Εντείνεται σήμερα η πίεση στη βρετανική κυβέρνηση να αυξήσει τον αριθμό ανιχνεύσεων του νέου κορονοϊού που εξαπλώνεται και προκάλεσε τον θάνατο ενός 13χρονου αγοριού, του πιο νεαρού θύματος στη χώρα.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, 1.798 άνθρωποι που προσβλήθηκαν από την COVID-19 πέθαναν, εκ των οποίων δύο ήταν ηλικίας 13 και 19 ετών και δεν είχαν γνωστά προβλήματα υγείας.
«Κάθε νύχτα είναι μια τραγωδία, όμως δυο νέοι που πεθαίνουν είναι κάτι ακόμη πιο τραγικό», παραδέχθηκε στο BBC ο υπουργός Κατοικίας και Κοινοτήτων Ρόμπερτ Τζένρικ. «Αυτό μας υπενθυμίζει ότι πρόκειται για έναν ιό που χτυπάει τυφλά».
Αρκετές εφημερίδες αφιερώνουν τα πρωτοσέλιδά τους στο θέμα των τεστ, με την ταμπλόιντ Daily Mail να ασκεί πίεση στην κυβέρνηση να «διορθώσει τώρα αυτό το φιάσκο της ανίχνευσης».
Οι βρετανικές αρχές, που αρχικά είχαν επιλέξει μια στρατηγική που συνίστατο στο να κρατούνται τα τεστ για τις πιο κρίσιμες περιπτώσεις, αποφάσισαν να ενισχύσουν τα τεστ. Δεν καταφέρνουν προσώρας να φθάσουν τους στόχους τους, κυρίως λόγω των δυσκολιών εφοδιασμού στο πλαίσιο ενός παγκόσμιου αγώνα δρόμου για τον εφοδιασμό με μάσκες.
Η πραγματοποίηση μαζικών τεστ θεωρείται ωστόσο θέμα κρίσιμης σημασίας: θα επέτρεπε να επιστρέψουν στη δουλειά μέλη του ιατρικού προσωπικού που τώρα βρίσκονται σε καραντίνα, σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος, και, πιο μακροπρόθεσμα, να χαλαρώσουν οι όροι περιορισμού για τα άτομα που έχουν ανοσοποιηθεί.
Ο Ρόμπερτ Τζένρικ υποσχέθηκε «σημαντική αύξηση» του αριθμού των τεστ που πραγματοποιούνται καθημερινά, ελπίζοντας να φθάσουν τα «15.000 τεστ» τις ερχόμενες ημέρες έναντι 8.000 σήμερα.
«Στα μέσα Απριλίου, ελπίζουμε ότι θα βρισκόμαστε στα 25.000», διευκρίνισε στο τηλεοπτικό δίκτυο Sky News.
Μέχρι τώρα το Ηνωμένο Βασίλειο πραγματοποίησε 143.000 τεστ. Περίπου 25.000 βρέθηκαν θετικοί, μεταξύ των οποίων ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και ο υπουργός Υγείας Ματ Χάνκοκ.
Συγκριτικά, η Γερμανία, που αναφέρεται συχνά ως παράδειγμα στην Ευρώπη για τη διαχείριση της επιδημίας, διενεργεί από 300.000 έως 500.000 τεστ την εβδομάδα.
Ο Ρόμπερτ Τζένρικ υπογράμμισε τη δυσκολία προμήθειας των τεστ στη διάρκεια μιας πανδημίας διότι «υπάρχει υψηλή ζήτηση». Εξάλλου, «προκειμένου να παραχθεί ένα αξιόπιστο τεστ, πρέπει να υπάρχουν στη διάθεσή μας μια σειρά υλικών και δεν είναι όλα, αν σωστά αντιλαμβάνομαι, διαθέσιμα στο Ηνωμένο Βασίλειο στις απαιτούμενες ποσότητες».
Τα τεστ προορίζονται κατά προτεραιότητα στους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας ώστε να μπορούν να επιστρέψουν στην εργασία τους με κάθε ασφάλεια.
Αυτή τη στιγμή, σχεδόν ένας στους τέσσερις νοσοκομειακούς γιατρούς δεν εργάζεται, είτε γιατί είναι άρρωστος είτε γιατί βρίσκεται υπό περιορισμό για προληπτικούς λόγους, σύμφωνα το Βασιλικό Ιατρικό Κολέγιο.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα μιας έρευνας, τα μέτρα περιορισμού και κοινωνικής αποστασιοποίησης που επέβαλε η βρετανική κυβέρνηση για να επιβραδύνει την εξάπλωση της COVID-19 μπορεί ήδη να έχουν αποτέλεσμα.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν μια διαδικτυακή έρευνα για να ζητήσουν από 1.300 ανθρώπους στη Βρετανία να κατατάξουν τις επαφές που είχαν την προηγούμενη ημέρα — βρήκαν ότι ο μέσος όρος επαφών είναι τώρα τουλάχιστον 70% πιο κάτω σε σχέση με την περίοδο πριν από τα μέτρα περιορισμού.
«Αν δούμε παρόμοιες αλλαγές σε όλο τον πληθυσμό του Ηνωμένου Βασιλείου, θα μπορούσαμε να περιμένουμε ότι η επιδημία θα αρχίσει να μειώνεται», δήλωσε ο Τζον Έντμουντς ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου (LSHTM).
Πρόσθεσε, ωστόσο, πως τα ευρήματα είναι πολύ προκαταρκτικά και δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι δείχνουν πως «η δουλειά έχει γίνει».
«Μάλλον, πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως παρότρυνση προς όλους εμάς ώστε να συνεχίσουμε να ακολουθούμε τις οδηγίες της κυβέρνησης του ΗΒ», είπε ο Έντμουντς. «Επιβάλλεται να μην βγάλουμε τα πόδια από το πεντάλι. Πρέπει να συνεχίσουμε για να σταματήσουμε τη μετάδοση του ιού ώστε να μειωθεί το βάρος στο Εθνικό Σύστημα Υγείας τώρα και τους επόμενους μήνες».
Όπως και πολλές άλλες χώρες που έχουν επηρεαστεί από την πανδημία της ασθένειας που προκαλεί ο νέος κορονοϊός, η Βρετανία έχει επιβάλει αυστηρά μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, περιλαμβανομένου του κλεισίματος καταστημάτων και των σχολείων. Οι αρχές καλούν επίσης όλους να παραμείνουν στα σπίτια τους εκτός αν είναι απαραίτητο να βγουν.
Η έρευνα, που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Κέντρου Μαθηματικών Μοντέλων Μεταδοτικών Ασθενειών του LSHTMS, εξέτασε ένα κρίσιμο χαρακτηριστικό της επιδημιολογίας των μεταδοτικών ασθενειών που είναι γνωστό ως ο αριθμός αναπαραγωγής, ο αποκαλούμενος μερικές φορές R0, ή “R nought”.
Αυτός περιγράφει τον αριθμό των ανθρώπων, κατά μέσο όρο, που θα κολλήσουν μια αρρώστια από ένα και μοναδικό μολυσμένο άτομο. Αν ο αριθμός αυτός μπορεί να πέσει κάτω από το ένα, αυτό σημαίνει ότι η επιδημία θα αρχίσει να υποχωρεί.
Χρησιμοποιώντας τις αλλαγές στα πρότυπα επαφών, η ομάδα του Έντμουντς υπολόγισε πως υπάρχει μια αλλαγή στον αριθμό αναπαραγωγής ανάμεσα στην περίοδο πριν και εκείνην μετά τα μέτρα περιορισμού.
Το εύρημα ότι ο απλός αριθμός των επαφών ανά άτομο που μετρήθηκαν είναι πάνω από 70% χαμηλότερος τώρα σε σχέση με την περίοδο πριν από τα μέτρα υποδηλώνει πως η τιμή του R0 τώρα είναι ανάμεσα στο 0,37 και το 0,89, είπαν, με την πιο πιθανή τιμή να είναι 0,62.
«Τα μέτρα φυσικής αποστασιοποίησης… έχουν μειώσει σημαντικά τα επίπεδα επαφών και πιθανόν θα έχουν μια σημαντική επίδραση και θα οδηγήσουν σε μια μείωση των κρουσμάτων τις ερχόμενες εβδομάδες», γράφουν οι ερευνητές. «Ωστόσο, αυτή η μείωση που βλέπουμε στις προβολές… δεν θα συμβεί αμέσως καθώς υπάρχουν σημαντικές καθυστερήσεις ανάμεσα στη μόλυνση, την έναρξη της συμπτωματικής ασθένειας και την εισαγωγή στο νοσοκομείο».