Πες τώρα πως γινόταν ξαφνικά καπνός, ξεπεταγόταν από μέσα ένα τζίνι κι έλεγε: φτιάξε ένα bucket list και γέμισέ το όνειρα. Εντάξει, λοιπόν, αφού ξεμπέρδευα με την παγκόσμια ειρήνη κι επέστρεφα στα επίγεια, θα ευχόμουν κι ένα τέτοιο σπίτι, σαν του Μιχάλη Ρέππα. Μη φανταστείτε τίποτα χλίδες, με πισίνες κι αίθρια, καμία σχέση. Δίπλα σε κάτι φουγάρα βρίσκεται, μα έχει κάτι μαγικό: ο ήλιος το λούζει απ’ το πρωί ως το βράδυ κι έχει στοίβες τα βιβλία: από το πάτωμα ως το ταβάνι. Παίρνεις το ασανσέρ, βγαίνεις, τσακώνεις ένα βιβλίο, πας κι αράζεις στη σοφίτα ώσπου να δύσει. Η ζωή είναι ωραία μέσα σε μια τεράστια βιβλιοθήκη σαν κι αυτήν του Hogwarts. Δεν μπορείς βέβαια να φανταστείς τον Μιχάλη σαν Χάρι Πότερ, ούτε βέβαια και τον Θανάση Παπαθανασίου, σίγουρα όμως όλο και κάποιο μαγικό ραβδάκι κρύβουν στο μανίκι. Ή έτσι τουλάχιστον έχει αποδείξει η σπουδαία καριέρα τους. Γεμάτη ρεκόρ εισιτηρίων κι επιτυχίες, ακόμα κι αν καμιά φορά τις σνομπάρουν οι «ποιοτικοί». Αυτήν την στιγμή όμως τρέχουν παράλληλα 3 δουλειές τους, η πιάτσα φυσικά το μετράει: Μάντεψε Ποιος Θα Πεθάνει Απόψε (2η σεζόν στο θέατρο Κάτι Δανδουλάκη), Άντρες Έτοιμοι Για Όλα (3η σεζόν στο θέατρο Λαμπέτη) και η φετινή τους δουλειά Πριν Το Χάραμα, ένα «χρέος, ένας φόρος τιμής στο ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι, από τον Παπαϊωάννου ως τον Ζαμπέτα», στο σούπερ ανακαινισμένο θέατρο Βέμπο. Όλα φίσκα.
Καθόμαστε άνετα σε κάτι πολυθρόνες σαν σκηνοθετικές κι αρχίζουμε την κουβέντα. Ρωτάω τον Μιχάλη αν αυτό το σπίτι ήταν όνειρο ζωής. Δε το θεωρεί και τόσο σπουδαία υπόθεση όσο εγώ: «Όχι ακριβώς… Με βασάνισε πολύ. Μερικές φορές σκέφτομαι πως επενδύουμε τόσα λεφτά σε ντουβάρια, ενώ θα μπορούσαμε να τα δίνουμε εκεί που τα έχουν ανάγκη. Να κάναμε και κάτι καλό». Τον ρωτάω επίσης εάν έχει διαβάσει όλα εκείνα τα βιβλία που σκαρφαλώνουν τους τοίχους και με κοιτάει λιγάκι σαν να είμαι βλαμμένο. «Μα φυσικά…» μου απαντάει και τον πιστεύω. Είναι έντονος και ενθουσιώδης, ο Θανάσης πιο χαμηλών τόνων, γι’ αυτό και δεν απαντάει πάντα. Καμιά φορά το κάνει ο Μιχάλης για κείνον. Άλλωστε, διαφέρουν, την ίδια στιγμή που μοιάζουν άλλο τόσο.
Ώσπου να ζεσταθούμε μιλάμε λίγο περί ανέμων και υδάτων: για το πόσο είχαν αγνοηθεί στην εποχή τους ο Λογοθετίδης, ο Ζαμπέτας, ακόμα και ο μεγάλος Μινωτής, που είχε χαρακτηριστεί από κριτικούς ως «Οιδίποδας της λαχαναγοράς» και χτυπιόμαστε κάτω γιατί ακόμα δεν έχει πάρει Όσκαρ ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο. «Εμείς πάντως κοιμηθήκαμε στο Dallas Byers Club», μου λένε αφοπλιστικά, ομολογώ ψιθυριστά το ίδιο, αν και όλοι τελικά παραδεχόμαστε πως είναι όντως πολύ καλός ο Μάθιου Μακόναχι – αλλά καλύτερος, το Χόλυγουντ μέσα, ο Ντι Κάπριο και το έχει αποδείξει κιόλας από το J. Edgar έως το Django και το Λύκο της Wall Street. Μετά πιανόμαστε από τις διαχρονικές αξίες του Dolce Vita, του Θάνατος στη Βενετία, αλλά και του Σατυρικόν, που σφράγισε μια ολόκληρη εποχή με τον ερωτισμό του: «Τέτοια φαινόμενα σε ξεπερνούν, δεν μπορείς να τα κρίνεις, γιατί είναι εκείνα που σε κρίνουν. Δεν χρειάζονται τα αστέρια σου. Είναι σα να πας να κάνεις κριτική στον εθνικό ύμνο του Σολωμού ή τη “Φόνισσα” του Παπαδιαμάντη. Δηλαδή πόσο τρελός κι αγράμματος πρέπει να είσαι;»
Κι ύστερα, γυρνάω και τους ρωτάω: Κάποιος που γράφοντας, «σκίζει» τόσο τις σχέσεις, τις ερωτικές κυρίως, τις απομυθοποιεί κιόλας; Ο Μιχάλης ξεκαρδίζεται: «Είναι σα να με ρωτάς εάν ένας γυναικολόγος, σε περίπτωση που είναι στρέιτ, ξενερώνει με το γυναικείο όργανο (σ.σ. εντάξει, αλλιώς το λέει, κανονικά, ψιθυρίζει για την ακρίβεια, για να μην ακούει και το κασετοφωνάκι) Είσαι τρελή; Φυσικά και ΔΕΝ ξενερώνει. Αλλιώς το βλέπει στις πελάτισσές του, επαγγελματικά, όμως, την ερωμένη θα τη δει φυσικά ερωτικά, δε θα την εξετάσει. Έτσι συμβαίνει και με όσα γράφει ένας κωμωδιογράφος για τις σχέσεις. Εάν είναι να του έρθει ο… ταμπλάς, στο τέλος θα του έρθει, άσχετα με το πόσες αναλύσεις έχει κάνει!».
Εντάξει, είχαμε ζεσταθεί ήδη αρκετά… Κι ό,τι ακολούθησε, ήταν ένα πολύ ωραίο απόγευμα με μπόλικο χιούμορ κι έξω από τα δόντια.
Όταν ο Γκάλης κέρδιζε τον Ντράζεν Πέτροβιτς κι έπαιρνε η Ελλάδα το Ευρωμπάσκετ του 1987, τότε ήταν που ο δρόμος του Μιχάλη διασταυρωνόταν για πρώτη φορά μ’ εκείνον του Θανάση. Η Άννα Βαγενά, μια κι ήταν τότε της μόδας να γράφονται διάφορα σε βιντεοκασέτες (Βιντεοκασέτες; Αρχαία ιστορία!), έγραφε κι εκείνη επιθεωρήσεις πάνω τους. Της έλειπε λοιπόν ένα καλό νούμερο για την ίδια. Τους κάλεσε. Ο καθένας τότε έκανε τα δικά του. Έγραψαν για εκείνη από κοινού και «κόλλησαν»: «Έκτοτε είμαστε πάντα μαζί. Τότε όμως δεν είχαμε ιδέα για το τι ζούσαμε. Πως ζούσαμε δηλαδή μια στιγμή ιστορική για τη ζωή μας. Πως γράφαμε τη δική μας ιστορία. Αναδρομικά, το καταλάβαμε. Ούτε καν στις “Χάριτες” δεν το αντιλαμβανόμασταν».
Σε δυο χρόνια θα σβήνουν μαζί αισίως 3 δεκάδες κεριών!
Ζόρικο πράγμα τα δίδυμα. Υπάρχει μαγική κόλλα; Γιατί ούτε όλα τα δίδυμα πετυχαίνουν ούτε κρατούν τόσο πολύ… Μιχάλης Δεν υπάρχει μαγική κόλλα. Και να υπήρχε, όμως, πώς να εντοπιστεί; Είναι σα να ρωτάς έναν ερωτευμένο: “Γιατί είσαι με αυτό τον άνθρωπο;” Μπορεί βεβαίως να σου απαριθμήσει εκατό χιλιάδες γιατί, αλλά και χίλια προτερήματα να σου πει, στο βάθος δεν ξέρει πραγματικά, γιατί αυτά τα προτερήματα τα έχουν κι άλλοι αμέτρητοι. Είναι κάτι άλλο, λοιπόν, που δεν μπορεί να εξηγηθεί με σαφήνεια. Θανάσης Το ότι έχουμε έναν κοινό κώδικα να αισθανόμαστε τα πράγματα και πώς τον χτίσαμε ακόμα πιο στέρεα στην πορεία των χρόνων, είναι ένα θέμα, αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Ό,τι προσόν και να μετρήσεις για το ταίρι σου, πιθανόν υπάρχουν και αμέτρητοι άλλοι που έχουν περισσότερα. Δεν “κολλάς” όμως τελικά με όλους, αλλά μονάχα με έναν. Το γιατί, είναι ανεξήγητο».
Στην κοινή σας πορεία έχετε περισσότερο συμφωνήσει ή διαφωνήσει; (Μ) Στα καλλιτεχνικά ταυτιζόμαστε, σαν χαρακτήρες δεν τα βρίσκουμε. Θα μπορούσα να υπογράψω και με τα πόδια πως στην περίπτωσή μας η καλλιτεχνική συμφωνία είναι τεράστια και η διαφορά χαρακτήρων επίσης τεράστια (σ.σ.γελάει). Εγώ είμαι πιο έντονος, εκείνος πιο ήρεμος. Πολλές φορές αυτό έχει οδηγήσει σε αφόρητες καταστάσεις.
Μήπως όμως αυτή είναι τελικά η κόλλα που λέγαμε; (Μ) Ναι, πιθανόν. Σκέφτομαι πως εντάξει, μπορεί να έχω ταλέντο, αλλά χωρίς τον Θανάση ίσως είχα κάνει κάποιες αστοχίες και τσαπατσουλιές. Από την άλλη, ίσως κι ο Θανάσης να μην είχε πάρει τη φωτιά που έχει πάρει σε διάφορα πράγματα, εξαιτίας μου, γιατί εγώ είμαι πιο ενθουσιώδης. Τον έχω παρασύρει, ας πούμε, σε κατευθύνσεις που, λόγω επιφυλάξεων, δεν θα είχε ποτέ τολμήσει. Τώρα πια έχουμε γίνει ο ένας δάσκαλος του άλλου.
Μπαίνετε καμιά φορά σε διαδικασία απολογισμού; (Μ) Δεν είναι εύκολες αυτές οι ιστορίες. Από τα 40 άρχισε να με πιάνει μια τέτοια φαγούρα, αλλά στα 47 μου κορυφώθηκε και ήταν άσχημο συναίσθημα. Έπεσα σε μεγάλο λούκι και πέρασα άσχημα αρκετούς μήνες, γιατί όταν κάνεις απολογισμό, κάνεις παράλληλα κι έναν “υπολογισμό” για το πόσο σου μένει. Αντιλαμβάνεσαι λοιπόν πως έχεις περισσότερη ζωή πίσω σου πια, παρά μπροστά σου κι αυτό είναι κάτι τρομακτικό. (Θ) Καλύτερα μερικά πράγματα να τα αφήνουμε έτσι όπως είναι και να μην τα σκαλίζουμε γιατί φέρνουν τρόμο…
Ξεχωρίστε μου μια δουλειά σας… (Μ) Μόνο μία; Δεν είναι εύκολο… Από την άλλη, η δουλειά που έχει ξεχωρίσει μέσα μου είναι το Ποια Ελένη που κάναμε για το Εθνικό. Για την ψυχή μου, όμως, όχι καλλιτεχνικά. Κάτι με συγκινεί πολύ έντονα σε αυτό το έργο, δεν ξέρω ακριβώς τι. (Θ) Εγώ δεν έχω τέτοιες ιδιαίτερες αγάπες σαν τον Μιχάλη. Μου αρέσουν περισσότερα από ένα: Τα Μωρά Τα Φέρνει Ο Πελαργός, Τσινετσιτά, Αττική Οδός και άλλα που δεν μου έρχονται τώρα». (Μ) Πάντως, είδατε; Μερικές φορές δεν συμπίπτουν με αυτά που αγαπά ο κόσμος. Μα κι εγώ να ξεχνάω τα Μωρά. τι ωραία παράσταση. Επίσης αγαπώ πολύ και τα τηλεοπτικά μας: Τρεις Χάριτες, Δις Εξαμαρτείν. Ίσως επειδή ήμουν πολύ νέος;».
Μια και το αναφέρατε, αυτό περί νεότητας… Καθώς μεγαλώνουμε, οι χαρές αποτυπώνονται πιο αχνά μέσα μας; (Μ) Εννοείται, η χάραξη είναι πιο ρηχή. (Θ) Να ένα πράγμα, που αν γινόταν, μεταφυσικά, θα θέλαμε να το κάνουμε πάλι από την αρχή, είναι οι Τρεις Χάριτες. (Μ) Έλα μωρέ Θανάση… Εκείνο που θες ουσιαστικά είναι να μπεις ολόκληρος στο τούνελ. Να το ξανακάνεις όλο από την αρχή, με τα ίδια πρόσωπα. Στην ουσία, εκείνο που θες είναι τη νεότητά σου πίσω. Μακάρι να γινόταν, αλλά…
Page: 1 2