Categories: ΕΛΛΑΔΑ

Το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου για το Άσυλο υποβαθμίζει την προστασία και τα δικαιώματα των προσφύγων και παραβιάζει τα ευρωπαϊκά και διεθνή νομικά πρότυπα

Στις 16 Οκτωβρίου 2019, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη κατέθεσε ένα σχέδιο νομοθετικής πρότασης που αναμενόταν εδώ και καιρό, για τη μεταρρύθμιση του νόμου για τη Διεθνή Προστασία στην Ελλάδα. Μετά από ελάχιστες τροποποιήσεις, το Σχέδιο Νόμου κατατέθηκε προς συζήτηση στο ελληνικό κοινοβούλιο στις 21 Οκτωβρίου. Το νέο σχέδιο νόμου εισάγει σημαντικές αλλαγές στις διαδικασίες ασύλου, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των αιτούντων/ουσών άσυλο, την υποδοχή και την κράτηση, όπως και στα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα.

Σήμερα, η Διεθνής Αμνηστία καταθέτει τα λεπτομερή της σχόλια και παρατηρήσεις στις επιπτώσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα, σε κάποιες από τις βασικές τροποποιήσεις που προτείνονται στο σχέδιο νόμου.

Εξωτερικά ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Αμνηστίας, που τους είχε δοθεί η διαβεβαίωση ότι θα είχαν την ευκαιρία να τροφοδοτήσουν τη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης, ώστε να μοιραστούν τις απόψεις τους για το σχέδιο νόμου πριν την κοινοβουλευτική συζήτηση, εξοργίστηκαν καθώς η κυβέρνηση όρισε την προθεσμία για συνεισφορές την 21η Οκτωβρίου, εμποδίζοντας αποτελεσματικά μια ουσιαστική ανασκόπηση του σχεδίου νόμου, μέσα στο δεδομένο χρονικό πλαίσιο.

Η Διεθνής Αμνηστία και άλλες οργανώσεις που εργάζονται πάνω στα δικαιώματα των προσφύγων στην Ελλάδα (συμπεριλαμβανομένων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα-Ελληνικό Τμήμα, της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, του Ελληνικού Φόρουμ Προσφύγων και του HumanRights360) ανακοίνωσαν τη διεξαγωγή μιας συνέντευξης τύπου στις 29 Οκτωβρίου 2019, στις 12.00 στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων, ώστε να εφιστήσουν την προσοχή στην ξεκάθαρη περιφρόνηση της κυβέρνησης για τη φωνή των ΜΚΟ σε μια τέτοια ευαίσθητη διαδικασία, που επηρεάζει τις ζωές χιλιάδων προσφύγων και αιτούντων/ουσών άσυλο στη χώρα.

«Οι προτάσεις στο νέο Σχέδιο Νόμου για το Άσυλο αναδεικνύουν μια βιαστική και ανησυχητική απόπειρα να αντιμετωπιστούν προσφυγικά και μεταναστευτικά ζητήματα στην Ελλάδα, σε βάρος της προστασίας των ατόμων», δήλωσε ο Massimo Moratti, Διευθυντής Έρευνας στο Ευρωπαϊκό Περιφερειακό Γραφείο της Διεθνούς Αμνηστίας. «Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δημιουργούν σημαντικό βάρος για τους αιτούντες/ούσες άσυλο. Επιδιώκουν να επιταχύνουν τις διαδικασίες ασύλου θυσιάζοντας το δικαίωμα των αιτούντων/ουσών να εξεταστούν κατάλληλα τα αιτήματά τους, και ορθώνουν εμπόδια στη ζωή των αιτούντων/ουσών άσυλο στην Ελλάδα, σε παραβίαση των Ευρωπαϊκών και Διεθνών Προτύπων Ανθρώπινων Δικαιωμάτων που είναι δεσμευτικά για τη χώρα.»

Στη συνέχεια, παρατίθενται κάποιες από τις κύριες ανησυχίες και συστάσεις της Διεθνούς Αμνηστίας για το Σχέδιο Νόμου. Μια πιο ολοκληρωμένη ανάλυση μπορεί να βρεθεί εδώ.

Ευάλωτες κατηγορίες: Αν εγκριθεί, το σχέδιο νόμου δεν θα συμπεριλαμβάνει πλέον τα άτομα με Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (PTSD), στους “ευάλωτους” αιτούντες/ούσες άσυλο. Η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες αποτελεί μια διάχυτη συνθήκη σε πολλούς/ες που διαφεύγουν από τραυματικές εμπειρίες ή επιβιώνουν από σκληρά μεταναστευτικά ταξίδια. Η Διεθνής Αμνηστία συστήνει την απόρριψη των προτεινόμενων αλλαγών, καθώς εμπεριέχουν τον κίνδυνο να αποκλείσουν μια σημαντική ομάδα αιτούντων/ουσών άσυλο, από τα πιο προστατευτικά πρότυπα που τους παρέχονται από το ευρωπαϊκό δίκαιο. Αντίστοιχες ανησυχίες ισχύουν για την πρόταση να απαιτείται οι επιζήσαντες/σες βασανιστηρίων να πιστοποιούν την κατάστασή τους από δημόσιους παρόχους υγείας, αποκλείοντας τις ιδιωτικές πιστοποιήσεις από ΜΚΟ ή άλλους φορείς. Αυτή η απαίτηση δεν έχει καμία βάση στο ευρωπαϊκό δίκαιο και φέρει τον κίνδυνο να δημιουργήσει σημαντικά εμπόδια για τους αιτούντες/ούσες άσυλο αυτής της κατηγορίας, ειδικά καθώς δεν υπάρχουν δημόσιες δομές υγείας που να αναγνωρίζουν τους επιζήσαντες/σες βασανιστηρίων στην ηπειρωτική Ελλάδα από το 2018, και οι σχετικές λειτουργίες διεξάγονται ουσιαστικά από τις ΜΚΟ.

Επιταχυνόμενες και συνοριακές διαδικασίες και λίστες «ασφαλών τρίτων χωρών»: Το Σχέδιο Νόμου προσανατολίζεται προς τη μείωση του χρονικού περιθωρίου για τα αιτήματα ασύλου και προσφυγών, και την αύξηση της χρήσης των διαδικασιών παραδεκτότητας, ώστε να αποφευχθεί η εξέταση αιτημάτων επί της ουσίας. Για τον σκοπό αυτό, προτείνονται και αναπτύσσονται στο σχέδιο νόμου οι κανόνες για τις επιταχυνόμενες και συνοριακές διαδικασίες, επίσης για ευάλωτες περιπτώσεις, και οι λίστες «ασφαλών τρίτων χωρών». Η χρήση των κανόνων των ασφαλών τρίτων χωρών δεν είναι κατοχυρωμένη, και αμφισβητείται ευρέως από την κοινότητα δικαιωμάτων των μεταναστών/ριών, καθώς βασίζεται στη, συχνά ανακριβή, υπόθεση ότι μια χώρα είναι αρκετά ασφαλής για έναν/μια αιτούντα/ούσα άσυλο ώστε να αναζητήσει εκεί προστασία, αγνοώντας σε μεγάλο βαθμό προσωπικούς παράγοντες ή αντικειμενικές αλλαγές στις συνθήκες της ίδιας της χώρας. Γενικά, αυτές οι αλλαγές κινδυνεύουν να εκθέτουν τους αιτούντες/ούσες άσυλο σε σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους, τόσο σε ό,τι αφορά την ουσιαστική τους πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου, όσο και την προστασία τους από την επιστροφή σε συνθήκες κινδύνου. Έτσι, θα έπρεπε να απορριφθούν.

Διαδικαστικά δικαιώματα στις πρωτοβάθμιες διαδικασίες και τις προσφυγές: Το Σχέδιο Νόμου εισάγει αλλαγές που επηρεάζουν διάφορα στάδια των διαδικασιών. Μεταξύ άλλων, επιτρέπει την πρόσβαση στην πληροφορία για τους λόγους των αρνητικών πρωτοβάθμιων αποφάσεων ασύλου, και τη δυνατότητα προσφυγής, μόνον κατόπιν αιτήματος του αιτούντα/ούσας, σε παραβίαση των διεθνών προτύπων για τα αποτελεσματικά ένδικα μέσα. Επιπλέον, αυξάνεται η υποχρέωση συνεργασίας με τις αρχές κατά τη διάρκεια των διαδικασιών, και η αποτυχία συμμόρφωσης θεωρείται αδικαιολόγητα ως λόγος να θεωρηθεί το σχετικό αίτημα ως προδήλως αβάσιμο, κάτι που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό και θέτει σε κίνδυνο το δικαίωμα των αιτούντων/ουσών σε μια δίκαιη διαδικασία ασύλου. Οι αλλαγές επίσης κινδυνεύουν να εκθέσουν τους αιτούντες/ούσες σε επαναπροώθηση, καθώς αποκλείονται οι αυτόματες ανασταλτικές συνέπειες των προσφυγών όταν απορρίπτονται οι αιτήσεις ως προδήλως αβάσιμες ή δεν εξετάζονται επί της ουσίας. Ενώ οι αιτούντες/ούσες μπορούν να υποβάλλουν ένα ξεχωριστό αίτημα παραμονής στη χώρα, η διάταξη αποτυγχάνει να λάβει ρητά υπόψη τα πρότυπα της ευρωπαϊκής νομολογίας για τις προσφυγές, όταν η απόφαση εκθέτει ένα άτομο σε σοβαρό κίνδυνο βασανιστηρίου ή άλλης κακομεταχείρισης.

Πρόσβαση στην υγεία, την αγορά εργασίας και την εκπαίδευση: Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θέτουν σοβαρά εμπόδια στην πλήρη απόλαυση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων των αιτούντων/ουσών άσυλο στην Ελλαδα. Το Σχέδιο Νόμου προτείνει τον περιορισμό των υλικών συνθηκών υποδοχής για τα παιδιά που αναζητούν άσυλο και τα οποία δεν εγγράφονται στα δημόσια σχολεία, καθώς και για τα ενήλικα μέλη των οικογενειών τους, σε παραβίαση του πνεύματος και του σκοπού του δικαιώματος των παιδιών στην εκπαίδευση, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 28 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού των Ηνωμένων Εθνών, και του ανεξάρτητου δικαιώματός τους σε κατάλληλο επίπεδο ζωής. Η πρόσβαση στην εργασία για τους καταγεγραμμένους αιτούντες/ούσες άσυλο δεν χορηγείται πλέον αμέσως, αλλά μόνο μετά από 6 μήνες, υπονομεύοντας τις ήδη επισφαλείς οικονομικές συνθήκες του πληθυσμού των προσφύγων στην Ελλάδα. Η πρόσβαση στις υπηρεσίες δημόσιας υγείας, καθώς βρίσκεται σε εκκρεμότητα η έκδοση του ΑΜΚΑ, θα χορηγείται μέσω της ΚΥΠΑ (Κάρτα Υγειονομικής Περίθαλψης Αλλοδαπών), σύμφωνα με την πρόταση, αν και αυτό το σύστημα δεν υπήρξε ποτέ λειτουργικό μέχρι σήμερα. Καθώς ο νόμος τίθεται σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2020, τα εμπόδια για τα δικαιώματα στην υγεία των αιτούντων/ουσών άσυλο κινδυνεύουν να παραταθούν περισσότερο και αδικαιολόγητα.

Οι αλλαγές στους κανόνες για την κράτηση επίσης προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία. Η αυτόματη επανεξέταση των αποφάσεων διοικητικής κράτησης, που ισχύει σήμερα στον νόμο, προτείνεται να καταργηθεί, με σοβαρές συνέπειες στο δικαίωμα των αιτούντων/ουσών άσυλο για αποτελεσματικά ένδικα μέσα στην κράτηση. Η επέκταση της ανώτατης περιόδου κράτησης από 45 σε 50 μέρες (που εφαρμόζεται επίσης στις αποφάσεις παράτασης) είναι επίσης προβληματική, ειδικά καθώς οι αλλαγές περιλαμβάνουν ότι η προαναχωρησιακή κράτηση και η κράτηση για λόγους ασύλου θα υπολογίζονται χωριστά για τον υπολογισμό της μέγιστης περιόδου κράτησης. Οι αιτούντες/ούσες άσυλο κινδυνεύουν να βρεθούν σε κράτηση στην Ελλάδα για παρατεταμένες χρονικές περιόδους, και με πιο περιορισμένα ένδικα μέσα, σε ξεκάθαρη παραβίαση των διεθνών προτύπων, σύμφωνα με τα οποία οι αιτούντες/ούσες άσυλο δεν θα έπρεπε, κατά κανόνα, να κρατούνται.

Τέλος, η Διεθνής Αμνηστία σημειώνει με ανησυχία την αλλαγή στις αρχές που εμπλέκονται σε διάφορα στάδια της διαδικασίας. Η Διεθνής Αμνηστία ανησυχεί βαθιά με την πρόταση να επιτραπεί σε μέλη της αστυνομίας ή του ελληνικού στρατού να διεξάγουν συνεντεύξεις επί του παραδεκτού. Αν εφαρμοστεί κάτι τέτοιο, θα επρόκειτο για σοβαρή οπισθοδρόμηση που θα διακυβεύσει την ανεξαρτησία της διαδικασίας ασύλου, και συνεπώς συστήνει στις ελληνικές αρχές να αποσύρουν το σχετικό μέρος της διάταξης. Ομοίως, η νέα σύνθεση των Επιτροπών Προσφυγών, δεν εμπεριέχει την προϋπόθεση συμμετοχής ενός διορισμένου εκπροσώπου της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, και ορίζει στη θέση του τρείς Δικαστές Διοικητικών Δικαστηρίων, εισάγοντας παράλληλα τη δυνατότητα μονοπρόσωπης διαδικασίας. Η Διεθνής Αμνηστία θεωρεί κάτι τέτοιο ως ανησυχητική εξέλιξη, και ένδειξη της προσπάθειας της ελληνικής κυβέρνησης να παραμερίσει εξειδικευμένες οργανώσεις που εργάζονται για την προστασία των δικαιωμάτων των προσφύγων. Η προτεινόμενη σύνθεση και κανόνες δεν μπορούν να διασφαλίσουν το απαραίτητο επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης ενώ η σύνθεση των Επιτροπών, καθώς και η μονοπρόσωπη διαδικασία, θα μπορούσαν να θεωρηθούν μη συμβατές με το Ελληνικό Σύνταγμα και σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά νομικά πρότυπα.

Σπήλιος Τσακίρης

Share
Published by
Σπήλιος Τσακίρης