ΔΥΝΑΤΗ Η ΒΡΟΧΗ ΟΠΟΥ ΝΑ ‘ΝΑΙ ΠΕΦΤΕΙ
http://www.bobdylan.com/us/songs/hard-rains-gonna-fall
Πού είχες πάει, γιε μου, γαλανομάτη μου;
Πού είχες πάει, μικρέ μου αγαπημένε;
Σκόνταψα σε δώδεκα βουνοπλαγιές θαμμένες στην ομίχλη
Περπάτησα και σύρθηκα σε έξι δρόμους φιδογυριστούς
Περιπλανήθηκα σε εφτά λυπημένα δάση
Μεσοπέλαγα βρέθηκα σε δώδεκα νεκρούς ωκεανούς
Δέκα χιλιάδες μίλια πορεύτηκα μέσα σε μνήματα
Και δυνατή, δυνατή, δυνατή, δυνατή
Δυνατή η βροχή όπου να ‘ναι πέφτει
Τι είδες άραγε, γιε μου, γαλανομάτη μου;
Τι είδες άραγε, μικρέ μου αγαπημένε;
Είδα ένα μωρό νεογέννητο και το τριγύριζαν αγριεμένοι λύκοι
Είδα μια λεωφόρο διαμάντια στρωμένη και πάνω της κανείς
Είδα ένα μαύρο κλαρί κι έπεφτε στάλες το αίμα
Είδα ένα δωμάτιο γεμάτο άντρες με σφυριά ματοβαμμένα
Είδα μια άσπρη σκάλα βουλιαγμένη στο νερό
Είδα δέκα χιλιάδες ομιλητές με τις γλώσσες σπασμένες
Είδα όπλα και κοφτερά σπαθιά σε χέρια μικρών παιδιών
Και δυνατή, δυνατή, δυνατή, δυνατή
Δυνατή η βροχή όπου να ‘ναι πέφτει
Και τι άκουσες άραγε, γιε μου, γαλανομάτη μου;
Τι άκουσες, μικρέ μου αγαπημένε;
Άκουσα τον ήχο του κεραυνού, βρυχήθηκε μια προφητεία
Άκουσα την κραυγή απ’ το μεγάλο κύμα που θα κατάπινε όλο τον κόσμο
Άκουσα εκατό τυμπανιστές με χέρια που πετάγαν φλόγες
Άκουσα δέκα χιλιάδες να ψιθυρίζουν και κανέναν να μην ακούει
Άκουσα έναν πεινασμένο, άκουσα άλλους πολλούς που γελούσαν
Άκουσα το τραγούδι ενός ποιητή που πέθανε στο δρόμο
Άκουσα τις φωνούλες του παλιάτσου που έκλαιγε στον κήπο
Και δυνατή, δυνατή, δυνατή, δυνατή
Δυνατή η βροχή όπου να ‘ναι πέφτει
Και ποιον συναπάντησες, γιε μου, γαλανομάτη μου;
Ποιον, αχ, ποιον συναπάντησες, μικρέ μου αγαπημένε;
Συνάντησα ένα παιδί δίπλα σ’ ένα νεαρό αλογάκι
Συνάντησα έναν λευκό που έβγαζε βόλτα ένα μαύρο σκύλο
Συνάντησα μια νέα γυναίκα που το κορμί της έκαιγε
Συνάντησα ένα κορίτσι και μου ‘δωσε ένα ουράνιο τόξο
Συνάντησα έναν άντρα πληγωμένο από έρωτα
Συνάντησα κι έναν άλλον που ήταν πληγωμένος από μίσος
Και δυνατή, δυνατή, δυνατή, δυνατή
Δυνατή η βροχή όπου να ‘ναι πέφτει
Αχ, και τι θα κάνεις τώρα, γιε μου, γαλανομάτη μου;
Τι θα κάνεις τώρα, μικρέ μου αγαπημένε;
Θα γυρίσω πίσω πριν πιάσει η βροχή
Θα φτάσω βαθιά μες στην καρδιά του πιο πυκνού και μαύρου δάσους
Εκεί οι άνθρωποι είναι πολλοί και τα χέρια τους είναι αδειανά
Εκεί τα δηλητήρια φαρμακώνουν τα ποτάμια τους
Το σπίτι στο λιβάδι είναι πλάι σε υγρή, βρόμικη φυλακή
Το πρόσωπο του εξολοθρευτή είναι πάντοτε καλά κρυμμένο
Εκεί η πείνα είναι άσκημη, οι ψυχές λησμονημένες
Το χρώμα είναι μαύρο, ο αριθμός είναι μηδέν
Και θα το πω, θα το σκεφτώ, θα το φωνάξω, θα το φυσήξω στον αέρα
Θα το φέρω σαν ανταύγεια απ’ τα βουνά έτσι που όλοι να το δουν
Μετά θα σταθώ πάνω απ’ τον ωκεανό ώσπου να με ρουφήξει
Αλλά θα το ξέρω το τραγούδι μου πολύ πριν αρχίσω να τραγουδώ
Και δυνατή, δυνατή, δυνατή, δυνατή
Δυνατή η βροχή όπου να ‘ναι πέφτει