Λίγο το παρατεταμένο σοκ που βιώνουμε όλες και όλοι από τον έναν χρόνο πανδημίας/ εγκλεισμού/ανασφάλειας, λίγο οι θορυβώδεις και μονοσήμαντες εκδηλώσεις για το ’21, το αποτέλεσμα ήταν να επισκιαστούν άλλα μνημονικά ορόσημα, όπως ότι συμπληρώθηκαν 80 χρόνια από την εισβολή των ναζιστικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, σηματοδοτώντας μια από τις οδυνηρές και σκοτεινές ιστορικές περιόδους. Ούτως ή άλλως υπάρχουν θέματα που σχετίζονται με εκείνη την εποχή, τα οποία αντιμετωπίζονται ακόμα ως ταμπού, αποσιωπούνται ή παραχαράσσονται στην ιστορική αφήγηση. Η πείνα και η μάχη για την καταπολέμηση της είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ο κατοχικός λιμός δεν πήρε ποτέ τον χώρο που του αναλογούσε ούτε στην ιστορική έρευνα, ούτε στην μνημειακή πολιτική.
Η μεγαλειώδης Αντίσταση, που μεταξύ άλλων προσπάθησε να σώσει την κοινωνία από την πείνα, βρέθηκε υπό διωγμό μεταπολεμικά και μετεμφυλιακά και γρατζουνάει ακόμα τα ανακλαστικά των απολογητών του ιστορικού αναθεωρητισμού. Το διακύβευμα, όμως, είναι πώς οι σύγχρονοι άνθρωποι θα βρουν τα εργαλεία να επανοικειοποιηθούν το παρελθόν, να το κατανοήσουν και να βρουν ενδεχομένως τα ενεργά του ίχνη στο σήμερα. Ο ιστορικός και συγγραφέας Μενέλαος Χαραλαμπίδης που εδώ και κάμποσα χρόνια υλοποιεί με επιτυχία το εξαιρετικά ενδιαφέρον πείραμα των ιστορικών περιπάτων, θα τοποθετηθεί πάνω σ’ αυτά τα ερωτήματα στο διαδικτυακό σεμινάριο που διοργανώνει η Πρωτοβουλία για τις Δημόσιες Ανθρωπιστικές Επιστήμες Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (SNFPHI) στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Κι ήταν μια ιδανική αφορμή για να τα πούμε κι εμείς μαζί του.
Το διαδικτυακό σεμινάριο συμπίπτει με την επέτειο των 80 ετών από την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, μια επέτειος που πέρασε κάπως απαρατήρητη. Για την ακρίβεια είναι ανάμεσα σε δυο επετείους. Στις 6 Απριλίου 1941 έγινε η εισβολή των ναζιστικών στρατευμάτων από τα βόρεια σύνορα και στις 27 Απριλίου, μετά τις μάχες που δόθηκαν στη διαδρομή, οι Γερμανοί κατάφεραν να φτάσουν στην Αθήνα και να την καταλάβουν. Ήταν αρχή μιας πολύ ζοφερής περιόδου για όλη την Ελλάδα που άφησε πολλές πληγές και ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να τις δούμε σε όλη την έκταση. Αυτό που είναι σημαντικό και θα το συζητήσουμε είναι το γεγονός ότι πολύ σύντομα φάνηκε πως ακόμα και η υπακοή στη νέα τάξη πραγμάτων, δεν εξασφάλιζε την επιβίωση των ανθρώπων. Η κυβέρνηση Τσολάκογλου, στην οποία συμμετείχε μεγάλο τμήμα της ηγεσίας του ελληνικού στρατού, ισχυριζόταν ότι θα λειτουργούσε ως ασπίδα που θα προστάτευε τον ελληνικό λαό από τις συνέπειες του πολέμου. Σύντομα αυτή η προπαγανδιστική τακτική κατέρρευσε. Ούτε έξι μήνες δεν πέρασαν από την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα και ξέσπασε ο λιμός, η πείνα όπως έχει μείνει στη συλλογική μνήμη. Ο ελληνικός λαός βρέθηκε μόνος και απροστάτευτος απέναντι σ’ αυτή την τραγική κατάσταση.
Το αναφέρατε κι εσείς πως το βίωμα της πείνας αποτυπώθηκε στη συλλογική μνήμη των ανθρώπων και μεταβιβάστηκε από γενιά σε γενιά. Ωστόσο, φαίνεται σα να μην έχει πάρει το χώρο που του αναλογεί στην ιστοριογραφία και τις μνημονικές εκδηλώσεις. Σκεφτείτε ότι πρόκειται για τον χειρότερο λιμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη με 45.000 νεκρούς μόνο στην Αθήνα και τον Πειραιά και πολλούς ακόμα στην υπόλοιπη χώρα. Ακόμα δεν ξέρουμε πόσοι είναι οι νεκροί της πείνας πανελλαδικά. Πρόκειται για ένα σοβαρό έλλειμμα στη μελέτη. Επιπλέον, δεν το έχουμε αναδείξει στο δημόσιο χώρο. Δεν υπάρχει ένα μνημείο για τους νεκρούς της πείνας, παρά μόνο αν εξαιρέσουμε στο Α’ Νεκροταφείο τη λεγόμενη «Μάνα της πείνας», αλλά κι αυτό είναι παντελώς άγνωστο. Γενικότερα δεν έχουμε μνημεία που να θυμίζουν τα δεινά της Κατοχής, αλλά και το αντιστασιακό κίνημα.
Με ποιον τρόπο συνδέεται ο κατοχικός λιμός με την Αντίσταση και δη με το ΕΑΜ; Έχει βάση αυτό που λέει το τραγούδι «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα». Το ΕΑΜ ασφαλώς δεν είχε τη δυνατότητα να ταΐσει τον κόσμο, ούτε καν η ελληνική κυβέρνηση δε μπορούσε να το κάνει. Το ΕΑΜ αυτό που έκανε ήταν ότι όταν πλέον άρχισε να φτάνει στην Ελλάδα η ανθρωπιστική βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, πολέμησε και κατάφερε αυτό το διατροφικό απόθεμα να μην πέσει στα χέρια των μαυραγοριτών και να γίνει δίκαιη διανομή. Αυτή ήταν η πιο σημαντική συνεισφορά του. Όχι ότι δεν υπήρχε συνεισφορά και νωρίτερα. Οι άνθρωποι του ΕΑΜ έστησαν διάφορα συσσίτια, όχι βέβαια με την ταυτότητα του ΕΑΜ που ήταν παράνομη, αλλά βρέθηκαν πίσω από διάφορες ανθρωπιστικές κινήσεις και γενικά προσπάθησαν να αναλάβουν την διοίκηση των συσσιτίων για να γίνει δίκαιη διαχείριση. Ένα τρίτο σκέλος της συμβολής της Αντίστασης στην καταπολέμηση της πείνας ήταν το Φθινόπωρο του 1943, όπου με διαταγή του ΕΛΑΣ έγινε συντονισμένη επιχείρηση να ανοίξουν οι αποθήκες των μαυραγοριτών και να μοιραστούν τα τρόφιμα στους κατοίκους που τα είχαν ανάγκη. Ήταν δηλαδή διαρκής ο αγώνας για το διατροφικό.
Υπάρχουν πολλές όψεις του κατοχικού παρελθόντος που παρέμειναν αποσιωπημένες, όπως επίσης και η Αντίσταση. Υπάρχει πολιτικό υπόβαθρο σ’ αυτό; Γενικότερα η σιωπή για την Κατοχή και την Αντίσταση είχε πολιτικά αίτια. Οι μετακατοχικές κυβερνήσεις ήθελαν να αποκρύψουν το ρόλο του ΕΑΜ και απαξίωσαν συνολικά το αντιστασιακό κίνημα. Μέσα στο γενικότερο κλίμα εθνικοφροσύνης και αντικομμουνισμού υπήρχε δυσκολία διαχείρισης του κατοχικού παρελθόντος. Γιατί ένα σημαντικό μέρος των ανθρώπων που στήριξαν τις μετακατοχικές κυβερνήσεις, την περίοδο της Κατοχής είτε είχαν συνεργαστεί με τους κατακτητές, είτε ανήκαν στη λεγόμενη γκρίζα ζώνη της συνεργασίας, είτε απουσίαζαν. Ένα μικρό μη εαμικό κομμάτι συγκρότησε αντιστασιακό σώμα, κυρίως οι δυνάμεις του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο και κάποιες άλλες μικρότερες αλλά κι αυτοί μετά το 1943 που η πολιτική πόλωση οξύνθηκε, εντάθηκαν στο ευρύτερο αντι-εαμικό στρατόπεδο. Αν ανατρέξουμε ακόμα και σε πρακτικά της βουλής τις δεκαετίες του 1940 και του 1950, θα βρούμε γνωστούς βουλευτές που μιλούσαν για την ανάγκη αποφυλάκισης των λίγων δοσίλογων που είχαν φυλακιστεί. Η δυσκολία των νικητών του Εμφυλίου να μιλήσουν για τα γεγονότα, τα καταδίκασε στη σιωπή. Έμειναν εκτός αφηγήματος και εκτός δημόσιου χώρου. Μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία προβλήθηκε το σχήμα της Εθνικής Αντίστασης, μέσα στο οποίο αναγνωρίστηκε η εαμική συμβολή αλλά ούτε αυτό το καινούργιο αφήγημα μίλησε για τις σκοτεινές πτυχές της Κατοχής. Ήταν ένα αφήγημα-ομπρελά που προσπαθούσε να κρατήσει τις ισορροπίες.
Έχουμε στο μυαλό μας ότι τα ιστορικά γεγονότα μνημονεύονται με λόγους πολιτικών και καταθέσεις στεφάνων κι από κει και πέρα η ιστορία είναι αντικείμενο συνεδρίων μεταξύ επιστημόνων. Προσπαθείτε να αναδείξετε μια διαφορετική εκδοχή, τη δημόσια ιστορία. Με ποιόν σκοπό; Με τους ιστορικούς περιπάτους ο στόχος είναι να μπορέσουμε να φέρουμε στον δημόσιο χώρο τα ευρήματα της ιστορικής έρευνας, να κάνουμε τη γνώση κτήμα ενός ευρύτερου κοινού, να δούμε με ποιους άλλους τρόπους θα μπορούσαμε να μνημονεύσουμε το παρελθόν πέρα από τις παρελάσεις και τις καταθέσεις στεφάνων γιατί κατά τη γνώμη μου αυτές οι επιτελέσεις εδώ και πολύ καιρό συνιστούν τελετουργικά απομεινάρια του παρελθόντος, παρά έχουν κάτι ουσιαστικό να πουν στο παρόν, δε μεταφέρουν γνώση. Γιορτάζουμε κάθε χρόνο την 28η Οκτωβρίου αλλά πολλοί συνάνθρωποι μας δε γνωρίζουν τι έγινε στο αλβανικό μέτωπο. Θα αναφέρω ένα ενδεικτικό παράδειγμα για τους Έλληνες ανάπηρους του αλβανικού μετώπου. Τους μνημονεύουμε την 28η και καλά κάνουμε αλλά δε μαθαίνουμε τι απέγιναν αυτοί οι άνθρωποι. Ενα μεγάλο κομμάτι τους επειδή προσχώρησε στο ΕΑΜ παραδόθηκε από τις ελληνικές αρχές στις γερμανικές και εκτελέστηκε. Έτσι αντάμειψε το ελληνικό κράτος τους ανθρώπους που πολέμησαν στα αλβανικά βουνά. Μόνο στην Αττική 250 ανάπηροι παραδόθηκαν στους ναζί και εκτελέστηκαν. Έχει μείνει στο σκοτάδι αυτό το γεγονός. Οι εκδηλώσεις που πλαισιώνουν τις εθνικές επετείους θέλουν να διαμορφώνουν μια αίσθηση κοινότητας, ότι είμαστε πολίτες ενός έθνους-κράτους και πρέπει να είμαστε περήφανοι. Ετσι καταφεύγουν σε σιωπές και αφαιρέσεις. Το θέμα είναι κατά πόσο ένας τέτοιος τρόπος ανταποκρίνεται στο σήμερα. Οι κοινωνίες δεν έχουν μια ταυτότητα, έχουμε πολλές ταυτότητες, μπορεί να είναι ρευστές και να αλλάζουν. Μέσα από μια εθνική επέτειο που προβάλλει μία ταυτότητα, δημιουργείται κενό αντιπροσώπευσης, δεν μπορούμε πολλοί και πολλές από εμάς να δούμε τον εαυτό μας μέσα σε αυτό. Γι’ αυτό στις εκδηλώσεις που κάναμε μιλήσαμε για τις γυναίκες, τους μικρασιάτες πρόσφυγες, τη νεολαία, για κομμάτια που ήταν παραγκωνισμένα και δε φαινόταν η συμμετοχή τους. Αυτό θέλουμε να δείξουμε μέσα από τις δράσεις δημόσιας ιστορίας, ότι μπορούμε να μιλήσουμε με έναν πιο δημοκρατικό και αντιπροσωπευτικό τρόπο για το παρελθόν. Η ιστορία ψάχνει και δημιουργεί ερωτήματα.
Οι ιστορικοί περίπατοι διακόπηκαν αναγκαστικά λόγω πανδημίας. Να περιμένουμε να εξερευνήσουμε ξανά το ιστορικό φορτίο της πόλης όταν όλα αυτά τελειώσουν; Φυσικά. Οι περίπατοι θα συνεχιστούν. Δυστυχώς η πανδημία μας έχει κόψει αλλά η ανταπόκριση του κόσμου ήταν έντονη και μου δίνει δύναμη. Έχει δημιουργηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης. Ο κόσμος περιμένει για να μιλήσουμε για πράγματα που δε συζητιούνται. Ο,τι βγάζω από την έρευνα, που είναι συνεχής, περνάει πολύ άμεσα στους περιπάτους.