Το 2022 είναι η χρονιά που θα θυμηθούμε πόσο ωραίος ηθοποιός είναι ο Colin Farrell. Όχι τόσο για την πειραγμένη, αγνώριστη και καλοπαιγμένη εμφάνιση του ως Οz (Oswald Cobblepot/The Penguin) σε μια ακόμη νέα ταινία του Batman, όσο σ’ αυτήν, στην πρώτη μεγάλη ταινία της χρονιάς, το After Yang. Το Sci-Fi φιλοσοφικό δράμα του μυστήριου Νοτιοκορεάτη Kogonada. Σε αυτό το υπαρξιακό φιλμικό ταξίδι, εδώ που άνθρωποι, ρομπότ και κλώνοι προσπαθούν να συνυπάρξουν, να εκτεθούν και να κατανοήσουν το λόγο της ύπαρξης τους (αλλά και τη συνύπαρξης τους), ο Farrell σαν ένας αθόρυβος διευθυντής ορχήστρας, εξηγεί και κατευθύνει. Τις σκέψεις, τις ιδέες, τα συναισθήματα μιας ολόκληρης κινηματογραφικής ορχήστρας.
Η ερμηνεία του Colin Farrell, στα όρια μιας ανέκφραστης μόνιμης απόγνωσης, υπνωτίζει και μαγνητίζει. Οι εκρήξεις, συναισθηματικές ή μη, δεν τον αφορούν. Το ζεν της επόμενης εποχής, περνά μέσα από τα μάτια του. Και από το χαμόγελο που κάθε φορά επιτρέπει να αχνοφαίνεται, την στιγμή που η γνώση καταπραΰνει την όποια αγωνία του.
Παραδόξως όμως αν ψάχνεις φέτος για την πιο απρόβλεπτη εμφάνιση του Colin Farrell, ψάξε να τη βρεις στα κιτάπια του BBC, την ναυτική περιπέτεια των πέντε επεισοδίων The North Water (σε σκηνοθεσία του Andrew Haigh που είχε οδηγήσει στα όσκαρ την Charlotte Rampling με το έξοχο 45 Years). Ως Henry Drax, ψυχοπαθής δολοφόνος που βρίσκει καταφύγιο σε μια αποστολή φαλαινοθηρίας στην Αρκτική, εξηγεί πως μπορείς να προσφέρεις μια μεγάλη ερμηνεία, πέραν του να πάρεις κιλα/όγκο, να αφήσεις μαλιά και μούσια και να προσφέρεις στην φωνή μια αλλόκοτα βαριά προφορά, επειδή, να έτσι το απαιτεί ο ρόλος. Ένας βάναυσα κακοποιητικός χαρακτήρας με πολλές στιγμές άγριου ερμηνευτικού πάθους (κλείσε τα μάτια στην σκηνή που βρίσκουν το κοπάδι από φώκιες στους πάγους και αποφασίζει να «καθαρίσει» για όλους)
Όπως ιδιαιτέρως εύστοχα επισημαίνει σε πρόσφατο άρθρο του ο Bilge Ebiri στο New York Magazine, ο Colin Farrell είναι «φορτωμένος» με ένα από τα πιο σπουδαία πρόσωπα ανάμεσα σε κορυφαίους συναδέλφους του. Διαθέτει προκλητικά μάτια που μπορεί να φαντάζουν ρομαντικά τη μία και κρύα σαν πάγος την άλλη. Ένα σφιγμένο στόμα που μπορεί να «μιλήσει» για την απώλεια ή το θυμό με φοβερή ευκολία ανάλογα την κατάσταση. Και μια μόνιμη ένταση στη συμπεριφορά του που μπορεί να βγάλει ακόμη και ένα διαφημιστικό όπως αυτό για το άρωμα Intenso των Dolce & Cabbana από την βαθιά του ιλαρότητα και life style μελαγχολία.
Όταν ξεκίνησε την καριέρα του ήταν προδιαγραμμένο να γίνει ένας από τους πιο εμπορικούς αστέρες του Χόλυγουντ στην πλάτη του οποίου θα ξεκουράζονταν με μεγάλη επιτυχία τα blockbuster της εποχής. Ήθελαν να είναι το Next Big Thing. Και ήταν. Απλά όχι με τον τρόπο που το σύστημα φαντάζονταν. Το ιρλανδέζικο αίμα του Colin Farrell είχε βρει ένα άλλο δρομολόγιο. Με πολλή αναταραχή και αρκετά σκαμπανεβάσματα. Αποτέλεσμα μια σειρά από στοιχειωμένοι, κακοί, παράξενοι και περίπλοκοι ρόλοι που άλλοτε εξαφανίζονταν στη λήθη και άλλοτε επιβραβεύονταν στη σκηνή της μεγάλης οθόνης με πολλά επιφωνήματα. Μια πορεία που μοιάζει με το πιο κυκλοθυμικό καρδιογράφημα που έχει καταγράψει ποτέ εφαρμογή. Και μια καριέρα που χαρακτηρίζεται τελικά από πολύ πιο ενδιαφέρουσες δουλειές, από αυτές που η κινηματογραφική βιομηχανία είχε σχεδιάσει για αυτόν.
Ο Colin James Farrell γεννήθηκε στο προάστιο Castleknock του Δουβλίνου στις 31 Μαΐου 1976 (γράψε Δίδυμος). Για κάποιο λόγο που κανείς δεν κατανοεί, προσπάθησε και μια και δυο και τρεις, στην περίοδο των οντισιόν, να μπει στο συγκρότημα των Boyzone (δεν τα κατάφερε). Αποφάσισε να γίνει ηθοποιός όταν είδε τον Elliot να αποχαιρετάει γεμάτος δάκρυα τον εξωγήινο φίλο του στο E.T the Extra -Terrestrial του 1982. Σε ηλικία 18 ετών, και σε ένα ταξίδι του στο Σίδνεϋ, έγινε ο βασικός ύποπτος σε μια υπόθεση φόνου που ταλαιπωρούσε την τοπική κοινωνία εκείνη την περίοδο, Βασική αιτία το σκίτσο που κυκλοφορούσε και του έμοιαζε πολύ. Αφέθηκε ελεύθερος όταν παρουσιάστηκε ένας φίλος του, καταθέτοντας ένα ημερολόγιο που κρατούσε και αποδείκνυε πως την ώρα του φόνου, τα δύο κολλητάρια, βρίσκονταν στην άλλη άκρη της πόλης γεμάτοι από MDMA και τρελή χαρά!
Χρόνια μετά από αυτή τη στιγμή, στην Αυστραλία και λίγο μετά την μεταμόρφωση του σε Αλέξανδρο στην ταινία του Oliver Stone, μια άλλου τύπου κυκλοφορία θα αλλάξει το ρου της ιστορίας του. Ένα sex tape διάρκειας 13 λεπτών και η ατάκα του “I wanna take breakfast, lunch, and fucking dinner» την ώρα που επιδίδεται σε στοματικό σεξ στην τότε σύντροφο του, γίνεται viral, ότι βεβαίως σημαίνει κάτι τέτοιο εκείνη την εποχή. To tape, αποτέλεσμα ενός ιδιωτικού κεφιού ανάμεσα σε ένα ζευγάρι όπως πολλά άλλα, ήταν μια δημιουργία του 2003. Θα κυκλοφορούσε όμως ανέμελα στα torrents της εποχής, δύο χρόνια μετά. Το facebook βρίσκεται στα πρώτα του βήματα, το twitter και το instagram θα εμφανιστούν αργότερα. Αυτό σημαίνει πως το viral δεν έχει την ορμή που θα είχε για παράδειγμα αν κυκλοφορούσε σήμερα, παρόλα αυτά όμως καταφέρνει και σκορπά ένα finger up στους παραλήπτες του, για τις επιλογές του σταρ (στον ρόλο της συμπρωταγωνίστριας ανακαλύπτουν το μαύρο μοντέλο του playboy Nicole Narain με το όποιο έβγαινε τότε) αλλά και την απρόσμενη «εργατικότητα» του. Όποια υποψία σεξισμού ή έμφυλης φυλετικής διάκρισης που συνοδεύει την είδηση καταπνίγεται γρήγορα μέσα στην life style χειραγώγηση των 00’ς και το sex tape παίρνει τη θέση του ανάμεσα στα άλλα τόσα ανάλογα της δεκαετίας. Για την ιστορία πάντως, τον Ιανουάριο του 2006 ο Farrell υπέβαλε μήνυση κατά της Nicole Narain και του Internet Commerce Group για μη εξουσιοδοτημένη δημόσια διανομή σεξουαλικής ταινίας. Τρείς μήνες μετά κατέληξε με τη πρώην σύντροφο του σε εμπιστευτικό διακανονισμό. Η αγωγή κατά του ICG διευθετήθηκε φιλικά τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς.
Και όμως υπάρχουν κάποιες ταινιάρες του Colin Farrell που μας βοηθούν να ξεχάσουμε την ξανθιά κουπ του Αλεξάνδρου:
Από τις πρώτες και άκρως πετυχημένες κλειστοφοβικές ταινίες (σχεδόν) του ενός ηθοποιού. Ύπουλος και μοχθηρός δημοσιογράφος εγκλωβίζεται σε ένα τηλεφωνικό θάλαμο με ένα απρόσωπο ελεύθερο σκοπευτή στην άλλη άκρη της γραμμής. Non stop διακύμανση συναισθημάτων για τον πρωταγωνιστή που βρίσκει μια ευκαιρία να προσφέρει μια μεγάλη γκάμα ερμηνευτικών εναλλαγών που ως τότε σπανίως είχαμε διακρίνει (σε τόση ένταση)
Μετά από μια πενταετία και βάλε, συνεχόμενων αδιάφορων εμφανίσεων, η επιστροφή του αυτή ήταν σχεδόν σοκαριστική. Δεν ήταν μόνο πως θυμηθήκαμε πως υπήρχε αλλά κυρίως πόσο ωραίος ήταν. Ως ο νεότερος και ο θρασύτερος μεταξύ δύο δολοφόνων που κρύβονται στη Μπριζ του Βελγίου (μια πόλη που μετά την προβολή της ταινίας είδε τους επισκέπτες της να αυξάνονται κατακόρυφα), εντυπωσιάζει με την μόνιμη δυσπιστία στην άκρη των χειλιών του και την υπαρξιακή ηθική που ξεπηδά μέσα από την σταθερά αμήχανη ματιά του. Σε ένα δίκαιο κόσμο θα έπαιρνε όλα τα βραβεία του κόσμου, όπως βεβαίως και η ταινία από μόνη της (είχε προταθεί μόνο για όσκαρ original σεναρίου)
Ένα ριμέικ από το 1971, με τον Farrell να «διαδέχεται» τον Clint Eastwood ως τραυματίας στρατιώτης της Ένωσης που βρίσκει καταφύγιο σε ένα σπίτι όπου εδρεύει κολέγιο νεαρών γυναικών της Συνομοσπονδιακής Βιρτζίνια. Η υποκριτική δουλειά του είναι αξιομνημόνευτη. Τη μια δειλός, την άλλη ευάλωτος, την άλλη παρανοϊκός, μια συλλογή από ραγισμένοι αντρικοί καθρέφτες μπροστά σε ένα από τα πιο παράξενα γυναικεία κάστινγκ που έχουμε δει στον κινηματογράφο
Ο Έλληνας σκηνοθέτης είναι ίσως αυτός που έχει σπάσει τον κώδικα του Ιρλανδού με τον πιο άμεσο και ξεκάθαρο τρόπο. Η μελαγχολική ανθρωπιά του, ο ρομαντισμός και η συναρπαστική ευθύτητα με την οποία απευθύνεται στην κάμερα, δεν έχουν θέση σε τέτοιο βαθμό στην υπόλοιπη φιλμογραφία του. Ο μινιμαλισμός που γίνεται η κινητήρια δύναμη των ερμηνειών του στο Λανθιμικό σύμπαν, προσγειώνεται απότομα και εκθαμβωτικά, κυρίως γιατί κανείς δεν θα περίμενε πως Έλληνας, θα μπορούσε να τιθασεύει το ιρλανδικό ταπεραμέντο με τόση ευκολία.
Έχει ένα μεγαλύτερο αδελφό, τον Eamon Jr και δύο αδελφές, την Claudine και την Catherine.
Έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στο σκηνοθετικό ντεμπούτο του ηθοποιού The War Zone στο πλευρό του Ray Winstone και της Tilda Swinton..
To 2007 παρουσίασε μαζί με άλλες προσωπικότητες, τους Special Olympics World Games στη Σαγκάη της Κίνας. Έχει επίσης προσφέρει την υποστήριξη του στην εκστρατεία κατά του εκφοβισμού, Stand Up! που διοργανώθηκε από την ιρλανδική LGBT οργάνωση το 2012. Τρία χρόνια αργότερα έγινε ο επίσημος πρεσβευτής του Homeless World Cup, που χρησιμοποιούσε το ποδόσφαιρο για να εμπνεύσει τους αστέγους να αλλάξουν την ζωή τους
Έχει δύο γιούς. Τον James με την Kim Bordenave (2003) και τον Henry με την Πολωνή ηθοποιό Alicja Barchleda-Curus (2009).
Ο μεγάλος του γιός πάσχει από το σύνδρομο Angelman, μια σπάνια γενετική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από διανοητική και αναπτυξιακή καθυστέρηση, πρόβλημα έκφρασης λόγου και εξωστρεφής ευερέθιστη συμπεριφορά
Στις 5 Ιουλίου 2016 ο πατέρας του Eamon Farrell παντρεύτηκε σε ηλικία 73 ετών την Eileen Pollard ελληνοκυπριακής καταγωγής. Η τελετή έγινε στη Λεμεσό. Ο Colin ήταν εκεί.
Πριν τον untitled spinoff του Batman σε tv series για τo 2023 (με το ρόλο φυσικά του Penguin) έχουμε να περιμένουμε δύο project που θα κυκλοφορήσουν μέσα στο ’22. Το Thirteen Lives του Ron Howard, την χολιγουντιανή εκδοχή της διάσωσης των δεκατριών παιδιών που εγκλωβίστηκαν σε σπήλαια της Ταϊλάνδης πριν λίγα χρόνια, μια ιστορία που έδωσε πέρσι ένα έξοχο ντοκιμαντέρ (The Rescue), το οποίο σκανδαλωδώς έμεινε έξω από την πεντάδα των Όσκαρ. Και τo The Banshees of Inisherin, την ιστορία ρήξης μιας αντρικής φιλίας με φόντο το άγριο νησιωτικό ιρλανδικό τοπίο, στο οποίο και συναντά ξανά τον σκηνοθέτη του In Bruges, Martin McDonagh αλλά και τον συμπρωταγωνιστή του στην ίδια ταινία, Brendan Gleeson. Παραδόξως σε αυτή την ταινία δεν θα είναι η μόνη συνάντηση από το παρελθόν που θα απολαύσει αφού στο βασικό κάστ της ταινίας συναντάμε και τον Barry Keoghan με τον οποίο είχε συνεργαστεί στο The Killing of a Sacred Deer του Λάνθιμου. Το project όμως που πραγματικά σκορπά στους σινεφίλ του πλανήτη κύμα ευφορίας είναι αυτό του Love Child, προγραμματισμένο για το δεύτερο μισό του ’23. Η επιστροφή του αιώνια παλιομοδίτικα ανεξάρτητου Todd Solondz (θυμήσου τα indie διαμαντάκια Welcome to the Dollhouse και Happiness) θα έχει για πρωταγωνιστές αυτόν και την Rachel Weisz (σε μια επίσης εκ νέου συνάντηση τους μετά το έξοχο The Lobster του Λάνθιμου).