Είναι πολύ δύσκολο να προλογίσεις με λέξεις τον Περικλή Κοροβέση. Όχι γιατί χρειάζεται συστάσεις, αλλά γιατί υπάρχουν τόσα να πεις για έναν άνθρωπο που σε κερνά ένα ποτήρι κρασί κάπου στην Κυψέλη και μπορεί να σου αναπτύξει με την ίδια ευκολία το προφίλ του Έλληνα ψηφοφόρου και τις κοινωνικές επιπτώσεις του έρωτα. Οι «Ανθρωποφύλακες» του συγκλόνισαν το παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό με την παραστατικότατη περιγραφή των βασανιστηρίων που υπέστη επί χούντας. Από εκεί και έπειτα ένα ποικίλο συγγραφικό έργο, μια δημοσιογραφική πορεία με αριστερό πρόσημο και μια σύντομη βουλευτική θητεία ήταν μερικά από όσα ακολούθησαν σε βάθος χρόνου. Σήμερα αρθρογραφεί στην Εφημερίδα των Συντακτών, δηλώνει πολιτικός ακτιβιστής και μιλά στην Popaganda σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης.
Για τις εκλογές. Είναι γνωστό πως αν άλλαζαν κάτι οι εκλογές θα τις απαγόρευαν, πρόκειται για μια αυτορύθμιση του συστήματος. Mετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο επικράτησαν δύο τάσεις στην Ευρώπη, η σοσιαλδημοκρατία και η συντηρητική δεξιά. Οι μεν πρώτοι έκαναν μεταρρυθμίσεις για να κρατήσουν το σύστημα οι δε δεύτεροι έκοβαν. Μεταρρυθμίσεις όπως το σαραντάωρο, οι πληρωμένες διακοπές, τα δικαιώματα στον συνδικαλισμό, τα επιδόματα για πολύτεκνους έγιναν υπό την πίεση του λαϊκού κινήματος. Η υποχώρηση του κινήματος, η εγκαθίδρυση του νεοφιλελευθερισμού και η σχολή του Σικάγο πήραν πίσω ό,τι είχε κερδηθεί. Επομένως, ο νικητής των σημερινών εκλογών στην Ελλάδα καλείται να επαναφέρει τα κεκτημένα που χάθηκαν, εφόσον σε όλη την Ευρώπη το παρελθοντικό διπολικό σύστημα είναι σε παρακμή. Το ΠΑΣΟΚ έχει ήδη διαλυθεί και μένει να περιμένουμε και τη διάλυση της Νέας Δημοκρατίας. Είναι κρίσιμο να δούμε αν θα μπορέσουμε να έχουμε μια κυβέρνηση της Αριστεράς, με την αυτοδυναμία της να παίζεται. Αν συνεργαστεί με οποιονδήποτε από την υπάρχουσα βουλή θα θα εξαρτάται από τις πέντε και δέκα ψήφους των άλλων. Παρόλα αυτά μια πρωτιά της αριστεράς στα ποσοστά, είτε συνεργαστεί με τα μετρημένα κουκιά είτε πάει σε δεύτερες εκλογές συμβάλει σε ένα πνεύμα αλλαγής τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη ευρύτερα. Εφόσον μιλάμε για μια ομοσπονδιακή ένωση και η αριστερά έρθει πρώτη σε μια επαρχιακή γωνιά της θα την επηρεάσει όπως θα μας επηρέαζε αν έπαιρναν οι Ζαπατίστας την Κρήτη. Σίγουρα μια τέτοια κυβέρνηση θα πολεμηθεί άγρια και με όλα τα μέσα, δεν ξέρω κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να το αντέξει. Το λέω από την άποψη πως ο Τσίπρας λέει ότι θα κάνει σκληρές διαπραγματεύσεις, φοβάμαι όμως πως η Μάλτα δε μπορεί να διαπραγματευτεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες επί ίσοις όροις.
Για τη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ. Όταν παίζεις χωρίς δυνατό αντίπαλο βάζεις όσα γκολ θέλεις. Η μεγάλη έλλειψη στον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως είχε δύο χρόνια να προετοιμαστεί αλλά δεν ενίσχυσε την ανάδειξη κινημάτων. Φάνηκε πως δεν είναι κοντά στη βάση όταν στις περιφερειακές εκλογές -στις οποίες ψηφίζεις το πρόσωπο που ξέρεις- από τους 326 δήμους σε πλήρη κρίση πήρε μόνο τους 12 και από τις 13 περιφέρειες μόνο τις 2. Δεξιοί και Πασόκοι υποψήφιοι μεταλλάχθηκαν, δήλωσαν ανεξάρτητοι και αντιμνημονιακοί και εκλέχθηκαν τελικά. Όσον αφορά την προεκλογική εκστρατεία της ΝΔ, αδιαμφισβήτητο χαρακτηριστικό της Δεξιάς είναι πως όταν δεν έχει επιχειρήματα, ρίχνει πολλή λάσπη. Αυτό κάνει και τώρα. Εσύ δεν πρέπει να απαντάς, παρά μόνο δείχνοντας το πρόγραμμά σου. Όταν αυτό βέβαια δημοσιεύεται στην Αυγή και είναι εξήντα σελίδες, ούτε τα μέλη σου δεν θα το διαβάσουν. Βάλε δέκα – δεκαπέντε σημεία για την παιδεία, την υγεία, τις συγκοινωνίες, τη μετανάστευση να τα μάθει ο άλλος που θα τα δει.
Για το προφίλ του Έλληνα ψηφοφόρου. Οι ψηφοφόροι είναι σαν την κινούμενη άμμο. Σήμερα μπορεί να είναι εδώ, μεθαύριο θα είναι εκεί. Δεν είναι τυχαίο πως στη Γαλλία, οι ισχυρές οργανώσεις του πατέρα Λεπέν χτίστηκαν στα δυνατά κάστρα του κομμουνιστικού κόμματος. Σήμερα διάβαζα ότι υπάρχει διαρροή ψήφων του ΣΥΡΙΖΑ προς τη Χρυσή Αυγή. Αν ο ψηφοφόρος της ριζοσπαστικής αριστεράς βρίσκει σωστές τις απόψεις της ακροδεξίας, τότε χαιρετίσματα, δεν έχουμε καμία πολιτική παιδεία. Μου έλεγε ένας ταξιτζής τις προάλλες ότι θα ψήφιζε Τσίπρα, αλλά δεν θα το κάνει γιατί λέει πως όλοι οι μετανάστες θα μείνουν εδώ, ενώ εκείνος θέλει να εκδιωχθούν. Τον ρωτάω που το έχει ακούσει αυτό και μου λέει στην τηλεόραση. Του απάντησα «Ρε μαλακά, μην ακούς την προπαγάνδα. Πήγαινε εκεί στην Κλαυθμώνος και ρώτα τα παιδιά ποια είναι η θέση του κόμματος για τους μετανάστες; Θα τους μονιμοποιήσει όλους ή τα παιδιά τους που έχουν γεννηθεί εδώ πέρα;». Μου είπε πως θα περάσει.
Για τον ρατσισμό. Αυτό που είναι εξαιρετικά θλιβερό είναι πως η Ελλάδα είναι δεξιά χώρα, όποιος και αν βρίσκεται στο τιμόνι της. Σαν αντίληψη, σαν νοοτροπία είναι συντηρητική. Δε βάζει καίρια ερωτήματα στον εαυτό της, όπως το για ποιο λόγο τη δεκαετία του ‘50 όλη η νεολαία της πήγε στη Γερμανία και στο Βέλγιο. Στην ίδια ηλικία ήταν εκείνοι με αυτούς που έρχονται σε εμάς και αν δεν έχει καταστραφεί το σπίτι σου δεν φεύγεις τόσο εύκολα. Στην περιοχή εδώ ελάχιστοι χωνεύουν τους μετανάστες. Αλλά δεν έχει γίνει μια καμπάνια που να τους εξηγεί πως όταν βλέπεις κάποιον να κατουράει στον ακάλυπτο είναι γιατί δεν έχει δουλειά και σπίτι. Φαντάζεσαι να βρίζαμε και να μαχαιρώναμε αυτούς που στήνονται στην ουρά στον ΟΑΕΔ; Σε τελική ανάλυση, αν υπάρχει μια κοινωνική ομάδα που να συμφωνεί απόλυτα με την Χρυσή Αυγή, είναι οι ίδιοι οι μετανάστες, κανείς τους δεν θέλει να μείνει για πάντα εδώ. Με όποιον μιλάω, μου λέει πως θέλει να φύγει στην Ευρώπη αλλά χρειάζεται ένα περιπετειώδες και πολυέξοδο τραφικινγκ από τα Σκόπια που μπορεί να κρατήσει δυο χρόνια μέχρι να φτάσει στον τελικό προορισμό του. Αν η Ελλάδα απέσυρε με κάποιο τρόπο την υπογραφή της από το Δουβλίνο 2, θα τους έβλεπες όλους να φεύγουν και θα έμεναν μόνο όσοι είχαν καταφέρει να φτιάξουν μια ζωή εδώ.
Για την ίδρυση του ΚΙΔΗΣΟ, το σημερινό ΠΑΣΟΚ, το ΠΟΤΑΜΙ και τη ΔΗΜΑΡ. Και μνημόσυνο του Λινοξυλάκη να κάνεις, θα μαζευτούν χίλια άτομα.Ήταν αγαπητός, αλλά δε ζει για να ξαναπαίξει μπάλα. Αγαπήθηκε ο Αντρέας, έχουν μείνει φίλοι του, θεωρούν το γιο του και δικό τους αλλά δεν έχει προοπτική. Ο κίνδυνος να μη μπει στη βουλή ο Γιωργάκης είναι πολύ μεγάλος. Φαντάζεσαι τώρα πως ένας αρχηγός κραταιού κόμματος θα φτάσει σε ποσοστά την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή λίγο παραπάνω από τους Τροτσικστές; Και το ΠΑΣΟΚ κινδυνεύει να μη μπει στη βουλή, όση άνεση και να του δίνουν οι δημοσκοπήσεις γιατί κινδυνεύει από το ΠΟΤΑΜΙ. Μια καινούργια δύναμη που παρουσιάζεται αδιάφθορη και διεκδικεί τον ίδιο χώρο και την τρίτη θέση, χωρίς καμιά ουσιαστική θέση. Ό,τι είναι καλό από δω και ό,τι είναι καλό από κει το αρπάζουμε και το λέμε, φοράμε το σακίδιο και γινόμαστε αντικομφορμιστές. Αυτά τα φαινόμενα τα βλέπουμε σε όλη την Ευρώπη, ο Γκρίλο δηλαδή στην Ιταλία τι είναι; Η ΔΗΜΑΡ θα εξατμιστεί, ήταν ένα εγχείρημα που δεν κατάλαβε πως πάει να χτίσει εκεί που οι άλλοι είχαν εγκαταλείψει τον χώρο.
Για το ακροδεξιό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Είναι κάτι που δεν έχουν αντιληφθεί πολλοί. Όταν γίνεται η δικτατορία του Μεταξά και διαμορφώνεται το πρώτο συγκροτημένο φασιστικό ελληνικό κράτος, περνάμε μονοκόμματα στην κατοχή αφού κυβερνήσεις που ακολούθησαν ήταν ναι μεν ελληνικές, αλλά φερέφωνα των Γερμανών. Απορρόφησαν λοιπόν την κρατική μηχανή οι φιλελεύθεροι και κάτι μετανοημένοι του ΕΑΜ δημιουργώντας ένα κράτος δοσιλόγων. Το κράτος αυτό μέσα στα χρόνια δεν εξαφανίζεται παρα μόνο μετασχηματίζεται και όλοι οι ταγματασφαλίτες αφομοιώνονται στον στρατό και στην αστυνομία. Οι Αμερικάνοι έκαναν αναφορά όταν είδαν τον Ζέρβα υπουργό δημοσίας τάξης γιατί έλεγαν πως ένας δοσίλογος δε μπορεί να είναι στην κυβέρνηση. Ο Μανιαδάκης έφυγε με μια βαλίτσα λίρες στη Λατινική Αμερική και όταν γύρισε έγινε βουλευτής με την ΕΡΕ και ιδεολόγος της παράταξης. Το δεξιό κράτος έχει βαθιές ρίζες που έφτασαν μέχρι τη χούντα, όταν δηλαδή όλες οι αξίες της Χρυσής Αυγής ήταν επίκαιρες. Οπότε το σημερινό της κόμμα διεκδικεί τις ρίζες αυτές, λέγοντας πως εσείς οι φιλελεύθεροι και οι κωλοκεντρώοι διαλύσατε το κράτος και πουλώντας τους τραμπουκισμούς της που αρέσουν στον Έλληνα – τσαμπουκά που γουστάρει να καθαρίζει με μπουνιές.
Για την χούντα όπως τη βίωσε. Η βία της χούντας αφορούσε πέντε με δέκα χιλιάδες κόσμο. Όλοι οι υπόλοιποι είχαν τις ψησταριές, τα σκυλάδικα, το ποδόσφαιρο. Ο άνθρωπος είναι ερωτευμένος με την κατανάλωση, αν σε ενδιαφέρει να έχεις λεφτά και να παίζεις Προ-Π0 δεν σε πειράζει η απαγόρευση της ελεύθερης έκφρασης ή το αν θα διαβάσεις την αλήθεια στις εφημερίδες. Σε εμάς στέρησε πράγματα η χούντα, που είχαμε να πούμε κάτι. Ο όρος χούντα για την κατάσταση που βιώνουμε σήμερα χρησιμοποιείται μεταφορικά. Εμείς τότε λέγαμε «φασιστική χούντα» και οι σχολαστικοί μας έλεγαν «στρατιωτική διδακτορία», είτε πεις το ένα όμως είτε το άλλο τι αλλάζει; Η εξουσία στο βαθύτερο πυρήνα της είναι ίδια. Τώρα εσύ θα γυρίσεις με ασφάλεια σπίτι σου, θα γράψεις το άρθρο και κάποιοι θα το σχολιάσουν. Στη χούντα μπορεί να μας χτυπούσαν το κουδούνι για να μας συλλάβουν επειδή καθόμαστε εδώ και μιλάμε, την άλλη μέρα θα ήμασταν στη Γυάρο. Αν δημοσιεύσεις τα άπαντα του Μπακούνιν μπορεί να μπεις μέσα από τα χρέη, αλλά δεν θα τα λογοκρίνει κανείς. Σήμερα υπάρχει απάνθρωπη καταστολή αλλά δεν μας κάνουν φάλαγγα και ηλεκτροσόκ. Θυμάμαι πως ήμουν μέλος μιας κινηματογραφικής λέσχης στον Πειραιά και δε μας άφηναν στην ησυχία μας, όλη την ώρα ήμασταν στο αστυνομικό τμήμα επειδή προβάλαμε το Η πηγή των παρθένων και το Λιμάνι της αγωνίας. Μετά προσπαθούσαμε να ανεβάσουμε πρωτοποριακές για την εποχή παραστάσεις και η αστυνομία έδιωχνε τον κόσμο στην είσοδο λέγοντας του πως κάνουμε κομμουνιστική προπαγάνδα και πως αν μπουν μέσα θα φακελωθούν. Αυτές οι λεπτομέρειες διαχωρίζουν τη χούντα από την κουτσή και στραβή κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Για τη νεολαία. Όποιον νέο άνθρωπο συναντώ που έχει πάρει το πτυχίο του με ρωτάει για διευθύνσεις στη Σουηδία, όπου ζούσα κάποτε, κανείς δεν θέλει να μείνει εδώ. Οι φίλοι μου εκεί με ενημερώνουν πως φτάνουν οι δικοί μας κατά χιλιάδες, πώς θα αφομοιωθούν όμως δεν το ξέρω. Μετά τον εμφύλιο έγινε μαζική μετανάστευση της νεολαίας. Ο Αγγελόπουλος, ο οικονομολόγος, σε μια μελέτη του λέει πως αν είχαμε αποφύγει τον εμφύλιο και τα αποτελέσματα του θα μπορούσαμε να είμαστε η Ελβετία του Νότου. Δεν πρόσεξε κανείς τους νέους και δεν τους παρείχε θέσεις εργασίας με αποτέλεσμα να μιλάμε σήμερα για μια ανάπτυξη που δεν ήρθε ποτέ. Από την άλλη, μπορείς να διοικείς όπως θέλεις μια χώρα όταν όλη σου η δύναμη είναι εκτός, ποιος θα ξεσηκωθεί;
Για την μεταπολιτευτική Ελλάδα. Μοιάζει σαν ξεβαμμένο ρούχο, έχασε το νεύρο της. Κάποτε γινόντουσαν συνελεύσεις, συζητήσεις, τσακωμοί, υπήρχε μια ζωντάνια. Αυτό κράτησε μέχρι τη δεκαετία του ‘90, ο ενθουσιασμός και οι μεγάλες ιδέες χάθηκαν, η χώρα έγινε καχεκτική και ανεμική. Σε αυτό δεν φταίνε μόνο οι κυβερνήσεις, αλλά όλα τα κόμματα. Να σου πω την αλήθεια, τις κυβερνήσεις δεν τις μέμφομαι γιατί αυτή είναι η δουλειά τους, να καταστρέφουν την χώρα. Από τότε μέχρι σήμερα υπάρχει μια επαγγελματική τάξη πολιτικών που τους ενδιαφέρει το καλό αυτοκίνητο και το ακριβό ξενοδοχείο γι’ αυτό κινούνται από κόμμα σε κόμμα ανάλογα με τις συνθήκες. Και τα καταφέρνουν και εκλέγονται.
Για τη δική του βουλευτική θητεία. Άνηκα στους πρώτους που είχαν την ιδέα για τη δημιουργία ένος χώρου διαλόγου και κοινής δράσης της Αριστεράς. Τότε συνεργαζόμουν με την Εποχη, οπότε προσπάθησα μέσα από την στήλη μου αριστερή ανακύκλωση να εμπνεύσω αυτές τις ιδέες. Η Αριστερά κουβαλά πλούσια κληρονομιά σε όλο της το φάσμα, δεν υπήρξε μόνο ο Στάλιν, αλλά και ο Κροπότκιν. Δημιουργείται λοιπόν η πρώτη ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με την ΑΚΟΑ την ΚΕΔΑ και τον Συνασπισμό. Με φώναξαν να κατέβω για το μπούγιο, παρότι δεν είμαι πολιτικός. Φοβόμουν μην σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και βγω, αλλά με καθησύχασαν πως δεν υπάρχει περίπτωση. Ρωτάω τον Ηλία Νικολακόπουλο που είναι φίλος μου παιδιόθεν και μου είπε πως αν εκλεγώ θα σκίσει τα πτυχία του. Δεν έχει ξαναβγεί βουλευτής με έξοδα της τάξης των 150 ευρώ, με πήραν από το λογιστήριο να με ρωτήσουν αν έχει γίνει κανένα λάθος αλλά πράγματι το μοναδικό μου έξοδο ήταν το παράβολο. Κάπως έτσι έγινε και έπεσα στα βαθιά νερά. Το πάλεψα για δυο χρόνια αλλά μετά μάλλον ενόχλησα τους γραφειοκράτες, υπήρξε ένα βελούδινο διαζύγιο και δε μου ξανατηλεφώνησαν.
Για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Η ελληνική δημοσιογραφία διατηρεί έναν επαρχιωτισμό, αφού τα μέσα βρίσκονται σε χέρια μεγιστάνων. Ένας μεγαλοεργολάβος δεν βγάζει μια εφημερίδα για να ενημερώσει την κοινή γνώμη, δε βάζει εκατομμύρια για να μας ενημερώσει αλλά για να προωθήσει τα συμφέροντα του. Άρα ζητά και έναν ανάλογο δημοσιογράφο, κακό και μη αντικειμενικό. Δεν πιστεύω ότι οι εφημερίδες δεν πουλάνε επειδή υπάρχει το ίντερνετ και η τηλεόραση, η ποιότητα τους φταίει μόνο. Δε μπορώ να δίνω ενάμιση ευρώ για να διαβάζω μαλακίες, δε με ενδιαφέρει πως κατέβηκε την σκάλα η Λάτση, αλλά να μου εξηγήσεις τι συμβαίνει στη Συρία. Υπάρχει ένα κοινό που θέλει να ενημερωθεί και δε μπορεί. Ας κάνουμε λοιπόν εφημερίδες μόνο με sudoku να περνάει και η ώρα.
Για την ελληνική διανόηση. Αν κρίνουμε το πως πάνε οι κινηματογράφοι, τα θέατρα και πόσα βιβλία πωλούνται τον χρόνο δεν είναι πολλοί εκείνοι που έχουν κριτική σκέψη και δεν αναπαράγουν αυτό που τους πουλάνε. Γιατί στη Γαλλία παράγονται τόσα βιβλία τον χρόνο και εδώ όχι; Άθρωποι του πνεύματος στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί λίγοι σήμερα. Όλη αυτή η φουρνιά του Καστοριάδη και του Ξενάκη έφυγε στη Γαλλία. Αν αυτοί είχαν μείνει στην Ελλάδα, όπως μπόλιασαν τη σκέψη εκεί θα το είχαν κάνει και εδώ. Ούτε καν παιδεία της προκοπής δεν έχουμε καταφέρει να αποκτήσουμε.
Για τη ζωή του μέσα στην κρίση. Πάντοτε την έβγαζα με όσα είχα. Δεν έπεσα από ένα βιωτικό επίπεδο σε κάποιο χαμηλότερο. Έχουμε κάνει κοινοπραξία εδώ με την πεθερά μου και τη Μαρία, ζούμε και τρώμε. Αυτό που μου έχει κόψει η κρίση είναι το έξω, τον κανονικό μου χώρο δηλαδή αφού ανήκω στη σχολή του Παπαδιαμάντη όπου «σχολείο είναι η ταβέρνα». Όπως έλεγε ο Σκαρίμπας «η σωστή γραμματική είναι το αυτί», αν δεν ακούσεις τον άλλον να μιλάει δεν καταλαβαίνεις τι συμβαίνει στην κοινωνία. Ένα άλλο πράγμα που σε στερεί η κρίση είναι όταν θες να δεις έναν χορό, ένα θέατρο, ό,τι καινούργιο συμβαίνει στην πόλη. Ε, δεν θα πας να ζητήσεις ατέλεια σε νέους ανθρώπους που περιμένουν το δεκαρικάκι σου. Παρόλα αυτά, η διάθεση μου παραμένει καλή και μαχητική, δεν με έχει πιάσει κατάθλιψη. Μπορείς να βρεις ένα αντίδοτο που ενδεχομένως δεν θα έχει απήχηση στο σύνολο αλλά θα έχει σε σένα. Όταν κάθομαι και τακτοποιώ το μπουρδέλο με τα χαρτιά μου ή όταν ξεκαθαρίζω τη βιβλιοθήκη μου και μοιράζω βιβλία εδώ και εκεί, όταν μαγειρεύω για δυο φιλαράκια -πράγματα δηλαδή που δε σημαίνουν τίποτα για την ανθρωπότητα- ξέρεις τι χαρά έχω;
Για την Αθήνα του σήμερα. Παρατηρώ φάτσες όταν κάθομαι σε κανένα καφενείο, δε βλέπεις κανέναν κάτοικο γελαστό. Το μόνο χαρούμενο που ακούω είναι το γέλιο των παιδιών που περνούν τρέχοντας. Έχω ζήσει πολύ καιρό στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Όταν έβλεπα ανθρώπους να κοιμούνται στο δρόμο σκεφτόμουν «ευτυχώς που εμείς δεν είμαστε έτσι. Γίνεται σε φανταχτερές πρωτεύουσες να μένει κόσμος έξω από τις πόρτες και κάτω από τις γέφυρες;». Που να φανταστώ πως θα έβλεπα το ίδιο θέαμα στην Σταδίου, στην Πανεπιστημίου, στο Σύνταγμα, πως θα κλείσουν τόσα μαγαζιά στην Αγίου Μελετίου. Δεν ενδιαφέρει το δήμο να κρατήσει ανοιχτά εμβληματικά σημεία της πόλης που θα έδιναν και θέσεις εργασίας. Η υποβάθμιση του κέντρου είναι στοχευμένη ώστε να έρχονται κάτι μυστήριοι τύποι εδώ γύρω και να αγοράζουν σε πολύ χαμηλές τιμές τέσσερις ορόφους.
Για τον έρωτα. Νομίζω πως δεν πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε με αγγλοσαξονικούς όρους του πορνό και του σεξ, αλλά σαν μια ψυχική ανάταση που γίνεται οδηγός ελευθερίας. Αυτό που σε κάνει να επιλέξεις σύντροφο, με την προϋπόθεση να σε έχει επιλέξει και αυτός, δημιουργεί μια ανώτερη ποιότητα ανθρώπων, έναν ελευθεριακό μίνι σύλλογο που καταργεί τον διαχωρισμό ψυχής και σώματος. Στην ουσία ο έρωτας είναι ένα ταξίδι στην απεραντοσύνη που μοιάζει πολύ με την κοινωνική εξέγερση, με τη διαφορά πως αν δεν προσέξεις μια εξέγερση θα αποτύχει ενώ αν δεν προσέξεις στον έρωτα θα δημιουργήσεις ένα μπέμπη. Οι άνθρωποι που δεν έχουν καλή επαφή με το ερωτικό τους ένστικτο χάνονται σε διάφορες δογματικές θεωρίες και κρύβονται πίσω τους για να καλύψουν την αναπηρία τους αυτή.