Categories: POP ID

Ο Μάξιμος Μουμούρης χάρη στη μουσική έχει μια δεύτερη, παράλληλη ζωή

ΜΟΥΣΙΚΗ:  Ή ήμουν στην προηγούμενη ζωή μουσικός ή θα είμαι στην επόμενη, δεν εξηγείται το ότι από μικρός ήταν για μένα το καταφύγιό μου. Έχω περάσει άπειρες ώρες να ακούω δίσκους και cd. Πέρασα μια μεγάλη περίοδο που το άκουσμα ενός καινούριου άλμπουμ ήταν μικρή τελετή. Το άνοιγμα, η τοποθέτηση, το διάβασμα του μικρού ένθετου και η λίγο-λίγο εκμάθηση των στίχων. Μετά από χρόνια βρήκα το χρόνο και έκανα ξανά το ίδιο δώρο στον εαυτό μου. Υποσυνείδητα συνειδητοποίησα πως η χαρά από τη μουσική μπορεί να έρθει από όλα σχεδόν τα είδη, γι’ αυτό και η μουσική μου πορεία είναι αρκετά πλουραλιστική. Έτσι, από παιδί τα αυτιά μου άκουγαν ιταλικά τραγούδια του 60’, 70’, 80’ αλλά και παιδικά. Ελληνικά αντίστοιχης περιόδου (θυμάμαι έντονα τον Μούτση, τον Σαββόπουλο, τη Μοσχολιού, τον Μητροπάνο, τον Μητσιά). Από τα 10 μέχρι τα 15 συνέβη μια πολύ αλλόκοτη στροφή. Ενώ στην αρχή αγόραζα με τον αδελφό μου δίσκους των Minoque, J.Donovan, R.Astley, KLF, C+C Music factory κ.α, (κάποτε η ποπ κουλτούρα είχε κάτι να προτείνει, όχι πλέον, όλα είναι κλωνοποιημένα) ένα καλοκαίρι στη Μυτιλήνη μυήθηκα στη heavy metal (Iron Maiden, Manowar, WASP, Metallica, Black Sabbath). Θυμάμαι πως ο αδερφός μου με είχε «καρφώσει» στον πατέρα μου για τις «οξαποδώ» επιλογές μου. Όλα αυτά μέχρι που ο ξάδερφός μου από τη Γερμανία μου έστειλε το Rattle n’ hum των U2. Εκεί έμεινα για πολλά χρόνια όπως και στους R.E.M. με αφετηρία το Out of time. Παράλληλα όμως οι Guns n’ Roses ήταν η προσωποποίηση του θεϊκού στην παρέα μου, οπότε ασπάστηκα και γω αυτή τη θρησκεία για λίγο. Όμως η βρετανική σκηνή άλλαξε άρδην τη σχέση μου με τις μπάντες της εποχής γιατί ακούγοντας το βρετανικό ρεύμα σταμάτησα να χτυπάω τη μαλούρα μου στα ροκάδικα και άρχισα να χορεύω ολόκληρος, να θέλω να ξενυχτήσω για να χορεύω αλλιώς η διασκέδαση μου έμενε λειψή.

Τέλος πάντων, θα μπορούσα να μιλήσω για μια παράλληλη ζωή μέσω της μουσικής. Από τότε μέχρι και σήμερα πέρασα από πολλά είδη και ξέρω πως δεν έχω γνωρίσει τίποτα. Θα κάνω όμως μια γρήγορη βόλτα σε μουσικές που ερέθισαν και συνεχίζουν να το κάνουν με ξεχωριστό τρόπο τα ακουστικά μου όργανα: Radiohead, Pink Floyd, Gabriel, Oldfield, Doors, Smiths, Satie, Brubeck, Miles, Coltrane, Moricone, Beethoven, Motzart, Rahmaninov, Vivaldi.

ΒΙΒΛΙΑ:  Θα σου πω ενδεικτικά τι διάβασα πέρυσι γιατί αλλιώς μπλέκουμε ξανά σε ιστορίες χωρίς τέλος: «Νεαρό άσπρο ελάφι», «Σοφό παιδί», «Νίκη» (Χ.Χωμενίδης), «Έγκλημα και τιμωρία», «Ο παίχτης», «Το υπόγειο» (Φ.Ντοστογιέφσκι), «Τα δαιμόνιά μου» (Ε.Μορέν), «Η δύναμη της επιθυμίας» του Massimo Recalcati. Φέτος πρόλαβα μόνο το «Άμρι α Μούγκου ή το χέρι του θεού» του Μ. Καραγάτση και αυτήν την περίοδο παλεύω με το μεγαλειώδες κήτος που λέγεται «Μόμπι Ντικ» του H.Melville.

ΤΑΙΝΙΕΣ: Ανακάλυψα φέτος το καλοκαίρι τον Paolo Sorentino και ομολογώ πως κάνει έναν κινηματογράφο που μπορεί τόσο να με συγκινήσει αλλά και να με στριμώξει εγκεφαλικά. Με αφορμή τη «Λέξη που δε λες» και το ζήτημα του αυτισμού είδα πολλές ταινίες με αντίστοιχη θεματική (μια από αυτές που δε θυμάμαι τον τίτλο ήταν η ζωή της Temple Grandin, ίσως της πιο γνωστής αυτιστικού που πλέον δίνει διαλέξεις για την ιδιαιτερότητά της). Μέσα σε αυτές όμως είδα ένα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ ονόματι The boy and the horse που αφορά μια οικογένεια στην Αμερική που ο γιος είναι τριών χρονών και αυτιστικός. Η ταινία είναι το ταξίδι τους στην κεντρική Ασία για να βρουν μια φυλή που μέσω των αλόγων ηρεμεί την ψυχή αυτών των παιδιών. Το μέγα παράπονο βέβαια είναι το ότι δεν βλέπω πια ταινίες σε κινηματογραφικές αίθουσες. Μόνη παρηγοριά τα animation που βλέπω συχνά με τις κόρες μου και εννοείται πως η επιλογή της ταινίας δεν είναι μόνο δική τους επιλογή, βρίσκεις πολλά μικρά διαμαντάκια.

ΣΠΟΡ:  Κολύμπι, κολύμπι και πάλι κολύμπι πλέον, άντε και λίγο trx και τρέξιμο όσο περιμένω να τελειώσουν την προπόνηση οι μικρές. Το απωθημένο μου είναι πως αυτήν την περίοδο αγόρασα καινούργιο ποδήλατο (μετά τα δυο που μου έχουν κλέψει) αλλά δεν μπορώ να το συνδυάσω με τα ωράρια, θα τα καταφέρω όμως.

ΙΝΤΕΡΝΕΤ:  Μόνο για ενημέρωση και ανάγνωση άρθρων που αφορούν το αντικείμενο που ασχολούμαι κατά καιρούς. Θα μπορούσα να πω ότι είμαι το αντίθετο του χάκερ. Είναι όμως μεγάλη πολυτέλεια που μπορώ να κάνω σχεδόν όλες τις οικονομικές συναλλαγές μέσω αυτού. Κερδίζω όχι μόνο χρήμα άλλα και πολύτιμη ηρεμία.

ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ:  Δεν προλαβαίνω, αλλά για να είμαι ειλικρινής όταν μπορώ θα απολαύσω την εξουσία του ζάπινγκ όσο και μια ταινία ή ντοκιμαντέρ που θα πετύχω τυχαία, οπότε το τηλεκοντρόλ μένει ξεχασμένο στον καναπέ.

ΤΑΞΙΔΙΑ: Δύσκολο πια, λόγω δουλειάς αλλά και του αριθμού των μελών της οικογένειας. Βέβαια τον τελευταίο χρόνο ταξιδεύω αρκετά για δουλειά αλλά δεν έχει καμία σχέση με την αναψυχή. Καταφέρνω όμως μερικές φορές να συνδυάσω την οικογένεια με τα επαγγελματικά ταξίδια. Θέλω όμως να μπορέσω να προγραμματίσω από εδώ και εμπρός για να γνωρίζουν τον κόσμο οι κόρες μου γιατί και εγώ όταν ήμουν μικρός είχα ταξιδέψει σε μεγάλο κομμάτι της Ευρώπης κυρίως και οι αναμνήσεις είναι ανεξίτηλες. 

ΓΕΙΤΟΝΙΑ: Τρεις: Αργυρούπολη, Καρέας και Νέα Σμύρνη. Η πρώτη ήταν η περίοδος όπου ο δρόμος έξω από το σπίτι ήταν η ελευθερία μου. Μπάλα στη μέση του δρόμου και αραιά και πού διακοπή για να περάσει αυτοκίνητο. Ύστερα η φωνή από το σπίτι πως πρέπει να μαζευτώ. Ο Καρέας είναι η εφηβεία μου. Και πάλι ο δρόμος είχε αντίστοιχο ρόλο μόνο που στα σκοτάδια συνέβαιναν τα φλερτ, τα πρώτα αγγίγματα και φιλιά. Ακόμα εκεί είμαι και βλέπω τα μικρά οικοπεδάκια, αλάνες που είχαμε η κάθε ομάδα για έδρα τους, να έχουν μετατραπεί σε κτήρια. Η φυσική συνέχεια της ζωής στην πόλη. Ακόμα η παρέα υπάρχει από το σχολείο, εγώ πιο μακριά αλλά με έναν τρόπο κάτι με συνδέει ακόμα. Μου αρέσει πολύ όμως που στην ίδια γειτονιά που και εγώ και η Νάντια, η γυναίκα μου, έχουμε αντίστοιχες εμπειρίες, φτιάξαμε την οικογένειά μας. Νιώθω ήρεμος στον Καρέα και ας φοβάμαι να αφήσω τα παιδιά μου να παίξουν και να «αλητεύουν» στη γειτονιά όπως έκανα εγώ. Τέλος, η Νέα Σμύρνη. Δεν έμεινα ποτέ αλλά έχω περάσει μια επταετία συγκλονιστικών εμπειριών από τα 12 μέχρι τα 19 στις μπασκετικές ομάδες του Πανιωνίου. Ώρες ατελείωτες προπονήσεων και παιχνιδιών. Περπάτημα στην πλατεία για το λεωφορείο αλλά σύντομα, όταν απέκτησα το πρώτο μου μοτοποδήλατο (Honda Camino ή θα μείνω για την παρέα) για τσάρκα με συμπαίκτες.

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου