Η παράσταση μουσικής κωμωδίας, όπως χωρίς αμφιβολία δηλώνει ο σαφής τίτλος της «musicomedy», του Αριστοτέλη Ρήγα χτίζεται από το 2012 και παρουσιάζεται από το 2015 σε θέατρα, μπαρ, μουσικές σκηνές καθώς και σε πιο απρόβλεπτους χώρους ανά την Ελλάδα. Ο ίδιος ο δημιουργός της την χαρακτηρίζει αυτοσαρκαστικά μια «ρετροσπεκτίβα στον Αριστοτέλη Ρήγα» αλλά παραδέχεται πως ήρθε η ώρα να κλείσει πανηγυρικά τον κύκλο της για να προχωρήσει στην επόμενη παράσταση. Εν αναμονή λοιπόν του «musicomedy» όπου ο Ρήγας θα στηθεί μπροστά στο μικρόφωνο με την κιθάρα του, του κάναμε μερικές ερωτήσεις για να καταλάβουμε πόση χαρά παίρνει ένας άνθρωπος όταν κάνει τους άλλους να γελούν.
Ήσουν χαρούμενο παιδάκι; Ήμουν και χαρούμενο και στεναχωρημένο αλλά σίγουρα ήμουν παιδάκι φουλ. Έκανα δηλαδή όλες τις παιδικές βλακείες. Kατά κάποιο τρόπο ακόμη είμαι. Όταν παίρνω παγωτό μηχανής γίνομαι κατευθείαν δεκάχρονο.
Πριν γίνεις ο ίδιος stand-up comedian παρακολουθούσες stand-up comedy; Ούτε ήξερα πως υπήρχε. Έκανα ερασιτεχνικά θέατρο και παρακολουθούσα σεμινάρια, κάποια στιγμή πέτυχα ένα σεμινάριο κωμωδίας. Αυτό έγινε το 2010. Όμως ήδη ως φοιτητής νοσηλευτικής ήμουν μέλος της θεατρικής ομάδας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Θα έλεγα ότι οι παραστάσεις αυτές ήταν ο ορισμός της γελοιότητας. Εννοώ ότι κάναμε εφτά παραστάσεις και οι πρώτες δυο-τρεις ήταν πιστές στο κείμενο και σταδιακά ξεφεύγαμε για να φτάσουμε στην τελευταία που πειράζαμε πια πολύ το κείμενο, παίζαμε πάντα κωμωδίες, και παίζαμε πια για τον θίασο. Ερχόντουσαν οι θεατές και γελούσαν περισσότερο με εμάς, τους καραγκιόζηδες. Το να βρίσκομαι λοιπόν σε μια σκηνή και να κάνω τον κόσμο να γελάει ήταν κάτι που ζούσα από τα φοιτητικά μου χρόνια. Μετά ανακάλυψα ότι όλο αυτό μπορεί να γίνει πιο συστηματοποιημένο.
Τι σου έλειπε στο θέατρο; Ότι δεν έγραφα τα δικά μου αστεία. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά. Ο stand-up comedian είναι ταυτοχρόνως και δραματουργός και ερμηνευτής και ένας καλός standup comedian είναι εξ ίσου καλός και στα δύο.
Ο αυτοσχεδιασμός πόσο χωράει όταν είσαι πάνω στη σκηνή; Θα έλεγα καθόλου. Είναι όλα σκηνοθετημένα στην εντέλεια. Ένα πολύ σημαντικό πράγμα στο stand-up είναι η συναισθηματική σύνδεση. Πρέπει ο άλλος να καταλαβαίνει τι του λες και να τον πείσεις να τον νοιάζει όσο σε νοιάζει κι εσένα. Όταν είσαι σε αυτή τη στιγμή, σε αυτό το κύμα μπορεί να σου έρθει να πεις και κάτι που δεν το έχεις γράψει. Άλλωστε είσαι κάπου live, παίζεις, αν πέσει ένας κανονιοβολισμός μάλλον δεν γίνεται να τον αγνοήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο αν έχεις μια αντίδραση από το κοινό πρέπει να την αναγνωρίσεις. Αλλά ποτέ δεν ανεβαίνεις σε μια σκηνή χωρίς κείμενο.
Το κείμενο πώς δουλεύεται; Εξαρτάται το κείμενο. Άλλη δουλειά έχει το λογοπαίγνιο ή το one liner που είναι η πιο σύντομη φόρμα, άλλη η κωμωδία της παρατήρησης που παρατηρείς κάτι και βρίσκεις το κωμικό στοιχείο σε αυτό, και άλλη η μουσική κωμωδία. Εμένα μου αρέσουν όλα. Γονιδιακά κάνω one liners. Η κωμωδία παρατήρησης μου αρέσει γιατί μιλάς σαν άνθρωπος και δεν ταλαιπωρείς το κοινό σου με απανωτές ατάκες. Δεν έχει το εκβιαστικό του one liner που πρέπει να πεις το αστείο σύντομα κι αμέσως να πας στο παρακάτω. Τέλος, μου αρέσει πολύ η μουσική κωμωδία γιατί είμαι και μουσικός.
Πότε ανακάλυψες τη μουσική; Ξεκίνησα να παίζω στα δεκάξι μου. Έχω παίξει σε μπάντες βασανίζοντας κιθάρες και μπάσα. Από πολύ παλιά έκανα μουσικά αστεία, τα οποία τα αντιμετωπίζεις σαν το λογοπαίγνιο. Αυτά τα έκανα από τότε που άρχισα να παίζω κιθάρα. Όταν πια είχα ξεκινήσει και το stand-up comedy και είχα κάπως εξοικειωθεί με τη φόρμα και τους κανόνες του άρχισα να βλέπω τη μουσική ως πραγματικότητα. Τι εννοώ; Πώς περπατάς στον δρόμο και βλέπεις το λεωφορείο που μπορεί να είναι άδειο ή μισοάδειο και έχει μόνο δύο τύπους που στέκονται μπροστά στην πόρτα και σκέφτεσαι ότι το λεωφορείο στην πραγματικότητα είναι κλαμπ και έχει πορτιέρηδες; Όπως λοιπόν παρατηρείς το λεωφορείο και βρίσκεις κάτι αστείο έτσι αντιστοίχως παρατηρείς τη μουσική και λες «κοίτα να δεις, αυτό το πράγμα που είναι progressive metal κατά βάθος είναι παραδοσιακό ή είναι 9/8 και χορεύεται ζεμπέκικο». Βλέπεις δηλαδή κάτι που ήδη υπάρχει και το αναδεικνύεις.
Τα κείμενα σου πριν τα παρουσιάσεις στο κοινό τα δοκιμάζεις σε φίλους; Επειδή δεν θέλω να πεθάνω μόνος κι επειδή βρίσκομαι οριακά σε αυτό το σημείο καθώς βασανίζω όσους ανθρώπους έχω στη ζωή μου, προσπαθώ να μην το κάνω. Πάω σε βραδιές open mic ή αν είναι κάποιο σύντομο αστείο το εντάσσω σε παλιότερο, δοκιμασμένο κείμενο και βλέπω πώς πάει.
Όταν δεν περνάει κάτω το αστείο φταίει η ατάκα ή μπορεί να φταίει το timing ή ο τρόπος, μπορεί δηλαδή σε ένα άλλο κοινό να πετύχει; Γενικά, δεν φταίει το κοινό. Είναι σαν το μπάσκετ, δεν φταίει αυτός που έχασε τη πάσα, φταίει αυτός που έδωσε την πάσα. Πάντα φταίει αυτός που κάνει την ενέργεια. Εάν ο θεατής είναι σε καλές συνθήκες την ευθύνη την έχεις εσύ. Δεν μπορείς να κάνεις stand-up comedy στη Ρουάντα. Αυτή είναι η αλήθεια. Το stand-up έρχεται να καλύψει μια ανάγκη που βρίσκεται πολύ ψηλά στην πυραμίδα των αναγκών. Έχεις καλύψει δηλαδή τις βασικές σου ανάγκες έχεις τροφή, στέγη, δουλειά και πια η ανάγκη σου είναι να διασκεδάσεις.
Ο Θούριος του Αριστοτέλη Ρήγα και των Τhe G-SPOT EXPERIMENT έχει 207.000 views στο youtube. Πώς αισθάνεσαι που σε ανακάλυψαν και άλλοι πέρα από το σταθερό κοινό σου; Η αλήθεια είναι ότι δε σταμάτησε ο κόσμος να κινείται εξ αιτίας αυτού. Άλλωστε εγώ δεν είμαι youtuber, δεν έχω πολύ καλές σχέσεις με το μέσο. Είναι άλλο φορμάτ για μένα. Είναι σα να παίζεις πιάνο και να σου λένε «πάρε τώρα αυτό το πιάνο». Μπορείς σαφώς να κάνεις κωμωδία και στο youtube αλλά οφείλεις να την αντιμετωπίσεις διαφορετικά. Είναι άλλο πράγμα το κωμικό βίντεο και άλλο το live stand-up. Το ίντερνετ έχει φοβερή δύναμη αλλά στερείται της αμεσότητας που έχει ένα γέλιο που σκάει στη μούρη σου την ώρα που λες το αστείο. Για το «Θούριο», λειτούργησε όμως μια χαρά γιατί υπήρχε ένα ολοκληρωμένο κόνσεπτ. Μίλησα με τους Τhe G-SPOT EXPERIMENT, που με είχαν καλέσει σε ένα δικό τους live να κάνω συμμετοχή, τους το πρότεινα λέγοντας τους ότι έχει έρθει αυτή η μπούρδα στο κεφάλι μου. Τα παιδιά είναι σπουδαίοι μουσικοί, το έβγαλαν κατευθείαν, να φανταστείς τους το περιέγραψα, το έπαιξαν και είπαν «Α, ωραία» και καρφώσαν κατευθείαν. Κάναμε την ηχογράφηση και είπαμε ας κάνουμε τώρα ένα βίντεο. Πήγαμε με τον φίλο μου τον Παντελή Αναστασιάδη, φοβερά ταλαντούχος σκηνοθέτης, και το γυρίσαμε στα Τουρκοβούνια. Δεν είναι φοβερό ότι υπάρχει στην Αθήνα αυτό το μέρος που θυμίζει Άλαμο και είναι πάνω από το σπίτι της Γιάννας Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη;
Έχεις σκεφτεί ποτέ να παίξεις σε φυλακές; Θα το ήθελα πολύ. Μου αρέσουν οι άνθρωποι και το να κάνεις τον άλλον να γελάσει το θεωρώ ένα είδος δώρου∙ ο άνθρωπος ελαφραίνει όταν γελάει, αφήνει κάτι που τον βαραίνει για λίγο πίσω. Το θεωρώ σημαντικό λοιπόν να κάνω τους άλλους να γελάνε. Θα ήθελα πολύ να παίξω σε φυλακή ή σε νοσοκομείο. Θυμάμαι όταν δούλευα ως νοσηλευτής σε αιμοδοσία. Έδιναν οι άνθρωποι αίμα και αρκετοί από αυτούς ήταν αγχωμένοι. Τους είχα εκεί για ένα τέταρτο της ώρας και δεν ήθελα να είναι αγχωμένοι. Για μένα οι αιμοδότες είναι υπερήρωες, δίνουν μια φιάλη αίμα και σώζουν μια ζωή, έτσι απλά. Τους έλεγα μπούρδες, τους έλεγα ανέκδοτα. Είχα 30 αιμοληψίες, είχα 30 δεκαπεντάλεπτα σετάκια για να τους κάνω να γελούν. Μου άρεσε πολύ αυτό και είμαι περήφανος που δεν είχε λιποθυμήσει ποτέ κανένας. Είχα και οπαδούς μετά. Ερχόντουσαν και έλεγαν «Θέλω αυτόν τον καραφλό, τον σάχλα να μου πάρει αίμα».