Ένας Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος (και τι πρέπει να πάρουμε στις αποσκευές μας)

O Άλντους Χάξλεϊ έγραψε τον Θαυμαστό Καινούριο Κόσμο του, το 1932, παρουσιάζοντας έναν κόσμο δυστοπικό, όπου η ανθρωπότητα έχει απαλλαγεί μεν από τα προβλήματα που την ταλανίζουν, μέσα από ένα μίγμα ευγονικής, ολοκληρωτικού προγραμματισμού, ψυχοτρόπων ουσιών και καθολικού ελέγχου, καταδυόμενος στα βαθιά νερά της βιοπολιτικής, δεκαετίες πριν ο Φουκώ συστηματοποιήσει την έννοια.

Η γενιά μας έχει εξοικειωθεί με τα δυστοπικά και μετά-αποκαλυπτικά σενάρια ως θεατής ταινιών και σειρών ή ως αναγνώστρια βιβλίων επιστημονικής φαντασίας. Η μαζική παραγωγή τέτοιων παραστάσεων που περιγράφουν έναν πλανήτη την επόμενη μέρα μίας οικολογικής καταστροφής, ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος, μίας πανδημίας, μίας επανάστασης της τεχνητής νοημοσύνης και των ρομπότ εναντίον των δημιουργών τους ή μίας προέλασης των ζόμπι εναντίον των ανθρώπων αποτελούν στοιχεία της νεωτερικής πολιτιστικής παραγωγής, περιγράφοντας τους  κινδύνους του σήμερα ως εξελισσόμενα σενάρια στο μέλλον. Η παραγωγή δυστοπικών και μετα-αποκαλυπτικών μελλόντων, λειτουργεί ως μια ευκαιρία για κριτική στις συνθήκες του παρόντος ως αλληγορία, υπό το πρίσμα μίας ανεμπόδιστης εξέλιξής τους που καταλήγει -αν κάτι δεν αλλάξει στο παρόν- σε ένα σκοτεινό μέλλον [1].

Η σημερινή συνθήκη, στην εποχή της πανδημίας, μοιάζει με ότι πιο κοντινό έχουμε βιώσει σε μετα-αποκαλυπτικό σενάριο, όχι πλέον στις οθόνες μας, αλλά στην πραγματική ζωή έξω από την πόρτα μας.

Η πανδημία αφήνει βαρύ το αποτύπωμα της στην κοινωνία μας. Για πρώτη φορά στη γενιά μας, αυτό που λέμε «αναπτυγμένος κόσμος» βιώνει την ευθραυστότητα της ανθρώπινης ζωής με μαζικό τρόπο και του υπενθυμίζεται με επιτακτικό τρόπο το βιολογικό πεπερασμένο. Η αντίφασή είναι ότι αυτή η ευθραυστότητα της ανθρώπινης ζωής είναι κοινός τόπος, ακόμα και σήμερα, σε πολλές άλλες περιοχές του πλανήτη. Το άγχος της επιβίωσης -με την κυριολεκτική έννοια- αποτελεί βασικό συστατικό της ανθρώπινης ζωής στους πληθυσμούς πολλών χωρών μέσα από την καθημερινή τους συνάντηση με τον πόλεμο και την ένοπλη βία, με ασθένειες που στον «αναπτυγμένο κόσμο» τις ξέρουμε μόνο από τα εμβόλιά τους, με την πείνα και την λειψυδρία αλλά και με τις φυσικές καταστροφές. Τέτοια γενικευμένη απειλή κατά της ζωής δεν έχουμε βιώσει ξανά κι αυτό φέρει μαζί του αναπόφευκτα επακόλουθα σε κοινωνικό αλλά και πολιτικό επίπεδο [2].

Έχει ειπωθεί κι έχει γραφτεί ότι ο κορωνοϊός έχει μία εξισωτική ιδιότητα σε κοινωνικό επίπεδο αφού είναι ένα μικροσκοπικό παθογόνο που δεν επιλέγει τα θύματά του με βάση το εισόδημα, την κοινωνική τάξη, το χρώμα, την φυλή και τη θρησκεία. Όλοι είμαστε διαπερατοί από τον ιό κι όλοι είμαστε σε επισφαλή θέση όταν επικολληθεί στους πνεύμονές μας. Όμως όχι, δεν είναι ο «μεγάλος εξισωτής», το αντίθετο μάλλον, όπως επισημαίνεται και στον διεθνή τύπο [3]. Ιδιαίτερα σε συνθήκες καραντίνας, η πανδημία αφήνει τον καθένα να αναμετρηθεί μαζί της με βάση την σφραγίδα που έχει στο κοινωνικό του διαβατήριο. Αλλιώς κάποιος συνεχίζει κι εργάζεται από το σπίτι του κάνοντας zoom με το laptop και τις fiber συνδέσεις και διαφορετική μοίρα επιφυλάσσεται για τα «μπλε κολλάρα» που μπορούν να εργαστούν μόνο δια τη φυσικής παρουσίας, ενώ αν επιλέξουν την ασφάλεια του «μένουμε σπίτι» χάνουν το μεροκάματο [4]. Ακόμη περισσότερο η πανδημία επηρεάζει με ανισότιμο τρόπο, τους ανθρώπους που ήδη από πριν -λόγω συγκεκριμένων πολιτικών και συνθηκών- υφίσταντο ανισομερή πρόσβαση σε θεμελιωμένα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα, αλλά και σε ατομικές ελευθερίες, αυτούς που τους κρύβει συστηματικά ένα «πέπλο αορατότητας». Κι όλα αυτά, ενώ η επερχόμενη οικονομική κρίση που έρχεται συμμετρικά στην παγκόσμια οικονομία, για μια ακόμη φορά ετοιμάζεται να πλήξει ασύμμετρα τις κοινωνίες στο εσωτερικό τους.

Όμως όχι, ο κορωνοϊός δεν είναι ο «μεγάλος εξισωτής», το αντίθετο μάλλον. Ιδιαίτερα σε συνθήκες καραντίνας, η πανδημία αφήνει τον καθένα να αναμετρηθεί μαζί της με βάση την σφραγίδα που έχει στο κοινωνικό του διαβατήριο.

Έχοντας διανύσει σχεδόν δύο μήνες ζώντας με την απειλή του κορωνοϊού στην Ελλάδα, κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι είμαστε σε αναζήτηση της πυξίδας για το πως θα πλοηγηθούμε στα αχαρτογράφητα νερά μιας νέας εποχής που ανατέλλει. Κι αν οι προσδοκίες, σε επιστημονικό επίπεδο, για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης έχουν εναποτεθεί στους ειδικούς που μελετούν τον ιό, παράλληλα οι αγωνίες για την σκιαγράφηση της επόμενης ημέρας σε κοινωνικό επίπεδο διατρέχουν όλη την κοινωνία. Γιατί είναι αυτές οι πιο αφετηριακές ανησυχίες, από το «πώς θα κάνω πλέον παρέα με τους δικούς μου ανθρώπους» και το «πώς θα πηγαίνω πλέον σε ένα σινεμά ή σε μία συναυλία», μέχρι «το πώς θα πληρώσω το νοίκι ή τη δόση του δανείου» και το «αν θα χάσω τελικά τη δουλειά μου», ιδωμένες μέσα στην κοινωνική συνθήκη της Ελλάδας και του κόσμου εν έτει 2020, που συγκροτούν -από τα πιο απλά μέχρι τα πιο σύνθετα- ερωτήματα για την επόμενη μέρα.

Πεκίνο, Απρίλιος 2020 EPA/ROMAN PILIPEY

Αν μας ανησυχεί το πως διαμορφώνονται τα ερωτήματα για την πραγματικότητα στον καιρό της πανδημίας και ποια είναι η δυναμική της νέα πραγματικότητας υπό διαμόρφωση, έχει σημασία να κάνουμε τρεις παρατηρήσεις: Πρώτον, ποιος θέτει τα ερωτήματα, δεύτερον σε τι πλαίσιο τίθενται τα ερωτήματα και τρίτον πώς θα απαντηθούν τα ερωτήματα αυτά.

1. Το ποιος θέτει τα ερωτήματα για την επόμενη μέρα αποτελεί κλειδί για την ατζέντα της επόμενης μέρας. Οι επιπτώσεις της πανδημίας σε όσους πλήττονται τα οικονομικά και κοινωνικά τους δικαιώματα αλλά και οι θεμελιώδεις ατομικές τους ελευθερίες είναι ασύμμετρες. Αυτό αποτελεί κανόνα σε κάθε κρίση τέτοιου βεληνεκούς. Επομένως, η ανάγκη δημιουργίας χώρων όπου θα ακούγονται και θα ενδυναμώνονται οι φωνές των ομάδων αυτών είναι επιτακτική. Συνήθως όσοι πλήττονται ποικιλοτρόπως μέσα στις κρίσεις, αντιμετωπίζονται στο δημόσιο λόγο ως μία μάζα, ως ένα ενιαίο όλο, κάτι που απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Επιπλέον, η εκπροσώπηση των φωνών τους στα forα των συζητήσεων γίνεται μέσω αντιπροσώπων (φιλανθρωπικά ιδρύματα, ΜΚΟ κτλ.), όπου όσοι υπόκεινται στις συνέπειες της κρίσης παρουσιάζονται ως μία εικόνα που διεγείρει το συναίσθημα του «ειρωνικού θεατή»[5], αποσιωπώντας όμως παράλληλα την φωνή των ιδίων. Αν οι φωνές αυτές δεν βρουν χώρο στο δημόσιο διάλογο να εκφράσουν και να επιβάλουν τα απαραίτητα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, σχετικά με το δικαίωμα στην εργασία, την υγεία, την αξιοπρεπή διαβίωση, η επόμενη μέρα θα είναι μία επανάληψη των συστημικών αποτυχιών, μέσα σε ένα επιδεινωμένο πλαίσιο.

2. Το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τίθενται τα ερωτήματα για την επόμενη μέρα έχει σημασία. Η νέα κανονικότητα που προέκυψε μετά από μία δεκαετία κρίσης και λιτότητας έχει προδιαγράψει την κοινωνική συνθήκη. Εφιαλτικά ποσοστά ανεργίας, διευρυμένες ανισότητες, υπερχρέωση και αδυναμία κάλυψης υποχρεώσεων. Παράλληλα ενίσχυση του φόβου για το διαφορετικό, άνοδος του ρατσισμού, των εθνικισμών και της μισαλλοδοξίας και βαθμιαία συντηρητικοποίηση. Από την άλλη υπάρχει η παρακαταθήκη της αλληλεγγύης, της κοινωνικής κινητοποίησης μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της ανάδυσης ενός νέου κοινωνικού ριζοσπαστισμού, ιδιαίτερα, στη νεολαία. Κοινωνικές κινητοποιήσεις για το περιβάλλον, τους δημόσιους χώρους, αλληλεγγύης προς τους μετανάστες και ταυτόχρονα ένα δυναμικό νέο ρεύμα πολιτιστικής έκφρασης και δημιουργίας. Και με όλα τα παραπάνω «συναντάται» η νέα συνθήκη της πανδημίας ορίζοντας ένα νέο πλαίσιο βιοπολιτικής. Αυτό είναι το γήπεδο που θα κριθεί ο αγώνας της επόμενης μέρας.

3. Το πώς θα απαντηθούν τα ερωτήματα είναι και το κρίσιμο σημείο. Το πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να αποτελέσει συνεκτικό πλαίσιο απάντησης, με την προϋπόθεση ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν θα περιορίζονται σε επικοινωνιακή ταμπέλα, κενή περιεχομένου, αλλά πεδίο διεκδίκησης, διεύρυνσης και ταυτόχρονα επανανοηματοδότησης. Η πλαισίωση των απαντήσεων της επόμενης μέρας γύρω από τα δικαιώματα δημιουργεί υποχρεώσεις για τις κυβερνήσεις κι απαιτήσεις από τους πολίτες, ενώ ταυτόχρονα διαπαιδαγωγεί τους τελευταίους σε μια καθολική επιταγή, όπου δεν υπάρχουν διακρίσεις. Το δικαίωμα στην υγεία, στο φυσικό περιβάλλον, στην απόλαυση μίας αξιοπρεπούς διαβίωσης μπορούν να γίνουν κτήμα της κοινωνίας και να διεκδικηθούν ως το μόνο βιώσιμο πλαίσιο για την επόμενη μέρα. Το γεγονός ότι έχουν προκύψει (αφού κύλησε πολύ αίμα και δάκρυ) θεμελιώδη κείμενα αποτύπωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συγκροτούν ένα οικουμενικό κανονιστικό πλαίσιο είναι πολύ σημαντικό αλλά δεν αρκεί και ας ομνύουν σε αυτά ηγέτες και κυβερνήσεις. Η πραγμάτωση των δικαιωμάτων αυτών είναι το επίδικο και είναι η ατζέντα που πρέπει να τεθεί για την επόμενη μέρα. Η αντιμετώπιση της πανδημίας με όρους έκτακτης ανθρωπιστικής βοήθειας και φιλανθρωπίας δεν αρκεί. Δεν μπορούμε και την επόμενη μέρα να επαφιόμαστε στην καλή πρόθεση αυτών που κινητοποιούνται για να καλυφθούν οι τρύπες που έχουν προκύψει από την πολιτική διαχείριση. Από την άλλη, η ενίσχυσης της λογικής των δικαιωμάτων δημιουργεί αξιώσεις και απαιτήσεις από την πλευρά αυτών που βιώνουν τις συνέπειες της πανδημίας και υποχρεώσεις από την πλευρά της πολιτείας. Με αυτό τον τρόπο, συγκροτείται συνολικό πλαίσιο, η κοινωνία ενεργοποιείται για τις διεκδικήσεις της και δεν αναμένει καρτερικά και παθητικά την ανθρωπιστική βοήθεια.

Η αντιμετώπιση της πανδημίας με όρους έκτακτης ανθρωπιστικής βοήθειας και φιλανθρωπίας δεν αρκεί. Δεν μπορούμε και την επόμενη μέρα να επαφιόμαστε στην καλή πρόθεση αυτών που κινητοποιούνται για να καλυφθούν οι τρύπες που έχουν προκύψει από την πολιτική διαχείριση.

Κάιρο, Μάιος 2020 EPA/KHALED ELFIQI

Κλείνοντας, μία παρατήρηση. Υπάρχει μία τάση στον δημόσιο διάλογο, όσοι θέτουν ζητήματα δημοκρατίας για την επόμενη μέρα να θεωρούνται από τους αρνητές του κριτικού λόγου ως υποστηρικτές σεναρίων συνωμοσιολογίας. Όσοι μιλάνε για τις ατομικές ελευθερίες, για το δικαίωμα στην μετακίνηση, το δικαίωμα της συλλογικής διεκδίκησης να κατατάσσονται στους ανεύθυνους που δεν ενδιαφέρονται για τη δημόσια υγεία. Όσοι θέτουν ζητήματα κινδύνου «πανοπτικής» επιτήρησης για την επόμενη μέρα μέσω των νέων τεχνολογιών να κατατάσσονται στους σύγχρονους λουδίτες κι ας θέτει ακριβώς τα ίδια ζητήματα ο Γιουβάλ Νώε Χαράρι [6]. Κι ας διάβασε ο Έλληνας Πρωθυπουργός τα Χριστούγεννα , όπως μας πληροφόρησαν τα sites, το βιβλίο της Σοσάνα Ζούμποφ για την «εποχή του καπιταλισμού της επιτήρησης» [7], ενός βιβλίου που μιλάει κατεξοχήν για αυτά τα θέματα. Το τσουβάλιασμα όσων θέτουν ζητήματα και διεκδικούν μια επόμενη μέρα με ριζικά διαφορετικό προσανατολισμό, με αυτούς που θεωρούν ότι ο κορωνοϊός δεν υπάρχει ή ότι είναι αποτέλεσμα του 5G είναι βούτυρο στο ψωμί όσων επιθυμούν μία διαχείριση business as usual.      

Στην ιστορία υπάρχουν τομές, δεν ακολουθεί πάντα η εξέλιξη των πραγμάτων μία τελεολογική πορεία. Η πανδημία που μας βασανίζει, έχει πολλές πιθανότητες να είναι ένα τέτοιο σημείο τομής, που μας φέρνει μπροστά σε κόμβους που καταλήγουν σε πολλαπλούς, εναλλακτικούς μελλοντικούς προορισμούς. Ο «θαυμαστός κόσμος» του Χάξλεϊ σε διάφορες αποχρώσεις είναι μία πιθανότητα ανάμεσα σε πλήθος ουτοπιών και δυστοπιών, με πολλές μέσες οδούς ενδιάμεσα. Το επίδικο είναι τι είδους κινητοποίηση θα υπάρξει, τι ερωτήματα θα τεθούν, ποια μεθοδολογία θα επιβληθεί και τι απαντήσεις θα προκύψουν. Με απλά λόγια δηλαδή, τι δημοκρατία θα αναδυθεί μέσα από τη νέα συνθήκη.

***

[1] Κάτι τέτοιο έχει στο μυαλό του ο κορυφαίος θεωρητικός του μετα-μοντερνισμού Φρέντρικ Τζέιμσον στο έργο του Archaeologies of the Future: TheDesire Called Utopia and other Science Fiction από τις εκδόσεις Verso.

[2] Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί το βιβλίο του Φρεντερίκ Γκρο, Η Αρχή της Ασφάλειας. Ο συγγραφέας, ως επίμονος μελετητής, επιμελητής και συνεχιστής του έργου του Μισέλ Φουκώ αναφέρεται στις κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις της συνειδητοποίησης του «βιολογικού πεπερασμένου» υπό την απειλή και των πανδημιών (ανάμεσα σε άλλες), κι εξετάζει την έννοια της βιο-ασφάλειας, ως το «σύνολο των συστημάτων προστασίας, ελέγχου και ρύθμισης του ατόμου όπως νοείται από τη σκοπιά του βιολογικού του πεπερασμένου» (σελ. 186). Άλλα βιβλία του στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Νήσος και Ποταμός.

[3] Ο Όουεν Τζόουνς, ανάμεσα σε άλλα, υποστηρίζει σε άρθρο του στον Guardian ότι τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα συνεχίζουν να ξοδεύουν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για την κατανάλωση των βασικών τους αναγκών όπως και πριν το lockdown (και πιθανόν ακόμα μεγαλύτερο μέρος, αφού το εισόδημά τους έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να μειωθεί σε αυτήν την περίοδο), ενώ τα νοικοκυριά με υψηλότερα εισοδήματα αποταμιεύουν σε μεγαλύτερο βαθμό, αφού η κατανάλωση τους για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών αποτελεί μικρότερο μέρος τους εισοδήματός τους. Επομένως, μέσω αυτού το απλού μηχανισμού, οι εισοδηματικές ανισότητες τείνουν να διευρυνθούν.

[4] Ενδεικτική είναι η διεξοδική έρευνα στους New York Times που αποτυπώνει την επιδείνωση των δομικών μειονεκτημάτων που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα στην περίοδο της πανδημίας.

[5] Για την κοινωνία ως «ειρωνικό θεατή» των κρίσεων και την μετατροπή όσων πλήττονται από διεκδικητικά υποκείμενα σε εικόνες ικανές να προκαλέσουν το συναίσθημα στο πλαίσιο της επαγγελματοποίησης της αλληλεγγύης και της φιλανθρωπίας, διαβάστε το βιβλίο της Λίλυς Χουλιαράκη, Ο Ειρωνικός Θεατής. Η Αλληλεγγύη χτες και σήμερα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νήσος.

[6] https://www.ft.com/content/19d90308-6858-11ea-a3c9-1fe6fedcca75

[7] https://profilebooks.com/the-age-of-surveillance-capitalism.html

O Γαβριήλ Σακελλαρίδης είναι διευθυντής του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας
POPAGANDA