Το πρωί της Δευτέρας δεν είναι από τα πράγματα που αγαπώ, κι εγώ και μάλλον κανείς. Το καλοκαίρι που μόλις ήρθε νεανικό και κάπως άτσαλα ζωηρό και βίαιο κάνει την κατάσταση σχεδόν χειρότερη αλλά το μαγαζί τελικά αποζημίωσε. Μπήκε μόλις τώρα, άξαφνος και αναπάντεχος τοπικός πλανόδιος ζωγράφος. Κρατούσε την Γκερνίκα και την Έναστρη Νύχτα και όσο και να επέμενα να επιχειρηματολογώ εναντίον της αξίωσης του ότι είναι δικά του έργα αυτός επέμενε και νόμιζω ότι πραγματικά το πίστευε. Στρογγυλόκάθησε και άρχισε να ζωγραφίζει το μαγαζί όπως ήταν. Με κομπιούτερ και γραφεία, καφετιέρες, τουαλέττες, ένα φράκο να κρέμεται στον καλόγερο, έναν καλόγερο με κοστούμι Βαλεντίνο και ελβιέλλες Κονβέρς, μία γηραιά κυρία που έιχε ξεχαστεί από την προηγούμενη Τρίτη που στο στενό είχε λαική, δύο φωτογραφίες του Παμπλο Νερούντα να χαμογελάει στην Σύμπιλ Σέπαρντ, τον Μπρούς Γούιλις να μην γίνεται να πεθάνει διότι τάχα ήταν σκληρός και μία φωτοτυπία στόχου που εξασκούταν ο Κλιντ Ήστγουντ στην ταινία Χάρρυ Κλύνν η επιστροφή, Λέτσοβο μία σύγχρονη τραγωδία, καθώς και ένα αυτόγραφο του Στάθη Ψάλτη δίπλα στο δίπλωμα παλιού υπαλλήλου από το Πανεπιστήμιο Κολάμπια Τέξας. Ο πίναξ δεν ήταν πιστός τελικά, είχε ζωγραφίσει απλά μια κασερόπιτα που είχα ξεχάσει στο ψυγείο και δέχτηκα να πληρώσω τον πίνακα με την μισή κασερόπιτα. Και τέχνη και εργασία και χαρά και κασερόπιτα. Οι Δευτέρες το πρωί καλυτερεύουν υπό όρους.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος