Χωρίς να ανταλλάξουν χειραψία, ο Δημοκρατικός πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και ο Ρεπουμπλικάνος προκάτοχός του Ντόναλντ Τραμπ αναμετρήθηκαν το βράδυ της Πέμπτης (4 τα ξημερώματα της Παρασκευής στην Ελλάδα) στην πρώτη τους τηλεμαχία ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Οι δύο υποψήφιοι συγκρούστηκαν σε πολλά θέματα: για την οικονομία, το μεταναστευτικό και τους πολέμους σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή.
«Ο πληθωρισμός σκοτώνει τη χώρα μας», ξεκίνησε ο 78χρονος πρώην πρόεδρος, που εμφανίστηκε άνετος επαναλαμβάνοντας ένα επιχείρημα που γνωρίζει ότι έχει απήχηση στους Αμερικανούς, υποστηρίζοντας ότι ο Μπάιντεν έκανε «πολύ κακή δουλειά» στον Λευκό Οίκο.
Ο 81χρονος Δημοκρατικός πρόεδρος ήταν βραχνιασμένος και τον ταλαιπώρησε ένας βήχας στα πρώτα λεπτά του ντιμπέιτ, ενώ κάποια στιγμή φάνηκε να χάνει τον ειρμό της σκέψης του. Ωστόσο, στη συνέχεια παρουσιάστηκε πιο συγκροτημένος και εξαπέλυσε συχνά επιθέσεις στον αντίπαλό του. Μεταξύ άλλων, κατηγόρησε τον Τραμπ για τον ρόλο του στην αναίρεση από το Ανώτατο Δικαστήριο της συνταγματικής κατοχύρωσης του δικαιώματος στην άμβλωση, καθώς και ότι «ψεύδεται» σε ό,τι αφορά τη μεταναστευτική κρίση και τη σύνδεσή της με την εγκληματικότητα.
Σε μια προσπάθεια να παρουσιάσει τον 81χρονο Μπάιντεν ως αδύναμο ηγέτη, ο Τραμπ υποστήριξε ότι συμπεριφέρεται «σαν Παλαιστίνιος» ενώ θα έπρεπε να αφήσει το Ισραήλ «να τελειώσει τη δουλειά» απέναντι στη Χαμάς. Ο Ρεπουμπλικάνος μεγιστάνας ισχυρίστηκε επίσης ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα ξεσπούσε ποτέ εάν υπήρχε ένας πραγματικός ηγέτης στον Λευκό Οίκο και δεσμεύτηκε πως, εφόσον εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ, θα τερματίσει «τον πόλεμο μεταξύ Πούτιν και Ζελένσκι» προτού αναλάβει επισήμως καθήκοντα στις 20 Ιανουαρίου.
Ο Ντόναλντ Τραμπ απέφυγε πάντως να δεσμευτεί ότι θα αναγνωρίσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος είπε ότι θα δεχθεί το αποτέλεσμα «εάν οι εκλογές είναι δίκαιες».
«Αμφιβάλλω πως θα το αποδεχθείς», σχολίασε αργότερα ο Τζο Μπάιντεν, επειδή «είσαι τόσο κλαψιάρης», υπενθυμίζοντας πως ο προκάτοχός του δεν είχε παραδεχθεί την ήττα του στις προηγούμενες εκλογές.
Ένα δεύτερο ντιμπέιτ μεταξύ Μπάιντεν και Τραμπ έχει προγραμματιστεί στο δίκτυο ABC, την 10η Σεπτεμβρίου, δύο μήνες πριν από τις κρίσιμες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.
Ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ αντάλλαξαν διάφορα καρφιά στη διάρκεια του πρώτου ντιμπέιτ ενόψει των προεδρικών εκλογών. Το AFP έλεγξε την ακρίβεια κάποιων από τους ισχυρισμούς των δύο υποψήφιων σε θέματα- κλειδί.
Ο Τραμπ δήλωσε ψευδώς ότι επί προεδρίας Μπάιντεν «δεν έχουμε πλέον σύνορα» και ότι «εξαιτίας της γελοίας, παράλογης και ιδιαίτερα ηλίθιας πολιτικής του άνθρωποι έρχονται (στις ΗΠΑ) και σκοτώνουν τους συμπολίτες μας σε πρωτοφανή επίπεδα».
Αντιμέτωπος με τις επικρίσεις για τον αριθμό ρεκόρ μεταναστών που έχουν εισέλθει στις ΗΠΑ, ο Μπάιντεν υπέγραψε διάταγμα στις αρχές Ιουνίου το οποίο προβλέπει το προσωρινό κλείσιμο των συνόρων με το Μεξικό μόλις συμπληρωθεί συγκεκριμένος αριθμός αφίξεων.
Αυτό ισοδυναμεί «με ενισχυμένη εποπτεία στα σύνορα», σύμφωνα με τη Νικόλ Χάλετ διευθύντρια του Κέντρου για τα Δικαιώματα των Μεταναστών στο πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Παρά μερικά περιστατικά που προκάλεσαν έντονη δημοσιότητα, ανάμεσά τους ο φόνος ενός φοιτητή στη Τζόρτζια, δεν υπάρχει «καμία απόδειξη» για το κύμα εγκληματικότητας των μεταναστών, για το οποίο κάνει λόγο ο Τραμπ προσθέτει η ίδια. «Η εγκληματικότητα μειώνεται σε όλη τη χώρα, αν και η μετανάστευση αυξάνεται», τονίζει.
Τα ποσοστά των βίαιων εγκλημάτων και των εγκλημάτων κατά περιουσίας βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο εδώ και δεκαετίες, σύμφωνα με τα στοιχεία του FBI για το 2022 — τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα.
«Η τεράστια πλειονότητα των βίαιων εγκλημάτων διαπράττονται από Αμερικανούς», διευκρινίζει ο Τζέφρι Φάγκαν καθηγητής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Έκθεση του ινστιτούτου Cato που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα έδειξε ότι το 2022 Αμερικανοί πολίτες διέπραξαν αναλογικά περισσότερους φόνους απ΄ ό,τι μετανάστες.
Σύμφωνα με τη Μισέλ Μίτελστατ, διευθύντρια επικοινωνίας του Migration Policy Institute, δεν υπάρχει καμία απόδειξη για τους ισχυρισμούς του Τραμπ ότι οι κρατούμενοι και οι τρόφιμοι ψυχιατρείων συρρέουν από τα σύνορα με το Μεξικό.
Τραμπ και Μπάιντεν επέρριψαν ο ένας στον άλλο την ευθύνη για την αύξηση του πληθωρισμού.
Ο Δημοκρατικός «προκάλεσε τον πληθωρισμό – του άφησα μια χώρα σχεδόν χωρίς πληθωρισμό», κατήγγειλε ο δισεκατομμυριούχος.
Ο νυν πρόεδρος ισχυρίστηκε ότι ο προκάτοχός του «κατέστρεψε την οικονομία» στη διάρκεια των τεσσάρων ετών του στον Λευκό Οίκο.
Και οι δύο άνδρες κάνουν λάθος καθώς παραγνωρίζουν τις επιπτώσεις της covid-19 στην οικονομία.
Στο τέλος της θητείας του Τραμπ, σχεδόν έναν χρόνο μετά την έναρξη της κρίσης της πανδημίας, ο πληθωρισμός βρισκόταν περίπου στο 1,4%.
Άρχισε να αυξάνεται την άνοιξη του 2021 μέχρι που έφτασε το 9,1% τον Ιούνιο του 2022, το υψηλότερο επίπεδο εδώ και σχεδόν 40 χρόνια. Στη συνέχεια άρχισε αργά να μειώνεται και σήμερα κυμαίνεται στο 3%, υψηλότερο από τον στόχο του 2% της FED.
Πολλοί παράγοντες που συνδέονται με την πανδημία ευθύνονται για αυτό, όπως τα δισεκατομμύρια δολάρια που δόθηκαν σε προγράμματα βοήθειας και από τις δύο κυβερνήσεις, από τις δυσκολίες στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα ή και από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο Ντόναλντ Τραμπ προσπάθησε να απορρίψει τις κατηγορίες σχετικά με τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021, όταν εκατοντάδες υποστηρικτές του εισέβαλαν στο Καπιτώλιο για να αποτρέψουν την επικύρωση της νίκης του Τζο Μπάιντεν.
Ο πρώην πρόεδρος κατηγόρησε τη Νάνσι Πελόζι, τότε πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων. «Της προσέφερα 10.000 στρατιώτες ή την Εθνοφρουρά, αρνήθηκε», δήλωσε στο ντιμπέιτ.
Η Νάνσι Πελόζι δεν είχε τη δικαιοδοσία να απορρίψει την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς, αν ο Τραμπ το είχε αποφασίσει, υπογραμμίζουν πολλοί ειδικοί.
Όπως αναφέρει η Εθνοφρουρά της Ουάσινγκτον στον ιστότοπό της λαμβάνει εντολές «αποκλειστικά από τον πρόεδρο».
Η κοινοβουλευτική επιτροπή που ερεύνησε την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου είχε αναφέρει στην τελική της έκθεση ότι ο Τραμπ «δεν έδωσε ποτέ εντολή να αναπτυχθεί η Εθνοφρουρά».
Η επίδοση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στο χθεσινό ντιμπέιτ ήταν μάλλον αδύναμη και αναποτελεσματική απέναντι σε έναν Ντόναλντ Τραμπ που του επιτιθόταν συνεχώς για διάφορα ζητήματα, λέγοντας συχνά ανακρίβειες.
Οι δύο άνδρες αντιπαρατέθηκαν για την άμβλωση, τη μετανάστευση, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη Γάζα, τη διαχείριση της οικονομίας, ακόμη και το γκολφ καθώς προσπαθούσαν να κερδίσουν πόντους και ψηφοφόρους, την ώρα που οι δημοσκοπήσεις τους δείχνουν εδώ και μήνες να δίνουν μάχη στήθος με στήθος.
Δύο αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου δήλωσαν ότι ο Μπάιντεν ήταν κρυωμένος προκειμένου να εξηγήσουν τη βραχνάδα στη φωνή του. Αλλά η άνιση επίδοση του προέδρου προκάλεσε ανησυχία ακόμη και μεταξύ κάποιων Δημοκρατικών και ενδέχεται να ενέτεινε την ανησυχία των ψηφοφόρων ότι ο 81χρονος είναι πολύ μεγάλος για μία ακόμη προεδρική θητεία.
Η προεκλογική εκστρατεία του Δημοκρατικού και σύμμαχοί του προσπάθησαν να δείξουν ότι δεν επηρεάστηκαν από την επίδοσή του, αλλά σίγουρα αποτελεί πλήγμα για την υποψηφιότητά του, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
Η Αμερικανίδα αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις διαβεβαίωσε ότι ο Μπάιντεν «ξεκίνησε αργά, αλλά τελείωσε δυναμικά». «Έκανε μια δύσκολη αρχή, ήταν προφανές σε όλους, δεν το αμφισβητώ», πρόσθεσε.
Περίπου στη μέση του ντιμπέιτ σύμβουλος στρατηγικής των Δημοκρατικών, που εργάστηκε στην προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν το 2020, έκανε λόγο για «καταστροφή».
«Δεν υπάρχει τρόπος να το γυρίσουμε αυτό. Η επίδοσή του τον βγάζει από την κούρσα», δήλωσε σημαντικός δωρητής των Δημοκρατικών, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, μετά το ντιμπέιτ.
Ο ίδιος εκτίμησε ότι θα υπάρξουν νέες πιέσεις για αλλαγή υποψηφίου στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών τον Αύγουστο, όταν θα πρέπει να επικυρωθεί και επισήμως η υποψηφιότητα του Μπάιντεν.
Στην αρχή του ντιμπέιτ ο Μπάιντεν έκανε μια παύση την ώρα που μιλούσε για το Medicare και τη φορολογική μεταρρύθμιση και έμοιαζε σα να έχει χάσει τον ειρμό του.
Η φορολογική μεταρρύθμιση θα φέρει περισσότερα χρήματα «για να ενισχυθεί το σύστημα υγείας μας, ώστε να διασφαλίσουμε ότι κάθε άνθρωπος θα είναι επιλέξιμος για αυτό που κατάφερα να κάνω με, με την covid, συγνώμη, με την αντιμετώπιση όλων όσων είχαμε να κάνουμε», είπε ο Μπάιντεν, κάνοντας μια παύση για να προσθέσει «επιτέλους νικήσαμε το Medicare».
O Τραμπ σχολίασε ότι ο Μπάιντεν δεν έχει ειρμό και κάποια στιγμή είπε: «Ειλικρινά δεν ξέρω τι είπε στο τέλος αυτής της πρότασης. Νομίζω ότι ούτε ο ίδιος ξέρει».
Δημοκρατικοί κοινοβουλευτικοί ανησυχούν, δήλωσε εργαζόμενη στο Κογκρέσο. Η ίδια πρόσθεσε ότι ο γερουσιαστής για τον οποίο εργάζεται «κάθεται με άλλα σημαντικά στελέχη και πανικοβάλλεται».
Ο Ντέιβιντ Άξελροντ, βασικός σύμβουλος στρατηγικής του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, δήλωσε στο CNN: «Θα υπάρξουν συζητήσεις για το αν θα πρέπει να συνεχίσει».
Την ώρα που ο Μπάιντεν δυσκολευόταν να τα βγάλει πέρα, ο Τραμπ έκανε αβάσιμες και συχνά αναληθείς δηλώσεις για σειρά θεμάτων, όπως ότι οι Δημοκρατικοί στηρίζουν τις παιδοκτονίες και ότι οι μετανάστες έχουν προκαλέσει κύμα εγκληματικότητας.
«Ο Τραμπ είναι ο Τραμπ, κάθε λέξη που βγαίνει από το στόμα του είναι μ…ίες. Αλλά ο Μπάιντεν ακούγεται γέρος. Και χαμένος. Και αυτό θα μετρήσει περισσότερο από οτιδήποτε. Μέχρι στιγμής αυτό είναι ένας απόλυτος εφιάλτης για τον Μπάιντεν», δήλωσε ο Τζο Γουόλς υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών το 2020 στο Χ.
Τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο 78χρονος Τραμπ — οι δύο γηραιότεροι υποψήφιοι για την προεδρία στην ιστορία των ΗΠΑ– δέχονται πιέσεις να αποδείξουν ότι είναι σωματικά και πνευματικά ικανοί για τα καθήκοντα του προέδρου.
Η τηλεμαχία έγινε την ώρα που οι ΗΠΑ μοιάζουν βαθιά πολωμένες, με τους ψηφοφόρους να ανησυχούν βαθιά για την αμερικανική πολιτική. Τα δύο τρίτα των ψηφοφόρων δήλωσαν σε δημοσκόπηση του Reuters/ Ipsos τον Μάιο ότι ανησυχούν ότι μετά τις εκλογές θα ξεσπάσει βία.
Αν και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν Μπάιντεν και Τραμπ στήθος με στήθος, στις πιο αμφίρροπες πολιτείες που συνήθως κρίνουν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών προηγείται ο Ρεπουμπλικάνος.
Ωστόσο κανείς από τους δύο δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής και πολλοί Αμερικανοί δεν έχουν αποφασίσει ακόμη ποιον θα επιλέξουν. Περίπου το ένα πέμπτο των ψηφοφόρων λέει ότι δεν έχει αποφασίσει ακόμη, ότι κλίνει προς έναν τρίτο υποψήφιο ή ότι δεν θα ψηφίσει, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση του Reuters/ Ipsos.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)