Προσπαθώ να μιλήσω για σένα Μίμη και διαρκώς σε σκέφτομαι μέσα από δυαδικά σχήματα: λ.χ. Αθήνα και Θεσσαλονίκη, Ιλιάδα και Οδύσσεια, Ομιλία και Γραφή, παιδί του κατηχητικού αλλά και άνδρας ελευθεριάζων, μοναχικός διανοούμενος αλλά και άνθρωπος της δράσης. Θα μπορούσα να συνεχίσω έτσι για πολλή ώρα. Σε σκέφτομαι λοιπόν Μίμη ξεκινώντας από δίπολα, αμέσως όμως συνειδητοποιώ ότι ουδέποτε εγκλωβίστηκες σε κάποιο από αυτά. Γι’ αυτό και είναι δύσκολο να σε παρακολουθήσει κανείς. Δεν μας προσφέρεις βεβαιότητες, δεν υπάρχει στα γραπτά σου, αλλά ούτε και στη ζωή σου νομίζω, καμία μονοσήμαντη αλήθεια. Η αλήθεια ή μάλλον η πραγματικότητα ήταν πάντοτε για σένα τουλάχιστον αμφίσημη. Και ασφαλώς κάποια υπόγεια σχέση συνδέει τη διαλεκτική αγωνία στη σκέψη σου με την αέναη κινητικότητα της ζωής σου. Η μετακόμιση από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, χωρίς όμως ποτέ να εγκαταλείπεις τη γενέθλια πόλη, το διαρκές μπρος-πίσω από την αρχαία ελληνική γραμματεία στην νεοελληνική λογοτεχνία, η μεγάλη αγάπη για τον κινηματογράφο αλλά και η απωθημένη λατρεία για το θέατρο. Η σχεδόν αρχέγονη λατρεία σου για τη μάνα, αλλά και η όψιμη ανακάλυψη της σιωπηρής αγάπης για τον πατέρα.
Δύσκολο πράγμα να ισορροπείς διαρκώς, χωρίς ποτέ να συμβιβάζεσαι, να ανακαλύπτεις, χωρίς να εκπλήσσεσαι. Εννοώ τέλος πάντων συνέχεια να αναβαπτίζεις τη σχέση σου με τη ζωή, κρατώντας ωστόσο επίμονα την επαφή με μια βαθιά ριζωμένη ουσία της ύπαρξής σου. Οι δύσκολες καταστάσεις πλάθουν δύσκολους ανθρώπους. Και ο Μαρωνίτης αναμφίβολα δεν ήταν ένας εύκολος τύπος ανθρώπου. Στον δημόσιο βίο του πάντως, που κυρίως μας αφορά σήμερα, θα τον χαρακτήριζα δύσκολο, όπως λέμε «δύσκολος» καθηγητής, δηλαδή απαιτητικός. Όποιος τύχαινε να συζητήσει μαζί του, σε αμφιθέατρο, σε σπίτι ή σε ταβέρνα, αμέσως το διαπίστωνε. Ο Μαρωνίτης δεν χαριζόταν, το είχε κατακτήσει όμως άξια αυτό το δικαίωμα, γιατί δεν χαρίστηκε πρώτα από όλους στον εαυτό του.
Αυτό αποδεικνύει και η στάση του κατά την απριλιανή δικτατορία. Ο πολλά υποσχόμενος υφηγητής έπαιξε το μέλλον του, τη ζωή του, κορώνα-γράμματα. Εδώ δεν υπήρξε καμία αμφιβολία, κανένας δισταγμός. Κι όμως ο άνθρωπος αυτός που βασανίστηκε όσο λίγοι τότε, όταν αργότερα περιγράφει την εμπειρία του, ομολογεί ότι σε ανθρώπινο επίπεδο κατανοεί τους δεσμώτες και βασανιστές του. Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του μιλά για την αμφισημία στη σχέση θύτη/θύματος. Όπως λέει και αλλού, το καλό και το κακό, ως θεμελιώδης διάκριση, υπάρχει στη ζωή μας, μοιράζεται όμως μέσα μας κι ανάλογα καθορίζει τη δημόσια στάση καθενός. Αυτό που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει είναι καλοί και κακοί άνθρωποι, αυτό είναι μια φαντασίωση.
Χρειάζεται γενναίο απόθεμα ψυχικής δύναμης και σοφίας για να μιλάς και να φέρεσαι έτσι. Πιστεύω ότι στο πρόσωπο του Δημήτρη Μαρωνίτη συνοψίζονται ιδανικά τα δύο βασικά χαρακτηριστικά του διανοούμενου της λεγόμενης ανανεωτικής Αριστεράς, έτσι τουλάχιστον όπως τον έζησε η γενιά μου στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Μαχητικός, συχνά μάλιστα άτεγκτος στη δημόσια αντιπαράθεση, αλλά βαθιά ανθρώπινος απέναντι σ’ εχθρούς και αντιπάλους. Με την αριστερά ο ίδιος είχε από νωρίς βιωματική σχέση. Διατήρησε, όπως πρόσφατα ομολόγησε, ανεξίτηλη μέσα του την αίσθηση που δοκίμασε όταν παιδάκι τον πήρε ο καπνεργάτης πατέρας του σε ένα συλλαλητήριο καπνεργατών στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Ο Μαρωνίτης δεν περιορίστηκε βεβαίως στο βίωμα. Το επεξεργάστηκε με τον δικό του, βασανιστικό και βασανισμένο, τρόπο μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν. Όταν όμως τον ρωτά ο δημοσιογράφος αν έχει απομείνει σήμερα κάποια αριστερά ως ελπίδα, αποφεύγει να απαντήσει. Ο τόσο τολμηρός αυτός άνθρωπος σχεδόν δραπετεύει, καταφεύγοντας στον οικείο χώρο του, στον λόγο. «Υπάρχουν λέξεις», απαντά, «που δεν τις διαγράφεις, όπως η λέξη αγάπη και η λέξη αριστερά». Παρεμβαίνοντας εδώ, σχεδόν αυθαίρετα κάποιοι φίλοι του θα προσθέταμε και την τρίτη μεγάλη λέξη της ζωής του που αρχίζει από Α, ένα όνομα: Ανθή.
Μίμη, σήμερα δεν υπάρχει στη χώρα Αριστερά. Υπάρχουν όμως αριστεροί. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται εδώ σήμερα για να σε αποχαιρετήσουν. Ήρθαν για το μεγάλο αντίο στον μεγάλο Δάσκαλο που έκανε μαθητές, ακόμη κι αυτούς που δεν έκατσαν ποτέ στα έδρανα των αμφιθεάτρων όπου δίδαξε.
Δημήτρη Μαρωνίτη εκ μέρους όλων αυτών σε ευχαριστώ.