Ήξερα από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα ότι είναι από αυτούς τους ανθρώπους που μπορείς να κάνεις συζητήσεις για ώρες μαζί τους και να βγεις μέσα από αυτές πιο μορφωμένη. Έχει έναν μαγικό τρόπο να σε παρασύρει με την ήρεμη φωνή του, την αμεσότητά του, τον ειλικρινή και ουσιαστικό λόγο του.
Όταν πριν λίγες μέρες βρεθήκαμε στην πλατεία του θεάτρου Ήβη, εκεί όπου φέτος θα υποδυθεί τον σύντροφο και μάνατζερ της Florence, της πιο φάλτσας σοπράνο που πέρασε από τη γη και παράλληλα ανεβαίνει για τρίτη σεζόν η παράσταση που έχει γράψει και σκηνοθετήσει ο ίδιος: «Όποιος θέλει να χωρίσει να σηκώσει το χέρι του», χαθήκαμε στην κουβέντα και ακόμα και τα τρυπάνια από τους τεχνικούς που ετοίμαζαν το σκηνικό δεν μας πτόησαν.
Μιλήσαμε για πολλά. Για τις αγαπημένες του “Σέρρες” των οποίων τα γυρίσματα ολοκληρώνονται σε λίγες μέρες, τη συμπρωταγωνίστριά του στην παράσταση, Κατερίνα Βρανά, την οποία θαυμάζει πολύ, την Αίγινα, τη συνειδητή του αποχή από τα social media και το μίσος που τα περιβάλλει, την προσωπική ελευθερία, τη διαπομπή ανθρώπων μέσα από τηλεοπτικές εκπομπές, τα λάθη που πρέπει να συγχωρούνται όταν η πρόθεση είναι καλή, τα δικά του ατοπήματα και -ειλικρινά- αν δεν έπρεπε να συνεχίσουμε και οι δύο τις δουλειές μας μπορεί και να μιλούσαμε μέχρι το επόμενο πρωί. Όσο απολαυστικό είναι να τον ακούς, άλλο τόσο είναι και να τον διαβάζεις.
Παρ’ ότι έχεις πει ότι προτιμάς να γράφεις για το θέατρο παρά να παίζεις ως ηθοποιός, αποφάσισες να υποδυθείς τον σύντροφο της Florence Foster Jenkins. Τι σε άγγιξε σε αυτόν το ρόλο και είπες ότι θα το κάνεις; Καταρχάς ότι θα είμαι δίπλα στην Κατερίνα Βρανά. Την Κατερίνα τη γνώρισα αρχικά μέσα από βίντεο που έβλεπα από τις παραστάσεις της και εδώ στην Ελλάδα και όταν ήταν στην Αγγλία. Ξεκίνησα να τα βλέπω ολοκληρωμένα τον Σεπτέμβριο του 2020 για πρώτη φορά. Τη θαύμαζα πάρα πολύ, μου άρεσε πάρα πολύ, γέλασα πάρα πολύ και αμέσως μετά πήγα και την είδα σε μία παράσταση σε ένα ανοιχτό θέατρο. Όταν λοιπόν η Θέμις Μαρσέλλου με πήρε τηλέφωνο και μου έκανε την πρόταση μέσα στην καραντίνα, εγώ ήμουν στην Αίγινα, είχα την ησυχία μου, τα γατιά μου, περνούσα πολύ όμορφα και είχα αποφασίσει να απομακρυνθώ από την τηλεόραση και από όλα και να ζήσω μόνιμα στην Αίγινα. Κάτι που συμβαίνει πλέον. Μου λέει λοιπόν η Θέμιδα, “Θέλω να παίξεις τον ρόλο του St Clair Bayfield και δίπλα σου θα είναι η Κατερίνα Βρανά”. Ήταν έτοιμη να ακούσει όχι γιατί ξέρει ότι είμαι δύσκολος στο να παίξω, έχω να παίξω από το ‘14 για την ακρίβεια, και μόλις ακούω το όνομα Κατερίνα Βρανά σκέφτομαι “Πώς θα πω όχι τώρα;” και λέω ναι. Αρχίζουμε λοιπόν να μιλάμε με την Κατερίνα στα τηλέφωνα αλλά βρισκόμαστε μπροστά σε ένα αδιέξοδο σε σχέση με τις ημερομηνίες γιατί συμπίπτουν οι πρόβες, η πρεμιέρα και όλα αυτά, με τα δικά μου τα γυρίσματα για τις “Σέρρες”, οπότε όταν κατάλαβα ότι θα πέσουν τα δύο project το ένα επάνω στο άλλο, αναγκάστηκα και είπα, χίλια συγγνώμη αλλά πρέπει να πω όχι τελικά. Ήταν ένα όχι που το είπα με πόνο ψυχής.
Αλλά κοίτα να δεις που τώρα είμαστε στις πρόβες και μιλάμε. Μετά από λίγο καιρό επανήλθε η Θέμις και μου είπε “Να σου πω, ψάχνουμε, ψάχνουμε αλλά δεν βρίσκουμε κανέναν όπως τον έχουμε στο μυαλό μας και η αλήθεια είναι ότι δεν θέλω να ψάξω κανέναν άλλον, θέλουμε να το κάνεις εσύ”. Και τότε είπα εντάξει, θα το προσπαθήσουμε, θα το παλέψουμε, θα το στριμώξουμε και θα το κάνουμε. Και τώρα όντως έχει στριμωχτεί πάρα πολύ. Έχω στριμωχτεί και εγώ πάρα πολύ. Για να καταλάβεις όλο τον Σεπτέμβριο αντί να είμαι εδώ να κάνω πρόβες ήμουν στις Σέρρες. Τώρα έχουν τελειώσει τα γυρίσματα εκεί αλλά υπάρχουν ακόμα γυρίσματα εδώ στην Αθήνα και τρέχω συνεχώς από γύρισμα σε πρόβα.
Και η Αίγινα; Η Αίγινα δυστυχώς είναι η θυσία που χρειάστηκε να κάνω αυτή την περίοδο, την απαρνήθηκα για αυτό το διάστημα, μέχρι να ξεκινήσει η παράσταση. Έκατσα όμως, διάβασα πάρα πολύ, νομίζω δεν έχω μάθει λόγια πιο γρήγορα στη ζωή μου προκειμένου να μπορώ να είμαι όσο γίνεται πιο σωστός, χαχα. Βέβαια πρέπει να σου πω ότι αυτή που έμαθε πρώτη-πρώτη τα λόγια της ήταν η Κατερίνα, δηλαδή δίδαξε επαγγελματισμό πραγματικά.
Υπάρχει άνθρωπος που έχει κάνει καριέρα στην τηλεόραση με το να δείχνει παρουσιαστές από τοπικά κανάλια για να τους κοροϊδέψει για το πώς έχουν ντυθεί και ξεκαρδίζεται παρέα με το κοινό του. Αυτή η εικόνα για μένα είναι άγρια, αποτρόπαια και σχεδόν κανιβαλιστική.
Πώς αντιμετωπίζεις τον υπέροχο φάλτσο τόνο στις πρόβες; Δεν σε πιάνουν τα γέλια; Αντιγόνη, είμαι στην ευχάριστη θέση να σου πω ότι εγώ το λατρεύω αυτό το τραγούδι. Έχω συνηθίσει ότι το κανονικό είναι αυτό. Υπάρχει μία σκηνή που η Florence ρωτάει τον St Clair: “Πες μου αλήθεια, γελούσαν όλοι όταν τραγουδούσα;” και εκείνος της απαντά: “Εγώ δεν γέλασα ποτέ όταν τραγουδούσες” και ειλικρινά μου συμβαίνει, το πιστεύω. Αφού όταν ακούω πώς είναι κανονικά οι άριες, μου φαίνονται τόσο βαρετές και προβλέψιμες. Ενώ η Κατερίνα δεν ξέρεις ποτέ πως θα τις πει.
Την ταινία την έχεις δει; Έχεις κρατήσει κάτι από τον Hugh Grant; Ναι την είχα δει πριν δεχτώ τον ρόλο και μου άρεσε πάρα πολύ. Τώρα να μην πω ψέματα, το χτένισμα θα προσπαθήσω να το πετύχω, χαχα. Μου αρέσει που είναι Άγγλος, έτσι πιο Λόρδος, πιο στημένος, ποιο comme Il faux. Νομίζω ότι είναι ένα στοιχείο με το οποίο μπορώ να έρθω κοντά. Και αυτός ο ηθοποιός μου αρέσει πάρα πολύ. Καλά για τη Meryl Streep τι να συζητήσουμε; Μου αρέσουν και οι δύο πάρα πολύ έτσι κι αλλιώς.
Τι αγάπησες πολύ στην ιστορία τους; Με συγκινεί, μου δημιουργεί μια περιέργεια η ιστορία τους. Δεν ξέρω αν η άγνοια είναι αυτή που τους έκανε ευτυχισμένους, νομίζω ότι τους έκανε ευτυχισμένους η αγάπη που είχαν ο ένας για τον άλλο και η προστασία που παρείχε ο ένας στον άλλο. Γιατί ήταν αμοιβαίο αυτό. Έκρυβαν και οι δύο πράγματα ο ένας από τον άλλον για να μην πληγωθούν. Είναι περίεργα τα ερωτήματα που θέτει αυτή η παράσταση. Τι είναι ελευθερία έκφρασης, τι είναι λογοκρισία; Έχει δικαίωμα αυτή να τραγουδάει; Και αν δεν έχει, ποιος είναι αυτός που θα της το πει; Ακόμα και αν δεν τραγουδάει καλά για ποιο λόγο να μην μπορεί να τραγουδήσει; Εκφράζει την ελευθερία αυτό το έργο. Ναι, δεν είχε ταλέντο η Florence, οκέι, αλλά δεν πρέπει να είναι ελεύθερη να κάνει αυτό που την κάνει ευτυχισμένη;
Από την άλλη όμως το να ζεις μέσα σε ένα ψέμα είναι ωραίο; Είναι αλήθεια ότι σου βάζει πολλά διλήμματα αυτή η παράσταση. Μα πραγματικά. Και μάλιστα είναι πολύ αστείο γιατί κάποια στιγμή υπάρχει μία αντιπαράθεση ανάμεσα στον δικό μου χαρακτήρα, ο οποίος προφανώς και θα υπερασπιστεί τη Florence, και στον χαρακτήρα της δασκάλας μουσικής, που υποδύεται εξαιρετικά η Χρύσα Κλούβα, η οποία επιμένει ότι απαγορεύεται να τραγουδάει η Florence. Και παίζοντάς την συνειδητοποιήσαμε ότι εγώ είμαι πιο κοντά στον ρόλο της Χρύσας και εκείνη στον δικό μου. Αλλά παίζουμε το αντίθετο.
Η Florence είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα αυτού που λέμε ότι ακόμα και ταλέντο να μην έχεις, αρκεί να έχεις πείσμα. Βέβαια στη δική της περίπτωση είχε και χρήματα και γνωριμίες. Πιστεύεις ότι απέχουμε πολύ ακόμα από την εποχή που θα πούμε ότι ξεχωρίζει αυτός που πραγματικά αξίζει; Ναι, δεν νομίζω να έρθει ποτέ αυτή η εποχή, ίσα-ίσα τώρα κιόλας απομακρυνόμαστε από αυτό. Είναι λίγο περίεργο, γιατί κάποτε όντως έπρεπε να σε ξεχωρίσει κάποιος. Για παράδειγμα στη μουσική, για να βγάλεις δίσκο υπήρχαν αυτές οι ομάδες που σε προωθούσαν. Οι εταιρείες, οι ατζέντηδες, οι μάνατζερ, οι ιμπρεσάριοι, οι οποίοι αποφάσιζαν ποιους θα συστήσουν στο κοινό και κάποιους άλλους τους άφηναν στην αφάνεια. Νομίζω ότι πρέπει να αδικήθηκαν πάρα πολλοί άνθρωποι έτσι. Τώρα λοιπόν δεν υπάρχει αυτό. Τώρα υπάρχει ελευθερία να βγάλω ό,τι θέλω στο YouTube χωρίς να περιμένω από τον μάνατζερ ή τη δισκογραφική να με επιλέξουν. Αυτό είναι καλό. Από την άλλη οι επιλογές που έχει κάνει το κοινό είναι τελικά όλες καλές;
Μήπως αυτό βλέπουμε αυτές τις μέρες; Μήπως πολλά είδωλα απομυθοποιούνται; Ναι, φυσικά και βλέπουμε αυτό αυτές τις μέρες. Βλέπουμε ότι οι επιλογές που έχει κάνει το κοινό δεν είναι πάντα σωστές. Ίσως χρειάζεται ένας συνδυασμός σε όλο αυτό το πράγμα που έχει να κάνει με το ποιος έχει ταλέντο και ποιος όχι. Ίσως πρέπει να υπάρχει ένα 50% televoting, 50% επιτροπή. Μεταξύ σοβαρού και αστείου αυτό αλλά καταλαβαίνεις πώς το λέω. Δεν ξέρω καν αν θα ‘ρθει αυτή η εποχή. Ίσως γιατί στην επιτυχία και τη διασημότητα παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο ο παράγοντας τύχη και οι συγκυρίες.
Εσύ πάντως είσαι από τους ανθρώπους που η γνώμη τους έχει έναν αντίκτυπο. Νιώθεις να σε βαραίνει αυτό το πράγμα; Ότι έχεις μία ευθύνη για το πώς θα εκφράσεις κάποια πράγματα; Νομίζω ότι τώρα είμαι πιο άνετος και πιο ελεύθερος να μιλήσω από ότι παλιότερα. Πάντοτε την ένιωθα αυτή την ευθύνη, από το πρώτο πράγμα που έγραψα μάλιστα. Προσπαθούσα να είναι πάντοτε πολιτικά ορθό αυτό το οποίο γράφω και μιλάμε για το 2003 που το πολιτικά ορθό δεν υπήρχε καν ως όρος τότε. Ωστόσο μία ηθική μέσα μου για το τι πρέπει να γράψω την είχα. Δεν ήμουν πάντα σωστός και το καταλαβαίνω τώρα και το έχω πάρει πίσω και έχω ζητήσει συγγνώμη κιόλας, γιατί ανάλογα και με αυτά που ξέρουμε, με αυτά που μας έχουν κληροδοτήσει, το πώς έχουμε μεγαλώσει και το τι έχουμε δει, έτσι και εμείς πορευόμαστε. Αλλά το να έχω έναν φόβο για να μην πω κάτι λάθος, να μην πω κάτι άδικο, τον είχα πάντα. Τώρα πια δεν το αισθάνομαι ως βάρος. Νομίζω ότι έχω φτιάξει ένα αξιακό σύστημα που μου ταιριάζει και νιώθω ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και έχω μία ηρεμία.
Μιλώντας για παραδοχές λαθών, γιατί τέτοια μανία από τον κόσμο να χτυπάει στο ψαχνό αλύπητα; Πιστεύεις ότι ο κόσμος έχει καταπιεσμένη οργή μέσα του εξαιτίας όσων βιώνουμε τα τελευταία δύο χρόνια; Δηλαδή πιστεύεις ότι αν δεν είχαμε βιώσει τον κορωνοϊό, αν δεν φορούσαμε τις μάσκες θα αντιδρούσαμε πιο ψύχραιμα; Δεν το ξέρω, δεν θα το μάθουμε ποτέ αλλά δεν θα με παραξένευε αν αντιδρούσαμε ακριβώς το ίδιο. Σίγουρα ότι έχει υπάρξει μία καταπίεση και ότι ο άλλος θέλει να ξεσπάσει με κάποιο τρόπο, ναι αυτό είναι αλήθεια. Με προβληματίζει πάρα πολύ ο κόσμος μας έτσι όπως διαμορφώνεται. Απενεργοποίησα τα σχόλιά μου στο Instagram από την 1η Ιανουαρίου του 2020 και δεν υπήρχε τότε κορωνοϊός στην Ελλάδα. Δεν ήθελα κάτω από οποιαδήποτε φωτογραφία μου να ξεσπάσει ποτέ ξανά κανένας καυγάς. Για κανέναν λόγο. Πολύ πριν γίνει το οτιδήποτε, πολύ πριν συσσωρευτεί όλη αυτή η οργή. Μπορεί να ποστάρεις μία γάτα και να γυρίσει να πει κάποιος “Γιατί το έκανες αυτό τη στιγμή που συμβαίνει κάτι άλλο σήμερα;” και μετά να μπει ένας άλλος και να του πει “Τι σε νοιάζει τι έκανε;” και να έρθει και ένας τρίτος και να πει “Ναι αλλά τότε είχε πει αυτό και είχε πει και εκείνο” και να μην τελειώσει ποτέ όλο αυτό. Και είναι κάτι που δεν θέλω καθόλου να συμβαίνει, να είμαι η αιτία που ξεκινά μια διαμάχη. Επειδή λοιπόν κάπως σαν να το έβλεπα όλο αυτό να έρχεται, από τότε, σταμάτησα ακόμα και τις selfie. Οι μόνες φωτογραφίες με εμένα μέσα που υπάρχουν στα social μου είναι από την εκπομπή Team Hellas. Από την προσωπική μου ζωή δεν θα δεις τίποτα πλέον. Γιατί δεν θέλω επίσης να ενισχύσω τη συζήτηση της εικόνας. Του “δες πώς είμαι, δες αν πάχυνα, αν αδυνάτισα, αν είμαι αγύμναστος, αν γέρασα, αν άσπρισα” και όλα αυτά.
Δεν σε βάζει σε μία διαδικασία του να αμύνεσαι αυτό όμως; Όχι, με βάζει σε μία διαδικασία ηρεμίας. Και ξέρεις τι έγινε; Ήρθε η πρώτη καραντίνα τον Μάρτιο του 2020 και βρέθηκα στην Αίγινα με ένα μπουφάν ξεχασμένο, γιατί τα ρούχα μου ήταν όλα στην Αθήνα και για 20 μέρες έκανα τη γυμναστική μου, το περπάτημα μου στο βουνό, στη θάλασσα, χωρίς να με βλέπει άνθρωπος, χωρίς να χρειάζεται να ανησυχώ για το αν το μπουφάν μου σκίστηκε ή λερώθηκε. Έκοψα τα μαλλιά μου με μία κουρευτική μηχανή και όπου πήγε, πήγε. Είδα ότι αυτό μου δίνει μία πολύ μεγάλη ηρεμία και ελευθερία. Δεν βγήκα πουθενά, δεν μίλησα καθόλου σε όλη την καραντίνα, η πρώτη μου εμφάνιση στην τηλεόραση έγινε τον Σεπτέμβριο του 2020 που έπρεπε να βγω να μιλήσω για την παράσταση “Όποιος θέλει να χωρίσει να σηκώσει το χέρι του” που παίζεται και φέτος στο Θέατρο Ήβη. Και έτσι βρήκα την ηρεμία.
Έτσι όπως τα λες, μπαίνω στον πειρασμό να ακολουθήσω το παράδειγμά σου. Γιατί όχι; Αυτό το πράγμα που συμβαίνει αυτή τη στιγμή δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω. Ξέρω ότι είναι κάτι από το οποίο θέλω να μείνω απ’ έξω και προσπαθώ να μείνω απ’ έξω. Και έχω αποφασίσει μάλιστα το 2022 να κλείσω εντελώς τα social media μου. Πρέπει να βρω τη σωστή ημερομηνία για να το κάνω αλλά θα το κάνω και αυτό, έτσι για να δω πώς είναι. Νιώθω πάντως ότι όλο αυτό το πράγμα το διδασκόμαστε. Κανένας δεν έρχεται με μίσος και κανένας δεν έχει μέσα του το γονίδιο του να κοροϊδέψει κάποιον. Μας το μαθαίνουν. Τα social media στο μαθαίνουν σίγουρα, η τηλεόραση έχει και αυτή το μερίδιό της και νομίζω επίσης ότι η κουλτούρα του “κοροϊδεύω κάποιον για να γελάσουμε” είναι μία κουλτούρα που υπάρχει στην Ελλάδα εξαιρετικά έντονα. Και δεν διαμαρτύρεται σχεδόν κανείς γι’ αυτό. Υπάρχει άνθρωπος που έχει κάνει καριέρα στην τηλεόραση με το να δείχνει παρουσιαστές από τοπικά κανάλια για να τους κοροϊδέψει για το πώς έχουν ντυθεί και ξεκαρδίζεται παρέα με το κοινό του. Αυτή η εικόνα για μένα είναι άγρια, αποτρόπαια και σχεδόν κανιβαλιστική. Αυτή είναι η κουλτούρα του “κοροϊδεύω τον άλλον για να γελάσουμε, δείχνω αυτόν με το δάχτυλο, για να γελάσουμε”. Από εκεί και πέρα όμως, είναι δική σου αποκλειστικά και μόνο επιλογή το να μπεις στο instagram κάποιου και να του ευχηθείς θάνατο, δεν σε βάζει κανένας άλλος. Γιατί επιλέγεις να το κάνεις είναι δικό σου θέμα και από τη στιγμή που το έκανες, νομίζω ότι πρέπει να πας να δεις έναν γιατρό. Η στιγμή που μπαίνεις στο instagram κάποιου και του λες “Ψόφα”, πρέπει να καταλάβεις ότι είναι μία πολύ σημαντική στιγμή στη ζωή σου. Είναι η στιγμή που πρέπει να σκεφτείς, “Κάτι δεν πάει καλά μέσα μου”. Πρέπει να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες όσων κάνουμε και προσωπικά φροντίζω πάντα να αναλαμβάνω την ευθύνη όσων κάνω.
Αφού σας τα έχουμε πρήξει τόσο πολύ γιατί δεν το παίρνετε απόφαση να μας αφήσετε να ζήσουμε όλοι ισότιμα, να μην σας τα πρήζουμε; Γιατί δεν αποφασίζετε να μην ασχολείστε με τις ζωές των άλλων;
Έχεις πιάσει ποτέ τον εαυτό σου να είναι στην απέναντι πλευρά; Είχα πάει κάποια στιγμή στη Στοκχόλμη, σε ένα εστιατόριο και από ένα βιβλιοπωλείο απέναντι βγήκε ένας κύριος μυώδης, με ξυρισμένο κεφάλι, που φορούσε ένα εμπριμέ φόρεμα και σανδάλια. Σχεδόν σηκώθηκα όρθιος για να δω ποιο είναι αυτό το περίεργο άτομο που είναι μπροστά μου. Παρατήρησα ότι ήμουν ο μόνος ο οποίος κινείται. Και ότι όλοι οι υπόλοιποι του παραχωρούν την απόλυτη ελευθερία του να είναι όπως θέλει να είναι, χωρίς να τον σκοτώνουν με τα μάτια τους. Ο μόνος ο οποίος έκανε κίνηση για να δει το “αξιοθέατο” ήμουν εγώ. Και εκεί σκέφτηκα, έχεις ακόμα πολλά χιλιόμετρα να κάνεις αγόρι μου για να μπορέσεις να πεις ότι προχώρησες. Γιατί και εγώ έχω μεγαλώσει έτσι. Όλοι μας. Μεγαλώσαμε σε μία χώρα που κάποτε μαζευόταν η γειτονιά στην αυλή με το πλεκτό στο χέρι, οι γυναίκες σχολίαζαν τις άλλες γυναίκες που περνούσαν και οι άντρες ήταν στο καφενείο και έκαναν τα δικά τους σχόλια. Μήπως λοιπόν πρέπει να τα αλλάξουμε όλα αυτά τα πράγματα; Δεν μπορούμε να ζούμε με όλα αυτά που μας έχουν κληροδοτήσει γενιές οι οποίες είχαν πάει μέχρι το δημοτικό. Τι το θέλω το μεταπτυχιακό αν είναι να λειτουργώ έτσι; Ας φοράει ο καθένας ό,τι θέλει.
Θυμάσαι να έχεις κάνει ποτέ τέτοια σχόλια; Είχα γράψει μία σκηνή στην “Εθνική Ελλάδος”, που κάποιος έκανε πλάκα με τα κιλά της Στάλως την οποία υποδυόταν η Μαριέλλα Σαββίδου. Τη διαβάζει η Μαριέλλα, η οποία είχε ζήσει και 12 χρόνια στη Γαλλία και μου λέει “Εγώ δεν θέλω να το κάνουμε αυτό το αστείο. Δεν είναι αστείο, είναι χονδροφοβική ατάκα”. Και ξεκίνησα να της λέω εντάξει μωρέ, κάποιος ο οποίος έχει περιττά κιλά και με έκοψε με την ατάκα “Ποια κιλά είναι τα περιττά κιλά; Ποια κιλά ονομάζονται περιττά”; Και εκεί άρχισα να σκέφτομαι ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι όπως θέλει να είναι, δεν είμαι εγώ αυτός που θα πει τι είναι κανονικό. Όλοι έχουμε πει κοτσάνες στο παρελθόν. Όλοι μας. Γι’ αυτό ακριβώς πιστεύω ότι πρέπει να εξετάζουμε όχι μόνο το λεκτικό ατόπημα κάποιου αλλά και την πρόθεσή του.
Δώσε μου ένα παράδειγμα ανθρώπου που πιστεύεις ότι έκανε λεκτικό ατόπημα αλλά είχε καλή πρόθεση. Έγινε μεγάλος ντόρος με το βίντεο της Σοφίας Μουτίδου. Έπεσαν να την κατηγορήσουν. Αυτό που καταλαβαίνω εγώ από έναν άνθρωπο που έχει μιλήσει πολλές φορές σωστά και πολλές φορές έχει υποστηρίξει τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, είναι πως η πρόθεσή της δεν ήταν αρνητική. Ότι το κείμενο μπορεί να μην ήταν αστείο, να ήταν παλιακό, είναι διαφορετικό πράγμα. Μπορείς να της πεις λοιπόν εκεί ότι το κείμενό της δεν είναι ωραίο αλλά δεν μπορείς να την κατηγορήσεις για 120 πράγματα. Δεν είχε κακή πρόθεση. Είναι καλό να βλέπουμε την πρόθεση του άλλου πρωτίστως λοιπόν.
Σου έχει τύχει κάποιος ρόλος να σου αλλάξει τρόπο σκέψης; Ο ρόλος στο “Σεσουάρ για δολοφόνους” με βοήθησε πάρα πολύ. Αυτός είναι ένας πολύ εξωστρεφής χαρακτήρας και πολύ loud, δεν έχει να κάνει με την ομοφυλοφιλία αυτό, αναφέρομαι στον χαρακτήρα του. Εγώ ήμουν πολύ συνεσταλμένος και ήσυχος και με βοήθησε ακόμα και στην άνεση που μπορεί να είχα περπατώντας στον δρόμο από εκεί και πέρα.
Ας περάσουμε στη σειρά «Σέρρες» που ετοιμάζεις. Έχουμε συνηθίσει όταν βλέπουμε ελληνικές σειρές που γυρίζονται στην επαρχία, είτε να παρουσιάζουν μια καρικατούρα της κοινωνίας, είτε ένα βαρύ δράμα με εγκλήματα. Εσύ πώς έχεις προσεγγίσει τις Σέρρες; Εγώ έχω γράψει μια κωμωδία που δεν έχει κανένα έγκλημα, έτσι είναι όλοι χαρούμενοι, χαχα. Επιπλέον, προκειμένου να αποφύγουμε οποιαδήποτε καρικατουρίστικη συμπεριφορά, δεν έχουν τοπική προφορά οι ήρωες. Δεν χρειάζεται. Δεν βρίσκεις την αλήθεια στην προφορά, την αλήθεια τη βρίσκεις στα συναισθήματα και σε αυτά που έχουν να πουν. Οι χαρακτήρες είναι πολύ αληθινοί. Και οι σχέσεις τους και τα προβλήματά τους, είναι όλα αληθινά.
Δεδομένου ότι έλειπες χρόνια από τις Σέρρες, ποια επαρχία παρουσιάζεις; Αυτή που θυμάσαι ή αυτή που είναι τώρα; Περισσότερο ήθελα να αναπαράξω το συναίσθημα του ανθρώπου που γυρίζει πίσω στον τόπο του. Όποιος και αν είναι αυτός. Είτε είναι οι Σέρρες, είτε η Καλαμάτα ή τα Γιάννενα, οπουδήποτε. Πάνω-κάτω όλοι σχεδόν φύγαμε από κάπου, περιπλανηθήκαμε στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη σε κάποιο άλλο μέρος και είναι ένα συναίσθημα πολύ ξεχωριστό όταν επιστρέφουμε στην πόλη μας. Ήθελα λοιπόν να αναπαράξω αυτό. Άρα δεν εστίασα τόσο στην εικόνα της πόλης αλλά στο να αγγίξω καρδιές και να θυμίσω πώς είναι να γυρίζουμε πίσω και πώς θα ήταν η ζωή μας αν γυρίζαμε οριστικά εκεί.
Εσύ θα μπορούσες να γυρίσεις μόνιμα; Νομίζω ότι η Αίγινα είναι πλέον ο τόπος που νιώθω πολύ σπίτι μου. Όταν είχα έρθει για πρώτη φορά το ‘95 στην Αθήνα για να μείνω, δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι αυτός είναι ο τόπος μου. Ποτέ. Στην Αίγινα το αισθάνθηκα. Ειδικά μέσα στην περίοδο της καραντίνας. Οι φίλοι μου με ρωτάνε αν θα νιώθω το ίδιο όταν όλα πλέον θα είναι ανοιχτά κανονικά. Δεν ξέρω, θα το δούμε.
Αν δεν είχες φύγει από τις Σέρρες, τι πιστεύεις ότι θα έκανες ως ομοφυλόφιλος στην επαρχία; Αχ, δεν το έχω σκεφτεί ποτέ Αντιγόνη. Αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι πολύς κόσμος έχει καταπιεστεί και έχει ζήσει μια ζωή που είναι διαφορετική από αυτήν που θα ήθελε. Και όλες οι συζητήσεις που γίνονται αυτή την περίοδο, γίνονται για να μπει ένα τέλος σε αυτό. Και για να μπορέσουμε να ζήσουμε όλοι ισότιμα, να μπορέσουμε να έχουμε μια ζωή πιο όμορφη.
Όπως βλέπεις τον εαυτό σου σήμερα, πιστεύεις ότι θα είχες μιλήσει ανοιχτά γι’ αυτό αν ήσουν ακόμα εκεί; Γιατί είναι διαφορετική η δύναμη που νιώθεις όταν ήδη έχεις χτίσει μια καριέρα και μια ζωή στρωμένη ώστε να βρεις το θάρρος να μιλήσεις. Στο δικό μου περιβάλλον είχα μιλήσει από τότε και η αλήθεια είναι πως είμαι ένας άνθρωπος που δεν θα σωπάσω εύκολα, έχω έναν δυναμισμό που δεν με αφήνει να σωπαίνω άρα νομίζω ότι με κάποιον τρόπο αυτό θα έβγαινε. Βέβαια πολλές δυνατές προσωπικότητες καταπιέστηκαν άσχημα από ένα άγριο περιβάλλον και σώπασαν. Και έχουμε και τραγικές ιστορίες.
Όπως εσύ μιλάς συνεχώς για τα θέματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας που σε απασχολούν, έτσι κι εγώ μιλάω για το fat shaming και έχω ακούσει πολλές φορές το σχόλιο “Μας τα έπρηξες”. Το ακούς κι εσύ αυτό; Ναι φυσικά, όμως από την άλλη αυτό που έχω εγώ να πω είναι δεν πειράζει, ας μείνουν με πρησμένα. Εγώ θα ακούσω εκείνους που θα πουν ότι τους βοηθάει που μιλάω για αυτά τα θέματα. Γιατί για εκείνους μιλάω. Για όσους νιώθουν ότι τους βοηθάω. Οι άλλοι ας βρουν τη λύση στο θέμα τους. Δεν έχουμε επικοινωνία και απορώ γιατί νομίζουν ότι απευθύνομαι σε αυτούς. Σε τελική ανάλυση αφού σας τα έχουμε πρήξει τόσο πολύ γιατί δεν το παίρνετε απόφαση να μας αφήσετε να ζήσουμε όλοι ισότιμα, να μην σας τα πρήζουμε; Γιατί δεν αποφασίζετε να μην ασχολείστε με τις ζωές των άλλων; Γιατί δείχνετε ανθρώπους με το δάχτυλο; Θέλω να ζητήσω συγγνώμη που τους τα πρήζω, δεν είναι αυτός ο σκοπός μου, άλλοι είναι οι άνθρωποι στους οποίους απευθύνομαι και είμαι πολύ καλά που αυτοί οι άνθρωποι ακούν μια καλή κουβέντα που τους εμψυχώνει, τους δυναμώνει, που τους κάνει να δουν τη ζωή πιο αισιόδοξα, πιο χαρούμενα. Εκεί απευθύνομαι.
Έχεις πει ότι έχεις σκεφτεί να φύγεις στο εξωτερικό αν στην Ελλάδα δεν αποκτήσουν δικαιώματα τα ομόφυλα ζευγάρια στην υιοθεσία, την τεκνοθεσία και τον γάμο. Νιώθω πως θα γίνει ωστόσο. Πως θα αποκτήσουν δικαιώματα τα ομόφυλα ζευγάρια. Επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πιέσει. Δεν έχω τόση εμπιστοσύνη στη δική μας ετοιμότητα να αλλάξουμε πράγματα όσο στο ότι θα αποφασιστεί από την Ε.Ε. και θα το κάνουμε. Έτσι νιώθω.
Νιώθεις και έτοιμος για οικογένεια; Είμαι μόνος μου αυτό το διάστημα και δεν το έχω στο μυαλό μου. Να μου ξανακάνεις την ερώτηση όταν δεν θα είμαι μόνος, χαχα.
Λίγα λόγια για το έργο: Η Florence Foster Jenkins ζούσε μέσα σε μία μακάρια άγνοια της ανικανότητάς της να τραγουδήσει σωστά. Παρ’ όλα αυτά κατάφερε να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα και να ηχογραφήσει αριστουργήματα του κλασικού ρεπερτορίου (ηχογραφήσεις που γίνονταν αμέσως συλλεκτικές) και να εμφανιστεί σε μερικούς από τους πιο σημαντικούς συναυλιακούς χώρους στον κόσμο, χάρη στη βοήθεια ενός καλά δικτυωμένου στους καλλιτεχνικούς κύκλους της Νέας Υόρκης ηθοποιού, του St Clair Bayfield, που έγινε μάνατζερ και σύντροφός της μέχρι το τέλος της ζωής της. Ανάμεσα στα θεατρικά έργα και ταινίες που εμπνέονται από την ιστορία της, ξεχωρίζουν η γαλλική ταινία Marguerite, που σάρωσε τα βραβεία Σεζάρ το 2015, η Florence Foster Jenkins (2016) του Stephen Frears με την Meryl Streep και τον Hugh Grant και το θεατρικό Glorious του Peter Quilter, το οποίο διασκευάζει φέτος η Θέμις Μαρσέλλου και κάνει πρεμιέρα στις 21/11/21 με την Κατερίνα Βρανά και τον Γιώργο Καπουτζίδη στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.