Στη δημοσιότητα έδωσε η PEGA, η Επιτροπή του ευρωκοινοβουλίου που ερευνά τις υποκλοπές, το προσχέδιο της έκθεσής της, μετά και την επίσκεψή της στην Ελλάδα.
Η έρευνα εστιάζει σε τρία πρόσωπα και τις σχέσεις μεταξύ τους, δηλαδή τους Φέλιξ Μπίτζιο, Γρηγόρη Λαβράνο και Γρηγόρη Δημητριάδη.
Αναφέρει πως παρότι η κυβέρνηση αρνείται την αγορά και τη χρήση του Predator, θα μπορούσε κάτι τέτοιο να συμβεί μέσω πληρεξουσίων, μεσιτικών εταιρειών ή μεσαζόντων. Σε αντίθετη περίπτωση, κατά την υπόθεση δηλαδή πως η χρήση γίνεται από ιδιώτη, η Επιτροπή σημειώνει πως κάτι τέτοιο δεν θα εξηγούσε τον τρόπο επιλογής των θυμάτων.
Μάλιστα, δεν αποκλείει το Predator να έχει αγοραστεί μέσω του Κέντρου Τεχνολογικής Υποστήριξης, Ανάπτυξης και Καινοτομίας (ΚΕΤΥΑΚ), το οποίο λειτουργεί παράλληλα με την ΕΥΠ, ενώ έχει χαρακτηριστεί και ως «ΕΥΠ μέσα στην ΕΥΠ».
Αρχικά, η Επιτροπή αναφέρει πως «τόσο η ΕΥΠ όσο και η κυβέρνηση αρνούνται κατηγορηματικά ότι το Predator έχει ποτέ αγοραστεί ή χρησιμοποιηθεί από τις ελληνικές αρχές. Παρά το γεγονός ότι η χρήση spyware είναι παράνομη στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να υπάρχει έντονη αναζήτηση για την προέλευση της συγκεκριμένης επίθεσης spyware».
Και συνεχίζει: «Οι αποκαλύψεις σχετικά με τη χρήση spyware αλλά και της ΕΥΠ για την παρακολούθηση δημοσιογράφων, περιγράφουν μια πολύ ανησυχητική ιστορία, ενός περίπλοκου και αδιαφανούς δικτύου σχέσεων, πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, ευνοιών και νεποτισμού και πολιτικής επιρροής. Είναι εύκολο να χαθείτε στο λαβύρινθο. Ωστόσο, εμφανίζονται μερικά μοτίβα. Η πολιτική πλειοψηφία χρησιμοποιείται για την προώθηση συγκεκριμένων συμφερόντων και όχι για το γενικό συμφέρον, κυρίως με το διορισμό συνεργατών και πιστών σε θέσεις κλειδιά όπως η ΕΥΠ, η ΕΑΔ και η Krikel.
«Ενώ το λογισμικό υποκλοπής, πιθανώς σε συνδυασμό με τη νόμιμη παρακολούθηση, χρησιμοποιείται ως εργαλείο για απόκτηση πολιτικής εξουσίας και ελέγχου, στα χέρια της ανώτατης πολιτικής ηγεσίας της χώρας. Οι μηχανισμοί ελέγχου τόσο εκ των προτέρων όσο και εκ των υστέρων έχουν σκοπίμως αποδυναμωθεί και η διαφάνεια και η λογοδοσία έχουν αποφευχθεί. Οι επικριτικοί δημοσιογράφοι ή αξιωματούχοι που καταπολεμούν τη διαφθορά και την απάτη αντιμετωπίζουν εκφοβισμό και παρεμπόδιση, ενώ δεν υπάρχει προστασία μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος».
Η έκθεση τονίζει ακόμη πως η κατασκοπεία δεν είναι κάτι νέο στην Ελλάδα, ωστόσο τώρα γίνεται πιο εύκολη: «Η κατασκοπεία για πολιτικούς λόγους δεν είναι κάτι νέο για την Ελλάδα, αλλά οι νέες τεχνολογίες spyware κάνουν την παράνομη παρακολούθηση πολύ πιο εύκολη, ιδίως σε ένα πλαίσιο σοβαρά εξασθενημένων διασφαλίσεων. Σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως η Πολωνία, η κατάχρηση του spyware δεν φαίνεται να αποτελεί μέρος μιας ολοκληρωμένης αυταρχικής στρατηγικής, αλλά μάλλον ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται σε ad hoc βάση για πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Ωστόσο, διαβρώνει εξίσου τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου και δίνει άφθονο χώρο στη διαφθορά, ενώ αυτοί οι ταραγμένοι καιροί απαιτούν αξιόπιστη και υπεύθυνη ηγεσία.
Ενόψει των γενικών εκλογών που θα διεξαχθούν την άνοιξη του 2023, η κατάσταση πρέπει να αποσαφηνιστεί επειγόντως, ώστε να μην αμφισβητηθεί η ακεραιότητα των εκλογών το 2023».
Σχετικά με τον ισχυρισμό της κυβέρνησης πως υπάρχει κάποιος ιδιώτης που χρησιμοποιεί το παράνομο λογισμικό, αναφέρει: «Η κυβέρνηση αρνείται την αγορά του λογισμικού Predator.
Ωστόσο, αν δεν ήταν η ελληνική κυβέρνηση, τότε πρέπει να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ένας μη κρατικός παράγοντας ήταν υπεύθυνος για τις (απόπειρες) παγίδευσης των τηλεφώνων των Κουκλάκη και Ανδρουλάκη. Αυτό θα ήταν έγκλημα σύμφωνα με το Ελληνικό Δίκαιο και θα περίμενε κανείς από τις ελληνικές αρχές να διερευνήσουν άμεσα και δυναμικά μια τόσο σοβαρή υπόθεση. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει αστυνομική έρευνα, μόνο εισαγγελικές έρευνες μετά από καταγγελίες. Δεν κατασχέθηκαν επίσης φυσικά αποδεικτικά στοιχεία. Η υπόθεση των ιδιωτικών φορέων που κρύβονται πίσω από τις επιθέσεις με spyware είναι επιπλέον εξαιρετικά απίθανη, καθώς δεν θα εξηγούσε την επιλογή των στόχων».
Η Επιτροπή ωστόσο αναφέρεται και στην περίπτωση του ΚΕΤΥΑΚ: «Μια άλλη πιθανότητα είναι ότι το Predator αποκτήθηκε μέσω του ΚΕΤΥΑΚ, μιας ειδικής οντότητας που δημιουργήθηκε από το πρώην αφεντικό της ΕΥΠ Κοντολέων. Λειτουργεί παράλληλα από την ΕΥΠ».
Επιπλέο, ενδιαφέρον έχει το σημείο όπου το προσχέδιο επισημαίνει πως μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει το predator, δίχως να το αγοράσει απευθείας: «Ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την ταυτότητα του αγοραστή και του χρήστη του Predator στις ελληνικές περιπτώσεις, δεν μπορεί να αποδειχθεί με βεβαιότητα εάν ή πώς η κυβέρνηση ή άλλος παράγοντας είχε αποκτήσει το Predator. Ωστόσο, θεωρητικά δεν είναι αδύνατο να αποκτήσετε ή να χρησιμοποιήσετε λογισμικό υποκλοπής spyware, χωρίς κυβερνητικοί φορείς να αγοράσουν απευθείας το λογισμικό.
«Το λογισμικό υποκλοπής Spyware μπορεί να αγοραστεί μέσω πληρεξουσίων, μεσιτικών εταιρειών ή μεσαζόντων, όπως έχουμε δει σε άλλες περιπτώσεις, ή μπορεί να γίνουν ρυθμίσεις με προμηθευτές λογισμικού υποκλοπής spyware για την παροχή ορισμένων υπηρεσιών που σχετίζονται με το λογισμικό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπήρχαν στενές σχέσεις και αλληλεξαρτήσεις μεταξύ ορισμένων προσώπων και γεγονότων που σχετίζονται με την κυβέρνηση, την ΕΥΠ και τους παρόχους spyware, ιδίως την Krikel, προτιμώμενο προμηθευτή εξοπλισμού επικοινωνιών και επιτήρησης από την αστυνομία και την ΕΥΠ. Η εταιρεία επίσης συνδέεται στενά με πρόσωπα από το περιβάλλον του πρωθυπουργού Μητσοτάκη».
Όσο για τα βασικά πρόσωπα της υπόθεσης, η έκθεση αναφέρει τρία, ξεκινώντας από τη διαπίστωση πως «η κατάσταση στην Ελλάδα είναι αδιανόητα περίπλοκη».
«Οι Μπίτζιος και Λαβράνος είναι δύο βασικά πρόσωπα όσον αφορά στην προμήθεια υλικού επικοινωνίας και επιτήρησης σε κρατικούς φορείς, όπως η αστυνομία και η ΕΥΠ. Ο Μπίτζιος ήταν καθοριστικός στην εταιρεία που πουλά Predator. Οι δυο τους βρίσκονταν κοντά στον Γρηγόρη Δημητριάδη, επωφελούμενοι από κερδοφόρες κυβερνητικές συμβάσεις.
«Επωφελήθηκαν επίσης από τη νομοθετική τροποποίηση της κυβέρνησης, η οποία απελευθέρωσε τα δεσμευμένα περιουσιακά τους στοιχεία. Είχαν λοιπόν κίνητρο να χρησιμοποιήσουν κατασκοπευτικό λογισμικό εναντίον του Θανάση Κουκάκη. Υπάρχει μια πολύ προφανής και υψηλού κινδύνου σύγκρουση συμφερόντων και διαφθορά όσον αφορά την εμπλοκή επιχειρηματικών συμφερόντων, προσωπικών σχέσεων και προσωπικών συνδέσεων. Επιπλέον, οι δύο άνδρες θα ήταν σε θέση να δώσουν κρίσιμες πληροφορίες σχετικά με την απόκτηση και τη χρήση του Predator στην Ελλάδα», αναφέρει σχετικά με τα δύο πρόσωπα, και συνεχίζει:
«Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ο Μπίτζιος και ο Λαβράνος θα έπρεπε να καταθέσουν στην αρμόδια Εξεταστική Επιτροπή των Ελλήνων, η πλειοψηφία που κατείχε η Νέα Δημοκρατία απέρριψε τα σχετικά αιτήματα της αντιπολίτευσης».