Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκκίνησε σήμερα διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ουγγαρίας μετά την εισαγωγή στα μέσα του Δεκεμβρίου νομοθεσίας που θεσπίζει αρχή εποπτείας με αποστολή την πρόληψη «των ξένων επεμβάσεων» στην εκλογική διαδικασία και «την προστασία της κυριαρχίας» της χώρας.
Το νομοθετικό αυτό πακέτο, που προβλέπει ποινές φυλάκισης, έχει καταγγελθεί από μη κυβερνητικές οργανώσεις και πολέμιους του εθνικιστή πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπαν για νέα επίθεση κατά των θεσμών ελέγχου της εξουσίας του.
Η Κομισιόν εξηγεί σε ανακοίνωση ότι έστειλε στην Βουδαπέστη ειδοποίηση για παραβίαση του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η ουγγρική κυβέρνηση έχει προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσει.
Αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απελευθέρωσε στα μέσα Δεκεμβρίου πακέτο 10 δισεκατομμυρίων ευρώ για την Ουγγαρία, 21 δισεκατομμύρια ευρωπαϊκών πόρων που προορίζονται για την Ουγγαρία παραμένουν δεσμευμένα από την ΕΕ στο πλαίσιο των διαδικασιών που έχουν κινηθεί κατά της Βουδαπέστης για προσβολές του κράτους δικαίου.
Επειτα από εξέταση εις βάθος, «η Κομισιόν εγείρει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την συμφωνία του νέου νόμου με το δίκαιο της ΕΕ», κυρίως σε ό,τι αφορά «την αρχή της δημοκρατίας, των εκλογικών δικαιωμάτων, του σεβασμού του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, της προστασίας των δεδομένων της ΕΕ και πολλών κανόνων που εφαρμόζονται στην εσωτερική αγορά», εξηγεί εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
«Επίσης, η δημιουργία νέας αρχής που διαθέτει εκτεταμένες εξουσίες και ενός αυστηρού καθεστώτος παρακολούθησης και επιβολής κυρώσεων κινδυνεύει να πλήξει σοβαρά την δημοκρατία στην Ουγγαρία», πρόσθεσε η εκπρόσωπος κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Καθώς πλησιάζουν οι ευρωπαϊκές και οι δημοτικές εκλογές του Ιουνίου 2024, αυτό «το ανεξάρτητο γραφείο προστασίας της κυριαρχίας» θα έχει ως αποστολή «να ερευνά παράνομες επιθέσεις» που απειλούν την εθνική ασφάλεια – ανάμεσά τους και δραστηριότητες οργανώσεων που έχουν εξωτερική χρηματοδότηση.
Η ουγγρική κυβέρνηση κατηγορεί συστηματικά την ΕΕ και «διάφορους ξένους οργανισμούς», κυρίως αμερικανικούς, ότι «μοιράζουν δισεκατομμύρια ευρώ» στην αντιπολίτευση «για να επηρεάσουν τις επιλογές των ψηφοφόρων».
Οι έρευνες της αρχής, επικεφαλής της οποίας έχει τεθεί άνθρωπος του Ορμπαν, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην έναρξη δικαστικών ερευνών που θα σημαίνουν και επιβολή ποινών φυλάκισης σε οποιονδήποτε υποψήφιο στις εκλογές στοχοποιηθεί.
Αλλη ανησυχία αφορά την απεριόριστη εξουσία του, που δεν επιδέχεται ένστασης, για την αναζήτηση ευαίσθητων δεδομένων και προσωπικού χαρακτήρα πληροφοριών.
Πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ανάμεσά τους και η Διεθνής Αμνηστία, έχουν καταγγείλει την πρόθεση της κυβέρνησης «να φιμώσει τις κριτικές φωνές», θεωρώντας ότι «δημοσιογράφοι, επιχειρήσεις, συνδικάτα, εκκλησίες και δημοτικές αρχές» μπορούν να γίνουν στόχος.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εκφράζουν ανησυχία για έναν νόμο «που έρχεται σε αντίθεση με τις κοινές μας αξίες της δημοκρατίας, της ατομικής ελευθερίας και του κράτους δικαίου» που δίνει στην κυβέρνηση «δρακόντεια εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον εκφοβισμό και την τιμωρία των ανθρώπων τις απόψεις των οποίων δεν συμμερίζεται το κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία».