«Στο όνομα των σκληρών δημοσιονομικών στόχων, άνθρωποι που θα μπορούσαν να επιζήσουν πεθαίνουν» λέει στη Χελένα Σμιθ ο Μιχάλης Γιαννάκος, επικεφαλής της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ).
«Τα νοσοκομεία μας έχουν μετατραπεί σε ζώνες κινδύνου […] Υπάρχει μόνο μία νοσοκόμα για κάθε 40 ασθενείς».
Για την κατάσταση αυτή δεν υπάρχουν μόνο ανεκδοτολογικές αναφορές αλλά και επίσημα δεδομένα: Στοιχεία που παρουσίασε πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων δείχνουν ότι το 10% των νοσοκομειακών ασθενών στην Ελλάδα κινδυνεύει από δυνητικά θανατηφόρες λοιμώξεις, στις οποίες αποδίδονται 3.000 θάνατοι.
Η συχνότητα των νοσοκομειακών λοιμώξεων είναι ακόμα μεγαλύτερη στις μονάδες εντατικής θεραπείες και τις μονάδες νεογνών, επισήμανε το Κέντρο. Τα δεδομένα καλύπτουν μόνο την περίοδο 2011-2012, την οποία αφορούν τα πιο πρόσφατα στοιχεία, ο κ. Γιαννάκος εκτιμά ότι η κατάσταση είναι σήμερα χειρότερη.
«Οι ασθενείς συχνά τοποθετούνται σε κρεβάτια που δεν έχουν απολυμανθεί. Τα μέλη του προσωπικό είναι τόσο φορτωμένα ώστε δεν έχουν χρόνο να πλύνουν τα χέρια τους και ούτως ή άλλως συχνά δεν υπάρχει αντισηπτικό».
Αναγνωρίζοντας το πρόβλημα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα ότι θα προσλάβει πάνω από 8.000 γιατρούς και νοσοκόμες το 2017.
Από το 2009, δείχνουν στοιχεία του ΟΑΣΑ, η κατά κεφαλήν δαπάνη για τη δημόσια υγεία έπεσε κατά σχεδόν το ένα τρίτο, ή κάτι περισσότερο από 5 δισ. ευρώ. Μόνο το 2016, οι δαπάνες μειώθηκαν κατά 350 εκατ. ευρώ.
Οι δημόσιες δαπάνες για υγεία μπορεί να ήταν φουσκωμένες πριν από την κρίση, φτάνοντας το 9,9% του ΑΕΠ, ωστόσο μέχρι το 2014 είχαν πέσει στο 4,7%.
Το προσωπικό του ΕΣΥ μειώθηκε κατά 25.000 άτομα και πλέον πολλά νοσοκομεία ξεμένουν από φάρμακα, γάντια, γάζες και σεντόνια.
Σε μια σπάνια δημόσια παραδοχή του, το ΔΝΤ αναγνώρισε ότι οι περικοπές ήταν τόσο βάρβαρες ώστε «απειλούν βασικές δημόσιες υπηρεσίες όπως η υγεία και οι μεταφορές».
Με πολλούς έλληνες γιατρούς να προτιμούν πλέον να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, καταλήγει ο Guardian, πολλοί φοβούνται ότι τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμα.
Πηγή: In.gr