Η μάνα μου με έβγαλε Οδυσσέα γιατί έλεγε ότι θα κάνω πολλά ταξίδια. Το δεύτερο μου όνομα είναι Βλάσσης, το όνομα του πατέρα της. Όλη μου η οικογένεια είναι δάσκαλοι και δημόσιοι υπάλληλοι, είμαι ο πρώτος που σπάει τον κρίκο.
Βρέθηκα πριν την εφηβεία στην Αμερική, στο Mαϊάμι, και ήρθα σε άμεση επαφή με την κουλτούρα του ραπ, από την τηλεόραση μέχρι τα παιδιά που συναναστρεφόμουν, ήταν ήδη της φάσης κι ας ήταν πιτσιρίκια. Το πρώτο ραπ που άκουσα, ήταν Black Eyed Peas – ΟΚ, δεν είναι σοβαρό αλλά μου άρεσε η γκρούβα. Έλεγα “she’s got me spinach” αντί για “spending”, δεν ήξερα καν τους στίχους. Εκεί έμαθα τον 50 Cent, έβλεπα εκπομπές breakdance, κόλλησα με τα games που είναι άσχετα-σχετικά αφού πλέον μιλάω και με γλώσσα gamer στα κομμάτια μου… έχω ατάκες δηλαδή από gameboy και playstation. Έχω ζήσει βέβαια και την πλευρά της ελληνικής κοινότητας στην Αμερική, το ότι πηγαίνουν στην ενορία, το ότι νιώθουν πολύ πατριώτες.
Εποχές limewire, επιστρέφουμε στην Καβάλα. Ένας γείτονας μου δίνει το πιο γαμάτο στικάκι. Περνάω τα κομμάτια στο pc κι έχω ό,τι είχε παίξει σε Ελλάδα και Αμερική ως τότε. Εδώ έκανα γκραφίτι, αλητείες, κανένα τσιγαράκι. Είμαι γύρω στα 14, είμαι ένα τρελοκομείο που με φέρνει το περιπολικό στο σπίτι.
Όταν πήγαινε στο σχολείο η μάνα μου κι έλεγε «ήρθα να πάρω τους βαθμούς του Οδυσσέα» οι καθηγητές ψάχνονταν. Της έλεγαν «τον Saske εννοείς;». Όλοι έτσι με ήξεραν, ή ως «νι ταυ ζήτα» γιατί το επίθετο μου έχει μια ιδιοτροπία, ακούγεται «Τζιμάνης» αλλά έχει ένα ν μπροστά όποτε έπρεπε συνέχεια να το τονίζω. Αφού υπέγραφα ως Saske και τα γκράφιτι, είπα να μη δυσκολευτώ και να ψάξω καινούριο όνομα για το ραπ. Έλεγα, «σε ξέρουν στη Χρυσούπολη, το όνομά σου πρέπει να το μάθει η Kαβάλα και η Ξάνθη, κι αν το μάθουν εκεί πρέπει να το μάθει και η Θεσσαλονίκη. Αν το μάθει η Θεσσαλονίκη μετά πρέπει να το μάθει η Αθήνα. Κι αν το μάθει η Αθήνα μετά θα το μάθει όλη η Ελλάδα». Είχα ξεκινήσει να ψάχνω εταιρείες από τα 17 μου, μέσω Facebook τότε.
Στις πανελλήνιες μάζεψα οκτώ χιλιάδες μόρια, περνούσα μόνο ιερατική. Ήρθα στην Αθήνα να σπουδάσω ηχολήπτης και κάθε μέρα έσκαγα με τα ρούχα από το πάρτι της προηγούμενης ημέρας, yolo. Έπειτα πήγα για γραφίστας αλλά πάτησα pause όταν ξεκίνησαν τα live. Η μάνα μου στο μεταξύ είναι δασκάλα και ψυχολόγος, άλλη φάση. Με καταλαβαίνει, με στήριζε ανέκαθεν αλλά ήθελε ένα πτυχίο που δεν της το έχω δώσει ακόμα.
Νόμιζα ότι είμαστε αληταράδες στην Καβάλα μέχρι που ήρθα στην Αθήνα. Στην πόλη, το ραπ σχετίζεται άμεσα με τη βρωμιά της, εδώ κατάλαβα αληθινή αλητεία. Με απήγαγαν, έχασα δόντια από μπουνιές, έμπλεξα με σκληρά ναρκωτικά. Πλέον δεν κάνω τίποτα απ’ όλα αυτά εξαιτίας της κοπέλας μου. Η Αθήνα αυτό μου έδωσε, την ωμή πραγματικότητα εκείνου που νομίζαμε ότι ζούσαμε στο χωριό.
Μια ζωή είχα μέντορες που ζητούσαν πολλά πράγματα από μένα σε πολύ μικρή ηλικία κι εγώ έβαζα τα δυνατά μου να τα φέρω εις πέρας. Kάποιοι μου έμαθαν να κλέβω, με μύησαν στην παραβατικότητα.
Άλλαξα όμως στέκια, άλλαξα παρέες, ήρθα σε επαφή με την εταιρεία μου την Offbeat και τον Σπάρτακο που τον έχω σαν μεγάλο μου αδερφό. Με πήραν ένα τύπο που κοιμόμουν στους καναπέδες από τα Xanax και με έκαναν επαγγελματία. Στο “Copy paste” μιλάω για όλους αυτούς που δεν πίστεψαν σε εμάς κι όταν είδαν όλο αυτό που κάναμε δούλευε, τρέξανε να κάνουν τα ίδια.
Μέχρι που ήρθα στην Αθήνα. Στην πόλη, το ραπ σχετίζεται άμεσα με τη βρωμιά της, εδώ κατάλαβα αληθινή αλητεία. Με απήγαγαν, έχασα δόντια από μπουνιές, έμπλεξα με σκληρά ναρκωτικά. Πλέον δεν κάνω τίποτα απ’ όλα αυτά
Είμαι από τους τύπους που έχουν να ανοίξουν τηλεόραση τέσσερα χρόνια, το ποιος κυβερνάει και ποιος όχι δεν με καίει τόσο. Θεωρώ ότι βρισκόμαστε σε ένα παιχνίδι ήδη παιγμένο, σαν το δημοψήφισμα που δεν ακούστηκε ο λαός κι είναι ένα ισχυρό παράδειγμα πως ό,τι κι αν συμβεί είναι ήδη προκαθορισμένο. Είτε Κούλης, είτε Τσίπρας, είτε Παπανδρέου είτε Καραμανλής για μένα είναι το ίδιο. Ίσως να το λέω αυτό γιατί οικονομικά είμαι αρκετά άνετος μέσα στην κρίση.
Οι ηλικίες που με ακούνε είναι από 16 μέχρι 25 ετών αλλά έχουν υπάρξει κι εξαιρέσεις, μπορώ να θυμηθώ δηλαδή τέσσερα μηνύματα 50χρονων που τους άρεσε το «Ξέρω Μάνα», είναι ένα κομμάτι που άγγιξε πολύ κόσμο στην ξενιτιά. Μου έγραψαν «σε ευχαριστώ πιτσιρικά γι’ αυτό το κομμάτι». Μου έχουν στείλει μήνυμα και μέσα από τη φυλακή. Χαίρομαι με όλους, γουστάρω κι εγώ που γουστάρουν.
Στην εποχή μας, δεν θεωρώ το γυμνό σε ένα clip σεξιστικό, πόσο μάλλον όταν όλες οι φασέες της σκηνής θέλουν να φορέσουν το πιο see-through που θα βρουν και στ’ αλήθεια είναι στη μόδα την ίδια στιγμή. Με έχουν μεγαλώσει μόνο γυναίκες, τους έχω μεγάλο σεβασμό, έχω προσκυνήσει και τη Μάμα Πάτσα στο Περού. Θα μιλήσω για «την πουτάνα», αλλά πολύ σπάνια. Χρησιμοποιώ τη λέξη «γυναίκα», ούτε καν «γκόμενα». Και λέγοντας «πούστηδες» δεν ντισρισπεκτάρω τους ομοφυλόφιλους, αλλά τους φλώρους που το παίζουν κάποιοι, τα «και καλά» αντράκια. Έχω κομμάτι που δεν έχει κυκλοφορήσει και λέω «έχω γκέι φίλους που δεν μου έχουν παίξει πουστιά».
Με λένε ραπ γκουρού γιατί, αν και έχω γεννηθεί το ‘98, είμαι geek της ραπ και μπορώ να σου πω από τα 90s μέχρι σήμερα τι έχει παίξει παγκοσμίως. Δεν διάβαζα για τις πανελλήνιες γιατί έβλεπα βιντεοκλίπ, μάθαινα τα πάντα για την σκηνή από τη Wikipedia μέχρι κουτσομπολίστικα περιοδικά. Ο Travis Scott, ο ASAP Rocky και ο Kanye West είναι οι μεγαλύτερες επιρροές μου.
Έχω εισάγει στο πειραματικό τραπ vibes που όλοι οι υπόλοιποι μασάγανε να βάλουν. Σαν το «Nυχτερινό Kολύμπι» που είναι ένα vintage ερωτικό κομμάτι, το «Χόρεψε Μαζί μου» που είναι house trap, το «Ένστικτο» που δεν νομίζω ότι υπάρχει πιο πειραματικό τρακ σε όλη την Ελλάδα, είναι τρία διαφορετικά κομμάτια μαζί και μιλάει μόνο για την κοινωνία, για το ότι δεν πρέπει να βασίζεσαι σε κανένα. Αλλά καταλήγω στο ότι την αγαπάω αυτή την κοινωνία, όσο σκατά κι αν είναι.
Κάποτε ήμουν party animal 24/7, πλέον βγαίνω πολύ σπάνια. Aν βγω θα πάω Studio 24 ή στο ΕΚΕΙ. Και ντισκοτέκ έχω τσεκάρει, και το Six Dogs μου έχω κάνει και Dybbuk, και τα τέκνο πάρτι. Δεν είμαι γκλαμουράτος, μ’ αρέσει να παρτάρω στο σκοτάδι, με ραπ ή σε πάρτι με mashups – μ’ αρέσει από εκεί που μου παίζεις 50 Cent να παίξεις Nirvana.
Με τη μάνα μου έχουμε γυρίσει κυριολεκτικά όλο τον κόσμο. Δευτέρα δημοτικού με πήρε να ανέβουμε στα Μάτσου Πίτσου και μας έδωσαν να μασήσουμε φύλλα κόκας για το υψόμετρο. Εγώ κατάπια το ένα και λίγο μετά με κυνηγούσε ένα ολόκληρο γκρουπ Αμερικανών.
Έχω δει όλο το Narcos και όλα τα animation – Simpsons, Family Guy, Futurama, Rick and Morty, το BoJack Horseman το βαρέθηκα. Μ’ αρέσουν οι ταινίες για τη μαφία, αγαπημένη μου είναι το Goodfellas, στο Irishman με πήρε ο ύπνος. Δεν βλέπω θρίλερ αν δεν είμαι με παρέα. Παρακολουθώ και γαλλικό και ισπανικό κινηματογράφο, θα δω δηλαδή ξανά Αλμοδόβαρ, αυτά είναι επιρροές της μάνας μου που με έτρεχε σε συναυλίες Pink Martini ή σε τζαζόμπαρα στη Νέα Ορλεάνη που έτρωγα γαρίδες. Είναι διανοούμενη με άπειρα βιβλία φιλοσοφίας στο σπίτι και πάντα ζούσαμε οι δυο μας, έχει γυρίσει κυριολεκτικά όλο τον κόσμο και μαζί της πήγα κι εγώ σε διάφορα μέρη. Δευτέρα δημοτικού με πήρε στο Περού για να ανέβουμε στα Μάτσου Πίτσου και μας έδωσαν να μασήσουμε φύλλα κόκας για το υψόμετρο. Εγώ κατάπια το ένα και λίγο μετά με κυνηγούσε ένα ολόκληρο γκρουπ Αμερικανών, με έπιασε τελικά ένας πυροσβέστης.
Δύο χιλιάδες κομμάτια έγραψα μέχρι τα 18 μου, τώρα δεν θα είναι πέντε χιλιάδες; Γράφω τρία κομμάτια την ημέρα, είμαι αρρωστάκι. Αν κάνεις αυτό που σου αρέσει πορώνεσαι, γράφω στίχους και για άλλους δηλαδή. Στο νέο πρότζεκτ της Μαρίνας Σάττι -μαζί με τους Ψαραντώνηδες, τον Μαλάμα, τον Μάρκο από τους Locomondo- κάπου ανάμεσα σε αυτό το μπερδεμένο παρεάκι βρίσκομαι κι εγώ. Δεν σνομπάρω μουσικά, θέλω να συνεργαστώ με πάρα πολλούς μουσικούς. Εκτός από τους λαϊκούς.
Όπως είναι τέχνη η μοντέρνα που κόβει ο άλλος ένα γυαλί κι εσύ πας και το βλέπεις, έτσι είναι τέχνη το να γράφω αυτά που έχω ζήσει. Το ραπ είναι η ραψωδία του σύγχρονου ανθρώπου, βιώματα γραμμένα σε χαρτί με τον τρόπο έκφρασης που έχει ο καθένας. Και ναι, μπορεί όντως να φέρνουμε στους ρεμπέτες, αυτοί δεν μιλούσαν μπακάλικα ή δεν είχαν σλανγκ; Έλεγαν, «ε ντε λα μαγκέν ντε Βοτανίκ», τραγουδούσαν για πράγματα που φαινόντουσαν πολύ μπας – κλας στους Αθηναίους. Παρόμοια είναι και η κουλτούρα του τραπ σήμερα, ξεφεύγει βέβαια λόγω εσόδων από τα λαϊκά στρώματα και ίσως αυτό να φαίνεται προκλητικό.
Δεν θα έκανα μπουζούκια, τα έχω απορρίψει παρότι μου δινανε καλό ποσό. Είμαι newschool αλλά μ’ αρέσει να απέχω από πράγματα που παραείναι ψεύτικα για την κουλτούρα μου. Προτιμώ να μην πάρω κάποιους followers, παρά να σκάσω στη γειτονιά μου και να τρώω χλέπες. Θέλω να γίνει το τραπ mainstream, ποιος είπε όμως ότι χρειάζομαι τα μπουζούκια και τα Μad Αwards; Και πες ότι πάω στα μπουζούκια. Τότε, όλοι οι πιτσιρικάδες που με ακούνε σήμερα θα γουστάρουν; Για μερικά χιλιάρικα κι έναν χρόνο καριέρα δεν πουλάω την ψυχή μου.
Είμαι Βόρειος, έχω μεγαλώσει με Aνάποδα Kαπέλα, Άλυτους Γρίφους και Βόρεια Αστέρια που είναι οι δικοί μας ΖΝ. Όλοι έχουμε έναν θεό και τον λένε ΛΕΞ, ακόμα κι αν είσαι τραπ δεν μπορείς να μιλήσεις γι’ αυτόν, τα κείμενα του διδάσκονται.
Το παν στο ραπ είναι ο σεβασμός. Αν δεν σε σέβονται στις γειτονιές, αν σε σέβονται οι γκραφιτάδες, οι σκεϊτάδες και οι ΒΜΧαδες, οι DJs και οι breakdancers, αν δεν σε σέβεται ο δρόμος, πώς μπορείς να μιλάς γι’ αυτόν; Από την παλιά φρουρά σέβομαι ακόμα κι αυτούς που δεν με σέβονται. Ο λόγος είναι ότι μεγάλωσα μαζί τους κι ας μην μπορούν αυτό που κάνω εγώ σήμερα. Τους αποδέχομαι σαν τον παππού μου που δεν μπορεί να καταλάβει τι παίζει τώρα.
Υπάρχουν κάποιοι που εκμεταλλεύονται τη φάση και δεν λένε την αλήθεια τους αλλά ποιος είμαι εγώ για να τους ξεμπροστιάσει; Κοιτάω τη δουλειά μου και προσπαθώ να είμαι αληθινός. Όλοι βάζουμε «σάλτσες» στα κομμάτια αλλά κατά βάση αυτό που σου λέμε πρέπει να είναι true. Υπάρχουν λοιπόν κι εκείνοι που μια φορά θα έχουν κάνει νταραβέρι για φέρουν χόρτο σπίτι στον κολλητό τους, και λένε «έχω πουλήσει κιλά». Δεν γίνεται να είσαι σε αυτό τον κύκλο που σεβόμαστε ο ένας τον άλλον, που μας ξέρει η πιάτσα και να προσποιείσαι κάτι άλλο. Πού πουλούσες; Πού έκλεβες; Πού τα έκανες όλα αυτά; Πότε πείνασες για το όνειρο σου; Εκτιμώ τους ράπερς όταν υπάρχει struggle. Αν δεν το έχουν περάσει τους σέβομαι σαν καλλιτέχνες, αλλά δεν κάνουν ραπ.
Είμαστε 100 κάγκουρες και οι κόντρες της σκηνής είναι πραγματικές, υπάρχουν και οι δήθεν φυσικά αλλά ακόμα και σ’ αυτές το φτάνουν στα άκρα. Δεν πέφτει ξύλο, αλλά αν πέσει μια φορά θα είναι καλό.
Κάτι πολύ σημαντικό που θέλω να πω: Δεν φλεξάρουμε τα ναρκωτικά και το έγκλημα, απλά, δυστυχώς ή ευτυχώς σε αυτό τον χώρο πολλοί από εμάς ερχόμαστε από αυτό το struggle. Δεν με νοιάζει αν θα ταυτιστεί κάποιος και δεν είναι σίγουρα ο σκοπός της μουσικής μου. Aυτό που κάνω είναι να εξιστορώ τα δύσκολα πράγματα που πέρασα, όσα με κάνουν να νιώθω ότι σήμερα αξίζω τις ανέσεις. Θέλω να είμαι παράδειγμα για τους πιτσιρικάδες λέγοντάς τους ότι αυτή «είναι η δική μου ιστορία, εσύ να μη τα κάνεις όλα αυτά και να ξέρεις ότι πάντα υπάρχει φως στο τούνελ, μη τα παρατάς ποτέ».
Ξοδεύω άπειρα χρήματα σε ρούχα γιατί μου αρέσει το street style, εδώ το υποτιμάμε αλλά έξω είναι high fashion. Έχω μια εβδομηντάρα τηλεόραση, άπειρες παιχνιδομηχανές, μπιχλιμπίδια που ήθελα να πάρω μικρός και η μάνα μου έλεγε «δεν έχουμε λεφτά τώρα».
Διαβάζω τα σχόλια στο Youtube, γουστάρω και τους haters γιατί με προσγειώνουν. Με κάνουν να αναρωτιέμαι «γιατί να το γράψει κάποιος αυτό;’». Εκείνο που έχω διαβάσει και το βρίσκω άδικο είναι ότι με έχουν χαρακτηρίσει πλουσιόπαιδο εξαιτίας του πατέρα μου, είναι απόστρατος και πρώην βουλευτής. Εγώ έπαιρνα μια μικρή διατροφή τον μήνα και δεν τον είχα δει για πόσα χρόνια, καμία σχέση δηλαδή με αυτούς που φαντάζονται χρυσά σαλόνια. Κι όταν μου βρίζουν τη μάνα, έχω κάτι τρελά ξαδέρφια που μπαίνουν κι απαντάνε «μη βρίζεις τη θεία μου θα σε γαμήσω», καθαρίζει η οικογένεια.
Οι αγαπημένοι μου στίχοι βρίσκονται στο «Κατάρα», λέω «μου λείπει ο τόπος μου κι όλοι οι δικοί μου, αχνές αναμνήσεις από την ήρεμη ζωή μου». Μιλάω για την Καβάλα, εκεί που αυτοί οι οποίοι με γύρισαν με το περιπολικό στο σπίτι ήταν συμμαθητές της μάνας μου, δεν έγινε και κάτι. Είχα μια ζωή γλυκιά και ήρεμη. Το μόνο που με ενοχλούσε είναι ότι στην Αμερική ήμουν «το Ελληνάκι» και στην Ελλάδα «το Αμερικανάκι». Άλλαξαν τα πράγματα στην πορεία αλλά ποτέ δεν έκανα απόλυτο fit in στην περιοχή.
Στα γενέθλια της δικιάς μου φόρτωσα τις οικογένειές μας σε ένα γιοτ και κάναμε τον γύρο της Θάσου. Πήγαμε και πέντε μέρες Παρίσι του Αγίου Βαλεντίνου. Ξοδεύω άπειρα χρήματα σε ρούχα γιατί μου αρέσει το street style, εδώ το υποτιμάμε αλλά έξω είναι high fashion. Έχω μια εβδομηντάρα τηλεόραση, άπειρες παιχνιδομηχανές, μπιχλιμπίδια που ήθελα να πάρω μικρός και η μάνα μου έλεγε «δεν έχουμε λεφτά τώρα». Δεν είμαι όμως από εκείνους τους επιφανειακούς τυπάδες για να φλεξάρω τα λεφτά μου και τις αλυσίδες μου, δεν ανεβάζω όλα αυτά τα stories που ανεβάζουν άλλοι κι ας έχω ξοδέψει πολλά λεφτά μέσα στη μέρα, το κάνω για την πάρτη μου. Ξέρω ότι αυτά τα λεφτά είναι πολλά για έναν 21χρονο.
Ζω τη δική μου παράνοια, χτίζω τ’ όνειρό μου σκαλάκι – σκαλάκι. Αλλά σκέφτομαι, «τι όνειρα έχει ένας νέος σήμερα;» όταν ο άλλος θέλει να ανοίξει δέκα μπουκάλια και να πιει γραμμές, η άλλη θέλει να βγάλει χρήματα μόνο για την καινούρια τη Louis, δεν καταλαβαίνω γιατί μας έχει κάνει πολτό το μυαλό η Καρντάσιαν; Είναι θέμα προτύπων και ξέρω ότι συμβάλουμε κι εμείς σ’ αυτό ως σκηνή, βρίσκομαι αντιμέτωπος με τον εαυτό μου πολλές φορές, με όλο αυτό που συμβαίνει, να ξέρεις.
Η αλήθεια μου ποια είναι; Πριν τις 3 δεν κοιμάμαι ποτέ, είμαι νυχτόβιο πλάσμα, ζω διαφορετικές ώρες της ημέρας. Είμαι ένας σύγχρονος ρεϊβάς, ένας σημερινός fashionable χίπης. Η φάση μου μπορεί να περιτριγυρίζεται από ναρκωτικά, έγκλημα και τέτοιες χαζομάρες αλλά στα αλήθεια ζω ένα ερωτικό, αγχωτικό fear and loathing in Athens. Είμαι πολύ happy με τη ζωή μου, νομίζω ότι είναι πολύ καλή πλέον.