγησή της, ας αναρωτηθούν πότε η κοινή γνώμη είναι περισσότερο χειραγωγήσιμη: όταν γνωρίζει ή όταν αγνοεί το πώς φέρεται και από πού άγεται;

Πολλά, όμως, μπορούν να πάθουν οι πολλοί που κυριαρχούν στη δημοκρατία, αν η ερμηνεία της ετυμηγορίας τους αφεθεί στην αυθαιρεσία ενός ανελέητου πολέμου εντυπώσεων χωρίς δυνατότητα ελέγχου των εξαγόμενων συμπερασμάτων από τα πραγματικά δεδομένα που εμπεριέχονται στα στοιχεία των exit-polls, δηλαδή, στις απαντήσεις που μας πληροφορούν για το ποιοι, πότε, πού, γιατί και πώς αποφάσισαν να ψηφίσουν τι.

Αυτή η πληροφορία είναι που καθιστά πολύτιμα τα exit-polls.

Αυτή η γνώση είναι που προσφέρουν οι έρευνες εξόδου από την εκάστοτε κάλπη.

Χωρίς τον καθρέφτη τους καμιά κοινωνία δεν μπορεί να δει πως είναι.

Θα είναι μία κοινωνία των άλλων. Δεν θα είναι μία κοινωνία των εαυτών.

Η κοινή της γνώμη δεν θα μπορεί να γίνει κοινή γνώση.

Όσοι ολοφύρονται επειδή συχνά τα τεχνικά εργαλεία της ανάλυσης της κοινής γνώμης χρησιμοποιούνται για την χειραγώγησή της, ας αναρωτηθούν πότε η κοινή γνώμη είναι περισσότερο χειραγωγήσιμη: όταν γνωρίζει ή όταν αγνοεί το πώς φέρεται και από πού άγεται;

Ας ελπίσουμε ότι ο κακός δαίμον των exit-polls δεν θα ξαναεμφανισθεί στις 25 Μαΐου. Γιατί η απαξίωσή τους θα σημάνει, ίσως, το τέλος της εγκυρότητας των πολιτικών ερευνών και, άρα, των δυνατοτήτων που διαθέτουν οι σύγχρονες κοινωνίες να κατακτούν την αυτογνωσία τους.

Ο Γιώργος Σεφερτζής είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Αναλυτής

Γιώργος Σεφερτζής

Share
Published by
Γιώργος Σεφερτζής