Μεσημεριάτικα έξω από το μαγαζί, χωρίς σχεδόν καθόλου ήλιο, με μια υποψία χιονόπτωσης, χαλαζόπτωσης, αστρικής προβολής ψυχεδελικών φαινομένων, πανηγυρικών συλλήψεων νέων ελπιδοφόρων ιδεών, και τα στενά έξω από το μαγαζί είναι γεμάτα από υποψηφίους πανελλαδικών εξετάσεων που περιμένουν τις βαθμολογίες. Δείχνουν ανεπηρέαστοι από τις καιρικές συνθήκες. Δίνουν την εντύπωση ότι ακόμα και αν χιόνιζε θα στεκόταν έξω από το κοντινό σχολείο και θα περίμεναν μέσα στο χαλάζι με βερμούδες και σορτσάκια να μάθουν τι έγραψαν για την μάχη του Εσκί Σεχίρ και για το θεώρημα του Fermat και ξαφνικά φτάνει ένα μεγάλο φορτηγό παρκάρει και ξεχύνονται σαν τα παιδάκια στην Ρουάντα και ο οδηγός που κάθεται στην κουπαστή φωνάζει ένα-ένα τα ονόματα. Σε κάθε όνομα και ένας αναστεναγμός και μετά λιποθυμίες ή πανηγυρισμοί, η απλά αδιαφορία. Σε μια στιγμή ο οδηγός, ντυμένος στα δερμάτινα σαν τον Κάπτεν Αχάμπ φωνάζει το όνομα μου και μου δίνει ένα φάκελο που περιέχει έναν φάκελο που περιέχει επίσης έναν φάκελο που περιέχει 6 φακέλους. Τους άνοιξα με καρδιοχτύπι όλους και έγραφαν μηδέν. Δεν νομίζω να στενοχωρήθηκα και ίσως υπάρχει κάποια Φιλοσοφίζουσα Σχολή που θα εκτιμήσει την γνήσια μηδενιστική στάση μου και θα με δεχτεί. Είναι και ο μηδενισμός κάτι σαν φιλοσοφικό ρεύμα άρα θα έπρεπε ο συναγωνισμός για κάποιες θέσεις να είναι για το ποιος θα νοιαστεί λιγότερο από τους άλλους. Ε, και σε κάποιο επίπεδο είναι κάπως έτσι. Πάντως το φορτηγό ξεφόρτωσε, ο Αχάμπ έφυγε και έβγαλε ξαφνικά ήλιο. Κάπως καλά πάει κι αυτή η μέρα.