Ποιος είναι ο Νικόλας Γιατρομανωλάκης; Ας το πάρει το Ποτάμι. Δεν είναι μόνο ένα όνομα παραπάνω στο ψηφοδέλτιο του Ποταμιού για την Ευρωβουλή. Είναι ο άνθρωπος που έχει αναλάβει την προεκλογική καμπάνια του πολιτικού σχηματισμού που έχει για «μπροστάρη» το Σταύρο Θεοδωράκη. Το ρεύμα του Ποταμιού έχει συναντήσει πολλά φράγματα τελευταία, με αποκορύφωμα τα προεκλογικά σποτ, κομμένα αλά Obama και ραμμένα επάνω στις μουσικές δημιουργίες του Wim Mertens. Οι απορίες και οι αμφιβολίες είναι πολλές για το Ποτάμι, μολαταύτα ο Νικόλας Γιατρομανωλάκης αντιμετωπίζει τον αναβρασμό της στιγμής με στωική ψυχραιμία. Προσιτός, ευγενής και χαμογελαστός, αφού πέρασε από τη Σχολή Δημόσιας Πολιτικής του Harvard και από το κύρος της Microsoft, μιλάει στην Popaganda για προπαγάνδα, προβληματίζει και προβληματίζεται για τον ορισμό του εκβιασμού, πολιτικού και συναισθηματικού, ξεκαθαρίζοντας ότι η διαφθορά είναι ζήτημα παιδείας και όχι ζήτημα θέσεως.
Ξέρουμε ότι έχετε δεχτεί τα πυρά μιας κοινωνίας εξαιρετικά καχύποπτης, δεδομένου ότι η πολιτική ηγεσία έχει μάλλον αποτύχει παταγωδώς να εμπνεύσει την απαραίτητη εμπιστοσύνη. Πρώτα η παρεξήγηση περί κομματικού-πολιτικού υποβάθρου, μετά περί μη καθαρότητας θέσεων. Γιατί τόσος πόλεμος, λέτε; Για το αν έχουμε κομματικό υπόβαθρο, όντως, αν εννοούν σαν αυτό του ΠΑΣΟΚ ή του ΣΥΡΙΖΑ ή της ΝΔ, όχι δεν έχουμε, αλλά το λέω για καλό όχι για κακό. Προφανώς δεν το εννοώ σε οργανωτικό επίπεδο, το εννοώ σε επίπεδο ιδεοληπτικό. Εξάλλου αν παρακολουθήσετε πώς αλλάζει η στάση και των τριών κομμάτων αναλόγως του ακροατηρίου και της εκάστοτε συγκυρίας, θα διαπιστώστε πολύ εύκολα ότι οι θέσεις είναι πολύ θολές. Αν έχετε λίγο χρόνο σας προτείνω να κάνετε το τεστ «Ποιος το είπε; Ο Τσίπρας ή ο Σαμαράς;» που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο. Από εκεί και πέρα κατανοώ την καχυποψία και τις επιφυλάξεις. Μια από τις μεγαλύτερες ζημιές που έκανε το υπάρχον πολιτικό σύστημα ήταν που γκρέμισε οποιοδήποτε αίσθημα εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους, κομμάτων και πολιτών. Από εκεί και πέρα δεν θα μπούμε στη διαδικασία να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε ελέφαντες. Διεκδικούμε μια ευκαιρία, και εκείνοι στους οποίους δόθηκαν απλόχερα άπειρες ευκαιρίες τις οποίες και εκμεταλλεύτηκαν με τον χειρότερο τρόπο, θεωρούν ότι δεν τη δικαιούμαστε. Αν αυτό σας φαίνεται λογικό, πάω πάσο. Τέλος, αυτό το επιχείρημα ότι το Ποτάμι δημιουργήθηκε ως ανάχωμα του ΣΥΡΙΖΑ από τους ίδιους που τώρα κλείνουν το μάτι στους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής, δείχνει τα δύο μέτρα και δύο σταθμά που χρησιμοποιούνται: Οι ψηφοφόροι είναι ελεύθεροι να έρθουν, αλλά όχι να φύγουν.
Τι πρέπει να τεθεί ως προτεραιότητα στην Ευρωβουλή αυτή τη στιγμή; Πώς η διαπραγμάτευση έφτασε να σημαίνει υποδούλωση και η ανταγωνιστικότητα έφτασε να σημαίνει «μισθοί πείνας και πάλι καλά να λέμε»; Νομίζω ότι απαντάτε μόνη σας την ερώτηση που θέσατε. Αφετηρία όλων είναι η τοποθέτηση της σχέσης της Ελλάδας με την Ευρώπη σε λογικές βάσεις. Ίσως αυτοί που μιλούν για υποδούλωση δεν έχουν δουλέψει ποτέ στη ζωή τους σε κανονικές συνθήκες ώστε να χρειαστεί να συνεργαστούν με ανθρώπους με τους οποίους δεν συμφωνούν αναγκαστικά σε όλα. Το ίδιο και αυτοί που χαρακτηρίζουν ως μεγάλη επιτυχία την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα σήμερα, με δυσθεώρητα ποσοστά ανεργίας, χαμηλότατους μισθούς, διαλυμένο σύστημα υγείας και εκπαίδευσης. Το πρόβλημα όμως δεν είναι μόνο στην Ελλάδα. Είναι και στην Ευρώπη, η οποία έχει αποδειχθεί κατώτερη των περιστάσεων ξανά και ξανά. Απέτυχε να εκπληρώσει τους στόχους της ατζέντας της Λισαβόνας, απέτυχε να διαχειριστεί αποτελεσματικά και ουσιαστικά την κρίση, δεν αντιμετωπίζει επί της ουσίας το δημοκρατικό έλλειμμα, τη γραφειοκρατία και το επικοινωνιακό κενό που την χωρίζουν από τους πολίτες. Επομένως για εμένα προτεραιότητα πρέπει να δοθεί σε κάποιες γερές θεσμικές μεταρρυθμίσεις καθώς και σε μια σειρά από ενιαίες ευρωπαϊκές πολιτικές για την αντιμετώπιση της ανεργίας, την απασχόληση, την κοινωνική ασφάλιση, την εκπαίδευση, την έρευνα και τεχνολογία.
Πώς κρίνετε τα ποσοστά της αποχής που σημειώνονται τα τελευταία χρόνια και τη διασπορά των εκλογικών ποσοστών στον αντίποδα του παλαιού δικομματικού πολιτικού συστήματος; Η αποχή είναι υψηλή σε ολόκληρη την Ευρώπη, όχι μόνο στην Ελλάδα, ειδικά στις Ευρωεκλογές όπου η απόσταση μεταξύ του ψηφοφόρου και του Κοινοβουλίου είναι ακόμα μεγαλύτερη. Η στάση αυτή καταδεικνύει μια συνολικότερη απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Οι πολίτες θεωρούν ότι όλοι το ίδιο είναι, ότι η ψήφος τους δεν έχει σημασία και έτσι γυρνάνε την πλάτη, ενισχύοντας άθελά τους αυτό που οι ίδιοι καταδικάζουν. Δεν ξέρω αν υπάρχουν τρόποι αντιστροφής αυτής της τάσης, από την ηλεκτρονική ψήφο για παράδειγμα μέχρι τη μείωση του ορίου ηλικίας του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, αλλά είναι ένα βασικό θέμα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Η διασπορά της ψήφου και μάλιστα σε ένα εκλογικό πλαίσιο που δεν ευνοεί κάτι τέτοιο, νομίζω ότι προέκυψε καθώς σταδιακά οι πολίτες αφενός ξεπέρασαν το ταμπού της αυτοδυναμίας και των σχετικών διλημμάτων που θέτουν τα μεγάλα κόμματα, αφετέρου άρχισαν να αισθάνονται πιο άνετα με το να ανήκουν σε μικρότερες ομάδες βάσει των αρχών και των θέσεών τους και όχι στην ομάδα του «νικητή». Τάσσομαι σαφώς υπέρ ενός αναλογικότερου συστήματος και υπέρ των κυβερνήσεων συνεργασίας.
Μεταξύ των θέσεων του Ποταμιού είναι και η προάσπιση της πολιτικής σταθερότητας, με λίγα λόγια να γίνονται εκλογές αυστηρά κάθε 4 χρόνια. Πιστεύετε πράγματι πως οι εκλογικές αναμετρήσεις είναι το αίτιο της πολιτικής αστάθειας και όχι το αιτιατό; Θυμηθείτε τον πρόσφατο εκβιασμό που επιχείρησε να κάνει ο κ. Βενιζέλος στους ψηφοφόρους και θα καταλάβετε αμέσως τι εννοούμε. Όταν το μαχαίρι φτάνει στο κομματικό κόκκαλο, (όχι το πολιτικό, το οικονομικό ή το εθνικό αλλά το κομματικό) και τίθεται θέμα κομματικής επιβίωσης ομάδων ή προσώπων, συχνότατα στην Ελλάδα πάμε σε εκλογές, ρίχνουμε την κυβέρνηση, απειλούμε με χάος. Μερικές φορές νιώθω ότι κάποιοι άνθρωποι θα ήταν ευτυχείς αν είχαμε εκλογές κάθε μήνα, σε δουλειά να βρισκόμαστε. Όμως το να βρίσκεται η χώρα σε μια διαρκή προεκλογική περίοδο αφενός είναι οικονομικά επαχθές και αφετέρου αφήνει όλων των ειδών τα παραθυράκια για να γίνουν αυτά που δεν πρέπει και τα άλλοθι για να μην γίνουν αυτά που πρέπει. Πολιτική δεν σημαίνει κάθε μέρα εκλογές, πολιτική σημαίνει να σχεδιάζεις και να υλοποιείς προγράμματα για την υγεία, την εκπαίδευση, την οικονομία, να χαράσσεις μακροχρόνιες στρατηγικές, να δημιουργείς ένα σταθερό πλαίσιο στο οποίο οι πολίτες σου, οι επιχειρήσεις σου, οι επενδυτές σου να ξέρουν πού και πώς κινούνται.
Δύσκολο να ακολουθήσει κανείς πολιτικές ανθρωποκεντρικές, υπέρ ενός κοινωνικού κράτους, εν μέσω μιας κρίσης οικονομικής αλλά και πολιτικής, μιας που η διαφθορά και η κακοδιαχείριση δημοσίου χρήματος είναι μέσα στις αιτίες του προβλήματος. Η οικονομική κρίση για εμένα είναι δεν είναι αιτία του προβλήματος, είναι απόρροια του προβλήματος. Η κρίση είναι πρωτίστως πολιτική και εκπαιδευτική και οι ρίζες του προβλήματος είναι πολύ βαθιές. Για δεκαετίες είχαμε κυβερνήσεις που έκλειναν το μάτι στην παραβατικότητα, νομιμοποιούσαν αυθαίρετα, έσκιζαν κλήσεις, έκαναν περαιώσεις. Ακόμα και πριν από έναν μήνα στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε για τον αιγιαλό, προβλεπόταν η δυνατότητα νομιμοποίησης αυθαιρέτων επάνω στο κύμα. Η διαφθορά λοιπόν είναι θέμα κρατούσας αντίληψης. Τα κόμματα εδώ και δεκαετίες λένε ή αφήνουν να εννοηθεί ότι όλα επιτρέπονται και μετά σοκάρονται από τα υψηλά ποσοστά φοροδιαφυγής και διαφθοράς. Εδώ και χρόνια υποβαθμίζουν συστηματικά και συνειδητά το ρόλο της εκπαίδευσης, ενίοτε καλλιεργούν και ένα λόγο μίσους τα ίδια και μετά σοκάρονται με τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής. Η υποκρισία περισσεύει αλλά δυστυχώς δεν αποτελεί εξαγώγιμο προϊόν. Πώς το αντιμετωπίζεις όλο αυτό; Με ένα αυστηρότερο θεσμικό πλαίσιο, με καλύτερο έλεγχο, με επενδύσεις στην παιδεία και την απασχόληση οι οποίες δεν θα αποφέρουν ίσως από την πρώτη μέρα, αλλά μακροπρόθεσμα αποτελούν τη μόνη λύση.
Και φυσικά δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε ένα σχόλιο για το προεκλογικό σποτ. Ήταν ένα επικοινωνιακό λάθος ή ήταν μια ιδέα φρέσκια μεν, αλλά απευθυνόμενη σε μια κοινωνία εν τέλει πιο συντηρητική από όσο νομίζουμε; Τα σποτάκια είναι αυτά που είναι. Είναι μια σειρά από τρία σποτ που έγιναν για το ζήτημα της αποχής από τις εκλογές -που αναφέραμε και πιο πριν- και θεωρώ ότι έριξαν περισσότερο φως σε αυτό το θέμα απ’ ότι π.χ. τα σποτ του Υπουργείου Εσωτερικών ή η καμπάνια των 14 εκατομμυρίων ευρώ για το ίδιο θέμα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε σχέση με την επιχειρηματολογία κατά των σποτ, προφανώς σέβομαι την άποψη όσων διαφωνούν ή δεν τα βρίσκουν καλά. Αυτό συμβαίνει με όλα τα σποτ, δεν γίνεται όλα να αρέσουν σε όλους, και εγώ π.χ. βρήκα κακό και συναισθηματικά εκβιαστικό το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ με τον κόσμο που κλαίει και τον εθνικό ύμνο, καθώς και την καμπάνια της Νέας Δημοκρατίας με τις σημαίες και τα ηλιοβασιλέματα. Θα μου επιτρέψετε να μην μπω στη διαδικασία να ασκήσω κριτική σε αυτούς που άσκησαν κριτική, στους λόγους τους και στο ύφος τους, δεν βγάζει κάπου. Με ενόχλησε πάντως η κυλιόμενη επιχειρηματολογία κατά των σποτ, όπου το επιχείρημα άλλαζε κάθε τόσο προκειμένου να πείσει.