Categories: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Καμία ξεκούραση για τη Μαίρη Συνατσάκη

«Όλοι όσοι πάμε στην Ψυχολογία το κάνουμε κυρίως επειδή θέλουμε να ανακαλύψουμε εμάς. Ήμουν ένα τέτοιο παιδάκι. Προσπαθούσα πάντα να βγάλω άκρη με τον εαυτό μου»

Καταρχάς, ποιος είναι ο ρόλος σου στο Angry Birds; Κάνω τη Στέλλα, ένα ροζ πουλάκι με λοφίο. Ο ρόλος ήταν μικρός αλλά είχε πολύ πλάκα. Είναι ένα πολύ χαριτωμένο και φιλικό πουλάκι που κάνει την παρουσιάστρια στο event με τα γουρούνια, που κάνει τον ξεναγό στο νησί αλλά όταν χρειαστεί γίνεται και πολεμίστρια. Ήταν πολύ πιο δύσκολο από ότι περίμενα. Έχω κάνει σπικάζ συνεπώς δεν φοβόμουν το μικρόφωνο αυτό καθαυτό αλλά είναι πολύ διαφορετικό γιατί πρέπει, αφού έχει γίνει μεταγλώττιση, να βρεις το σωστό μέτρο και να συγχρονιστείς με έναν χαρακτήρα καρτούν, βάζοντας την κίνησή του στη φωνή σου. Φαντάσου δεν ήξερα ότι υπάρχει σκηνοθέτης για να σε βοηθάει σε όλα αυτά.

Τι σε δυσκόλεψε περισσότερο; Η υπερβολή του πράγματος. Στο σπικάζ και στις εκφωνήσεις έχω μάθει να κρατάω ένα μέτρο, να προσέχω τα μπάσα μου και η φωνή μου να μην έχει σκαμπανεβάσματα. Όταν όμως πρέπει να βάλεις κίνηση τότε γίνονται όλα πολύ πιο «μεγάλα» και στα αυτιά σου ακούγεσαι κάπως τρελός, άσε που όλα αυτά γίνονται ενώ είσαι μέσα σε ένα booth.

Σε φαντάζομαι πάντως εύκολα γιατί έχεις εκφραστική φωνή. Ευχαριστώ, μου το έλεγαν ιδιαίτερα παλιότερα αλλά τότε ήταν πολύ τσιριχτή η φωνή μου. Τα τελευταία 3-4 χρόνια έχει κατέβει προς το στομάχι. Έπρεπε να την δουλέψω γιατί ήταν πολύ παιδιάστικη. Αυτό έγινε και για το θέατρο, δεν τελείωσα κάποια σχολή αλλά παρακολουθώ αρκετά σεμινάρια, κάποια μάλιστα είναι μεγάλης διάρκειας όπως το σεμινάριο Αυτοσχεδιασμού της Ελένης Σκότη στο Επί Κολωνώ.

Τι έμαθες για τον εαυτό σου κατά τη διάρκεια των σεμιναρίων; Με ξεκλείδωσαν σε σχέση με ντροπές που ένιωθα. Έχω συνηθίσει ένα κομμάτι προβολής μέσω της τηλεόρασης κι αυτό συνεπάγεται μια εικόνα πολύ συγκεκριμένη όπου πάντα θα είναι άψογη γιατί θα σε ντύνουν, θα σε βάφουν, θα σε φροντίζουν. Αυτή η εικόνα, όσο αυθόρμητος και να είσαι, είναι αρκετά ατσαλάκωτη. Στην υποκριτική το αψεγάδιαστο χρειάζεται όχι μόνο να το σπάσεις και να το διαλύσεις αλλά να βγεις κι ένας καινούριος άνθρωπος μέσα από αυτό το στραπατσάρισμα. Με βοήθησε πάντως γενικότερα στο να μη φοβάμαι να εκτεθώ πιο ρεαλιστικά και με ειλικρίνεια. Αυτό έχει θετικό αντίκτυπο και στη ζωή μου. Μεγάλωσα μέσα σε συγκεκριμένες τηλεοπτικές νόρμες, τις οποίες πάντα προσπαθούσα να αποφύγω αλλά παράλληλα βρισκόμουν μέσα στο πλαίσιο τους οπότε ήταν μια περίεργη πάλη.

Πώς προέκυψε ο ρόλος σου στο «Αχ»; Έκανα σεμινάρια στους Bijoux de Kant. Παιζόταν τότε το «Αχ» με την πρώτη του διαλογή και πήγα να το δω. Συγκλονίστηκα. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που έκλαιγα στο θέατρο, έκλαιγα με λυγμούς το τελευταίο δεκάλεπτο της παράστασης, τελείωσε, χειροκρότησαν τους ηθοποιούς, άνοιξαν τα φώτα κι εγώ ακόμη έκλαιγα, δεν μπορούσα ούτε να πάω στα παρασκήνια να τους συγχαρώ.

Τι σε τάραξε τόσο πολύ; To ότι μιλάει για τον αποχαιρετισμό. Είναι αυτοί οι ακραίοι αναστεναγμοί του έρωτα και ταυτόχρονα της ματαίωσης του. Ξέρεις, είναι ό,τι τον αγγίξει τον καθένα. Έκλαιγα για όλες τις απώλειες της ζωής μου. Θυμάμαι ότι στις πρώτες πρόβες που καθόμουν ακίνητη και άκουγα το κείμενο πάλι έκλαιγα, είναι αυτά τα λόγια της Γλυκερίας Μπασδέκη. Ακόμη τα σκέφτομαι και υγραίνονται τα μάτια μου. Ίσως λοιπόν αυτό είδε ο Γιάννης Σκουρλέτης, το πόσο με ένοιαξε αυτό το κείμενο. Επίσης πιστεύει περισσότερο στις θερμοκρασίες που αναπτύσσονται πάνω στη σκηνή και όχι στα πόσα μαθήματα έχει παρακολουθήσει ο καθένας. Όταν μου το πρότεινε δέχτηκα αμέσως χωρίς να το σκεφτώ. Θυμάμαι ότι όταν είχα πρωτοδεί το «Αχ» είχα τόσο εντυπωσιαστεί από την κίνηση της Αγνής Παπαδέλη – Ροσσέτου, που έπαιζε τον ρόλο που μετά ερμήνευσα εγώ, που μου έμεινε στο μυαλό ότι αυτός ο ρόλος ήταν κυρίως σωματικός με ελάχιστα λόγια. Όταν πήρα στα χέρια μου το κείμενο, τότε το συνειδητοποίησα. Είχαμε στη διάθεση μας μόλις ένα μήνα, μετά βγαίναμε στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά. Αυτό είναι σίγουρα το πιο τρελό πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου. Θυμάμαι ότι οι άνθρωποι που παίζαμε μαζί, ηθοποιοί εξαιρετικοί και έμπειροι, είχαν φρικάρει για το αν θα ακούγονταν καθαρά κι εγώ δεν είχα καν συναίσθηση όλου αυτού. Προχωρούσα με άγνοια κινδύνου. Η Λένα Δροσάκη έκανε το πιο σωστό σχόλιο όταν μου είπε «Εσύ είχες μια φόρα που σε πήρε και σε σήκωσε πέρα και πάνω από τα στερεοτυπικά που πρέπει να σκεφτόμαστε για το εάν είναι σωστή η άρθρωση μας ή αν μας ακούει αυτός που κάθεται στην τελευταία σειρά». Ήταν εξωπραγματικό όλο αυτό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Τι θυμάσαι εντονότερα από όλη αυτή την εμπειρία; Ότι μετά το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά πήγαμε και παίξαμε σε έναν χώρο στην Πάτρα για 70 άτομα. Ήμασταν τόσο κοντά στο κοινό που σήκωνα το βλέμμα μου και είχα στα 50 εκατοστά έναν άνθρωπο να με κοιτάει. Αυτό είναι μια φοβερή έκθεση. Ήταν όμως πολύ ωραία κι αυτό που μου έχει λείψει περισσότερο είναι η μαθητεία. Είχα την εκπομπή, είχα το site, δεν είχα χρόνο κι όταν είχα χρόνο αναγνώριζα ότι δεν είχα το μυαλό να αφοσιωθώ και να συγκεντρωθώ σε ένα σεμινάριο. Αλλά θα ανακάμψω.

Ασχολείσαι με πολλά και διαφορετικά πράγματα. Σου λείπει καθόλου να κάτσεις μια μέρα και να κοιτάς το ταβάνι; Αν το πω θα το κάνω, θα δημιουργήσω δηλαδή τις συνθήκες για μια τέτοια μέρα. Αλλά δε το λέω συχνά και η αλήθεια είναι ότι ούτε στις διακοπές δεν βρίσκω ησυχία. Αντιθέτως περιμένω τις διακοπές για να ασχοληθώ με όλα τα πιο καλλιτεχνικά και δημιουργικά πράγματα που μου αρέσουν. Περιμένω τις διακοπές για να διαβάσω ή για να ζωγραφίσω τα σχέδια που θα τυπώσω στην επόμενη θήκη κινητού. Να φανταστείς η αγαπημένη μου περίοδος ήταν εκείνη των Πανελληνίων. Γιατί έτσι λειτουργώ καλύτερα, υπό πίεση.

Σπούδασες Ψυχολογία στο Πάντειο. Πώς διάλεξες το συγκεκριμένο τμήμα; Καλά όλοι όσοι πάμε στην Ψυχολογία το κάνουμε κυρίως επειδή θέλουμε να ανακαλύψουμε εμάς. Ήμουν ένα τέτοιο παιδάκι. Προσπαθούσα πάντα να βγάλω άκρη με τον εαυτό μου και σε αυτό βοήθησε και το περιβάλλον μου, ο μπαμπάς μου ήταν εναλλακτικός θεραπευτής και πλέον είναι και σύμβουλος ψυχικής υγείας. Είχα μια έμφυτη τάση για εκλογίκευση ως πιτσιρίκι. Θυμάμαι είχα κάποια θέματα η θεία μου, εγώ ήμουν μόλις 8 χρονών και καθόμουν  και την άκουγα με σοβαρό ύφος και προσοχή. Δεν έδινα συμβουλές, ήμουν καλή ακροάτρια. Βέβαια επειδή όλα τα εκλογίκευα, δεν τα αισθανόμουν πάρα πολύ κι αυτό είχε ένα κόστος.

«Ο διάλογος ήταν ιδιαίτερος γιατί στο πλαίσιο μιας συνέντευξης (σ.σ. στην εκπομπή του Θέμου Αναστασιάδη) με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο, ξαφνικά η συζήτηση πήγε στο προσφυγικό. Ένιωσα ότι έχω γνώμη για το θέμα και την είπα. Αν ήμουν προετοιμασμένη θα έλεγα κάτι παραπάνω. Αργότερα σκεφτόμουν ότι η τηλεόραση είναι ένα μέσο που μπαίνει στα σπίτια των ανθρώπων συνεπώς έχει μια δύναμη και θα ήθελα να είχα τα αντανακλαστικά να αντιδράσω πιο ολοκληρωμένα» 

Το Mad, στα 19 σου, πώς προέκυψε; Είδα το διαφημιστικό στο κανάλι, δέκα η ώρα το πρωί κι έστειλα το βιογραφικό από το mail της αδερφής μου, δεν είχα καν δικό μου τότε. Ένιωθα οικειότητα με αυτά τα προγράμματα γιατί μεγάλωσα βλέποντας MTV. Θυμάμαι ότι το αγαπημένο μου παιχνίδι ήταν να βρίσκω ποιο είναι το τραγούδι και ο καλλιτέχνης στα πρώτα τέσσερα δευτερόλεπτα του βίντεο κλιπ. Σκεφτόμουν «α, τι ωραία που περνάνε αυτοί εκεί». Δεν το έβλεπα δηλαδή σαν δουλειά αλλά σαν παιχνίδι. Αλλά δεν είναι μόνο παιχνίδι, στο υπογράφω. Ήμουν στο MAD τα πολύ καλά του χρόνια ενώ τώρα τα πράγματα είναι δύσκολα με τα οικονομικά του. Θυμάμαι όμως εκεί γύρω στο 2008 έναν δημιουργικό αναβρασμό, σε τέτοιο βαθμό που καθόμασταν δωδεκάωρα και δε θέλαμε να φύγουμε. Ήταν το αγόρι μου εκεί, οι κολλητοί μου, όλα. Είχαμε ιδρυματοποιηθεί, ήταν λίγο σαν το “Hotel California”. Αισθάνεσαι ότι δεν μπορείς να φύγεις ποτέ, κι ας έχω ήδη φύγει.

Φαντάζομαι θα είχες γνωρίσει κάμποσα πρωτοκλασάτα ονόματα της ποπ κουλτούρας. Ναι, δεν έχω παράπονο. Θυμάμαι όταν είχε έρθει η Shakira στην Αθήνα για συναυλία και στην συνέντευξη τύπου της είχα κάνει την ερώτηση-κόλαφο: «Πώς είναι η ιδανική σου μέρα όταν δεν τρέχεις για δουλειές;». Λεύκωμα κανονικά. Αλλά εγώ πραγματικά ήθελα να μάθω τι κάνει στον ελεύθερο της χρόνο.

«Αυτά για τα οποία εγώ πεθαίνω να μιλήσω δεν αφορούν τον πολύ κόσμο. Το κοινό που έχει τα ίδια ενδιαφέροντα με εμένα δε θα δει τηλεόραση, θα μπει στο ίντερνετ»

Κάποιο απωθημένο; Νομίζω ότι κάποια στιγμή ήταν να κάνουμε μια συνέντευξη με τον Marilyn Manson στο Rockwave και τελικά δεν έκατσε. Αλλά είχα πάει στην έκθεση ζωγραφικής του στην Αθηναϊδα για να κάνω το ρεπορτάζ και κατάφερα να του πω ένα «Hi! Great work!». Δεν είμαι φανατική της μουσικής του αλλά η περσόνα του -στην προ-Lady Gaga εποχή- ήταν πολύ εντυπωσιακή. Μπορεί τα παιδιά που μας διαβάζουν τώρα, και που τα έχουν δει όλα να μην εντυπωσιάζονται, αλλά για εμάς κάτι ήταν τότε, ένας σκοτεινός τύπος κι αυτό από μόνο του με ιντρίγκαρε πολύ.

Και μετά άλλαξες πόστα και σταδιακά βρέθηκες και σε πρωινή, καθημερινή εκπομπή. Νιώθεις μέσα σου την αμφιβολία του στιλ «Μπορώ εγώ να υπηρετήσω αυτή την τηλεοπτική λογική;» Την ένιωθα, τη νιώθω και θα τη νιώθω. Έχω μέσα μου αυτή την ερώτηση, εάν ταιριάζω στην τηλεόραση όπως αυτή είναι ευρέως γνωστή. Πρέπει να παραδεχτώ ότι δεν είναι πάντα εύκολο κι απλό να διατηρείς το σύνολό σου, που πιθανόν να μην είναι ταιριαστό με την τηλεόραση και τις εκφάνσεις της.  Στα καθημερινά προγράμματα, μιλάω για την μετά το MAD εποχή, άρχισα να σκέφτομαι πώς μπορώ να απευθυνθώ στον κόσμο κι αν είμαι αρκετά κατανοητή. Το λέω αυτό γιατί στην ζωή μου είμαι ένας άνθρωπος που περνάει τον χρόνο του ακούγοντας ξένη μουσική και διαβάζοντας ξένα sites. Προσπαθούσα να αφορά τον κόσμο αυτό που έχω να πω αλλά νομίζω ότι δεν τα έχω καταφέρει και πολύ καλά σε αυτόν τον τομέα.

Με ποια έννοια το λες; Με την έννοια ότι αυτά για τα οποία εγώ πεθαίνω να μιλήσω δεν αφορούν τον πολύ κόσμο. Το κοινό που έχει τα ίδια ενδιαφέροντα με εμένα δε θα δει τηλεόραση, θα μπει ίντερνετ.

Κάνεις όμως πράγματα που κάνουν γκελ και σε ένα πιο mainstream κοινό. Όπως το πρόσφατο guest σου στο Your Face Sound Familiar που υποδύθηκες τη Φουρέιρα. Η Φουρέιρα είναι ένα κορίτσι που έχει φάει όλα τα στερεότυπα στα μούτρα. Καθώς ετοιμαζόμουν για το χορευτικό κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι αυτό που κάνει. Στεκόμαστε όλοι στο κορμάκι, στο πολύ μαλλί και στο sexyness αλλά θέλει πραγματικό μόχθο για να καταφέρεις να είσαι έτσι πάνω στη σκηνή, δεν μπορεί να τα καταφέρει ο οποιοσδήποτε, κι έχει να χειριστεί και όλα τα σχόλια γύρω από αυτήν. Στη ζωή μου, και μάλλον οι γονείς μου ευθύνονται για αυτό και είμαι χαρούμενη, αδυνατώ να βάλω ταμπέλες. Επιπλέον η καθημερινότητα μου φέρνει συνεχώς παραδείγματα για να μου αποδείξει αυτό ακριβώς: ο καθένας είναι ξεχωριστός και έχει μια ιστορία από πίσω για την οποία δεν έχεις ιδέα οπότε μη βιάζεσαι να βγάλεις συμπεράσματα. Αυτό σημαίνει ότι μας αρέσουν όλα; Όχι βέβαια. Απλώς καμιά φορά σκέφτομαι ότι όταν είμαστε πολύ επικριτικοί με κάτι πρέπει να κάτσουμε να το σκεφτούμε σοβαρά και στο 90% των περιπτώσεων θα δούμε ότι ουσιαστικά κάνουμε προβολή ενός δικού μας θέματος πάνω σε κάποιον άλλο. Αντί λοιπόν να ξοδεύουμε χρόνο στο να κράζουμε κάποιον ας βελτιώσουμε στον εαυτό μας αυτό που μας δημιουργεί πρόβλημα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Ωχ, μίλησες σαν ψυχολόγος τώρα. Εσύ έχεις κάνει ψυχοθεραπεία; Ναι, βέβαια. Έκλεισα έναν κύκλο εννιά χρόνων που ξεκίνησε στα 19 μου. Το έκανα γιατί έπρεπε αφού σπούδαζα ψυχολογία αλλά κι επειδή πάθαινα κρίσεις πανικού. Σε κάθε άνθρωπο είναι διαφορετικό, σε εμένα οι κρίσεις πανικού ερχόντουσαν ανά τριετία με έντονες εξάρσεις που κρατούσαν μέχρι και δύο μήνες. Ήταν επιβλαβές αυτό που συνέβαινε. Περνούσα τριήμερα με έντονη ταχυκαρδία που δεν μπορούσα να την κατευνάσω. Η ψυχοθεραπεία βοήθησε σημαντικά αλλά περιμετρικά. Φαντάσου τις κρίσεις πανικού σαν μια κολώνα που στηρίζει ένα ταβάνι. Η ψυχοθεραπεία ήρθε κι έχτισε τέσσερις κολώνες τριγύρω της. Όταν τελείωσε ο κύκλος της ψυχοθεραπείας τότε πέρασα τη χειρότερη μου φάση με κρίσεις πανικού αλλά ήμουν πλέον δυνατή να γκρεμίσω την κολώνα γιατί είχα τις υπόλοιπες τέσσερις να με στηρίζουν. Αν πας να γκρεμίσεις τη μία και μοναδική κολώνα τότε θα πέσει το ταβάνι στο κεφάλι σου. Πιστεύω ότι χρειάζεται να χτίσεις αυτά που σου υπολείπονται για να χαλάσεις αυτό που σου δημιουργεί πρόβλημα. Αυτός είναι ο λόγος που δεν πιστεύω στις απότομες αλλαγές και ότι οι άνθρωποι αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη.

Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που σου έμαθε η ψυχοθεραπεία; Το να αφήνομαι στο συναίσθημα. Οι εντάσεις με φρίκαραν πολύ, προσπαθούσα να βρω τρόπους να μη θυμώνω, να μη λυπάμαι και τελικά κατέληγα και να μη χαίρομαι. Αυτή είναι όμως μισή ζωή. Ναι, κοστίζει να νιώθεις αλλά τι νόημα έχει αλλιώς;

Πότε ένιωσες περισσότερο ελεύθερη; Όταν πέρυσι έκανα τρεις ημέρες ελεύθερο κάμπινγκ στο Πήλιο και μετά άλλες τρεις στη Σαμοθράκη και δεν είχα σήμα στο κινητό. Θα με βάλουν στη φυλακή επειδή κάνω ελεύθερο;

«Δεν μπορώ καν να πληκτρολογήσω μια βρισιά γιατί για εμένα ισοδυναμεί με το να πάω σε κάποιον που θα δω έξω στον δρόμο και να αρχίζω να τον βρίζω στα μούτρα του. Δεν θα το έκανα ποτέ αυτό»

Λες ότι σε απελευθέρωσε το ότι δεν είχες σήμα αλλά είσαι πολύ ενεργή στα social media. Στο instagram σε ακολουθούν 333.000 άνθρωποι. Μα ναι, είμαι εθισμένη στο κινητό, το παραδέχομαι. Αγαπώ ιδιαίτερα το instagram, το έχω στο μυαλό μου σαν ένα προσωπικό περιοδικό. Είμαι άνθρωπος που μου αρέσουν πολύ τα περιοδικά κι έτσι αγάπησα και τη φωτογραφία και την μόδα. Μια φωτογραφία μόδας μπορεί να είναι τόσο ωραία στημένη που να θυμίζει πίνακα. Έτσι επιλέγω τις φωτογραφίες που ποστάρω, εάν κρίνω ότι η φωτογραφία θα πληρούσε τα κριτήρια για να μπει σε ένα περιοδικό. Θα μου άρεσε να είμαι και λίγο πιο προσωπική, δηλαδή να ποστάρω τη μαμά μου ή το αγόρι μου, ξέρεις εντελώς αυθόρμητα με την σκέψη «αχ, δείτε τι όμορφος που είναι» αλλά επειδή ξέρω ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε blog βάζω φρένο σε αυτή μου την παρόρμηση. Έχω συναίσθηση ότι το δικό μου instagram δεν είναι τόσο προσωπικό, δεν μπορώ να καμώνομαι ότι είναι. Δεν με νοιάζει που θα το δουν οι τόσοι χιλιάδες followers, με αυτούς χάρη στο instagram νιώθω οικειότητα. Με νοιάζει όμως ότι θα το χρησιμοποιήσουν σαν είδηση ενώ φυσικά δεν είναι, είναι απλώς η καθημερινότητά μου. Ξέρω ότι παίζεται έτσι το παιχνίδι, αν το κάνω θα νιώθω σα βλαμμένο που απασχολώ με κάτι που δεν έχει καμία αξία.

Τι άλλο σε ενοχλεί στο διαδίκτυο; Τo internet harassment. Είχα δει ένα απίστευτο σατυρικό βίντεο από τον John Oliver, τον οποίο λατρεύω και είναι κρίμα που δεν υπάρχει κάποιος αντίστοιχος του στην Ελλάδα, που παρουσίαζε αυτό ακριβώς: ότι μέσω του internet μπορείς πια να εκβιάζεις την πρώην σου με γυμνές φωτογραφίες της ή να προσβάλλεις κόσμο. Δεν μπορώ να πληκτρολογήσω μια βρισιά γιατί για εμένα ισοδυναμεί με το να πάω σε κάποιον που θα δω έξω στον δρόμο και να αρχίζω να τον βρίζω στα μούτρα του. Δεν θα το έκανα ποτέ αυτό.

Μου έλεγες νωρίτερα ότι άκουσες διάφορα ακόμη για το ότι επέλεξες να βάψεις μπλε τα μαλλιά σου. Ναι, πέρα από τα θετικά σχόλια άκουσα ατάκες του τύπου «τι έχεις πάθει;» ή ότι «πάει, τρελάθηκε αυτή τώρα, την απέλυσαν κι έβαψε μπλε το μαλλί». Οι άνθρωποι δεν αρκούνται στο «μου αρέσει, δεν μου αρέσει» αλλά σπεύδουν να βγάλουν συμπεράσματα για την προσωπικότητά σου.

«Πιστεύω ότι χρειάζεται να χτίσεις αυτά που σου υπολείπονται για να χαλάσεις αυτό που σου δημιουργεί πρόβλημα. Αυτός είναι ο λόγος που δεν πιστεύω στις απότομες αλλαγές και ότι οι άνθρωποι αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη»

Με αυτό το χρώμα μαλλιών θα μπορούσες έχεις εκπομπή σε ιδιωτικό κανάλι; Μάλλον όχι, η αλήθεια είναι ότι εκμεταλλεύτηκα την συγκυρία. Από την μία τους καταλαβαίνω γιατί είναι ένα επιθετικό χρώμα αφού δεν υπάρχει στη φύση, κανείς δυστυχώς κανείς δε γεννήθηκε με μπλε μαλλιά. Αλλά από την άλλη να μου πει κανείς ότι παλιμπαιδίζω επειδή έκανα τα μαλλιά μου μπλε; Ειλικρινά, αν δεν πειράζει κανέναν κάνε απλώς αυτό που θες. Τι τους ενοχλεί;

Γυρνάς σπίτι σου και σκέφτεσαι «χμ, σήμερα δεν ήμουν όπως θα ήθελα γιατί είπα αυτό ή γιατί δεν είπα εκείνο»; Όχι ιδιαίτερα και σε αυτό έχει συμβάλλει η θητεία μου στο Mad. Ήμασταν μπροστά σε μια κάμερα και μιλούσαμε σχεδόν αυτιστικά, δεν προλαβαίναμε να φιλτράρουμε ιδιαίτερα, έτσι έχω «μεγαλώσει» τηλεοπτικά συνεπώς δεν αυτολογοκρίνομαι ούτε επιστρέφω πίσω. Τα σκέφτομαι τόσο όσο όταν τα κάνω ή όταν τα λέω και γι’ αυτό μερικές φορές ξέρω ότι μιλάω λίγο περισσότερο γιατί θέλω επί τόπου εκείνη τη στιγμή να εξηγήσω με σαφήνεια τι εννοώ, μου αρέσει να χρησιμοποιώ επιχειρήματα και όχι να πετάω βαρύγδουπες κουβέντες που θα μπορούσαν να γίνουν τίτλοι σε blogs. Στο τέλος της ημέρας πάντως δεν έχω κανένα βάσανο για όλα αυτά.

Το ότι πια δεν έχεις θέμα να εκτεθείς με περισσότερη ειλικρίνεια φάνηκε και στον περίφημο διάλογο με τον Θέμο Αναστασιάδη αλλά και με την Ντορέττα Παπαδημητρίου για τα Εξάρχεια. Είπες στην τηλεόραση αυτά που ούτως άλλως πολλοί άνθρωποι λέμε όταν μιλάμε με τους φίλους μας. Ακριβώς αυτό. Και στις δύο περιπτώσεις είπα το πασιφανές, το εντελώς δεδομένο. Μου κάνει πολύ εντύπωση ότι ακόμη το συζητάμε, είμαι σίγουρη ότι πολλοί άνθρωποι στην τηλεόραση έχουν την ίδια άποψη με εμένα.

Ναι, αλλά από την άλλη είχαμε την εξαιρετικά ακραία άποψη του Αναστασιάδη που αναφερόταν στo DNA ανθρώπων. Ο διάλογος ήταν ιδιαίτερος γιατί στο πλαίσιο μιας συνέντευξης με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο ξαφνικά η συζήτηση πήγε στο προσφυγικό. Ένιωσα ότι έχω γνώμη για το θέμα και την είπα. Αν ήμουν προετοιμασμένη θα έλεγα κάτι παραπάνω. Αργότερα σκεφτόμουν ότι η τηλεόραση είναι ένα μέσο που μπαίνει στα σπίτια των ανθρώπων συνεπώς έχει μια δύναμη και θα ήθελα να είχα τα αντανακλαστικά να αντιδράσω πιο ολοκληρωμένα. Η αλήθεια είναι ότι είχα λίγο σοκαριστεί την ώρα που συνέβαινε όλο αυτό και θα ήθελα να ήμουν πιο συγκεκριμένη σε αυτό που είπα. Θα ήθελα όλοι να θεωρούν δεδομένα αυτά που όντως είναι δεδομένα, όπως για παράδειγμα ότι οι άνθρωποι δεν ορίζονται από το DNA τους. Δεν είναι φοβερό ότι το συζητάμε ακόμη;


H ταινία Angry Birds: The Movie βγαίνει στις ελληνικές αίθουσες στις 12 Μαΐου, με τις φωνές των Γιάννη Ζουγανέλη, Γιώργου Πυρπασόπουλου, Μαίρης Συνατσάκη και Σπύρου Μαργαρίτη.
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.