Στην οδό Ανακρέοντος των Άνω Ιλισίων, το γραφείο του κυρίου Ζουμπουλάκη απολαμβάνει την πιο τέλεια ησυχία. Θα μπορούσε άνετα να λειτουργεί και σαν ησυχαστήριο. Ή έστω σαν δανειστική βιβλιοθήκη: χιλιάδες θρησκευτικά αναγνώσματα στα ράφια, φιλοσοφικά δοκίμια, μυθιστορήματα του Τζον Λε Καρέ, η ανθολογία Ρεμπέτικα Τραγούδια. «Έχετε μερικά βιβλία», του λέω χαριτολογώντας. «Να περνάει η ώρα», απαντάει ετοιμόλογος.
Μου μιλάει στον πληθυντικό κι ας μην έχω ούτε τα μισά του χρόνια. Φιλόλογος στο επάγγελμα, εγκατέλειψε τη Μέση Εκπαίδευση το ’98 για να γίνει διευθυντής του περιοδικού Νέα Εστία, πόστο στο οποίο παρέμεινε μέχρι και πέρυσι. Οι σπουδές του (νομική και φιλολογία στην Αθήνα αρχικά, φιλοσοφία στο Παρίσι εν συνεχεία), ήταν αιτία κι αφορμή για να περνά ώρες ατέλειωτες διαβάζοντας, χωρίς βέβαια να βλέπει μόνο μέχρι εκεί που φέγγει η λάμπα του γραφείου του. Σήμερα, ο Σταύρος Ζουμπουλάκης είναι πρόεδρος του Δ.Σ. του Βιβλικού Ιδρύματος «Άρτος Ζωής», καθώς και του εφορευτικού συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Παράλληλα, γράφει. Αφορμή για τη συνέντευξή μας στάθηκαν τα δύο τελευταία του πονήματα: Το πολυσυζητημένο «Εκκλησία και Χρυσή Αυγή», που κυκλοφόρησε στις αρχές της χρονιάς από τις εκδόσεις Πόλις αλλά έλαβε νέα ώθηση από τις φθινοπωρινές εξελίξεις και το άρτι αφιχθέν «Ποιος Θεός και ποιος άνθρωπος;» – συλλογή δοκιμίων που ξεφεύγει από το θεολογικό πλαίσιο για να παραδοθεί στο φιλοσοφικό.
Σας προβληματίζει η σκέψη πως το «Ποιος Θεός και ποιος άνθρωπος;», ένα βιβλίο με φιλοσοφικά δοκίμια όχι τόσο εύκολα αφομοιώσιμα, θα διαβαστεί μόνο από μια πνευματική ελίτ; Κοιτάξτε, ένα βιβλίο πρέπει πρωτίστως να είναι αληθινό, να λέει την αλήθεια του συγγραφέα του. Το πόσοι και ποιοι θα το διαβάσουν είναι δευτερεύον. Από ‘κει και πέρα, ναι, γνωρίζω πως απευθύνομαι σε ένα κοινό περιορισμένο. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα το διαβάσουν καν οι θρησκευόμενοι. Στην Ελλάδα οι θρησκευόμενοι αναγνώστες προτιμούν βιβλία πνευματικότητας για τη ζωή, τις διδαχές και τα θαύματα σύγχρονων γεροντάδων όπως ο Πορφύριος ή ο Παΐσιος. Αυτά είναι τα θρησκευτικά best-seller. Βιβλία σκέψης, που έχουν μάλιστα στο κέντρο τους τη Βίβλο, δεν γνωρίζουν τόση επιτυχία.
Στο προλογικό σημείωμα κάνετε λόγο για τον «Θεό που εξέρχεται σε αναζήτηση του ανθρώπου». Τι εννοείτε; Λέμε πως συμβαίνει το αντίθετο… Ο Θεός της Βίβλου, που δεν είναι ο Θεός της αρχαίας φιλοσοφίας, αναζητά τον άνθρωπο ήδη από το βιβλίο της Γενέσεως. Ψάχνει τον Αδάμ. Όταν στη Βίβλο λέγεται πως ο Ισραήλ είναι ο «περιούσιος» λαός του Θεού, πάει να πει πως η περιουσία του Θεού είναι οι άνθρωποί του. Στις φιλοσοφικές προσεγγίσεις του Θεού συμβαίνει το αντίστροφο: υπάρχει ένας Θεός ως απώτερη αρχή του κόσμου και της ζωής, τον οποίο ο άνθρωπος αναζητεί με το νου του. Στη Βίβλο, η πρώτη κίνηση γίνεται από τον Θεό προς τον άνθρωπο.
Εσείς τι απαντάτε όταν σας ρωτούν αν πιστεύετε; Απαντώ «ναι».
Πολλοί νέοι άνθρωποι σήμερα δηλώνουν άθεοι, η θρησκεία θεωρείται μπανάλ… Κοιτάξτε, η πίστη δεν είναι πια κάτι το αυτονόητο, όπως σε προηγούμενες περιόδους του πολιτισμού. Από αυτή την άποψη δεν είναι καθόλου μπανάλ, είναι αντίθετα κάτι σπάνιο. Είναι μια προσωπική κατάκτηση. Και βέβαια μέσα στην κοινωνία της δημοκρατίας και της αυτονομίας του ατόμου, κάθε τοποθέτηση πάνω στο θέμα είναι σεβαστή.
Με την Εκκλησία πάντως δεν τα πάτε και πολύ καλά… Δεν έχω καμιά απολύτως αρνητική διάθεση απέναντι στη θεσμική Εκκλησία, αναγκάζομαι όμως πολλές φορές να τοποθετούμαι αντίθετα προς τις επιλογές της. Θα ‘θελα να μη συνέβαινε, αλλά συμβαίνει.
Στο προηγούμενό σας βιβλίο, το «Χρυσή Αυγή και Εκκλησία», υπερασπίζεστε εν ολίγοις την άποψη πως η Εκκλησία θα μπορούσε να είχε συμβάλει στην απονομιμοποίηση της Χρυσής Αυγής. Εξετάζοντας όμως τη στάση της Εκκλησίας στην Ελλάδα από τον πόλεμο μέχρι σήμερα, δεν είναι λίγο ουτοπική η βάση της προτροπής σας; Πράγματι, έτσι όπως διαμορφώθηκε η Εκκλησία από τα μέσα της Κατοχής και κυρίως από τον Εμφύλιο και μετά, θα ήταν πολύ δύσκολο να στραφεί εναντίον της Χρυσής Αυγής.
Εναντίον του οποιουδήποτε… Ναι, αλλά, ξέρετε, στη συγκεκριμένη περίπτωση είχε ένα πρόσθετο επιχείρημα να το κάνει: oι Χρυσαυγίτες είναι παγανιστές. Είναι μια οργάνωση ρητά και ξεκάθαρα αντιχριστιανική. Στα παλιότερα κείμενά της αυτό γίνεται απόλυτα σαφές. Τελευταία, όπως όλα τα ναζιστικά κόμματα της Ευρώπης, για να ανεβάσει τα ποσοστά της μετρίαζε τον αντιχριστιανισμό της και φώναζε «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια», διότι έβλεπε πως στο χώρο των θρησκευόμενων ανθρώπων μπορούσε να έχει ένα ακροατήριο. Η Εκκλησία, που στρέφεται κατά πασών των αιρέσεων, είχε λοιπόν έναν θαυμάσιο λόγο να στραφεί και εναντίον της ΧΑ. Και δεν το έκανε, με εξαίρεση δυο-τρεις ιεράρχες, που έσωσαν την τιμή των όπλων, και κυρίως τον Σισανίου. Ακόμα και τώρα, μετά τη δολοφονία του Φύσσα, έβγαλε μια ανακοίνωση πέντε γραμμές η Ιεραρχία που λέει «καταδικάζουμε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται», αυτό το γνωστό καλαμπούρι, που είναι ό,τι πιο βολικό για να μην πάρεις θέση για τίποτα.
Οι πολιτικοί φέρουν ευθύνη; Ασφαλώς. Εάν ο συντηρητικός πολιτικός κόσμος έπαιρνε την πρωτοβουλία για ένα μέτωπο κατά της Χρυσής Αυγής, θα είχαμε ξεμπερδέψει νωρίτερα. Υπήρχε μία αμφιταλάντευση στη ΝΔ, σαν να έλεγαν «ας μην τα βάλουμε μαζί τους , γιατί είναι δυνάμει ψηφοφόροι μας που μπορούμε να ξαναφέρουμε στο μαντρί μας».
Στην επόμενη σελίδα: “Ένα κόμμα που λειτουργεί με τάγματα εφόδου, δεν χρειάζεται τους ψηφοφόρους” .
Page: 1 2