«Η Ελένη Τουλουπάκη είναι η πιο γνωστή εισαγγελέας στην Ελλάδα. Η 57χρονη θεωρούνταν ορκισμένη μαχήτρια κατά της διαφθοράς και διερεύνησε μερικές από τις μεγαλύτερες οικονομικές υποθέσεις σε ελληνικά δικαστήρια.» Έτσι προλογίζει την πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς που συνέδεσε το όνομά της με το σκάνδαλο της φαρμακοβιομηχανίας Novartis, το Spiegel, στο οποίο παραχώρησε συνέντευξη. «Ένα σκάνδαλο που κλόνισε το ελληνικό σύστημα», με την φαρμακοβιομηχανία να κατηγορείται για «δωροδοκίες εκατομμύριων ευρώ σε πολιτικούς, δημόσιους υπαλλήλους και εργαζομένους νοσοκομείων προκειμένου να κρατήσει τεχνητά υψηλά τις τιμές και να αποκτήσει καλύτερη πρόσβαση στην ελληνική αγορά». Όπως παρατηρεί το Spiegel «μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τη συντηρητική κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2019, η κατεύθυνση της έρευνας άλλαξε. Ξαφνικά οι κατήγοροι έγιναν κατηγορούμενοι».
Αναφερόμενη στην θητεία της ως Εισαγγελέας Διαφθοράς και τη διερεύνηση του φακέλου Novartis η Ελένη Τουλουπάκη αναφέρει: «Εξετάσαμε επίσης τη συμμετοχή πολιτικών. Η υπόθεση θα μπορούσε μελλοντικά να χρησιμεύσει στα πανεπιστήμια ως αναφορά για τις διεθνείς επιπτώσεις της διαφθοράς». Σε ερώτηση σχετικά με τους λόγους για τους οποίους η έρευνα σταμάτησε με την αλλαγή κυβέρνησης το 2019 η Ελένη Τουλουπάκη απαντά: «Η έρευνά μας ήρθε σε σύγκρουση με τα ισχυρά πολιτικά συμφέροντα της χώρας. Οι εμπλεκόμενοι ένωσαν τις δυνάμεις τους για να σταματήσουν την έρευνα και να τιμωρήσουν εμένα και τους συναδέλφους μου από την εισαγγελία, αλλά και δημοσιογράφους που ερεύνησαν υποδειγματικά την υπόθεση. Στόχος τους είναι να περάσουν το μήνυμα ότι είναι άθικτοι. Εάν επικρατήσουν αυτά τα συμφέροντα, θα σημάνει το τέλος του κράτους δικαίου στην Ελλάδα».
«Παράνομη πολιτική δίωξη»
H Ελένη Τουλουπάκη απαντά μεταξύ άλλων σε όσους την κατηγορούν για «συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση», η οποία απέβλεπε στην άσκηση πίεση σε πολιτικούς προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Novartis. «Υπηρέτησα πιστά στο δικαστικό σώμα επί 22 χρόνια. Δεν υπήρξα ποτέ επιρρεπής σε πολιτικές πιέσεις. Δεν έχω σκεφτεί ποτέ με όρους πολιτικής σκοπιμότητας. Κανένας πολιτικός δεν μας έχει επηρεάσει» απαντά.
Σε άλλο σημείο σημειώνει για τις κατηγορίες και τη διαδικασία σε βάρος της: «Η εισαγγελέας που ήγειρε τις κατηγορίες εναντίον μου είπε ότι βασίζεται μόνο στα πορίσματα μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής, η οποία ελέγχεται από την κυβερνητική πλειοψηφία. Υπήρξαν ορισμένες παραβιάσεις του κράτους δικαίου που σίγουρα θα καταδικαστούν από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Η ίδια βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες προκειμένου να μιλήσει για την υπόθεσή της. Τι επιδιώκει; «Υπερασπίζομαι τη φήμη της ελληνικής δικαιοσύνης και τη δική μου τιμή, όπου και όπως μπορώ. Εφιστώ την προσοχή στις παραβάσεις του κράτους δικαίου στην ΕΕ διότι θεωρώ την ΕΕ διευρυμένη πατρίδα μου. Το ερώτημα δεν είναι τι περιμένω, αλλά πώς τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα ανταποκριθούν στις προσδοκίες των ευρωπαίων πολιτών.» Κλείνοντας αναφέρει στο Spiegel: «Η εξέλιξη της υπόθεσης θα είναι η λυδία λίθος για τους ελληνικούς θεσμούς. Βέβαιο είναι ότι άνθρωποι που έκαναν τη δουλειά τους, που έκαναν το καθήκον τους, διώκονται πλέον με παράνομες και άκυρες μεθόδους. Από την ίδρυσή της η Ελλάδα είναι μια χώρα, όπου η διαφθορά ευδοκιμεί ανεξέλεγκτα.»