Με τη σπαρακτική όπερα του Τζάκομο Πουτσίνι «Μαντάμα Μπαττερφλάι» η Εθνική Λυρική Σκηνή ανοίγει, σήμερα, τις φετινές εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Αθηνών στο Ηρώδειο (31 Μαΐου και 2, 3, 4, 7 Ιουνίου).
Είναι η έκτη φορά που ο Λουκάς Καρυτινός καταπιάνεται με τη συγκεκριμένη όπερα και έχει συμμετάσχει σε παραστάσεις της Μπαττερφλάι σε διάφορα μέρη του κόσμου. Αν έπρεπε να ξεχωρίσει κάποια, θα επέλεγε το ανέβασμα στο Τόρε ντελ Λάγκο – την πατρίδα του Πουτσίνι – το 2005, όπου κάθε χρόνο διοργανώνεται ένα φεστιβάλ αφιερωμένο στον Ιταλό συνθέτη. «Σε εκείνο το μέρος όλοι οι δρόμοι έχουν πάρει το όνομά τους από τις ηρωίδες, τους ήρωες και τις όπερες του Πουτσίνι… Οδός Μποέμ, οδός Τουραντό, οδός Ροντόλφο.. Το φεστιβάλ φιλοξενείται σ’ ένα θέατρο κατασκευασμένο πάνω σε μια λίμνη όπου σαν φυσικό σκηνικό υπάρχει η κατοικία του Πουτσίνι. Μια τεράστια βίλα όπου ο συνθέτης έμενε και δημιουργούσε. Αυτή, λοιπόν, η παραγωγή ήταν μια ιδιαίτερα συναισθηματική στιγμή για μένα, να βρίσκομαι στο αγαπημένο μέρος του συνθέτη και την ξεχωρίζω γι’ αυτό και μόνο τον λόγο» αναφέρει ο Λουκάς Καρυτινός, που έχει αναλάβει την μουσική διεύθυνση της φετινής παραγωγής της ΕΛΣ.
Διάσημη για τις υπέροχες άριες, την πρόδηλα μελωδική μουσική και τη δραματική θεατρικότητά της, η «Μαντάμα Μπαττερφλάι», συγκινεί διαχρονικά και προκαλεί έντονα συναισθήματα. Η «γιαπωνέζικη τραγωδία» του Πουτσίνι, το έργο που δημιούργησε γέφυρες ανάμεσα στη δυτική μουσική και την παράδοση της ‘Απω Ανατολής, είναι στις μέρες μας ένας από τους πιο δημοφιλείς, τίτλους παγκοσμίως, με χιλιάδες παραστάσεις ανά τον κόσμο, κάθε χρόνο.
Για τον Λουκά Καρυτινό η «Μπαττερφλάι» βρίσκεται πάντα στις πρώτες επιλογές του λυρικού ρεπερτορίου, γιατί είναι «ένας ασυνήθιστος χαρακτήρας»: «ένα ανήλικο κορίτσι με μια ενήλικη καρδιά, το οποίο πραγματικά αφιερώνεται με τέτοιο πάθος σε έναν άνθρωπο, σε μιαν ιδέα, όπου σταδιακά χάνει τα πάντα στη ζωή της. Ο Πουτσίνι αυτό το ιδιαίτερο, το εξωπραγματικό δόσιμο, το δίνει συνθετικά με πολύ ρεαλιστικό τρόπο, σαν να συμβαίνει κάθε μέρα. Αυτό είναι κάτι το οποίο ξενίζει και συγχρόνως αρέσει πάρα πολύ. Σαν να είναι μες στην καθημερινότητά μας, ενώ δεν είναι βέβαια».
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)