Εγώ, που μέσα δεκαετίας του 1980 δούλευα στην Αυγή, μια εφημερίδα που οι συντάκτες της τσακώνονταν ποιος θα πρωτοαρπάξει από το «σώμα» του Τύπου την Ελευθεροτυπία, ομολογώ ότι δεν ήμουν και τόσο φαν της. Τι ανόητη. Έπρεπε να πάω εκεί και να δουλέψω 25 ολόκληρα χρόνια στο καλλιτεχνικό της τμήμα για να καταλάβω πόσο υπέροχη, μοναδική, πολύτιμη εφεύρεση ήταν. «Σε άλλη εφημερίδα ή θα είχες κόψει τις φλέβες σου ή θα σε είχαν απολύσει την πρώτη εβδομάδα με τόν χαρακτήρα που έχεις», μου έλεγαν συγγενείς και φίλοι. Γιατί, ναι, αυτό το κλισέ που όλοι γράφουν στα σόσιαλ μίντια από τότε που κυκλοφόρησε και μας πάγωσε η είδηση του ξαφνικού θανάτου του Σεραφείμ Φυντανίδη, δηλαδή ότι η Ελευθεροτυπία ήταν όαση ελευθερίας για τον συντάκτη, πολυφωνίας και σεβασμού στην κάθε άποψη είναι γεγονός. Και ο Σεραφείμ (μαζί, φυσικά, με τον άλλο απίθανο τύπο, τον Κίτσο Τεγόπουλο) ήταν οι προστάτες μας. Ακόμα κι όταν μας έκαναν αμφοτεροι τρία ψιλά. Θελω πολύ να επιμείνω πάνω σ’ αυτό, τώρα που συνεχίζω τη δημοσιογραφία σε συνεταιριστική εφημερίδα (με όλα τα καλά, αλλά και τα κακά της). Ο Φυντανίδης σεβόταν την αποψή σου. Το άρθρο, το σχόλιό σου. Σε ήθελε, όμως, δημοσιογράφο. Απαιτούσε ρεπορτάζ πλήρες, με στοιχεία, με όλες τις πλευρές. Θα σας πώ μιά ιστορία.
Με κατέβασε άρον-άρον μια νύχτα μετά τις 12 στην εφημερίδα σκυλοβρίζοντάς με (μου κόπηκαν τα πόδια) γιατί δημοσίευα την επόμενη μέρα στις καλλιτεχνικές σελίδες ένα μεγάλο σχόλιο που έθιγε (ναι, δεν το κρύβω) ανθρώπους που αγαπούσε και έκανε παρέα. Με έβαλε (και καλά έκανε) να γράψω ένα πλήρες, ουδέτερο ρεπορτάζ. Και με ξαπόστειλε με τον χειρότερο τρόπο. Την άλλη μέρα άνοιξα την Ελευθεροτυπία και είδα το ακραίο σχόλιό μου δημοσιευμένο ακριβώς όπως το είχα γράψει! Κάτω απο το ρεπορταζ. Αυτός ήταν ο Σεραφείμ Φυντανίδης. Τοτε εκτιμούσα πολύ αυτήν τήν αρετή του. Σήμερα μου λείπουν, κυρίως, οι αγριοφωνάρες του. Η πείρα μου μού λέει ότι δημοσιογράφος γίνεσαι μόνο όταν σου ξεψαχνίζουν το χειρόγραφο, στο ελέγχουν, στο κάνουν φύλλο και φτερό. Και όχι όταν, πριν ακόμα καλά καλά χωνέψεις την είδηση, έχεις βγάλει με ύφος δέκα καρδιναλίων και κινούμενος από την ιδεολογία σου (χριστούλη μου) θέσφατο και άποψη.
Και έφτασα και σε μια άλλη λέξη του συρμού. Την ιδεολογία. Πολλές φορές αναρωτιόμουν τι θα έκανε ο Σεραφείμ Φυντανίδης αν ήταν ακόμα διευθυντής στην Ελευθεροτυπία (πρόλαβε και τον ξαπέστειλε η Μάνια Τεγοπουλου) σήμερα που κάποιοι χωρίζουν τη δημοσιογραφία σε συστημική και αντισυστημική, μνημονιακή και αντιμνημονιακή. Θυμάμαι, πάντως, ότι μότο της Ελευθεροτυπίας ήταν το «ελέγχουμε την εξουσία». Μέχρις εκεί. Σε εποχές προσυριζαιϊκές, για τον καπιταλισμό δεν θυμάμαι να μας πολυέπεφτε λόγος, η εφημερίδα του Σεραφείμ και του Κίτσου δεν ήταν κομματική οργάνωση βάσης και (το σκέφτομαι και με πιάνει θλίψη, συγκρίνοντας με το τι συμβαίνει τώρα) δεκαετίες ολόκληρες δεν ήξερα τι ψηφίζει ο απέναντί μου συνάδελφος. Μόνο αν σκάμπαζε από ελληνικά, ηξερε να σηκώσει το χέρι του να κάνει δέκα τηλέφωνα και μπορούσε να καταλάβει και να παρουσιάσει το θέμα ολοκληρωμένα στον αναγνώστη. Χρωστάω πάρα πολλά στον Σεραφείμ Φυντανίδη. Ολοι του χρωστάμε. Η χώρα του χρωστάει, η δημοσιογραφία του χρωστάει. Ακόμα και το ότι ήταν ένας τρισχαριτωμένος ανθρωπος, ελεύθερος, χωρις στήσιμο και ύφος, χωρις αναστολές, ηταν σπουδαίο και παρήγορο. Μόνο τόσο γρήγορα να μην έφευγε, γαμώτο. Μόνο να μην είχε οδηγηθεί σε βίαιο θάνατο η εφημερίδα του, η εφημερίδα μας. Όχι τώρα, πριν λίγες εβδομαδες. Αλλά εκείνο το βράδυ του 2007, που ένας κλητήρας τον οδήγησε έξω απο την Μίνωος….
Η κηδεία του Σεραφείμ Φυντανίδη θα γίνει αύριο, Σάββατο 27 Δεκεμβρίου στη 1 μ.μ. στο Α Νεκροταφείο Αθηνών