«Ούτε εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε να περιγράψουμε αυτή τη δουλειά. Δεν είναι σίγουρα θέατρο. Μήπως είναι χορός; Ποίηση; Συναυλία; Ωστόσο νιώθω χαρούμενη που δεν ξέρω ακριβώς τί είναι και ευγνώμων θα έλεγα, που αυτό το έργο κινείται στη ζώνη του ανεξήγητου» δήλωσε σήμερα (11/12) στους δημοσιογράφους η βραβευμένη με Όσκαρ Βρετανίδα ηθοποιός Τίλντα Σουίντον για την ιδιαίτερη παράσταση-ζωντανή εγκατάσταση «Ενσαρκώνοντας τον Παζολίνι» («Embodying Pasolini») που εμπνεύστηκαν μαζί με τον Γάλλο ιστορικό μόδας και επιμελητή Ολιβιέ Σαγιάρ και παρουσιάζουν στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση από τις 11 έως τις 16 Δεκεμβρίου.
Μια τελετουργική περφόρμανς, όπου η υψηλή μόδα συναντά την υψηλή τέχνη με πρωταγωνιστές κοστούμια από τις εμβληματικές ταινίες του μεγάλου αντικομφορμιστή κινηματογραφιστή, Πιερ Πάολο Παζολίνι, που δολοφονήθηκε βάναυσα στα 53 του χρόνια, το 1975. Πρόκειται για μια συλλογή με περισσότερα από τριάντα κοστούμια και αντικείμενα, επεξεργασμένα με διάφορες πειραματικές τεχνικές της Arte Povera, που σχεδίαζε τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 ο Ντανίλο Ντονάτι και ετοίμαζε το ατελιέ Farani για τις ταινίες του Ιταλού σκηνοθέτη: από το βιβλικό, εμπνευσμένο από τα καφτάνια των Βεδουίνων και βαμμένο σμαραγδί κοστούμι του Ηρώδη στο «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» του 1964 έως το χειροποίητο απ’ άκρη σ’ άκρη και διακοσμημένο με φτερά και όστρακα κοστούμι και στέμμα που φορούσε ως Ιοκάστη η Σιλβάνα Μάνγκανο στον «Οιδίποδα Τύραννο» του 1967 και από εκεί στα ρούχα και τα αντικείμενα του εξωτικού «Χίλιες και μία νύχτες» (1974) και του σαρωτικού «Σαλό, 120 μέρες στα Σόδομα» (1975).
Η οσκαρική ηθοποιός τα βγάζει μέσα από ειδικές θήκες φύλαξης, αφαιρώντας τους τα προστατευτικά χαρτιά και αφηγείται την ιστορία τους, ψιθυρίζοντάς τους γλυκόλογα και δίνοντάς τους και πάλι ζωή, μέσα από το τρυφερό και αέρινο άγγιγμά της. Μια σύγχρονη ιεροτελεστία, ένα ιδιότυπο ντεφιλέ από τη σπουδαία ηθοποιό που αναδεικνύει την ποιητική διάσταση των δημιουργιών σε απόσταση σχεδόν αναπνοής από τους θεατές.
«Η ζωή ενός κινηματογραφικού κοστουμιού είναι πολύ εύθραυστη. Γιατί έχουν μόνο μια στιγμή διασημότητας και μετά πεθαίνουν. Αν είναι τυχερά θα έχουν μια δεύτερη ζωή, αλλιώς δεν ξαναβλέπουν το φως. Τα κοστούμια που χρησιμοποιούμε στην παράσταση και είναι πραγματικά “κοσμήματα’ ήταν “κρυμμένα” σε ένα τεράστιο βεστιάριο στη Ρώμη. Όλη η διαδικασία ήταν σαν να ψάχναμε για χρυσό» παραδέχτηκε η Τίλντα Σουίντον.
Πρόκειται για την πέμπτη συνεργασία της Σουίντον και του αναγνωρισμένου ιστορικού μόδας Ολιβιέ Σαγιάρ. Η πρώτη τους σύμπραξη έγινε το 2012 στο Μουσείο της Μόδας του Παρισιού, Palais Galliera, με την ηθοποιό να «ενεργοποιεί» ενδύματα από τη συλλογή ιστορικών κοστουμιών του μουσείου: από βικτωριανές τουαλέτες και ναπολεόντειες στρατιωτικές στολές μέχρι κομμάτια από τους οίκους Chanel, Schiaparelli και Balenciaga.
«Δέκα χρόνια πριν, δεν ξέραμε ότι θα ήταν η αρχή μιας συνεργασίας που θα κρατούσε καιρό. Ήταν ένα όνειρο να συνεργαστώ με την Τίλντα. Και ενώ είναι μια πραγματική δουλειά, εμείς την αντιμετωπίζουμε σαν μία “καλοκαιρινή εργασία”, ένα παιχνίδι. Είναι σαν να μπαίνουμε σε μία χρονοκάψουλα χαράς ανάμεσα σε ταινίες και υποχρεώσεις», ανέφερε ο Ολιβιέ Σαγιάρ.
Ο ίδιος, όπως είπε, πάντα ήθελε να αποδείξει στον κόσμο της μόδας ότι υπάρχει ποίηση πίσω από το ένδυμα. «Όταν μιλάμε για μόδα, θεωρούμε δεδομένο ότι μια βιομηχανία σε προτρέπει να αγοράσεις κάτι καινούριο. Εδώ πάμε να ανακαλύψουμε κάτι καινούριο σε κοστούμια παλιά, αλλά μνημειακά. Μας ενδιέφερε να αναδείξουμε την ποιητικότητα τους. Αυτό που κάνουμε εμείς δεν είναι μια έκθεση μόδας, ούτε και θεατρική παράσταση, κάτι το οποίο δεν θέλαμε εξαρχής. Μοιάζει με μια ζωντανή έκθεση. Προσωπικά είμαι εντυπωσιασμένος με τη δύναμη των ρούχων. Ο Ντονάτι έφτιαχνε σχεδόν αρχαϊκά κοστούμια, πολλές φορές ανεπεξέργαστα. Ενδιαφερόταν για το χρώμα, αν και οι πρώτες ταινίες του Παζολίνι ήταν ασπρόμαυρες» πρόσθεσε.
Τα κοστούμια που βλέπουμε στην περφόρμανς από μόνα τους αποτελούν συναρπαστικά έργα τέχνης, τα οποία ξανασυναντούν το κοινό -ως επί το πλείστον για πρώτη φορά μετά την κατασκευή τους. «Όταν έχεις να κάνεις με εμβληματικό σινεμά βλέπεις το σπουδαίο αποτύπωμα που έχει αφήσει πίσω του. Μπορεί να ακουστεί παράξενο, αλλά για εμάς όλη η διαδικασία είχε έναν χαρακτήρα παιχνιδιού. Ήταν σαν τα ίδια τα κοστούμια να μας μιλούσαν και να μας έλεγαν: “στην ταινία στεκόμουν έτσι, αλλά τώρα θέλω να κάνω κάτι διαφορετικό, να γυρίσω από την ανάποδη..”. Ήταν σαν να είχαμε ένα διάλογο μαζί τους. Ο Ντονάτι ήταν μια ιδιοφυία και οι δημιουργίες του είναι “πραγματικά γλυπτά”. Ακόμα μοιάζουν έτοιμες να “χορέψουν” και εμείς θέλαμε να τους δώσουμε την ευκαιρία να το κάνουν» σημείωσε η Βρετανίδα ηθοποιός.
Όπως ανέφεραν και οι δύο δημιουργοί στην περφόρμανς κυριαρχεί το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού και η αίσθηση του ανολοκλήρωτου, γι’ αυτό και καμία παράσταση δεν είναι ίδια με τις προηγούμενες. «Ακόμα ψάχνουμε για χρυσό και “ακούμε” τα κοστούμια. ‘Αλλωστε αυτά είναι οι πραγματικοί πρωταγωνιστές. Θέλουμε οι κινήσεις μας να είναι ειλικρινείς και όχι επιτηδευμένες. Πρόκειται για μία ζωντανή, ευέλικτη και ανοιχτή σε ερμηνείες διαδικασία» επεσήμανε η Σουίντον τονίζοντας πως καθοριστικό ρόλο παίζει επίσης ο χώρος που φιλοξενείται κάθε φορά η περφόρμανς καθώς και η ενέργεια που λαμβάνουν από το κοινό.
Μιλώντας για τον Παζολίνι, είπε πως ξεκίνησε να τον παρακολουθεί απ’ όταν ήταν μαθήτρια. «Θυμάμαι ένα ντοκιμαντέρ που είχε κάνει στους δρόμους της Ρώμης ρωτώντας τον κόσμο για το σεξ. Ήξερα, επίσης, την ποίησή του και στη συνέχεια ήρθα σε επαφή με το έργο του. Ήταν ένα ανελέητα ζωντανό και μοντέρνο πνεύμα, ένα πρότυπο αντίστασης, ένας ποιητής πάνω απ’ όλα. Τον ενδιέφερε πάντα να αψηφά τον κίνδυνο γι’ αυτό και το να γυρίσει το “Σαλό” ήταν μία κίνηση- καμικάζι».