Επειτα από έρευνες ετών, και εντάσεις ανάμεσα σε πολιτικές εξουσίες και την Amazon, η αμερικανική ομοσπονδιακή αρχή ανταγωνισμού, η FTC, και 17 πολιτείες, κατέθεσαν αγωγή χθες κατά του τεχνολογικού γίγαντα, κατηγορώντας τον «για παράνομη διατήρηση του μονοπωλίου του» χάρη σε «αντιανταγωνιστικές και καταχρηστικές στρατηγικές».
«Αυτό που κρίνεται δεν είναι το μέγεθος της Amazon», διευκρινίζει η FTC στην ανακοίνωσή της, αλλά «οι παράνομες μέθοδοι που έχουν ως στόχο τον αποκλεισμό των ανταγωνιστών, την παρεμπόδιση της ανάπτυξής τους και της ανάδυσης εναλλακτικών».
Σύμφωνα με την ομοσπονδιακή αρχή, η Amazon αποθαρρύνει, επί παραδείγματι, στους πωλητές λιανικής να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές από τις δικές της στα προϊόντα όπου ο όμιλος του Σιάτλ βρίσκεται σε ανταγωνισμό με τους προμηθευτές λιανικής.
Η αρχή προσάπτει επίσης στον αμερικανικό γίγαντα ότι θέτει ως όρο για την επιλεξιμότητα των εμπόρων στο Prime (υπηρεσία που επιτρέπει στους καταναλωτές να έχουν ταχεία παράδοση) την χρησιμοποίηση των ακριβών υπηρεσιών της εφοδιαστικής αλυσίδας της Amazon.
«Η Amazon εκμεταλλεύεται την εξουσία που αντλεί από το μονοπώλιό της για να πλουτίσει, προκαλώντας παράλληλα αύξηση των τιμών και χειροτερεύοντας την παροχή υπηρεσιών για δεκάδες εκατομμύρια αμερικανικές οικογένειες που κάνουν τις αγορές τους από την πλατφόρμα της και εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις που εξαρτώνται από την Amazon» για την κυκλοφορία των προϊόντων τους, δηλώνει η πρόεδρος της FTC Λίνα Καν στην ανακοίνωση.
«Η αγωγή που κατατέθηκε σήμερα δείχνει ξεκάθαρα ότι η FTC έχει δραστικά απομακρυνθεί από την αποστολή της προστασίας των καταναλωτών και του ανταγωνισμού», ήταν η πρώτη αντίδραση του Ντέιβιντ Ζαπόλσκι, εκ των αντιπροέδρων της Amazon σε ανακοίνωση που αναρτήθηκε online.
Το στέλεχος της Amazon διαβεβαιώνει ότι οι πρακτικές για τις οποίες ο όμιλος καταγγέλλεται από την ομοσπονδιακή αρχή αντίθετα «συνέβαλαν στην τόνωση του ανταγωνισμού και της καινοτομίας σε ολόκληρο τον τομέα της λιανικής πώλησης και επέτρεψαν την προσφορά περισσότερων επιλογών, χαμηλότερων τιμών και συντομότερων προθεσμιών αποστολής στους πελάτες της Amazon».
Ο αμερικανικός όμιλος, με τζίρο 134,4 δισεκατομμύρια δολάρια και κέρδη 6,7 δισεκατομμυρίων κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2023, προβάλλει συστηματικά την αύξηση των πωλήσεων που επιτυγχάνουν οι έμποροι μέσα από την πλατφόρμα.
Το 2022, «άνω του 60% των πωλήσεων μέσω της Amazon προήλθε από ανεξάρτητους πωλητές, που στην πλειονότητά τους είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις», είχε υποστηρίξει ο όμιλος τον περασμένο μήνα.
Αν η FTC νικήσει στην μάχη αυτή, «θα υποχρεώσει την Amazon να εφαρμόσει μέτρα που βλάπτουν τους καταναλωτές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις», απείλησε ο Ντέιβιντ Ζαπόλσκι στην ανακοίνωσή του.
Αλλά σύμφωνα με μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις υποφέρουν αντίθετα λόγω της δυσμενούς ισορροπίας των δυνάμεων.
«Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις περιμένουν από πολύ καιρό αυτήν την στιγμή», σχολίασε η Στέισι Μίτσελ, εκ των διευθυντών του Institute for Local Self-Reliance που προωθεί την τοπική κατανάλωση με σεβασμό προς το περιβάλλον.
«Ελέγχοντας την πρόσβαση στην αγορά, η Amazon έχει την δυνατότητα να δίνει προτεραιότητα στα δικά της προϊόντα, να κατασκοπεύει τις επιχειρήσεις κλέβοντας τις καλύτερες ιδέες και τα δεδομένα τους. Εχει την δυνατότητα να επιβάλλει τον νόμο της και να κυβερνά με εκπληκτική περιφρόνηση. Τη μια μέρα, χορηγεί σε έναν πωλητή λιανικής το ατού “αποστολή εντός 24 ωρών”. Την άλλη μέρα καταργεί τον λογαριασμό του αφανίζοντας τις πωλήσεις του».
Η πλατφόρμα αντιπροσωπεύει το 37,6% των online πωλήσεων στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το Insider intelligence, έναντι της Walmart (6,8%), της Apple (3,5%) και του eBay (3,1%).
Κοινοβουλευτικοί, πολιτειακοί παράγοντες και μέλη της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν αγωνίζονται εδώ και χρόνια με την καταπολέμηση των μονοπωλίων των τεχνολογικών κολοσσών, χωρίς μεγάλη επιτυχία.
Το καλοκαίρι, η FTC αναγκάσθηκε να διακόψει την νομική διαδικασία για την παρεμπόδιση της εξαγοράς της Activision Blizzard (βιντεοπαιγνίδια) από την Microsoft, έπειτα από μία σειρά από δικαστικές ήττες.
Η Λίνα Καν, πρόεδρος της FTC από το 2021, έγινε γνωστή όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια, με το άρθρο με τίτλο «Το αντιτράστ παράδοξο της Amazon» που δημοσιεύθηκε το 2017 στην νομική επιθεώρηση του πανεπιστημίου Yale.
Στο άρθρο της έκρινε ότι το αμερικανικό νομικό οπλοστάσιο είναι ανεπαρκές για την αντιμετώπιση των μονοπωλιακών πρακτικών ομίλων όπως η Amazon.
Τον Ιούνιο 2021, η εταιρεία υπέβαλε ένσταση στην FTC κατηγορώντας την διευθύντριά της για «μεροληπτικότητα».
Αυτό όμως δεν εμπόδισε την ομοσπονδιακή αρχή να προχωρήσει σε πολλά μέτωπα.
Τον Ιούνιο, η FTC κατέθεσε αγωγή κατά της Amazon για «παγίδευση των καταναλωτών» με την συνδρομή Prime, η οποία ανανεώνεται αυτόματα, ενώ ταυτόχρονα η διαδικασία ακύρωσής της είναι πολύπλοκη.
Η ομοσπονδιακή αρχή επετέθη επίσης στον όμιλο ως προς τον σεβασμό της εμπιστευτικότητας των δεδομένων. Τον περασμένο Μάιο, η Amazon δέχθηκε να πληρώσει 30 εκατομμύρια δολάρια για να δώσει τέλος στην δίωξη κατά των Ring και Alexa (έξυπνα κουδούνια, ηχεία και κάμερες ασφαλείας), δύο σειρές προϊόντων που συλλέγουν πληροφορίες για τους χρήστες τους.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)