«Είσαι ο δικός μας Αντρέας». Με αυτή τη φράση είχε κλείσει την εκπομπή του, Κόκκινη Κάρτα, ο Γιώργος Παπαδάκης τον Δεκέμβρη του 1995. Είχε μόλις αφιερώσει διόλου αμελητέα ποσότητα τηλεοπτικού χρόνου σε ένα δεκάχρονο άρρωστο παιδί που ζητούσε να επιστραφεί στα παιδιά το χαμόγελό τους, μέσα από το προσωπικό του ημερολόγιο, την πρώτη σελίδα του οποίου είχε γράψει μερικές μέρες νωρίτερα (στις 5 Νοεμβρίου). «Ας ενωθούμε κι ας δώσουμε ότι μπορούμε στα φτωχά: αλβανάκια, άσπρα και μαύρα, όλα παιδιά είναι και αξίζουν ένα χαμόγελο. Αυτός ο σύλλογος θα λέγεται: Το Χαμόγελο του Παιδιού. Ελάτε λοιπόν να βοηθήσουμε, αν ενωθούμε όλοι θα τα καταφέρουμε», έγραφε, σηματοδοτώντας τη γέννηση κάτι πραγματικά όμορφου.
Λίγο πριν το τέλος του 2014 το Χαμόγελο μπήκε στα 20 και ο πατέρας του μικρού Ανδρέα, Κώστας Γιαννόπουλος, επιμένει να προσπαθεί κάθε μέρα να προστατέψει τα «παιδιά του», όπως αποκαλεί τα 869.990 παιδιά που είτε μόνα τους είτε με τις οικογένειές τους έχουν απευθυνθεί σε εκείνον, όλα αυτά τα χρόνια. Όταν τον συνάντησα, η συζήτησή μας ξεκίνησε από την πρόσφατη νίκη τους. Μία υπουργική απόφαση απειλούσε τα 11 Σπίτια του οργανισμού με «λουκέτο» και μέσω της ιστοσελίδας του Χαμόγελου, μαζεύτηκαν 35.000 υπογραφές. Προς το παρόν το ζήτημα φαίνεται να έχει λυθεί, η πείρα του όμως δεν επιτρέπει παρά μόνο συγκρατημένη χαρά σε αυτή την πατρική φιγούρα που όταν αναφέρεται σε όλα όσα έχουν επιτευχθεί μέσω του Χαμόγελου, είναι σαν να μιλάει όχι για έναν οργανισμό, αλλά για μία μεγάλη οικογένεια.
Όταν ξεκινήσατε, το 1995, αφήσατε πίσω σας μία επιτυχημένη επιχειρηματική καριέρα για να αφοσιωθείτε στην επιθυμία του γιου σας. Πόσο δύσκολο ήταν για εσάς να πάρετε αυτή τη σημαντική απόφαση; Στην αρχή πίστευα ότι θα μπορούσα να τα συνδυάσω όλα, το Χαμόγελο του Παιδιού μαζί με τις δύο επιχειρήσεις μου. Ξεγελάστηκα, γιατί το Χαμόγελο απαιτούσε την ψυχή και το σώμα μου, ολόκληρο το είναι μου. Από νωρίς όμως παρατήρησα ότι όταν ήμουν σε μια συνάντηση με μεγαλοστελέχη και με έπαιρναν τηλέφωνο για κάποιο παιδάκι, τα παρατούσα όλα για να πάω κοντά του. Έτσι, έφερα τα πάνω κάτω σε όλη μου τη ζωή και από τότε παραμένω σε μία κατάσταση που απλώς επιβιώνω. Νιώθω «πλούσιος» όμως γιατί ζω μέσα στον κόσμο των παιδιών. Αυτό μου έδωσε τη δυνατότητα να μπορώ να κρατηθώ στη ζωή, γιατί το να χάσεις ένα παιδί, γι’ αυτούς που το ξέρουν, είναι κάτι δυσβάσταχτο, κάτι που δεν περιγράφεται με λόγια.
Πώς κύλησαν τα πράγματα στο Χαμόγελο τον πρώτο καιρό; Στο ξεκίνημα ήρθαν πολλοί «φιλάνθρωποι». Για εμένα η «φιλανθρωπία» είναι μια λέξη ουσιαστικά υβριστική για τον άνθρωπο. Ενδεικτικά μιλώντας, από τους 100 «φιλάνθρωπους» που ήρθαν, οι 90 ήθελαν να κάνουν δημόσιες σχέσεις. Η μία ήθελε να προβάλλει το εργοστάσιό της, ο άλλος να βγει βουλευτής, με λίγα λόγια να καπηλευτούν την ιδέα ενός παιδιού και τη δημοσιότητα που είχε τότε για προσωπικό τους όφελος. Είπα λοιπόν «έξω όλοι». Αναγκάστηκα και πήρα πάνω μου την επικοινωνία και ξαφνικά βρέθηκα να κολυμπώ στα βαθιά νερά, να πρέπει να επικοινωνώ την ιδέα του γιου μου, το τι πρέπει να κάνουμε και με ποιο τρόπο…
Ήταν δύσκολο να βρείτε τα πατήματα σας σε αυτό το «νέο κόσμο»; Στην αρχή δεν ήξερα πού θα πάμε. Είχαμε κάνει τα πρώτα άρθρα του καταστατικού μας και στην ουσία ήταν αυτά που έγραφε ο γιος μου στο ημερολόγιό του για όλα τα παιδιά ασχέτως εθνικότητας, θρησκείας, να αφήσουμε τα λόγια και να κάνουμε κάτι, πως αν ενωθούμε όλοι θα τα καταφέρουμε. Και πως θα μπορούσε όλο αυτό να βρει πρακτική εφαρμογή; Κάνωντας τα Σπίτια. Ήταν, λοιπόν, μια κοπέλα 17 ετών που βρέθηκε στο δρόμο. Ήταν μόνη της, οι γονείς της την είχαν «πετάξει», την στηρίξαμε όμως και τελικά με δυσκολία βρήκαμε ένα ίδρυμα για να μείνει. Εκεί δυστυχώς την έβαλαν μαζί με μία κοπέλα που ήταν στα ναρκωτικά, η οποία την επηρέασε αρνητικά, έφυγαν μαζί και έκανε παραβατικές πράξεις. Αυτό και μόνο στάθηκε η αφορμή για το πρώτο μας Σπίτι, όχι πια ως μια μεταβατική κατάσταση φιλοξενίας, αλλά ως μία μόνιμη στέγη.
Τα παιδιά θεωρούν κάποιους ανθρώπους από τα Σπίτια οικογένειά τους. Εμπιστεύονται ιδιαίτερες στιγμές τους, όπως συμβαίνει σε οποιαδήποτε άλλη οικογένεια, γυρίζουν από τις σπουδές τους στις γιορτές και μας επισκέπτονται, όλα αυτά τα απλά και καθημερινά πράγματα.
Πότε άνοιξε, λοιπόν, το πρώτο σπίτι; Αν και στηρίζαμε οικογένειες από την πρώτη μέρα, λύνοντας άμεσα προβλήματα, που όμως δεν χρειάζονταν υποδομές, για να μπορούμε να αναλαμβάνουμε πιο δύσκολες περιπτώσεις, δημιουργήσαμε τις πρώτες υποδομές μόνιμης στέγης το 1997. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι τότε οι εθελοντές μας βρήκαν ένα μωρό 15 μηνών, εγκαταλελειμμένο σε ένα νοσοκομείο. Το έφεραν γιατί πίστευαν ότι αν δεν το παίρναμε, δε θα μπορούσε να πάει πουθενά, επειδή είχε «προβλήματα». Κάναμε την εξαίρεση τότε και αρχίσαμε να αναλαμβάνουμε μωράκια. Σήμερα το πρώτο μας μωρό είναι 19 ετών.
Πώς λειτουργεί ένα σπίτι; Τα παιδιά που είναι σε κίνδυνο, κακοποιούνται, βασανίζονται είναι εκείνα που ο Εισαγγελέας αποφασίζει να τα πάρει και να τα φέρει στα Σπίτια. Στην αρχή τα ονομάσαμε «Σπίτια Φιλοξενίας» γιατί θεωρούσαμε πως ένα παιδί θα έρθει για λίγο και μετά θα πάει για υιοθεσία ή θα επιστρέψει στην οικογένειά του. Για κάποια παιδιά δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα με αποτέλεσμα το Σπίτι Φιλοξενίας να γίνει «κανονικό» Σπίτι. Κάποια στιγμή μια μικρούλα, η Κωνσταντίνα, μου έλεγε: «Γιατί στο internet γράφει “Σπίτι Φιλοξενίας”; Αυτό είναι το σπίτι μου. Δεν είμαι φιλοξενούμενη εδώ πέρα». Τα παιδιά, βλέπεις, είναι πολύ αυστηρά. Υπάρχουν, βέβαια, και 3 Σπίτια Ημερήσιας Φροντίδας για τα παιδιά που βρίσκονται σε οικογένεια με κρίση αλλά επιστρέφουν σε αυτή το βράδυ.
Τα σπίτια πώς περιήλθαν στην ιδιοκτησία σας; Κυρίως από χορηγίες, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις από δήμους ή προσφορές οργανισμών. Για παράδειγμα, η κ. Αρβανίτη, πρώην ιδιοκτήτρια του Υγεία, μας έφτιαξε το Σπίτι στο Αίγιο.
Δε μοιάζουν όμως με ορφανοτροφεία. Ένα σπίτι που είναι σε μια γειτονιά, διαμορφώνεται ώστε να μπορεί να ζήσει σε αυτό μια πολύτεκνη οικογένεια, με παιδιά διαφόρων ηλικιών, και μάλιστα δεν υπάρχει ταμπέλα απ’ έξω. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Δε θέλουμε τα παιδιά να έχουν ταμπέλες. Κάποιος μου έλεγε πως κατάλαβε ποιο ήταν το σπίτι μας επειδή υπήρχαν πολλά ποδήλατα στην αυλή. Κάθε σπίτι είναι απόλυτα οργανωμένο, με κοινωνικό λειτουργό και παιδαγωγό, με εκπαιδευτικό που βοηθά στο διάβασμα. Γιατί αρκετά από τα παιδιά που έρχονται δεν ξέρουν να διαβάζουν, και τελικά μετά το Χαμόγελο, πολλά περνούν στο Πανεπιστήμιο, κάτι πολύ σημαντικό αν αναλογιστούμε το σημείο απ’ όπου ξεκίνησαν. Έχουμε επίσης νοσηλευτές, γιατρούς, εθελοντές που στηρίζουν τη λειτουργία του σπιτιού με εκδρομές τα Σαββατοκύριακα, και άλλα πολλά. Κάθε Σπίτι είναι σαν ένα μελίσσι χωρίς κηφήνες.
Πώς διαμορφώνεται η σχέση των παιδιών όταν ενηλικιωθούν με τα Σπίτια; Συμβαίνει ό,τι και σε μία «κανονική» ελληνική οικογένεια. Σε βοηθάει, είναι μαζί σου στα όνειρα, στον έρωτα, στην απογοήτευση. Εφόσον τα παιδιά φύγουν από το σπίτι, ως ενήλικες και κάνουν τη δική τους οικογένεια, οι πόρτες θα είναι πάντα ανοιχτές, για να μοιραστούν τις χαρές και τις στενοχώριες τους. Τα παιδιά θεωρούν κάποιους ανθρώπους από τα Σπίτια οικογένειά τους. Εμπιστεύονται ιδιαίτερες στιγμές τους, όπως συμβαίνει σε οποιαδήποτε άλλη οικογένεια, γυρίζουν από τις σπουδές τους στις γιορτές και μας επισκέπτονται, όλα αυτά τα απλά και καθημερινά πράγματα.
Ποιοι θα λέγατε ότι είναι οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές σας μέχρι σήμερα; Από το κράτος δεν είχαμε ποτέ ουσιαστική στήριξη, με τους φόρους που μας επιβάλλουν, τον ΕΝΦΙΑ και άλλα τινά. Στον απλό κόσμο στηριζόμαστε – τα λίγα ευρώ που μαζεύονται ώστε να συνεχίσει να υλοποιείται η προσπάθειά μας – και σε ορισμένες εταιρίες που μας στηρίζουν κυρίως προσφέροντας είδη που έχουμε ανάγκη ή τις υπηρεσίες τους. Όλα αυτά επιτυγχάνονται με καλώς εννοούμενη ζητιανιά.
Υπάρχει κάποιου είδους βοήθεια από την Εκκλησία; Ο μητροπολίτης του Γυθείου μας έφτιαξε σπίτι με δικά του χρήματα. Πιο παλιά ένας μητροπολίτης μας έδωσε ανώνυμα χρήματα από τα συγγραφικά του δικαιώματα. Από τη μεριά της Εκκλησίας υπάρχει κατά κανόνα η νοοτροπία πως η φιλανθρωπία είναι δικό τους έργο και όχι άλλων. Εμείς προσπαθούμε να γνωστοποιήσουμε ότι η φιλανθρωπία είναι θεάρεστο έργο απ’ όπου κι αν προέρχεται.
Φορολογείστε σαν μία «κανονική επιχείρηση»; Μας φορολογούν για τα πάντα, και για τις δωρεές, και για την ενίσχυση από τον κόσμο, ασχέτως του πόσο μεγάλο είναι το ποσό, ακόμη και αν πρόκειται για το αντίτιμο ενός sms. Ο κόσμος δίνει τα λεφτά για να πάνε στα παιδιά και όχι για να γυρίσουν στο κράτος, που δεν προσφέρει αυτή την πρόνοια. Δυστυχώς ορισμένοι αποκαλούν συλλήβδην «απατεώνες» όλες τις ΜΚΟ. Και όλο αυτό γιατί είχε δημιουργηθεί μια πελατειακή σχέση όπου κάθε γενικός γραμματέας υπουργείου, είχε τη δική του ΜΚΟ, οπότε τεράστια κονδύλια καταναλώνονταν για απίθανα πράγματα.
Τι τηλεφωνήματα δέχεστε στη γραμμή 1056; Είναι από 700 μέχρι 1.200 κλήσεις την ημέρα. Αυτή τη στιγμή, πάμε να παραλάβουμε ένα πεντάχρονο παιδάκι του οποίου συνέλαβαν τη μητέρα και κάλεσαν εμάς, αφού δεν λειτουργεί καμία κρατική υπηρεσία, οπότε οι περισσότερες τέτοιες περιπτώσεις καταλήγουν στο Χαμόγελο. Και αυτό είναι κακό, χαλάμε την «πιάτσα». Δεν θέλουμε σε καμία περίπτωση να είμαστε το «αντικράτος», θέλουμε να στηρίζουμε τους δημόσιους φορείς, τους θεσμούς. Πρέπει όμως το κράτος να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Έχει αλλάξει ποιοτικά και ποσοτικά η περίπτωση των παιδιών που έχουν υποστεί κάποιου είδους κακοποίηση; Η βία έχει πάρει άλλες διαστάσεις. Ξεκινά από το σπίτι, το δρόμο, τη γειτονιά, το γήπεδο, μεταφέρεται στο σχολείο μεταξύ των παιδιών. Στο bullying είναι και τα δύο παιδιά που χρειάζονται στήριξη. Δεν φέρνεις τον εισαγγελέα ή τον αστυνομικό –το οποίο έχει συμβεί- γιατί τότε προκαλείς θυμό και τα αντίθετα αποτελέσματα. Εμείς κάνουμε πολλή δουλειά στο κομμάτι της πρόληψης. Έχουμε δημιουργήσει το Τμήμα Ενημέρωσης Γονέων, Εκπαιδευτικών και παιδιών με κατάλληλους ανθρώπους να μιλούν στα παιδιά, τα μικρότερα τα προσεγγίζουμε με κουκλοθέατρο και Καραγκιόζη, τα πιο μεγάλα μεταξύ άλλων με υπολογιστές καθώς και την ψηφιακή πλατφόρμα YouLearn. Παράλληλα δημιουργήσαμε με παλιό εξοπλισμό εταιριών το YouSmile, τη φωνή των παιδιών. Τώρα μας ζήτησαν να κάνουμε και το YouSmileEurope και World, να γίνουμε κεντρικός πόλος, ενώνοντας τις φωνές όλων των παιδιών.
Και τώρα που συμπληρώσατε 19 χρόνια προσφοράς, ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια για το Χαμόγελο; Κάνουμε ποιοτική δουλειά. Γιατί χωρίς αυτή, τότε είναι «φιλανθρωπία» και «πασάλειμμα». Η φιλανθρωπία της οκάς, της σακούλας, της ξεπέτας, η γνωστή σε όλους φαινομενική δουλειά μπροστά από τις κάμερες. Ο στόχος μας λοιπόν, είναι να διατηρήσουμε αυτή την ποιοτική δουλειά. Τίποτα λιγότερο.
Περισσότερα για το Χαμόγελο του Παιδιού εδώ και στο facebook.