Γνωρίζω πως το κείμενο που γράφω δεν θα με καταστήσει ιδιαιτέρως δημοφιλή. Νομίζω όμως πως κάποια πράγματα πρέπει να λέγονται.
Μόλις είχε ανακοινωθεί η ανάληψη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης (;) του Φεστιβάλ από τον Γιαν Φαμπρ, φίλοι που ήξεραν πως γνωρίζω το έργο του, αλλά και τον ίδιο, με ρωτούσαν την άποψή μου. Σε όλους έδινα την ίδια απάντηση: Έχουμε να γελάσουμε… Ούτε εγώ πάντως περίμενα πως τα γέλια θα αρχίζουν από την πρώτη μέρα.
Ξεκαθαρίζω κάτι από την αρχή: Θεωρώ πως ο ίδιος ο Γιαν Φαμπρ δεν φταίει απολύτως σε τίποτα. Οι τραγικοί χειρισμοί που έχουν δημιουργήσει μια σειρά προβλημάτων και αδιεξόδων έγιναν από άλλους. Η προχτεσινή Συνεντευξη Τύπου, που δεν διοργανώθηκε καν από το Φεστιβάλ, αλλά από το Υπουργείο (προσπαθούν μήπως να μας πουν κάτι με τρόπο;) έγινε σε μικρότερο του συνήθους χώρο, με λίγους προσκεκλημένους. Ακόμα ένας λάθος χειρισμός: μειώνει κανείς τους παρευρισκόμενους όταν κάτι θέλει να κρύψει. Κι αν ακόμα δεν είναι έτσι, σίγουρα έτσι δείχνει. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα ένα-ένα:
Αποκλείστηκαν οι ελληνικές ομάδες από το φετινό Φεστιβάλ. Εγώ έχω μια απορία: τώρα κατάλαβε ο καλλιτεχνικός κόσμος πως μπαίνει ο Απρίλιος και κανείς δεν έχει εξετάσει τις κατατεθειμένες από το φθινόπωρο προτάσεις; Υπάρχει κάποιος που δεν είχε συνειδητοποιήσει πως όταν επελέγη ο Φαμπρ ήταν ήδη μέσα Φεβρουαρίου; Εφόσον ο Γιώργος Λούκος έπρεπε να απομακρυνθεί άμεσα – πριν λήξει το συμβόλαιό του – ως επικίνδυνος (;), σχεδόν υπόδικος (;) κι η αντικατάστασή του αργούσε, ήταν φανερό πως όλα θα βρίσκονταν στον αέρα. Ποιος θα αξιολογούσε τις προτάσεις; Ποιος θα επέλεγε και θα προγραμμάτιζε; Η ομάδα του παυθέντος; Ή μήπως η – ακόμα μέχρι σήμερα μη ανακοινωθείσα – νέα ομάδα αυτού που καλά-καλά δεν είχε αναλάβει ακόμα; Και μη μου πείτε για τους συνεργάτες του Φαμπρ. Για τους έλληνες που θα τους συνδράμουν και θα (συν)αποφασίζουν μιλάω…
Είναι νάρκισσος ο Φαμπρ; Είναι ο Πάπας καθολικός; Αφοδεύει η άρκτος εις τα δάση; Υπερφορολογούνται οι Έλληνες; Μόνο μη μου πει κάποιος πως το ανακάλυψε τώρα αυτό
Το φετινό Φεστιβάλ έχει ως θέμα το Βέλγιο. Μέγα σκάνδαλο, ε; Η προφανής αλήθεια είναι η ακόλουθη: Το φετινό Φεστιβάλ δεν έχει ακόμα ανακοινώσει το πρόγραμμά του γιατί απλούστστα …δεν έχει. Το γεγονός πως οι μόνες ημερομηνίες που ξέρουμε είναι όσες αφορούν τον ίδιο τον Φαμπρ, δεν οφείλονται σε ναρκισσισμό αλλά σε ανυπαρξία άλλων προγραμματισμένων παραστάσεων: αυτά που σίγουρα ήξερε πως μπορεί να φέρει – και πότε – ήταν μόνο τα δικά του. Κατόπιν, απευθύνθηκε σε όσους μπορούσε εύκολα να τους ζητήσει να βρουν κάποιο κενό, και να τους παρακαλέσει να έρθουν να παίξουν – πιθανότατα – έναντι πινακίου φακής, καθώς δεν νομίζω πως ο προϋπολογισμός του Διεθνούς (;) Φεστιβάλ θα είναι πλουσιοπάροχος… Και προφανώς αυτοί στους οποίους απευθύνθηκε, ήταν – τι έκπληξη! – βέλγοι. Η ανάγκη βαφτίστηκε φιλοτιμία, και οι λύσεις απελπισίας … Φεστιβάλ με θέμα το Βέλγιο! Φυσικά, καλό είναι να μην ξεχνάμε πως αυτή η λύση απελπισίας περιλαμβάνει την Ανν Τερέζα ντε Κεερσμάκερ, τον Γιαν Λάουβερς και …άλλους ανυπόληπτους! Ουδείς εθνικισμός, απλώς αυτή ήταν η μία ενδεχόμενη λύση έτσι όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα. Η άλλη – ίσως και η πιο ενδεδειγμένη; – θα ήταν η ολοκληρωτική ματαίωση του φετινού Φεστιβάλ. Φαντάζομαι με πόση χαρά και ενθουσιασμό, και με τι σχόλια, θα γινόταν δεκτή μια τέτοια αναγγελία…
Το τι θα έπρεπε να έχει γίνει το ξέρουν και τα μωρά παιδιά: ο Γιώργος Λούκος και οι συνεργάτες του θα έπρεπε να έχουν κάνει – και ολοκληρώσει – τον προγραμματισμό του 2016, κι εφόσον υπήρχε οποιοδήποτε ζήτημα, ή και απλώς απροθυμία της πολιτικής ηγεσίας για συνέχιση της συνεργασίας, το συμβόλαιό του δεν θα έπρεπε να ανανεωθεί, κι ο Γιαν Φαμπρ (ή ο όποιος άλλος) θα είχε έναν ολόκληρο χρόνο στη διάθεσή του ώστε να προετοιμάσει το Φεστιβάλ που θα πίστευε ως σωστό. Έτσι λειτουργούν τα πράγματα σε όλα τα φεστιβάλ που γνωρίζω τουλάχιστον εγώ. Όλα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.
Ο Γιαν Φαμπρ είναι νάρκισσος. Οποία αποκάλυψις! Είναι νάρκισσος ο Φαμπρ; Είναι ο Πάπας καθολικός; Αφοδεύει η άρκτος εις τα δάση; Υπερφορολογούνται οι Έλληνες; Μόνο μη μου πει κάποιος πως το ανακάλυψε τώρα αυτό – γιατί ο άνθρωπος είναι πολλά χρόνια στο κουρμπέτι. Και βέβαια, ας κοιτάξει στην εγχώρια καλλιτεχνική πιάτσα για να δει πόσοι πάσχουν από την ίδια ασθένεια, και πόση αξία έχουν συγκρινόμενοι με τον νέο Καλλιτεχνικό Διευθυντή – εεε συγνώμη, curator – του Φεστιβάλ.
Η πρεμιέρα του The Crying Body στο Théatre de la Ville του Παρισιού το 2005, όπου τρεις χορεύτριες ουρούσαν επί σκηνής, κάνοντας δεκάδες θεατές να εγκαταλείψουν έξαλλοι την αίθουσα, έχει μείνει στην ιστορία.
Ο Γιαν Φαμπρ είναι ακραίος και προκλητικός. Λοιπόν, επειδή το λαϊκό δικαστήριο που είναι ευρύτερα γνωστό ως Μέσα Κοινωνικης Δικτύωσης άρχισε να ανακαλύπτει σήμερα σε διάφορα βίντεο από παραστάσεις του Φαμπρ “πουλάκια”(sic), “κωλαράκια” (sic) και άλλα παρόμοια, θα ήθελα να καταθέσω τα ακόλουθα: Παρακολούθησα για πρώτη φορά δουλειά του πριν από περίπου 15 χρόνια, και έκτοτε έχω δει πολλές. Όπως είναι φυσικό για έναν υπερ-πληθωρικο, υπερ-παραγωγικό και διαρκώς εργαζόμενο καλλιτέχνη, το έργο του είναι άνισο: θα βρεί κανείς μέσα του από αριστουργήματα (ναι, υπάρχουν αρκετά) έως και παταγώδεις αποτυχίες. Δεν ανήκω στους οπαδούς του, αλλά έχω δει δικά του πράγματα που θα μου μείνουν αξέχαστα. Σίγουρα η θεματολογία του, οι εμμονές του, οι εικόνες που του αρλεσει να δημιουργεί, μπορούν να χαρακτηριστούν από πολλούς ως προκλητικές. Η περμιέρα του The Crying Body στο Théatre de la Ville του Παρισιού το 2005, όπου τρεις χορεύτριες ουρούσαν επί σκηνής, κάνοντας δεκάδες θεατές να εγκαταλείψουν έξαλλοι την αίθουσα (και το δημιουργό της παράστασης να κάνει σχεδόν τρία χρόνια να προσκληθεί στη Γαλλία!) έχει μείνει στην ιστορία. Το Φεστιβάλ της Αβινιόν του 2005, όπου ο Φαμπρ ήταν artiste associé, δηλαδή συνεργαζόμενος καλλιτέχνης με ρόλο στον προγραμματισμό (προφανώς το ίδιο ακριβώς θα είναι και στο εδώ Φεστιβάλ, άσχετα αν αυτό δεν δηλώνεται ευθαρσώς), προκάλεσε εντονότατες αντιδράσεις και αντεγκλήσεις, ενώ η συζήτηση γύρω από αυτό ακόμα δεν έχει κοπάσει. Ως θεατής του συγκεκριμένου Φεστιβάλ, μπορώ να πω πως ήταν αρκούντως συναρπαστικό. Επίσης, οι περισσότεροι από τους προσκεκλημένους καλλιτέχνες ήταν βέλγοι… Τι σημαίνουν όλα αυτά; Κατάρχήν, πως δεν πρόκειται γαι τυχαίο καλλιτέχνη. Όσοι λοιδορούν, ειρωνεύονται, αμφισβητούν την αξία του, απλώς εκτίθενται: δεν παραμένει κανείς τυχαία στην πρώτη γραμμή επί πάνω από τριάντα χρόνια. Επίσης, σημαίνουν πως εφόσον όλα αυτά είναι πασίγνωστα στους διεθνείς καλλιτεχνικούς κύκλους, ουδείς δικαιούται – τώρα ή στο μέλλον – να ισχυριστεί πως δεν ήξερε σε ποιον άνθρωπο ανέθετε το Φεστιβάλ. Άλλοι θα πουν πως το ανέθεσε σε ένα ρηξικέλευθο καλλιτέχνη με διεθνή ακτινοβολία, κι άλλοι ότι έβαλε ένα φίδι στον κόρφο του. Κατά την ταπεινή μου άποψη, και τα δύο είναι αληθή. Άγνοια όμως δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς.
Και τι είναι, δηλαδή, το Βέλγιο; Εδώ το πράγμα αρχίζει και ξεφεύγει. Είδα να γράφονται τέρατα: από το ότι το ελληνικό θέατρο δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από το βέλγικο, μέχρι ότι το σημαντικότερο πολιτιστικό προϊόν του Βελγίου είναι ο …Τεν-Τεν (για να μην αναφερθώ στη σύγκριση του γνωστού βέλγικου Αγοριού που Ουρεί με τον Έφηβο των Αντικηθύρων, γιατί πλέον φτάνουμε στις γνωστές κορώνες: όταν εμείς φιλοσοφούσαμε στην Ευρώπη τρώγαν βελανίδια κλπ). Για την αποκατάσταση της αλήθειας: το Βέλγιο είναι πιθανώς η ευρωπαική χώρα με τη μεγαλύτερη υποστήριξη προς τους καλλιτέχνες των παραστατικών τεχνών: υψηλά επιδόματα στους καλλιτέχες για τα διαστήματα που δεν εργάζονται, παροχή από τους δήμους δωρεάν χώρων για πρόβες, βοήθεια στις υποσχόμενες και καταξιωμένες ομάδες για να αποκτήσουν το δικό τους θέατρο, και δεν συμμαζεύεται. Αυτή η πολιτική είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση τόσων σπουδαίων ομάδων, χορογράφων και σκηνοθετών που σύντομα βγήκαν από τα σύνορα της χώρας και κατέκτησαν το παγκόσμιο στερέωμα. Προχείρως αναφέρω ονόματα (Εκτός του ίδιου του Γιαν Φαμπρ): Les Ballets C de la B και ο Αλαίν Πλατέλ, οι Peeping Tom, η Ανν Τερέζα ντε Κεερσμάκερ, ο Ίβο βαν Χόβε, ο Γκυ Κασσίερς, η Μισέλ Αν ντε Μαι, ο Γιαν Λάουβερς και η Needcompany…
Ο Φαμπρ είναι αυτός που είναι: αν, όπως λένε, πήραμε έναν ιπποπόταμο για να κάνει το ρόλο ενός κροκόδειλου, σίγουρα δεν φταίει σε τίποτα ο ιπποπόταμος. Σίγουρα έχει πράγματα να προσφέρει – αμφιβάλλω αν θα αφεθεί να το κάνει.
Για να μη μακρηγορώ: ούτε βέλγικο πραξικόπημα μας προέκυψε, ούτε αποικιοκρατία, ούτε μνημόνιο στον πολιτισμό. Απλούστατα συνεχίζεται η ελληνική κακοδαιμονία που συνοψίζεται στη φράση: πλήρης απουσία πολιτιστικής πολιτικής. Ο Υπουργός Πολιτισμού επέλεξε το Γιαν Φαμπρ ως ρελάνς στην εκπαραθύρωση του Γιώργου Λούκου, Ούτε ήξερε τι ήθελε από αυτόν, ούτε και σκέφτηκε τι θα γίνει το καλοκαίρι του ’16 όταν άφηνε ακέφαλο και ξυλάρμενο το Φεστιβάλ την ώρα που αυτό θα έπρεπε να καταστρώνει το φετινό του πρόγραμμα. Κατά τ΄’άλλα, πουθενά δεν διαφαίνεται σχεδιασμός, μόνο μεμονωμένες φιέστες: όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες δεν ανέβασαν τον πήχυ στον ελληνικό αθλητισμό, ούτε άφησαν πίσω τους παρακαταθήκη, έτσι και κανείς δεν αγωνιά που παραμένει κλειστό το ΕΜΣΤ: περιμένουμε την έκθεση βελγικής τέχνης και τη Documenta! To ελληνικό κράτος στο ρόλο της Βασίλως: όπου γάμος και χαρά…
Ο Φαμπρ είναι αυτός που είναι: αν, όπως λένε, πήραμε έναν ιπποπόταμο για να κάνει το ρόλο ενός κροκόδειλου, σίγουρα δεν φταίει σε τίποτα ο ιπποπόταμος. Σίγουρα έχει πράγματα να προσφέρει – αμφιβάλλω αν θα αφεθεί να το κάνει. Η διαφαινόμενη μαζική κινητοποίηση των ελλήνων καλλιτεχνών τίποτα καλό δεν προμηνύει. Αν σε ένα μήνα από σήμερα ανατίθεντο μερικές παραγωγές και μετά από άλλον ένα μήνα πρόβας παρουσιάζονταν στο Φεστιβάλ, ενδεχομένως κανείς να μην ενοχλείτο από την προχειρότητα. Χωρίς διόλου να υποτιμώ τη δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται, και για την οποία ευθύνεται η ανυπαρξία οποιασδήποτε κρατικής ενίσχυσης προς το θέατρο (πιστέψτε με, προσωπικά βρίσκομαι σε χειρότερη θέση από τους περισσότερους, και σε όχι πολύ καλύτερη από τους υπόλοιπους), δεν νομίζω πως και οι ίδιοι θα ήθελαν να δουν το Φεστιβάλ Αθηνών να εκφυλίζεται σε έμμεσο φορέα παρόχής επιδομάτων ανεργίας σε αναξιοπαθούντες καλλιτέχνες. Υπενθυμίζω πως κάτι τέτοιο συνέβη στα περισσότερα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ., για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με αυτό το κείμενο. Και εξηγούμαι: τα τελευταία χρόνια, κατά κοινή ομολογία, λόγω της διαρκούς μείωσης του προϋπολογισμού και κατά συνέπεια της αδυναμίας κατάρτισης έγκαιρα του προγράμματος, είδαμε στο Φεστιβάλ Αθηνών από ελληνικής πλευράς (και όχι μόνο) και κάποια πράγματα που κανονικά ποτέ δεν θα έπρεπε να δούμε. Κανείς δεν έδειξε να ενοχλείται που, ενώ η συμμετοχή στο Φεστιβάλ κάποτε σήμαινε καταξίωση, σιγά-σιγά σήμαινε απλώς οικονομική βοήθεια. Επίσης ας μην ξεχνάμε πως και όταν ανέλαβε ο Γιώργος Λούκος, υπήρξαν έντονες αντιδράσεις και βαρείς χαρακτηρισμοί από κάποιους που ένιωσαν να θίγονται τα κεκτημένα τους. Θα ήταν κρίμα να οπισθοδρομήσουμε προς τα εκεί.
Κι ας σταματήσουν επιτέλους οι κορώνες κι οι κραυγές. Αν θέλουμε Ευρωπαϊκές συνθήκες, ας σταματήσουμε να λέμε: Μα δεν υπήρχαν άξιοι έλληνες για τη θέση; Ναι, υπάρχουν. Το να μάθουμε κάτι από σπουδαίους ξένους καλλιτέχνες, θα εξασφαλίσει πως θα υπάρξουν στο μέλλον και αξιότεροι. Έτσι γίνεται παντού. Η χτεσινή συνάντηση του διευθυντή του σπουδαιότερου φεστιβάλ της χώρας με τον πρωθυπουργό χαρακτηρίστηκε «ραγιαδισμός». Προφανώς η συνήθης αδιαφορία της πολιτείας θα ήταν προτιμότερη… Κι ανάλογα με τη θέση που είχε πάρει κανείς στο θέμα Λούκου, θεωρεί πως πρέπει να συνεχίσει στην ίδια γραμμή, είτε αποδεχόμενος τα πάντα από το νέο διευθυντή, είτε καλώντας σε σαμποτάζ και μποϋκοτάζ από την πρώτη μέρα. Ας δούμε την ουσία για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε. Τα περιθώρια στενεύουν – για όλους μας.Ο Φαμπρ αργά ή γρήγορα θα φύγει, κι εμείς θα μείνουμε και πάλι αντιμέτωποι με τον εαυτό μας. Κι όπως έγραφε ο Σεφέρης, τον ξένο και τον εχθρό τον είδαμε στον καθρέφτη.