Categories: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Πού είναι ο νους σου, Αμαλία;

Μεγάλωσα στο θέατρο. Ήταν κάτι το πολύ φυσικό να γίνω ηθοποιός. Ήμουνα παιδί ηθοποιών, γιατί και ο πατριός μου, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ήταν συνεχώς στο θέατρο. Ήταν το δεύτερο σπίτι μου. Από τεσσάρων χρονών βλέπω παραστάσεις.

Μικρή ήθελα να γίνω χορεύτρια και τραγουδίστρια. Και κάποια στιγμή ήθελα να γίνω και ζωγράφος. Πέρασα από πολλά καλλιτεχνικά επαγγέλματα. Ήμουνα από μικρή καλλιτεχνική φύση.Ο αγαπημένος μου κόσμος ως παιδί ήταν το τσίρκο. Το όνειρό μου ήταν να ζω με τους ανθρώπους του τσίρκου γιατί  λάτρευα τα ζώα, τα οποία λατρεύω ακόμα. Στο κτήμα  του παππού μου στη Βάρκιζα, που πήρε ο πατέρας μου και περνούσα όλα μου τα καλοκαίρια, είχαμε κότες, κόκορες, γαϊδουράκι, γατιά, χελώνες, χάμστερ. Πάντα είχα ένα χάμστερ. Και σκύλο.

Ως παιδί είχα πάρα πολύ ανεπτυγμένη φαντασία. Φανταζόμουν πράγματα. Ότι παίζω συνέχεια σε ταινίες και ότι η κανονική ζωή μου είναι μια ταινία και εγώ είμαι η πρωταγωνίστρια που έπαιζα όλους τους ρόλους. Όταν ήμουνα με τη φίλη μου πολλές φορές της έλεγα «μην κάθεσαι έτσι, μην μιλάς έτσι». Τη διόρθωνα σα να είμαστε σε ταινία. Φανταζόμουν τον εαυτό μου σε κόσμους μαγικούς ακόμη κι όταν τρώγαμε στο τραπέζι. Οι γονείς μου ήταν χωρισμένοι και τις  Κυριακές  πηγαίναμε  στον μπαμπά μου και τρώγαμε όλοι καθισμένοι στην τραπεζαρία ψαρόσουπα. Ηταν μεγάλο  το τελετουργικό με την κουτάλα, την σούπα που άχνιζε…Και μέσα στον καπνό  που αναδυόταν άρχιζα να φαντάζομαι πράγματα. Εβλεπα ακόμα και τον πατέρα μου σαν ήρωας μυθιστορήματος. Ο  μπαμπάς μου έλεγε συνεχώς: «Πού είναι ο νους σου, Αμαλία.»

Μεγάλωσα μέσα στο θέατρο και  στην άσπρη μπλούζα των γιατρών. Αλλά κι αυτό σαν σινεμά το έβλεπα.

Τα παιδικά μου χρόνια μετά το χωρισμό των γονιών μου ήταν ισορροπημένα αλλά και πολύ δύσκολα. Ο μπαμπάς μου ήταν σπουδαίος ψυχίατρος και σπουδαίος πατέρας. Ποτέ δεν θέλησα να ασχοληθώ με την ψυχιατρική, αν και έχω πολλές παιδικές αναμνήσεις  από το ιατρείο του στη Ρηγίλλης και την Κλινική Παπαδημητρίου, όπου ήταν διευθυντής της Νευρολογικής. Τον περίμενα να τελειώσει με τους ασθενείς του στο ιατρείο. Καθόμουνα στο σαλονάκι και άκουγα τις χαμηλές φωνές.  Αυτό ασκούσε πάνω μου τρομερή έλξη. Πλησίαζα και κολλούσα το αυτί μου, με μεγάλη αγωνία μην με πιάσουν, να δω τι λέει ο μπαμπάς μου και τι λέει ο ασθενής. Με έπαιρνε και στην Κλινική Παπαδημητρίου κάθε Τετάρτη και Παρασκευή.  Μεγάλωσα μέσα στο θέατρο και  στην άσπρη μπλούζα των γιατρών. Αλλά κι αυτό σαν σινεμά το έβλεπα.

Υπήρξα πολύ άτακτο παιδί και είχα διαγωγή κοσμία στους ελέγχους μου. Δυσκόλευα πάρα πολύ τη ζωή των δασκάλων και των καθηγητών μου. Στο Δημοτικό της σχολής Αηδονοπούλου, ένα καλό οικογενειακό και προοδευτικό σχολείο, ο κύριος Παππάς που μας έκανε γεωγραφία – η γνωστή εικόνα με το δάσκαλο, το χάρτη και το χάρακα- κάποια στιγμή  αναφερόταν στο Τεπελένι. Εγώ τότε φεύγω από το θρανίο μου, χώνομαι στα πόδια  της φίλης μου της  Εφης και αρχίζω να τραγουδώ:«Κάποτε στο Τεπελένι εικοσάχρονα παιδιά με μια ματωμένη χλαίνη …». Και αρχίζω να χορεύω με την Έφη στα πίσω  θρανία. Αυτό με το Τεπελένι  ήταν ένα μόνο περιστατικό. Εφαγα χαστούκι. Η καθηγήτριά μου στο Γυμνάσιο έλεγε :«Αμαλία, τι κυλάει εσένα στις φλέβες σου; Αίμα δεν κυλάει. Άζωτο κυλάει;». Ο καθηγητής της φυσικής με το που έμπαινε στην τάξη φώναζε:«Πήγαινε έξω , Μουτούση, για να κάνω μάθημα». Το ότι ήμουν πολύ άτακτο παιδί μπορείς να το πιστέψεις αν με δεις στη σκηνή. Τρέλα! Και να ’ναι καλά η σκηνή που διοχετεύεται σε αυτή.

Η καθηγήτριά μου στο Γυμνάσιο έλεγε :«Αμαλία, τι κυλάει εσένα στις φλέβες σου; Αίμα δεν κυλάει. Άζωτο κυλάει;».

Στην πρόβα έρχομαι πάντα «ολόκληρη». Το ξέρω. Ανθρωποι καθημερινά πνίγονται στο Αιγαίο, ζούμε μια κρίση χωρίς πάτο. Αλλά έρχεσαι ολόκληρος στη δουλειά σου. Όπως και το βράδυ πριν κλείσεις τα μάτια σου που σκέφτεσαι «τώρα που εγώ κλείνω τα μάτια μου εδώ, πού κλείνει τα μάτια του κάποιος άλλος; Πώς τα κλείνει, τα κλείνει;». Δεν γίνεται να μην μείνεις συνδεδεμένος.  Ο,τι και να κάνεις. Παπουτσής είσαι, ηθοποιός είσαι, μάνα είσαι, οτιδήποτε είσαι, είσαι συνδεδεμένος με αυτό που συμβαίνει. 

Το ιδανικό θα ήταν πριν βγω στη σκηνή να άφηνα πίσω μου ακόμα και την ταυτότητά μου. Ακόμα και το ποιος είμαι, το όνομά μου, το από πού προέρχομαι. Τα πάντα. Τις συνήθειές μου, τις σκέψεις μου τις καθημερινές για  το τι θα κάνω μετά, το πώς θα προλάβω να κάνω την αξονική τομογραφία. Όλα αυτά τα πράγματα πρέπει να τα αφήσεις πίσω αλλά αυτό δεν είναι ένα είδος περίεργου διαλογισμού. Όταν έχεις να κάνεις με μια δουλειά τόσο χειρωνακτική και πρακτική, με 200 σελίδες κείμενο λέξεων, βαλμένες μ’ έναν καθόλου τυχαίο τρόπο και φτιαγμένες από ένα σπουδαίο δραματουργό, η προσπάθειά σου και η προσήλωσή σου στο υλικό σου που σε εμπνέει, το αναμοχλεύεις και το αφουγκράζεσαι, εκ των πραγμάτων σε κάνει όλα τα άλλα πράγματα να τα εγκαταλείψεις.

Τώρα, η συγκεκριμένη δουλειά στο θέατρο έχει δυο σκέλη. Το ένα σκέλος είναι πάρα πολύ εργατικό, μοιάζει με δουλειά χειρωνακτική, πρακτική, σωματική,  κοπιαστική. Το άλλο σκέλος είναι το κομμάτι της δουλειάς που μέσα από το λόγο, επειδή δουλεύουμε ποιητικά κείμενα, μετουσιώνει κάτι σε κάτι άλλο. Αυτό λοιπόν είναι πολύ μεγάλη παρηγοριά πια. Να μπορείς  τον πόνο να τον κάνεις τραγούδι είναι πολύ μεγάλη πολυτέλεια στις μέρες μας. Αλλά είναι και κάτι που αν δεν υπήρχε δεν μπορούμε να ζήσουμε. Δεν είναι τυχαίο το ότι άνθρωποι του λαού φτιάξανε δημοτική ποίηση, δεν είναι τυχαίο το ότι τραγουδάνε το θάνατο και την απώλεια. Το θέατρο καταρχήν είναι η σύνδεση με όλα αυτά τα πράγματα. Είναι λάθος να νομίζουμε ότι το θέατρο είναι ένα κουκλόσπιτο μέσα στο οποίο  κανείς κλείνει τον έξω κόσμο και κάνει μόνο ό,τι είναι προστατευμένο. Όχι! Το θέατρο πρέπει να είναι  σαν τέχνη και σαν τρόπος δουλειάς ανοιχτό από παντού.

Aυτό κάνει η τέχνη. Σε βοηθάει από το νόμο της βαρύτητας, από αυτή την πτώση που όλοι μας έχουμε σαν φύσεις και ειδικά τώρα με την απώλεια που ζούμε, να τον τραγουδήσουμε. Όχι να τον απωθήσουμε, όχι να τον αποφύγουμε.

Ο άνθρωπος που ασχολείται με το θέατρο και με κάθε τέχνη πρέπει να είναι πάρα πολύ ευάλωτος. Πάρα πολύ ανοιχτός στα ρεύματα τα οποία υπάρχουν δίπλα του, γύρω του, κοντά του, μακριά του. Πρέπει να αφουγκράζεται, διαφορετικά δεν μπορεί να την κάνει αυτή την δουλειά.  Δεν μπορεί να έρθει σε επαφή με ένα ποιητικό κείμενο και μέσα από αυτό να μπορέσει να εκφράσει δυνάμεις, έννοιες, καταστάσεις οι οποίες είναι  συμπαντικές. Γιατί αυτό είναι το θέατρο, αυτή είναι η  μεγάλη τέχνη και αυτό είναι αυτά τα σπουδαία κείμενα. Μιλάνε για πράγματα τα οποία έχουν να κάνουν με το Όλον, με το σύμπαν, με τη μοίρα του ανθρώπου. Είναι λοιπόν παρηγορητικό, αλλά με την έννοια τού ό,τι κάτι πολύ πεζό, σκληρό κατορθώνει  ένα νόμο της βαρύτητας που σε τραβάει κάτω να τον σηκώνει ψηλά. Aυτό κάνει η τέχνη. Σε βοηθάει από το νόμο της βαρύτητας, από αυτή την πτώση που όλοι μας έχουμε σαν φύσεις και ειδικά τώρα με την απώλεια που ζούμε, να τον τραγουδήσουμε. Οχι να τον απωθήσουμε, όχι να τον αποφύγουμε.

Τα έργα των μεγάλων δραματουργών, τα ποιητικά κείμενα είναι σύγχρονα, είναι νέα κείμενα, γιατί αλλιώς δεν θα υπήρχαν -όπως και η αρχαία τραγωδία. Υπάρχει πάντοτε μια παρεξήγηση ανάμεσα στην έννοια του σύγχρονου και του επίκαιρου. Δεν έχουν καμία σχέση. Το επίκαιρο έχει να κάνει με ένα ρεύμα ζωής  που έρχεται και παρέρχεται. Το  σύγχρονο έχει να κάνει με ένα ρεύμα ζωής που είναι υπόγειο και αιώνιο κι έχει να κάνει με το κλασικό, δηλαδή με την πηγή, με τα πράγματα που πάντοτε θα αφορούν στην ανθρωπότητα.

Τι είναι λοιπόν η Νόρα; Είναι ένας άνθρωπος ο οποίος φεύγει από το κουκλοσπιτό του, το οποίο έχει μέσα ασφάλεια, θαλπωρή, μυστικά, σκοτάδι, καλύμματα, καλύμματα, καλύμματα… Η Νόρα λοιπόν ανοίγει την πόρτα και βγαίνει έξω. Στο σκοτάδι, στο οποίο είναι εκτεθειμένη, και πια δεν είναι καλυμμένη. Το  κουκλόσπιτο για την εποχή του Ιψεν είναι ο θεσμός του γάμου. Σήμερα  αν δεν είναι είναι ο θεσμός του γάμου, γιατί μια γυναίκα  μπορεί πολύ εύκολα να χωρίσει τον σύζυγό της και να φύγει, σήμερα είναι κάτι άλλο. Είναι ζήτημα του καθενός ανθρώπου ξεχωριστά να βρει ποιο είναι το δικό του κουκλόσπιτο  από όπου πρέπει να φύγει. Προσωπικά, δεν το  εστιάζω καν στην γυναίκα αλλά στον άνθρωπο και σε ό,τι ο καθένας από μας νιώθει εγκλωβισμένος. Αρα η Νόρα του σήμερα είναι τόσο υπαρκτή και τόσο  αναγκαία για τον καθένα μας.

Το ψυχαναλυτικό σκέλος όλων αυτών εξαρτάται πάντα κι από τον κάθε άνθρωπο. Εγώ συνδέομαι πάρα πολύ με τους ρόλους, γιατί χωρίς να το επιδιώκω βγάζουν στην επιφάνεια αληθινό, ζωντανό υλικό της ζωής μου. Οχι μόνο της δικής μου ζωής,  τελικά,  γιατί η ζωή μου είναι εξαρτημένη από ανθρώπους,  σχέσεις, από  όσα με περιτριγυρίζουν. Αυτά είναι η ζωή μου κι αυτά με διαμορφώνουν. Η Νόρα έχει από γεννησιμιού της την  απόλυτη ανάγκη  για ένωση. Αυτός είναι ο λόγος που χωρίζει. Ψάχνει το ένα. Κι εγώ θα  ήθελα να μπορώ να επηρεάζομαι, να εμπνέομαι από τους ρόλους και να μου δίνουν δύναμη για να πάω σε περιοχές πιο γενναίες.

Όταν πέθανε είπα «βρε Λευτέρη, τι θα κάνω τώρα εγώ, πού θα πάω;» Ορφανέψαμε πάρα πολύ όλοι και κάποια παιδιά του ακόμα περισσότερο.

Η ελληνική κοινωνία σε ένα μεγάλο βαθμό έχει βυθιστεί στην απάθεια και στην ανθρωποφαγία. Από εκεί και πέρα, βλέπω και το αντίθετο, μια έντονη κινητοποίηση  κι ευαισθητοποίηση. Το αν θα είσαι αφυπνισμένος, θα αναλάβεις την ευθύνη του εαυτού του και θα τείνεις προς την ένωση, είναι  ζήτημα επιλογής. Η αναγέννηση και η ελπίδα υπάρχουν πάντως σε κάθε άνθρωπο.

Στη συνεργασία μου με τον Γιώργο Σκεύα  μπορώ και είμαι ελεύθερη κι αυτό με κάνει δημιουργική. Δεν είναι ότι συμφωνούμε, αλλά έχουμε ένα κώδικα. Νιώθω ότι προέρχεται από τον Λευτέρη (Βογιατζή). Δουλεύοντας με τον Γιώργο ο Λευτέρης είναι διαρκώς παρών. Μέσα στην ίδια την δουλειά, εννοώ, όχι μεταφυσικά, στον τρόπο που προσπαθούμε να περάσουμε το λόγο  του Ιψεν. Ο τρόπος  του Λευτέρη έχει περάσει στο DNA μας.

Όταν πέθανε είπα «βρε Λευτέρη, τι θα κάνω τώρα εγώ, πού θα πάω;» Ορφανέψαμε πάρα πολύ όλοι και κάποια παιδιά του ακόμα περισσότερο. Είναι πολύ ωραίο να είσαι και να δουλεύεις στο θέατρο του Λευτέρη. Εμένα δεν μου αρέσει η σχέση με το θέατρο να είναι « έρχομαι, παίζω και φεύγω». Θέλω να είμαι σε ένα χώρο που να συμβαίνουν πάρα πολλά πράγματα μέσα μου. Ενα χώρο που να με μπερδεύει λίγο. Αυτός ο χώρος, ακριβώς επειδή προέρχεται από τον Λευτέρη, σού δημιουργεί μια τρομερή θαλπωρή, για να σκεφτείς και να εργαστείς. Επειδή κάθε κομματάκι εδώ πέρα έχει μια ιστορία βιωμένη απ΄το Λευτέρη .

Αισθάνομαι ότι κέρδισα πράγματα μέσα από τις δουλειές που έκανα και μετά από τον Λευτέρη. Προχώρησα, σίγουρα και με τον Σαββόπουλο και με τον Άμλετ του Χουβαρδά και με το έργο του Μαυριτσάκη στο Φεστιβάλ. Ηταν εκλεκτές συνεργασίες. Ουσιαστικά, εγώ ενσωματώνομαι στο όραμα του σκηνοθέτη. Αυτό όμως που μου καλύπτει η τωρινή δουλειά είναι ότι δεν λειτουργώ στα στενά πλαίσια  του ηθοποιού. Αυτό συμβαίνει επειδή ο Γιώργος είναι προέκτασή μου σε πολλά πράγματα. Αισθάνομαι ότι υπάρχει ένα άλλο είδος συνομιλίας  για το πώς μπαίνουμε  μέσα σε ένα κόσμο. Δεν έχουμε την κλασική σχέση του σκηνοθέτη που έχει ένα όραμα το οποίο υπηρετείς εσύ. Τα πράγματα γεννιούνται  από την αρχή μαζί με τον Γιώργο και αυτό που θα προκύψει είναι κοινό.

Αυτό που προσπαθώ, λίγο λίγο, είναι να φτιάξω τον εαυτό μου καλύτερο. Να λιγοστέψω τα δικά μου ψέματα, τις δικές μου προλήψεις, τις  ιδεοληψίες και τους φόβους μου. Γιατί όλα αυτά είναι αλληλένδετα. Αυτός είναι ο δικός μου προσωπικός αγώνας . Να έχω μια διαύγεια ως άνθρωπος και να γίνομαι και λίγο καλύτερη. Να είμαι ανοικτή στους ανθρώπους, να ακούω , να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής με τα πράγματα τα οποία μου δίνουν δύναμη, να συναναστρέφομαι με ανθρώπους  που έχουν θετικές σκέψεις.

Η επιστολή αποχώρησής μου από το Δ.Σ του Εθνικού Θεάτρου ήταν μια προσπάθεια να είμαι ειλικρινής. Νομίζω όλοι το κατάλαβαν αυτό. Αλλά και ποιος δεν  προσπαθεί να είναι ειλικρινής; Μέσα από τη δουλειά. Από τη μητρότητα. Ήμουνα από τους ανθρώπους που υποστήριξαν  τον Γιώργο Λούκο, με όποιο τρόπο μπορούσα, με επιστολές, με το να πάω στο γραφείο του υπουργού. Προσπαθώντας πάντα να έχω μια ψύχραιμη στάση, να μην προτάσσω τη λύπη μου και το πόσο άσχημα νιώθω με αυτό που έγινε, αλλά τη λογική, θεωρώ ότι αν είχαν αντικαταστήσει το Γ.Λούκο με κάποιον άλλο άνθρωπο, που εκείνοι για τους δικούς τους λόγους θα θέλανε, ενώ φυσικά θα λυπόμουν βαθύτατα, θα σεβόμουν την απόφαση. Για μένα παίζει πολύ μεγάλο ρόλο ο τρόπος που γίνονται τα πράγματα. Το γεγονός ότι για να τον αντικαταστήσουν σπίλωσαν το όνομά του, δείχνει ότι δεν είχαν ευθύτητα και  γενναιότητα. Αυτό είναι το σοβαρό για μένα.  

Εγώ είχα πάρα πολύ καλή επαφή με τον Μπαλτά και τις δυο φορές που τον συνάντησα για το θέμα του Γιώργου Λούκου.  Μακάρι, και μιλάω και για τον καλλιτεχνικό κόσμο πιο πολύ, να μπορούμε να έχουμε υπουργούς Πολιτισμού οι οποίοι είναι δίπλα μας, μας ακούνε, ενδιαφέρονται να μάθουν, ρωτάνε, αφουγκράζονται,αμφιβάλλουν. Είναι σε μια σχέση μαζί μας. Γιατί αυτό αισθάνθηκα. Εκ του αποτελέσματος δεν μπορώ να πω ότι αισθάνομαι εξαπατημένη γιατί από την αρχή ήξερα ότι ο άνθρωπος αυτός είναι υπουργός σε μια συγκεκριμένη κυβέρνηση, οπότε αν αυτή έχει κατά νου να αλλάξει τον εκάστοτε  καλλιτεχνικό διευθυντή θα τον αλλάξει. Αρα δεν νιώθω εξαπατημένη. Απλώς στενοχωριέμαι, γιατί αισθάνομαι ότι ο Μπαλτάς έχει πράγματα να δώσει, που ενδεχομένως ο κομματικός μηχανισμός δεν τον αφήνει. Αυτό εισέπραξα τις φορές που κάθισα  για πολύ ώρα στο γραφείο του και είδα απέναντί μου ένα μυαλό  ανοικτό που δεν φοβάται να δείξει ότι δεν ξέρει κάτι.

Στη χώρα δεν έχω αισθανθεί ότι υπάρχει διαφάνεια. Παρόλα αυτά επειδή αυτή η κυβέρνηση ψηφίστηκε  από ένα πολύ μεγάλο ρεύμα του ελληνικού λαού έχω σεβασμό απεναντί της. Δεν θεωρώ τυχαίο ότι εξέφρασε μια τόσο μεγάλη μερίδα ανθρώπων. Εναπόθεσαν μεγάλη ελπίδα πάνω της. Είμαι από αυτούς που πραγματικά θέλω, θα ήθελα να τα πάει καλά αυτή η κυβέρνηση. Πάντα ήμουνα έτοιμη να τους πιστέψω. Δεν ήθελα να έχω κάτι στο πίσω μέρος του μυαλού μου γιατί ούτως ή άλλως δεν υπήρχε τίποτα πριν από αυτή την κυβέρνηση πού πίστευα.

Δεν ξέρω αν έχω μεγάλα αποθέματα αντοχής, αλλά προσπαθώ να κρατάω μια ισορροπία παρόλο που  με το ανοσιοποιητικό μου δεν τα πάω καλά τελευταία. Είναι πολύ ευαίσθητο, βάλλεται με το παραμικρό. Είμαι πια σε μια ηλικία, είμαι πάνω από 50, όπου έχω ζήσει περισσότερο από το μισό της ζωής μου. Ελπίζω να είμαι πάντα νέα, δηλαδή καινούρια. Αυτό σημαίνει ότι θα επιτρέπω στον εαυτό μου να αλλάζει.

Μετά από όλα τα χρόνια που έχω ζήσει νιώθω ότι ο έρωτας είναι αυτό που με κάνει να αγαπάω τη ζωή και με συνδέει με όλα τα πράγματα. Δεν είναι κάτι που έχει να κάνει αποκλειστικά με το ανδρικό φύλο, αλλά με τη σχέση μου με τους ανθρώπους, τα παιδάκια που αγαπάω, τα πράγματα, τα κείμενα. Βλέπω δηλαδή ότι η ζωή μας δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς έρωτα. Με αυτή την έννοια είναι καθοριστικό πράγμα για μένα ο έρωτας και πηγή ζωής.

Ο έρωτας είναι ένας δρόμος. Δεν είναι μία περιπέτεια, ούτε είναι μια συνεύρεση δυο ανθρώπων που νιώθουν μια έλξη παρορμητική και πάνε προς την ένωση κι αυτό ήταν. Εχει να κάνει με τη φαντασία, τη διάθεσή σου να δεις τον άλλο και λίγο διαφορετικό από αυτό που σου δείχνει, να τον τσιγκλήσεις λίγο. Θέλει μια κίνηση εσωτερική συνέχεια. Αυτό από μια ηλικία και πέρα το νιώθω ότι γίνεται από μόνο του στην καθημερινότητά μου. Γιατί είναι δύσκολη η ζωή και ο αγώνας της. Τίποτα δεν σε βοηθά.


Το Κουκλόσπιτο του Ιψεν, από το Σάββατο  6/2, σε μετάφραση-δραματουργική επεξεργασία- σκηνοθεσία Γιώργου Σκεύα. Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη. Κοστούμια: Αγγελος Μεντής.Μουσική : Σήμη Τσιλαλή. Φωτισμοί : Κατερίνα Μαραγκουδάκη.  Με τους Αμαλία Μουτούση,Άρη Λεμπεσόπουλο, Μαρία Ζορμπά, Γιώργο Συμεωνίδη, Νικόλα Παπαγιάννη.
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Share
Published by
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη