Εκλογές 2015: Tι ακριβώς έδειξε η κάλπη;

Με εξαίρεση το ΠΑΣΟΚ και το Κίνημα του Γιώργου Παπανδρέου, όλα τα άλλα κόμματα μπορούν να δοξάζουν τη σοφία του ελληνικού λαού χωρίς να παραπονιόνται για το αποτέλεσμα των χθεσινών εκλογών.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπιασε το στόχο της αυτοδυναμίας, πλην, όμως, κατήγαγε έναν εκλογικό θρίαμβο.

Η Ν.Δ. ηττήθηκε πανηγυρικά, αλλά δεν κατέρρευσε παταγωδώς.

Το Ποτάμι δεν κέρδισε τη μάχη της τρίτης θέσης, αλλά δεν ξεφούσκωσε, όπως συνέβη τις παραμονές των τελευταίων ευρωεκλογών.

Η Χρυσή Αυγή δεν επανέλαβε την έκπληξη των ευρωεκλογών, αλλά απέδειξε ότι είναι εδώ ως υπαρκτή απειλή που πλανάται πάνω από το μέλλον του κομματικού συστήματος.

Το ΚΚΕ δεν άντεξε την πίεση του πολυσυλλεκτικού ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επιβεβαίωσε τη μεγάλη συνοχή του σκληρού του εκλογικού πυρήνα. 

Οι ΑΝΕΛ δε συγκράτησαν τα ποσοστά του 2012, αλλά κατάφεραν να πετύχουν, και, μάλιστα, με άνεση, την επανεκλογή τους στη Βουλή.

Μετά δε τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι και από τους πλέον ωφελημένους της χθεσινής αναμέτρησης.

 Τι συνέβη λοιπόν; 

 Επιβεβαιώθηκε, πρώτα από όλα, η εκτίμηση ότι θα ζούσαμε μία παραλλαγμένη επανάληψη των εκλογών του 2009, με το ΣΥΡΙΖΑ να καταλαμβάνει τη θέση του ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. να συρρικνώνεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

Επιβεβαιώθηκε, επίσης, η ανάλυση σύμφωνα με την οποία ο «νέος δικομματισμός», παρά τις περί του αντιθέτου απόψεις που μετ’ επιτάσεως διατυπώνονταν κατά την προεκλογική περίοδο, δεν θα έφθανε τελικά τις επιδόσεις του «παλιού».

Οι ισορροπίες που προέκυψαν χθες κάθε άλλο παρά για μονιμότερες μοιάζουν. Που σημαίνει ότι με τα χθεσινά εκλογικά αποτελέσματα μπαίνουμε σε μία αναμφίβολα νέα εποχή με πολλές, όμως, αμφιβολίες για τη διάρκεια και τους ορίζοντές της.

 Το άθροισμά του παραμένει λίγο ψηλότερο  του 2012, αλλά αισθητά κατώτερο του «ψυχολογικού ορίου» του 65%. Όπερ εστί μεθερμηνευόμενο ότι παραμένει ταυτόχρονα ορθάνοιχτο το κρίσιμο ερώτημα περί επιστροφής ή μη στις πολυσυλλεκτικές ισορροπίες της μεταπολίτευσης.

 Το σίγουρο είναι ότι το εκλογικό σώμα άλλαξε μεν τους ρόλους των κομμάτων, αλλά διατήρησε το πολιτικό σύστημα σε καθεστώς πλήρους μεταβατικότητας.

Οι ισορροπίες που προέκυψαν χθες κάθε άλλο παρά για μονιμότερες μοιάζουν. Που σημαίνει ότι με τα χθεσινά εκλογικά αποτελέσματα μπαίνουμε σε μία αναμφίβολα νέα εποχή με πολλές, όμως, αμφιβολίες για τη διάρκεια και τους ορίζοντές της.

Πολύ δε περισσότερο, που το χθεσινό εκλογικό σώμα είναι, μάλλον, το μικρότερο που υπήρξε στη μεταπολίτευση και το ποσοστό της αποχής ιδιαίτερα προβληματικό για τις προβλέψεις όσων υποστήριζαν ότι είναι θέμα λίγου χρόνου ο μετασχηματισμός του διπολισμού μεταξύ  «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών» σε ένα δικομματισμό που θα ιονίζει τη συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων στις εκλογικές βάσεις της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ. 

 Φυσικά τα πάντα θα κριθούν από τη μορφή και το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων της νέας ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές της χώρας. Η κατάληξή τους θα αποτελέσει, ταυτόχρονα, και τον καταλύτη των κοινωνικών συμμαχιών ή των πολιτικών αντιθέσεων που θα επιτρέψουν ή όχι στο ΣΥΡΙΖΑ να μετεξελιχθεί σε ένα μακράς πνοής και μεγάλης συνοχής ηγεμονικό κόμμα εξουσίας. 

Προς το παρόν, πάντως, η πλειοψηφία που συγκέντρωσε είναι ιδεολογικά ανομοιογενής και πολιτικά εύθραυστη. Όπως και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα τον στηρίζει με τη συμβολή του Πάνου Καμμένου και των «Ανεξαρτήτων Ελλήνων» του. 

 Η κοινωνική κατανόηση του ρεαλισμού που επιβάλει η ανάγκη της ταχύτερης δυνατής επίλυσης του προβλήματος της διακυβέρνησης έχει τα όρια που ενδεχομένως γίνουν σαφέστερα όταν η «αντιμνημονιακή» συνισταμένη των δύο νέων κυβερνητικών εταίρων συγκρουστεί με τις ριζοσπαστικότερες πολιτικές συνιστώσες του νέου συνασπισμού εξουσίας. 

 Από μόνη της η συγκατοίκηση του, κατά τα άλλα, πολιτικά παράταιρου αυτού ζεύγους υπό κοινή κυβερνητική στέγη συνιστά ένα στοίχημα που δεν είναι τόσο εύκολο να κερδηθεί, ούτε και να αφομοιωθεί απροβλημάτιστα από το ιδεολογικά «καθαρότερο» τμήμα της σημερινής εκλογικής πλειοψηφίας.

 Βεβαίως, η κοινή γνώμη ήταν προετοιμασμένη για μία τόσο παράδοξη συνεύρεση. Τόσο οι επαφές των δύο κομμάτων για την παρεμπόδιση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από την προηγούμενη Βουλή, όσο και το, μακράν καλύτερο, προεκλογικό σποτάκι με το “μικρό Αλέξη” και το “στοργικό κηδεμόνα”(;) Καμμένο είχαν προλειάνει το έδαφος για μία τέτοια μετεκλογική συμφωνία. 

Η κοινωνική, όμως, κατανόηση του ρεαλισμού που επιβάλει η ανάγκη της ταχύτερης δυνατής επίλυσης του προβλήματος της διακυβέρνησης έχει τα όρια που ενδεχομένως γίνουν σαφέστερα όταν η «αντιμνημονιακή» συνισταμένη των δύο νέων κυβερνητικών εταίρων συγκρουστεί με τις ριζοσπαστικότερες πολιτικές συνιστώσες του νέου συνασπισμού εξουσίας. 

 Πότε μπορεί κάτι τέτοιο να συμβεί; Όταν το μεταναστευτικό ή τα εθνικά θέματα βρεθούν ξαφνικά στο τραπέζι. Ή εάν  η «εντιμότητα» του συμβιβασμού, που θα επιχειρήσει κάποια στιγμή ο νέος Πρωθυπουργός, αμφισβητηθεί από τους φανατικότερους «αντιμερκελιστές» της λαϊκιστικής συνιστώσας της νέας συγκυβέρνησης.

 Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι οι 32 βουλευτές των δύο διαφορετικών, αλλά εξίσου «αντιευρωπαϊκών», κομμάτων δε θα είναι στο κοινοβούλιο για να χειροκροτούν τα επιτεύγματά της. 

Το ένα, η «Χρυσή Αυγή», δε θα χάνει κάθε ευκαιρία που θα της παρουσιάζεται για να ενισχύσει τους δεσμούς της με το ακροδεξιό ακροατήριο. 

Το άλλο, το ΚΚΕ, θα περιμένει στη γωνία για να πάρει πίσω το «αίμα» που έχασε η εκλογική του βάση μέσα στο «ρεύμα του νικητή». Πολύ δε περισσότερο, που κατάφερε να σταματήσει την αιμορραγία του με αξιοθαύμαστο τρόπο.

Και οι δύο μαζί αντιπροσωπεύουν προσώρας ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό (12%).

Ο  Γιώργος Σεφερτζής, πολιτικός επιστήμονας-αναλυτής

Γιώργος Σεφερτζής

Share
Published by
Γιώργος Σεφερτζής