Μιλήσαμε την ημέρα της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών, 9 του Μάη, όταν ο Κόκκινος Στρατός κάρφωνε το λάβαρο της ανθρώπινης ελευθερίας στην καρδιά του ναζιστικού κτήνους. Ταιριαστή μέρα να μιλήσεις με μια τρανς γυναίκα-θρύλο, που υπερήφανα έκανε τη διαφορετικότητά της λίκνο ελευθερίας αλλά και σπαθί που άνοιγε δρόμο για τους άλλους. Εξάλλου, αν δεν είναι κι οι άλλοι ελεύθεροι, δεν είμαστε ούτε εμείς. Κι αυτό η Πάολα Ρεβενιώτη, υποψήφια σήμερα με το ΜέΡΑ25 στην Α’ Αθήνας, το ξέρει καλά.
Στη δύσκολη διαδρομή της, δεν προσκύνησε ποτέ καμία εξουσία παρά μόνο την Παναγιά την Επιθυμία. Από όταν έφυγε 13 χρονών παιδάκι από το σπίτι της στο Κερατσίνι συνειδητοποιώντας ότι «δεν χωρά», μέχρι το Πολεμικό Ναυτικό απ’ όπου εκδιώχθηκε με ρατσιστικό τρόπο για να καταλήξει αργότερα στα «θρανία» της Συγγρού, της Αθηνάς και της Καβάλας, σπουδάζοντας την κοινωνία επάνω στα ψηλά της τακούνια. Βλέπεις, άλλη επιλογή από τη σεξεργασία η Ελλάδα δεν έδινε, κι ακόμα δεν δίνει στα τρανς άτομα.
Η Πάολα δεν υπήρξε όμως ποτέ θύμα, όπως λέει. Βιώνοντας στο πετσί της τι σημαίνει να αντιστέκεσαι για να υπάρχεις, εξεγειρόταν ενάντια στην αστυνομία που κάποτε τη συλλάμβανε κάθε τρεις και λίγο όπως και όλες τις τρανς σεξεργάτριες απλώς και μόνο επειδή ήταν αυτό που ήταν. Αναπόφευκτα, προσγειώθηκε ως κομήτης εξεγερσιακού ερωτισμού στα Εξάρχεια του ’80 και ζυμώθηκε με την αναρχία. Ακτιβίστρια πολύ πριν επινοηθεί ο όρος, εκεί έμενε όταν ξεκίνησε να προκαλεί απανωτά εγκεφαλικά σε αστούς και δήθεν προοδευτικούς εκδίδοντας το «Κράξιμο» (1982-1993): Ηδυπαθείς φωτογραφίες αγοριών ξεπηδούσαν ανάμεσα σε κείμενα για πολιτικοκοινωνικά κινήματα και ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, αλλά και τον λόγο του Μίσσιου, του Ταχτσή, του Γκουαταρί, του Πετρόπουλου, του Μπίστικα, της Γώγου, του Χριστιανόπουλου. Η Πάολα θήτευσε δίπλα σε κάποιους από αυτούς. Υποστηρικτής κι ο Χατζηδάκις, που θα είχε δώσει συνέντευξη αν δεν ξερνούσε τότε χυδαία επάνω του ο αυριανισμός.
Η Πάολα Ρεβενιώτη διοργάνωσε τα πρώτα Gay Pride στον Λόφο του Στρέφη. Αργότερα θα εκλεγόταν πρώτη πρόεδρος του Σωματείου Αλληλεγγύης Τρανς Ελλάδος. Από πιτσιρίκι στα κινήματα, ΛΟΑΤΚΙ+ και ταξικά (αυτά «πάνε πάντα μαζί» θα τονίσει), εκτός από εκδότρια, έγινε ποιήτρια, κινηματογραφίστρια, καλλιτέχνιδα, ραδιοφωνική παραγωγός: «ταμπέλες» που περιγράφουν μεν, δεν χωράνε δε την πληθωρική προσωπικότητα και τη μυθιστορηματική ζωή της Πάολας Ρεβενιώτη. Σήμερα, ο δημόσιος λόγος της ξετυλίγεται μέσα από το «Πάολα Ντοκιμαντέρς»-Paola Project με θεματικές από πρόσφυγες και σεξουαλικούς αποσυνάγωγους μέχρι λαογραφία κι Αρχαία Ελλάδα, τις φιλοξενημένες και σε διεθνείς εκθέσεις φωτογραφίες της, το κανάλι της στο youtube, το blog της, την εκπομπή της «Παρλαφούσι» στο Radio MeRA και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Δυστυχώς δεν βρισκόμουν στην Αθήνα να τη συναντήσω από κοντά. Και η τεχνολογία αποφάσισε να μη συνεργήσει στη βιντεοκλήση. «Δεν είναι εδώ κι ο γιος μου που με βοηθά σ’ αυτά», μου λέει, και το μπάσο ηχόχρωμά της βαθαίνει από τρυφερότητα για το παιδί που έχει μεγαλώσει. Από το τηλέφωνο, λοιπόν.
«Πώς πάει η προεκλογική εκστρατεία;»
«Καλά πάει. Όσο μπορώ κι εγώ προσπαθώ, μόνη μου, μη νομίζεις, δυο-τρεις φίλους έχω που με βοηθάνε».
«Ρωτώ, γιατί δεν ξεφυτρώσατε τώρα ξαφνικά στην πολιτική επειδή βάζετε υποψηφιότητα για βουλεύτρια, μια ζωή είστε μες στα κινήματα…»
«Από μικρό παιδάκι, απ’ τα 16 μου χρόνια σχεδόν. Από τότε που συνειδητοποίησα τον εαυτό μου. Εντάξει, ήταν και μεγάλο σχολείο τα Εξάρχεια γιατί έμενα κι εκεί».
«Αληθεύει ότι έβγαιναν τότε οι αστυνομικοί στα μικρόφωνα και δεν έλεγαν “κατεβαίνουν οι αναρχικοί”, αλλά “κατεβαίνουν οι Παολικοί”;»
«Ναι, είχε γίνει κι αυτό πολλές φορές. Κοίταξε να δεις, μη νομίζεις ότι με καλοδέχτηκε ο κόσμος. Εντάξει, στα Εξάρχεια ήταν λίγο πιο ανεκτικός ο χώρος, γιατί εκείνη την εποχή είχαν γυρίσει πολλοί φοιτητές που είχαν ζήσει τον Μάη του ’68 στη Γαλλία. Υπήρχε μια διανόηση που με τα χρόνια χάθηκε από τα Εξάρχεια. Που αυτοί ήταν πολύ ανοιχτόμυαλοι. Γιατί πάντα, ακόμη και οι αναρχικοί και οι αντιεξουσιαστές, και κυρίως η Αριστερά εκείνες τις εποχές δεν τολμούσαν να μιλήσουν γι’ αυτά τα θέματα, με εξαιρέσεις βέβαια. Θέλανε μια τρανς πάντα να είναι θύμα. Πάντα αυτοί να είναι που θα υποστηρίζουν την τρανς, ποτέ δεν δίνανε ισότιμο λόγο».
«Γιατί συνέβαινε αυτό, πιστεύετε;»
«Δεν μπορώ να το καταλάβω και δεν τους έκανα και ποτέ τη χάρη να είμαι θύμα εγώ. Δεν θα ξεχάσω όταν πήρα ένα αυτοκίνητο και με είδαν με έναν ωραίο γκόμενο μέσα, άρχισαν να με μισούν. Άνθρωποι που με βλέπανε καθημερινά, διότι μια τρανς θεωρούσαν ότι είναι πεταμένη στην κοινωνία, ζει δυστυχισμένα και κακομοίρικα και κυνηγημένη, και εμείς οι καλοί οι επαναστάτες θα την προστατέψουμε. Ποτέ δεν μπορούσαν να δουν μια τρανς που έχει ζωή, τη χαίρεται, διασκεδάζει, περνάει καλά και δεν είναι μίζερη και θύμα. Υπήρχε μεν το ΑΚΟΕ εκείνη την εποχή, που ήταν ένα κίνημα αριστερίστικο με ελιτισμό, αλλά πιστεύω ότι η παρουσία μου έπαιξε μεγάλο ρόλο, την επέβαλα και τους άλλαξα νοοτροπίες, γι’ αυτό και έβγαλα το “Κράξιμο”».
«Προνομιούχα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα στο ΚΚΕ το βουλώνουν»
«Ήταν μίζερη δηλαδή η Αριστερά;»
«Πάντα η Αριστερά εκείνη την εποχή ήταν η μίζερη. Τώρα ίσως αλλάζουν τα πράγματα. Αλλά βλέπουμε και τον συντηρητισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα τολμούσε ποτέ να με κατεβάσει σε ψηφοδέλτιο; Με καλόπιαναν, με καλούσαν σε εκδηλώσεις, μέχρι εκεί».
Έγραφε στο Facebook ότι το ΜέΡΑ25 είναι το μόνο «που τόλμησε να βάλει στα ψηφοδέλτια κάποιαν σαν εμένα».
«Πουριτανική η Αριστερά και σήμερα λοιπόν;»
«Ε, ναι, δυστυχώς. Βλέπουμε και το ΚΚΕ, το ΚΚΕ ζει στο παρελθόν ακόμη. Βλέπουμε μέσα στο ΚΚΕ να είναι ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα και να το βουλώνουν και να μην έχουν την αξιοπρέπεια να καταλάβουν ότι μεν αυτοί μπορεί να είναι προνομιούχοι γιατί παίρνουν κάποια λεφτά και έχουν βολευτεί, υπάρχουν όμως άλλα queer και ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που δεν έχουν αυτά τα προνόμια. Που είναι διωγμένοι από το σπίτι τους, που είναι θηλυπρεπή και δεν βρίσκουν εύκολα δουλειά. Τρανς, που είναι όλες στην ανεργία και πολλές είναι αναγκασμένες ακόμη και τώρα σε μεγάλες ηλικίες να βγαίνουν σεξεργασία».
«Άρα η μη αποδοχή της σεξουαλικής διαφορετικότητας δεν είναι μόνο θέμα της Δεξιάς», της λέω.
«Η Δεξιά ποτέ δεν ήταν ομοφοβική. Ήταν πάντα υποκριτική και κακιά. Για παράδειγμα, στις διαμαρτυρίες που έκανα εκείνη την εποχή όταν με κακοποιούσαν οι αστυνομικοί, η Απογευματινή, η Βραδυνή, οι δεξιές εφημερίδες, έβαζαν την ανακοίνωσή μου και λέγανε “δείρανε την Πάολα αστυνομικοί”. Δεν θα το έβαζε ποτέ καμιά αριστερή εφημερίδα, με εξαίρεση αργότερα λίγο την Ελευθεροτυπία. Να μου πεις, υπήρχαν και άλλοι δημοσιογράφοι, δεξιοί αστοί δημοσιογράφοι, είναι και αυτό».
«Γιατί έτσι;»
«Οι αριστεροί ήταν πολύ πιο συντηρητικοί σ’ αυτά τα θέματα, γιατί ταλαιπωρήθηκαν από Εμφυλίους, ταλαιπωρήθηκαν από ξερονήσια και ήθελαν να δείξουν ένα πολύ καλό πρόσωπο στην κοινωνία προς τα έξω, αλλά αυτό το πρόσωπο δεν ήταν επαναστατικό, ήταν πιο συντηρητικό από ό,τι πρέπει».
«Και φθάνουμε στο σήμερα, που το ΚΚΕ καταψηφίζει το σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών», επισημαίνω.
«Περιμένουμε να πέσει ο καπιταλισμός, μόλις πέσει ο καπιταλισμός θα λύσουμε όλα τα προβλήματα. Κατάλαβες; Κι όλοι αυτοί βολεμένοι με τις δουλειές τους, με τα προνόμια τους, παντρεμένοι οι περισσότεροι. Κρίμα είναι, γιατί εγώ το σέβομαι το ΚΚΕ. Πρόσεξε, δεν μιλάω με εμπάθεια ποτέ, διότι σκέφτομαι ότι στο παρελθόν οι άνθρωποι ανεβήκανε στα βουνά, αγωνιστήκανε, εκτελεστήκανε. Αλλά επιτέλους να εκσυγχρονιστούν, να δουν πως πραγματικά είναι η κοινωνία μας πλέον».
«Η φτώχεια στην Ελλάδα είναι ποινικό αδίκημα»
Διαχώρισε τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα σε προνομιούχα και μη. «Πάντα συνδέατε τον αγώνα για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ με τους ταξικούς αγώνες», της λέω.
«Πάντα. Τα πάντα συμβαδίζουν με τους αγώνες της κοινωνίας για μια καλύτερη ζωή. Με την εξασφάλιση προστασίας για στους ευάλωτους. Τα πάντα είναι ταξικά. Να σ’ το πω πιο λαϊκά, στην Ελλάδα αν έχεις λεφτά και είσαι ομοφυλόφιλος, είσαι γκέι. Αν δεν έχεις λεφτά, είσαι πούστης».
«Γενικά υπάρχει σήμερα αρκετή μονοθεματικότητα, στο φεμινιστικό κίνημα, στο κίνημα ΛΟΑΤΚΙ+. Γίνεται να μιλάμε για πατριαρχία –και πολύ καλά κάνουμε και μιλάμε για πατριαρχία- χωρίς να μιλάμε όμως για καπιταλισμό; Φύτρωσε η πατριαρχία;»
«Θα χρησιμοποιήσω μια σκληρή λέξη, είναι αυτή η πανούκλα των δικαιωματιστών, οι οποίοι πήρανε όλες τις απόψεις των ακτιβιστικών οργανώσεων που αγωνίζονταν, τις έβαλαν σε ένα κουτάκι και το ονόμασαν δικαιώματα. Αλλά αν παρατηρήσεις όμως όλα αυτά τα δικαιώματα, είναι πάλι για τους προνομιούχους».
«Δηλαδή;»
«Δηλαδή, για παράδειγμα, η τεκνοθεσία. Εντάξει, τεκνοθεσία. Αλλά σε ποιον θα δώσουν ένα παιδί; Στον φτωχό τον γκέι, στο ζευγάρι; Σε έναν που έχει λεφτά».
Μου θυμίζει λίγο αυτό που συμβαίνει με τους ξένους εδώ στην Ελλάδα. «Έρχονται πρόσφυγες και μετανάστες, κι έχουμε φτάσει στο σημείο να τους ονομάζουν “εισβολείς”. Έρχεται ο Σαουδάραβας επενδυτής, που είναι και ακραίος, ουαχαμπίτης, και του κάνουν τεμενάδες. Το πρόβλημά τους δηλαδή είναι με τους φτωχούς», επισημαίνω.
«Ναι, έτσι ακριβώς είναι. Πάντα ήταν. Η φτώχεια στην Ελλάδα είναι ποινικό αδίκημα. Δεν συμβαίνει σε άλλες χώρες αυτό το πράγμα. Πήγαινε μια μέρα στην Κοινωνική Υπηρεσία του Δήμου, εκεί που πηγαίνουν άνθρωποι που έχουν δυσκολίες. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πώς τους αντιμετωπίζουν. Πάρα πολύ περιφρονητικά, όχι όλοι οι υπάλληλοι. Και βλέπεις το εξής παράδοξο: Ο υπάλληλος έχει τη δουλειά, αλλά από αυτούς τους ανθρώπους πληρώνεται. Και αντί να τους αντιμετωπίζει με σεβασμό… Εάν μπει όμως κάποιος κουστουμάτος μέσα, θα του μιλήσουν στον πληθυντικό. Στον φτωχό, ποτέ κανένας δεν θα απευθυνθεί στον πληθυντικό».
Η ίδια έχει αντιμετωπίσει ποτέ τέτοια συμπεριφορά σε δημόσια υπηρεσία;
«Στο παρελθόν πάρα πολύ. Δεν θα ξεχάσω την εποχή του AIDS. Μια φορά είχα πάει για τη φορολογική δήλωση στην εφορία. Και δεν μου τη δέχτηκε η υπάλληλος, μου λέει να μου τη στείλεις με κάποιον άλλον γιατί μπορεί να την πιάσω να κολλήσω κάνα AIDS».
«Και; Πώς αντιδράσατε;»
«Πήρα το 100, ήρθε το 100, με ξέρανε κιόλας, έβαλα τις φωνές, βγήκε ο διευθυντής, έτσι κάπως έγινε. Αλλά θέλω να πω ότι για δεκαετίες, είμαστε συνέχεια με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Ανά πάσα στιγμή να προστατεύσουμε τον εαυτό μας. Οι εχθροί ήταν παντού. Αν αποφασίσεις όμως να γράψεις όλους αυτούς εκεί που πρέπει, η σκληρότητα παύει να υπάρχει. Από την άλλη, αν τους αφήσεις έστω κι ένα παραθυράκι ανοιχτό για να σου πούνε κάτι, την πάτησες. Πρέπει να είσαι επιθετική».
«Τι να την κάνω την ταυτότητα φύλου αν δεν έχω δουλειά;»
Τη ρωτώ αν βοηθά στον περιορισμό τέτοιων συμπεριφορών αυτό που λέμε «εκπροσώπηση», για παράδειγμα ότι διορίστηκε ο πρώτος ανοιχτά γκέι υφυπουργός. «Δεν βάζεις κάποιον σε μια θέση μόνο και μόνο επειδή είναι γκέι, τον βάζεις αν είναι ικανός για αυτή τη θέση. Τους είδαμε, καταστροφικά αποτελέσματα είχανε κι αυτοί. Επειδή ήταν γκέι, τι σημαίνει αυτό; Δεν έχουν συνείδηση της τάξης τους κιόλας. Δεν νομίζω να έχει κανένα συμβολισμό, πάντα υπήρχαν ομοφυλόφιλοι στη Βουλή και σε κυβερνήσεις. Εντάξει, είναι καλά να υπάρχει μια ορατότητα. Αυτά τα πράγματα όμως πρέπει να συμβαδίζουν με τα θέματα που απασχολούν τον καθημερινό άνθρωπο. Τι να την κάνω εγώ ας πούμε την ταυτότητα φύλου όταν δεν μπορώ να βρω δουλειά; Ή όταν πρέπει να πληρώσω 3.000 ευρώ για να τη βγάλω; Αν δεν αλλάξει ο κόσμος, αν δεν αλλάξουν οι νοοτροπίες, δεν γίνεται τίποτα. Και μη νομίζεις, είναι υποχρεωμένοι όλοι αυτοί τώρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση να κάνουν κάτι για τα ΛΟΑΤΚΙ+ θέματα, δεν τους έπιασε ξαφνικά ο πόνος».
Μιλάει όμως ο κόσμος πιο ανοιχτά γι’ αυτά τα ζητήματα σήμερα, της επισημαίνω. Ναι, μου απαντά, «αλλά από την άλλη η ομοφυλοφιλία στην Ελλάδα δεν ήτανε κάτι το κρυφό. Ποτέ. Δες τις παλιές ελληνικές ταινίες που έπαιζε τον ομοφυλόφιλο ο Παράβας και λοιπά. Η Φτερού, σύμβολο της Αθήνας επί δεκαετίες. Όλοι οι άντρες είχαν πάρα πολύ έντονη σεξουαλική ζωή με άλλους άντρες. Γιατί υπήρχε ο κολομπαράς, υπήρχε και ο πούστης. Όλα τα πιτσιρίκια, τα 17χρονα, 18χρονα, 19χρονα είχανε πάντα ομοφυλόφιλες εμπειρίες στη ζωή τους, και μάλιστα πολύ έντονες και συχνές. Εκείνη την εποχή δεν ήταν κάτι ξένο η ομοφυλοφιλία. Πήγαινα στον Πειραιά ή ακόμη και στα παζάρια και μου μιλάγανε καλιαρντά. Ήταν κομμάτι της κουλτούρας του Έλληνα. Ή τα μπουρδέλα στο κέντρο της Αθήνας. Η τσατσά, η γραφική η φιλική τσατσά που υπήρχε στα μπουρδέλα, ήταν κομμάτι του αστικού ιστού της Αθήνας. Γιατί εκτός από τον μπουρδέλο, έκανε και θελήματα στην κυρα-Κατίνα απέναντι, κρατούσε το παιδί της αλληνής. Ξέρανε. Αρκεί να μην είναι ο γιος τους».
Σήμερα ο κόσμος μιλάει πιο ανοιχτά, αλλά τολμάει να εκφραστεί ερωτικά όπως την εποχή που μου περιγράφει; «Είναι μεγάλη κουβέντα αυτή. Είναι το διαδίκτυο, οι πιάτσες έχουν ερημώσει, τα τσόλια, όχι μόνο τα λαϊκά, δεν εκπαιδεύονται στους δρόμους όπως εκπαιδεύονταν παλιά. Διότι το ’90 παίρνανε τα μηχανάκια και κάνανε τις μπουρδελότσαρκες. Μέσα από τις μπουρδελότσαρκες περνούσαν κι από τις πιάτσες, μιλούσαν με αδελφές, μιλούσαν με τις τρανς, και μέσα από αυτό βλέπανε ότι και αυτοί είναι άνθρωποι, δεν είναι κάτι το διαφορετικό. Γι’ αυτό είχαν και μεγάλη επιτυχία οι “Πικροδάφνες”, η ταινία που έκανα».
«Τους ευάλωτους θα κοιτάξω εγώ στη Βουλή. Είναι πάρα πολλοί, απλώς έχουν μια αξιοπρέπεια και δεν το δείχνουν»
«Οι “Πικροδάφνες” έχουν βραβευτεί κι έχουν ταξιδέψει σε πολλά φεστιβάλ διεθνώς. Όπως και τα “Καλιαρντά” σας. Δεν κάθεστε άπραγη ποτέ. Και ντοκιμαντέρ δημιουργείτε και έντονη καλλιτεχνική δράση αναπτύσσετε και πολλά».
«Τι να τα κάνω όλα αυτά τώρα αν τρέχω για να πάρω το προνοιακό επίδομα για να ζήσω, πες μου. Γι’ αυτό πρέπει να αυξηθεί, για παράδειγμα, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Άνθρωποι οι οποίοι λόγω σεξουαλικότητας, λόγω ατυχιών -πολλά πράγματα σε αυτή την κοινωνία συμβαίνουν- βρέθηκαν να είναι ευάλωτοι, να μπορούν να έχουν κάποια αξιοπρέπεια στην καθημερινή τους διαβίωση».
«Αυτό είναι κάτι που αν μπείτε στη Βουλή…»
«Αυτά θα κοιτάξω στη Βουλή εγώ αν μπω. Τους πιο ευάλωτους. Και είναι πάρα πολλοί. Απλά, έχουν οι άνθρωποι μια αξιοπρέπεια και δεν το δείχνουν. Λίγο να παρατηρήσεις σε ένα σούπερ μάρκετ, για παράδειγμα, να δεις τι ψωνίζουν ή τι κοιτάνε να πάρουν και δεν το παίρνουν την τελευταία στιγμή και το ζηλεύουνε. Επειδή είμαι παρατηρητική, τα βλέπω αυτά. Η αλληλεγγύη μας σώνει. Πρέπει να μάθουμε να καταλαβαίνουμε τον διπλανό μας, για να έχουμε την απαίτηση να μας καταλαβαίνει κι αυτός».
Την ημέρα της κουβέντας μας μελέτη της ΕΛΣΤΑΤ μάς έτριβε στα μούτρα ότι 2.722.000 συμπολίτες μας αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Με έναν εξαιρετικά βίαιο τρόπο, η φτώχεια είναι μορφή στέρησης της ελευθερίας. Όταν καλά καλά δεν μπορείς να επιβιώσεις, πώς θα βγεις από την πόρτα σου για ένα ραντεβού, ένα κρασί, ένα ταξίδι;
Σκέφτομαι ότι το ριζοσπαστικό ΑΚΟΕ από το ’70 κιόλας εστίαζε στην «ελευθερία», όχι στην «ισότητα». Το αρκτικόλεξο σημαίνει Απελευθερωτικό Κίνημα Ομοφυλόφιλων Ελλάδας.
«Γιατί “Απελευθερωτικό”;» ρωτώ την Πάολα Ρεβενιώτη.
«Γιατί το απελευθερωτικό δείχνει και την πολιτική της επιθυμίας. Πλέον στα κινήματα δεν μιλάμε για ερωτισμό. Δεν υπάρχει καύλα».
«Πώς γίνεται κίνημα…»
«…αν δεν είναι ερωτικό, αν δεν υπάρχει καύλα, ε; Αν δεν υπάρχει ηδονή. Δηλαδή, εμένα η λέξη διεμφυλική, παρόλο που χρειάζεται για να μπορέσεις επιστημονικά να ορίσεις το θέμα δημόσια, δεν μου αρέσει. Ενώ το τρανσεξουαλ δείχνει κι έναν ερωτισμό, μια καύλα. Το διεμφυλική, εντάξει, σαν αρρώστια είναι».
Γέλια.
«Είναι πολιτική η καύλα;»
«Βεβαίως».
«Είναι εξεγερσιακή;»
«Βεβαίως. Μα, από την καύλα ξεκινάνε όλα. Αν δεν έχεις καύλα για τη ζωή, καύλα για το σεξ, καύλα για τα πάντα, πώς;»
Ψαχούλεψα το «Κράξιμο» πριν τη συνέντευξη. «Μια αμφισβήτηση ξεκινά απ’ άκρη σ’ άκρη σ’ όλη την ανθρωπότητα» γράφει στο τεύχος 3 (Ιούνιος 1982). «Οι νέοι δεν δέχονται πια να συμβάλλουν σ’ αυτό που ονομάζεται πρόοδος. Ο μύθος της παραγωγής και της εργασίας πέφτει. Δεν υπάρχει κανένα πειστικό επιχείρημα ότι πρέπει κανείς να δουλεύει πολύ ή ότι μόνο η ανώτερη τεχνολογία μπορεί να λύσει τα προβλήματά μας». Άνετα στέκεται και σήμερα ως εξεγερσιακό μανιφέστο, σκέφτομαι. «Όσο για τον κλασικό επαναστάτη, σήμερα βλέπουμε ότι η αλήθεια του μοιάζει να συγγενεύει με τη θρησκεία. Κι όμως, πίσω από την “αλήθεια” του επαναστάτη, κρύβεται κάτι γνήσιο: Η επιθυμία. Η επιθυμία γι’ αλήθεια, η επιθυμία να σταματήσει η εκμετάλλευση κι η καταπίεση…»
Δεν μου κάνει εντύπωση που την έτρεχαν συχνά πυκνά στα δικαστήρια για το περιοδικό. Μάλλον δεν ενοχλούσαν μόνο οι σεξουαλικές φωτογραφίες.
«Είδες τι έγραφα εκείνη την εποχή κι εγώ; Τα έχω ξεχάσει, μου τα θύμησες εσύ. Ναι, μωρέ, περνάγαμε κι ωραία. Πέρα απ’ όλα αυτά. Ήταν οι νύχτες μας γεμάτες. Με έρωτα, με πάθη. Δεν ήταν άσχημη η ζωή. Γιατί εγώ δεν έχω παράπονο από την ζωή μου. Έχω πάρει τα ωραιότερα αγόρια, έχω ζήσει έρωτες. Από κάποια ηλικία και μετά δεν αντιμετώπισα ιδιαίτερα προβλήματα, γιατί ήμουν αγαπητή στον κόσμο, ήμουν πολύ κοινωνική, είχα βγάλει το περιοδικό, με ξέρανε. Αλλά υπάρχει και το γαμώτο, κατάλαβες;»
«Να ψηφίζετε χορτασμένους στον έρωτα. Αν βάλεις λιγούρι στην εξουσία, την πάτησες»
«Πώς μπορεί να επανέλθει αυτό το ερωτικό; Ακόμα και στο Gay Pride σήμερα -διορθώστε με αν κάνω λάθος- δεν ακούμε δημόσιο λόγο ερωτικό».
«Ζούμε μια λίγο ασέξουαλ εποχή. Αλλά φταίνε και τα κινήματα, και κυρίως τα πιο πρόσφατα, αυτά που δημιουργήθηκαν μετά από μια δεκαετία, βασίστηκαν μόνο σε μια λέξη, την ομοφοβία».
«Δηλαδή;»
«Ομοφοβία. Όταν ένα παιδάκι είναι στο χωριό και το μόνο πράγμα που ακούει από τα κινήματα είναι “σε κυνηγάνε, σε κάνουνε, σε δείχνουνε”, και δεν του αναδεικνύουν και τα καλά πράγματα της ζωής: ότι υπάρχει ο έρωτας, κάνε σεξ να νιώσεις άνθρωπος, απόκτησε εμπειρίες. Αλλάζουνε, όμως, τα πράγματα. Δεν έχουν και τα ίδια βιώματα τα νέα παιδιά. Φαντάσου τώρα τα 18χρονα, 19χρονα, 20χρονα που τα τέσσερα τελευταία χρόνια ζήσανε μέσα στον κορωνοϊό. Δηλαδή, τι απαιτήσεις να έχουμε, κατάλαβες; Πρέπει να δείξουμε εκεί λίγο κατανόηση».
«Τι λέτε στα νέα παιδιά που ζουν όλη αυτή τη σκληρότητα της εποχής;»
«Εγώ τους λέω γράψτε τους στ’ αρχίδια σας και καυλώνετε να περνάτε καλά. Να νιώσετε άνθρωποι, να μην είστε με απωθημένα όταν μεγαλώσετε».
«Βάζετε υποψηφιότητα για τη Βουλή. Να τολμήσω να ρωτήσω: Θα αντέξετε εκεί μέσα; Δεν είναι λίγο… ντεκαυλέ, πλην εξαιρέσεων;»
«Θα το διασκεδάζω, γιατί θα είμαι το διαφορετικό και θα τους προκαλώ. Αρκεί να με ψηφίσουν. Πάντως η αλήθεια είναι ότι ένας λόγος που συμπαθώ τα παιδιά του ΜέΡΑ25 και τον Βαρουφάκη είναι το ότι δεν έχουν κόμπλεξ σε αυτά τα θέματα. Όχι μόνο με έχουν αποδεχτεί, πλήρως κιόλας, αλλά δεν με κρύβουνε πουθενά. Ο ίδιος ο Βαρουφάκης είναι πολύ απελευθερωμένος και ανοιχτόμυαλος. Μιλάει ερωτικά, δεν έχει κόμπλεξ να μιλήσει για αυτά τα πράγματα. Άντε να ρωτήσεις τον Κουτσούμπα τώρα. Ή τον Τσίπρα».
«Ένας άνθρωπος που δεν τολμάει στον έρωτα, θα τολμήσει στην πολιτική;»
«Όχι. Γι’ αυτό λοιπόν στην πολιτική να ψηφίζετε ανθρώπους χορτασμένους στον έρωτα και χορτασμένους στη ζωή. Αν βάλεις ένα λιγούρι στην εξουσία, την πάτησες. Θα θέλει να κάνει αυτός τα δικά του, για να έχει τους άλλους λιγούρηδες, για να νιώθει ισχυρός».
Την έχω κρατήσει καμιά ώρα στο τηλέφωνο, κι επιτέλους μάλλον πρέπει να σταματήσω. Σκέφτομαι ότι ο δημόσιος λόγος και η πολιτική πράξη της Πάολας Ρεβενιώτη ήταν ανέκαθεν σαν κινούμενο και διαρκώς ανασυντασσόμενο αντάρτικο πόλεως ενάντια στα οχυρά της υποκρισίας. Αντάρτικο που στην ουσία στρέφεται ενάντια στην πραγματικότητα που παράγει η εξουσία, στο πλέγμα των σχέσεων στο οποίο βασίζεται, όπως θα έλεγε ο Φουκώ. Και τους βάζει μπουρλότο.