«Να, εδώ κάπου τριγύρω, στο Κολωνάκι, σε ένα πλούσιο σπίτι, με στείλανε οι γονείς μου από το νησί να δουλέψω το ’48, την εποχή του Εμφυλίου, πάνε 71 χρόνια πια. Ήμουν 10 χρονών παιδί, είχα πάει μόλις δυο τάξεις στο Δημοτικό. Πολυτέλεια τα γράμματα τότε για μας. Η μάνα μου είχε κάνει τη συμφωνία με την οικογένεια που θα δούλευα και είχε προπληρωθεί τα μισθά μου για 2 χρόνια. Οι γονείς μου ήταν χαρούμενοι που με ξεφορτώθηκαν, είχαν ένα βάρος λιγότερο, μείον ένα στόμα στο λογαριασμό.
Ήμασταν δεκατέσσερα παιδιά στην οικογένεια, οκτώ αγόρια και έξι κορίτσια, τέταρτη εγώ στη σειρά. Στο σπίτι στην Αθήνα ήμουν παραδουλεύτρα, η δουλειά δεν ήταν βαριά για μένα, συγύριζα, σκούπιζα, σφουγγάριζα, έκανα θελήματα. Δεν έτρωγα όμως ξύλο, όπως από τους γονείς μου στο νησί. Πήρα πολλή αγάπη σε αυτό το σπίτι, αυτή έγινε η πραγματική μου οικογένεια. Έμεινα εκεί ως τα δεκαπέντε μου. Δε μου’ λειπε καθόλου η δύσκολη ζωή που έκανα στην Κεφαλονιά μα αναγκάστηκα να ξαναγυρίσω όταν έληξε η συμφωνία με την οικογένεια στο Κολωνάκι, με χρειάζονταν πίσω και οι γονείς μου… Δεν ήθελα να γυρίσω γιατί θυμόμουν πολύ καλά…»
«Γεννήθηκα στο Αργοστόλι στις 16 Οκτώβρη του 1938..Είμαι παιδί του λιμανιού! Πάντα δίπλα στο κύμα! Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήταν πόλεμος. Ιταλοί, Γερμανοί.. Υπήρχε πείνα πολλή και εμείς τα πιτσιρίκια μαζεύαμε πατατόφλουδες για να φάμε.. Πολύ δύσκολη ζωή, κοιμόμασταν με τα αδέλφια μου κρυμμένα ανά τετράδες σε κάρα σκεπασμένα με μουσαμά. Μία φορά, θυμάμαι, μας ανακάλυψε ένας Ιταλός αξιωματικός και είπε στον πατέρα μου να ξεσκεπάσει το κάρο και εκείνος τον παρακάλεσε να μην μας πειράξει γιατί ήμασταν για εκείνον “ πίκολι, πίκολι, μίο πόπολο”. Μετά, στα τρία-τέσσερα μου, όταν ήρθαν οι Γερμανοί στο νησί φύγαμε με την οικογένειά μου από την πόλη του Αργοστολίου και πήγαμε να ζήσουμε στα κοντινά χωριά της Λειβαθούς, πρώτα στα Σβορωνάτα και μετά στα Σαρλάτα. Ακούγαμε τις κανονιές από το λόφο του «Φαραώ» στην πόλη. Στην Αθήνα μετά δεν τον καταλάβαινα τον εμφύλιο, οι μάχες γίνονταν μακριά από εμάς…»
«Έπειτα λοιπόν, το 1954, με το που έφυγα από το σπίτι στο Κολωνάκι, αναγκαστικά ξαναγύρισα στην Κεφαλονιά αλλά δεν μου άρεσε καθόλου, είχα κι άσχημες παιδικές θύμησες. Είχε μόλις γίνει κι ο μεγάλος σεισμός του ’53 στο μεταξύ και παντού όλα ήταν γκρέμια και χαλάσματα. Ζούσαμε σε σκηνές, όλη μας η περιουσία ήταν ένας γαϊδαράκος.
Έτσι αποφάσισα αμέσως να το σκάσω. Τρύπωσα σε ένα πλοίο! Ο καπετάνιος με ανακάλυψε εν πλω και με βούτηξε αγριεμένος. Του λέω τότε: “Πέτα με αν θές, σιγά που θα νοιαστεί κανένας!”. Γέλασε και με άφησε να φύγω.
Ήμουν ξανά ελεύθερη! Όχι πια ξυλοφόρτωμα από τους γονείς, ούτε πια κουβάλημα ξύλων στη ράχη! Έφθασα λοιπόν στον Πειραιά, όπου δούλευα δεξιά και αριστερά μέχρι να ενηλικιωθώ. Ο μεγαλύτερος αδελφός μου με είχε μαρτυρήσει στους γονείς μου αλλά εκείνους δεν τους ένοιαξε και πολύ… Κάποια στιγμή στα 19 μου, γύρω στο 1958 είδα σε μία αγγελία ότι ζητούσαν νέους και νέες για να εργαστούν στην Ελβετία. Έκανα την αίτηση, με δέχτηκαν και έφυγα αμέσως δίχως δεύτερη σκέψη.
Έπιασα δουλειά σε ένα οικογενειακό ξενοδοχείο σε ένα χωριό έξω από τη Ζυρίχη. Ούτε εκεί ήταν εύκολη η δουλειά, είχα κάποια στιγμή ένα σοβαρό ατύχημα στο χέρι από ένα γυάλινο μπουκάλι, μου έχει αφήσει κουσούρι μέχρι και σήμερα. Αλλά στο surfing δεν καταλαβαίνω τίποτα! Τέλος πάντων, το 1961 έκανα τον πρώτο μου γάμο. Τον άντρα μου τον είχα γνωρίσει στον Πειραιά. Ήταν κεραυνοβόλος έρωτας, σφοδρός. Ήρθε να με βρει στην Ελβετία και δούλευε και αυτός στην κουζίνα του ξενοδοχείου που δούλευα. Κάναμε μαζί δύο παιδιά, ένα κορίτσι και ένα αγόρι. Χωρίσαμε όμως όταν ο γιος μου ήταν δύο χρονών. Ήταν δική μου απόφαση γιατί δεν πήγαινε άλλο. Ήταν βάναυσος, με χτυπούσε. Ήρθε στο μυαλό μου το πώς μου φερόταν ο πατέρας μου. Εγώ ζητούσα προστασία και ασφάλεια. Εκείνος όμως είχε άλλα πράγματα στο μυαλό του.Έπαιζε χαρτιά, τα έχασε όλα…
Θυμάμαι το 1967 είχαμε επιστρέψει στην Ελλάδα. Κι εκεί όμως συνέχισε τα ίδια, η ζωή μαζί του ήταν κόλαση. Ήταν και η δικτατορία τότε και εκείνος ήταν κομμουνιστής, είχε βγει στο αντάρτικο και μας κάνανε τη ζωή δύσκολη…Καταφέραμε όμως να ξαναφύγουμε για την Ελβετία, όπου κι εκεί όμως τα πράγματα δυστυχώς πήγανε από το κακό στο χειρότερο μεταξύ μας. Όταν μία μέρα χτύπησε το γιο μας είπα ¨Αυτό ήταν. Τέλος, χωρίζω!”. Και με δύο παιδιά, σε ξένη πατρίδα, ξυπόλυτη πάλι, ξανά από την αρχή σήκωσα το ανάστημά μου. Ήθελα πρώτα να σταθώ στα πόδια μου, χωρίς να στηριχτώ σε κανένα. Μετά από καιρό γνώρισα και παντρεύτηκα τον δεύτερο σύζυγό μου, Ελβετό, είμαστε ακόμα μαζί μέχρι σήμερα. Τα παιδιά μου είναι παντρεμένα και τα δύο στην Ελβετία, έχω τρία εγγονάκια από τον γιο μου, τα αγαπώ πολύ”, κλείνει τη σύντομη ανασκόπηση της πολυτάραχης ζωής της η σούπερ γιαγιά.»
«Το surfing μπήκε στη ζωή μου στα 41 μου. Είχαμε πάει με τον νυν άντρα μου στην Ισπανία, στα Κανάρια Νησιά στο Las Palmas για διακοπές. Δύο μέρες πριν φύγουμε είδα κάποιον να κάνει windsurfing και αμέσως είπα στον εαυτό μου : ¨Αυτό είναι, αυτό είναι που μου ταιριάζει!” . Το δοκίμασα αμέσως και ας μου έλεγε ο Γερμανός που μου νοίκιασε τον εξοπλισμό ότι χρειάζομαι δέκα μέρες εκπαίδευση. Τη δεύτερη μέρα κιόλας είχα γίνει ξεφτέρι! Έτσι ξεκίνησαν όλα… Ξέρετε, παιδιά, πάντα έβλεπα στα όνειρά μου ότι πετούσα! Φτερούγιζα σαν αεροπλάνο πάνω από πεδιάδες, νερά και ποτάμια..Αυτή τη φανταστική αίσθηση την ξαναβρήκα στο windsurfing!»
«Ο κος Κεκάτος [σ.σ. Ο Βαγγέλης Κεκάτος, μέχρι πρόσφατα αντιδήμαρχος Αργοστολίου και πατέρας του σκηνοθέτη Βασίλη Κεκάτου] μου έβαλε την ιδέα για το Guiness! Το καλοκαίρι του ’16, όταν ήμουν 78 ετών, με είχε συναντήσει στην παραλία να κάνω surfing και μόλις έμαθε την ηλικία μου τρελάθηκε! Μου είπε ότι πρέπει να το κάνουμε γνωστό αυτό σε όλους και μου ζήτησε να τον συναντήσω στο γραφείο του. Το θέμα τότε δεν προχώρησε, τα κατάφερα όμως το καλοκαίρι που μόλις μας πέρασε! Με βοήθησαν σε αυτό δύο surfers, πρώην μαθητές μου, ο Δημήτρης Δεληγιάννης και ο Γεράσιμος Γιακουμάτος. Έκανα τα tests που απαιτούνται για να μπεις στο βιβλίο, στην Κεφαλονιά και μετά στη Λούτσα, στην Αττική. Τώρα απομένει η έγκριση ώστε να πιστοποιηθώ ως η γηραιότερη ενεργή σέρφερ στον κόσμο! Επίσης είμαι υποψήφια και για ένα δεύτερο ρεκόρ, θα το τρέξω και αυτό, πρόκειται για…»
«Το ρεκόρ αυτό σημάδεψε τη ζωή μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το φετινό καλοκαίρι και ειδικά τις 24 Αυγούστου που πραγματοποίησα τον Διάπλου. Αυτή η διαδρομή σημαίνει πολλά για μένα, ήταν συμβολική, ήταν η δική μου Οδύσσεια. Μόνη μου με ένα πανί, όπως ο παλάβρας ο Οδυσσέας, χωρίς καράβι αυτή τη φορά να φτάνω στην “Ιθάκη” μου…Το νησί μου που λατρεύω, να ξορκίσω τα άσχημα παιδικά μου χρόνια. Οι έξι ώρες που ήμουν πάνω στη σανίδα μου, μου φάνηκαν παιχνίδι.
Στο μεγάλο πάρτι που έγινε για μένα στη Νομαρχία Κεφαλονιάς την 1η Σεπτεμβρίου πήρα τόση πολλή αγάπη από τον κόσμο! Δεν θα το ξεχάσω ποτέ το βράδυ εκείνο! Αυτή η αγάπη ήταν το καρβέλι που στερήθηκα στα παιδικά μου χρόνια! Έκλαψα από χαρά και από συγκίνηση! Ίσως γιατί βρήκα επιτέλους την αγάπη που έψαχνα παιδάκι, πρώτα στο νησί, μετά στα ξένα, τώρα, επιστρέφοντας στον τόπο μου. Τον Διάπλου επίσης τον έκανα γιατί σκεφτόμουνα να δώσω στα νέα παιδιά ένα παράδειγμα, να μην τα παρατάνε ποτέ…».
«Το νησί μου το λατρεύω! Έχει τόσες πολλές ομορφιές, δεν το λέω μόνο εγώ, το λένε όλοι οι επισκέπτες της. Δεν την αλλάζω με τίποτα! Ο τουρισμός δεν την έχει χαλάσει όπως άλλα μέρη της Ελλάδας. Μου αρέσει πολύ που εκτός από τα παραδοσιακά μας πανηγύρια και γιορτές γίνονται τα τελευταία χρόνια και πράγματα μοντέρνα για τους νέους, φεστιβάλ μουσικής και σινεμά. Η Κεφαλονιά είναι το καλοκαιρινό μου καταφύγιο, 3-4 μήνες κάθε χρόνο, μισή μέρα την περνώ στην παραλία. Η Μεγάλη άμμος, δίπλα στο αεροδρόμιο στις Μηνιές, είναι η παραλία μου! Θα ήθελα αυτή η παραλία να γίνει η παραλία του Surf. Να ιδρυθεί μία σχολή surfing με τους κατάλληλους ανθρώπους. Είναι πολύ πρακτικό μέρος, ιδανικό για μαθητευόμενους μα και για έμπειρους surfers. Με τη δημοσιότητα που απέκτησα τώρα θέλω να ενεργοποιηθούν οι αρμόδιοι και να μας χορηγηθεί έστω ένα ρημάδι κοντέινερ για να αφήνουν τον εξοπλισμό τους οι σέρφερς!»
«Δεν θυμάμαι να σας πω κάποια συμβουλή, ούτε έχω να σας δώσω..Θυμάμαι όμως τί έκανα εγώ. Παρατηρούσα πάντα σιωπηλά τους άλλους και αντέγραφα τα καλά. Ήμουν συγκεντρωμένη στη δουλειά μου, στο στόχο μου. Ό,τι έβαζα στο μυαλό μου, το πετύχαινα.»
«Είμαι από τη φύση μου αυθόρμητος άνθρωπος. Είμαι σαν τον Οδυσσέα. Η μάνα μου που δεν με χώνευε με τίποτα, με έλεγε πολυμήχανο Οδυσσέα, και είχε δίκιο! Ήμουν πολύ καταφερτζού μα έκανα πολλή υπομονή. Αλλά φυσικά δεν μπορούσα να υποστώ την κακοποίηση. Λένε για μένα “ Αυτή εδώ δεν έχει πει τίποτα ποτέ που να μην το έπραξε”. Ξέρετε κάτι; Όταν δεν μπορώ να κοιμηθώ τα βράδια φαντάζομαι τη θάλασσα, τον ήχο των κυμάτων που έρχεται το ένα μετά το άλλο. Είναι για μένα η μεγαλύτερη χαλάρωση μα και η πηγή της ζωντάνιας μου!»
«Συμβουλεύω τα νέα ζευγάρια να κάνουν καλούς λογαριασμούς μεταξύ τους, έτσι θα κρατήσουν τη σχέση τους υγιή. Να μην έχουν τσακωμούς και γκρίνια, να αφήσουν την αγάπη να ανθίσει.. Στη ζωή μου έπαιρνα πάντα τη μοίρα στα χέρια μου. Υπήρξα πάντα τολμηρή και συμβουλεύω τους νέους και κυρίως τις γυναίκες να κάνουν το ίδιο. Να μάθουν να στέκονται στα πόδια τους, να μην έχουν ανάγκη κανέναν. Υπάρχει ακόμα και σήμερα εκμετάλλευση των γυναικών και βία εναντίον τους. Πονούσα πολύ όταν χώρισα τον πρώτο μου άντρα, τον μεγάλο μου έρωτα, αλλά έπρεπε να βάλω τέλος σε μία άρρωστη κατάσταση, να μην την ανεχτώ άλλο. Πήρα το ρίσκο μου. Μόνη μου με δύο παιδιά σε ξένη χώρα. Τον δεύτερο άντρα μου τον αγάπησα διαφορετικά, ήταν άλλος άνθρωπος, αγνός. Δεν κάναμε παιδιά μαζί, αλλά μου χάρισε μία ήρεμη ζωή, ένα λιμάνι.»
«Το άσπρο πλεκτό τοπ που φοράω είναι το “σήμα” μου αλλά τις πέρλες στο λαιμό μου δεν τις αποχωρίζομαι ποτέ! Τις φοράω ακόμα και όταν κάνω surf γιατί τότε βρίσκονται στο … φυσικό τους χώρο. Τις λυπόμουν που ήταν για χρόνια ξεχασμένες στο συρτάρι και από τότε που τις φόρεσα δεν τις βγάζω από πάνω μου!»
«Εισπράττω τόση αγάπη και θαυμασμό! Κυρίως απο τα μικρά παιδιά..Κάποια μηνύματα έχουν πολύ χιούμορ, τα διαβάζω και γελάω. Στα social media γίνεται χαμός! Παίρνω μηνύματα από όλον τον κόσμο, ειδικά από την Αμερική. Μου λένε ότι τους δίνω δύναμη και έμπνευση και αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά και υπερηφάνεια. Πρόσφατα μάλιστα μετά το Διάπλου, έλαβα και μία συγχαρητήρια επιστολή από τον Πρωθυπουργό! Λέω μέσα μου: “Για μένα;” Δεν πίστευα στα ματιά μου! Για φαντάσου…»