Περίμενα ώρα ανυπόμονος και βιαστικός στην στάση του λεωφορείου στην οδό Χειμάρας κοντά στο Νοσοκομείο Κοσμικόν και αντί για λεωφορείο ήρθε ένα γυαλιστερό και γυαλισμένο μικρό ελικόπτερο, σήκωσα χέρι και σταμάτησε ωραία και καλά, χτύπησα εισιτήριο και άρχισε η πτήση. Από ψηλά έβλεπα πέρα τον Παρθενώνα, φωτισμένο και υπέροχα και δωρικά λιτό, ακόμα πιο πέρα τον ναό Ποσειδώνα στο Σούνιον, το Ποσειδώνιον με τον Νίκο τον Οικονομόπουλο στην Γλυφάδα, κάτι παγωτά Τομ&Τζέρυ στο Μωλ στο Μαρούσι, αυτοκίνητα όλων των ειδών, Μάρλμπορο και Ροθμανς, Λάκι Στράικ και Αριέλ, πέρα ακόμα πιο μακριά τον Λευκό Πύργο και την κατοικία του Γιάννη Μπουτάρη, και τον ποταμό Έβρο και τον Ευρώτα, τον Ασωπό και την Βόλβη αλλά και ένα περίπτερο που πουλάει θυμαρίσιο μέλι και κατακόκκινα κεράσια στην Λευκάδα και ξαφνικά το ελικόπτερο το έστριψε για ακόμη πιο μακριά και άρχισαν να φαίνονται τα στρατόπεδα εκπαίδευσης της Μπόκο Χαράμ, κάτι αργυρές στήλες στο Ιρακ, η πυραμίδα του Χέοπα, τα νησιά Μαλδίβες αλλά και άουτομπαν κοντά στο Μόναχο, σοκολάτες στην Βασιλεία και η Γρανάδα με το θολό ποτάμι της τον Γουαδαλκιβίρ και πάτησα να κατέβω πριν με βγάλει ο τρελός πιλότος στον Λευκό Οίκο διότι βαριέμαι τον Ομπάμα και την Μισέλ και αυτοί εμένα. Σταμάτησα στην οδό Καλλιφρονά κοντά στην πλατεία Αμερικής και πήρα ένα παγωτό από το περίπτερο και έχω πει από τότε να παίρνω μόνο τρόλλεϋ που τουλάχιστον θέλει ρεύμα για να κινείται και δεν θα με ξεβράσει στην Μεσοποταμία ούτε στην Μποτσουάνα που μαίνεται εμφύλιος και μπορεί να με μαχαιρώσουν για ένα ποτήρι νερό. Αλλά και τα τρόλλεϋ είναι αργά σχετικά. Μόνο Μετρό, έστω με τον κίνδυνο να με βγάλει στην κοίλη γη να παίξω ταμπού με Νεφελίμ και την Λίλιθ την σκοτεινή βασίλισσά των.