Στις 7 Δεκεμβρίου 1951 η Κάλλας ανοίγει τη σεζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με τους «Σικελικούς», εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων. Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της «Τραβιάτα» του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι.
Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως «Νόρμα» στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι. Στις 5 Αυγούστου 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μαξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.
Στις 24 Αυγούστου του 1960, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Νόρμα του Βιντσέντζο Μπελίνι, έργο το οποίο η ίδια είχε ζητήσει για την πρώτη της εμφάνιση στο αρχαίο θέατρο. Δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να ξαναζήσει το δράμα και το πάθος της ηρωίδας. Τη στιγμή που τραγουδούσε την άρια “Κάστα ντίβα” αφέθηκαν στην ορχήστρα δύο λευκά περιστέρια, προκαλώντας θύελλα χειροκροτημάτων. Στο τέλος, ο ενθουσιασμός του κοινού ήταν τόσο μεγάλος που κάλεσαν την Κάλλας 10 φορές στη σκηνή.
Τα σκηνικά, στην ιστορική αυτή παράσταση, υπέγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης, τα κοστούμια φιλοτέχνησε ο Αντώνης Φωκάς και η σκηνοθεσία ήταν του Αλέξη Μινωτή. Τη σύμπραξη της Μαρίας Κάλλας με την Εθνική Λυρική Σκηνή διήθυνε από το πόντιουμ ο Τούλιο Σεραφίν.
Στις 6 Αυγούστου του 1961, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Μήδεια του Λουίτζι Κερουμπίνι με την Εθνική Λυρική Σκηνή. Στην παράσταση συμμετείχαν περισσότερα από 200 πρόσωπα. Επρόκειτο για έναν ακόμη θρίαμβο της μεγάλης καλλιτέχνιδας, η οποία αποθεώθηκε από τους 17.000 θεατές της βραδιάς, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Προεδρίας Κωνσταντίνος Τσάτσος, η κοσμικογράφος Έλσα Μάξγουελ, ο πρίγκιπας Πέτρος του Μονακό και άλλοι.
Τη σκηνοθεσία της παράστασης είχε αναλάβει ο Αλέξης Μινωτής, τα σκηνικά-κοστούμια υπέγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης, οι χορογραφίες ήταν της Μαρίας Χορς και η διεύθυνση ορχήστρας του Νίκολα Ρεσίνιο. Τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί, εκτός ολίγων των 300, 400 και 500 δραχμών. Μετά τη μνημειώδη αυτή παράσταση στην Επίδαυρο, ήρθε η σειρά της Σκάλας του Μιλάνου, τον Δεκέμβριο. «Πολλές αναποδιές και δυσκολίες τεχνικές και ψυχολογικές στην αρχή των δοκιμών, αλλά όταν η Κάλλας ήρθε στην πρόβα, όλα πήγαν μέλι-γάλα», σημειώνει ο Αλέξης Μινωτής στο βιβλίο του Μακρινές Φιλίες. «Στο τέλος όλοι αναγνώρισαν πως η παράσταση αυτή ήταν ίσως η καλύτερη που έγινε ποτέ στη Σκάλα του Μιλάνου».
Τον Ιανουάριο του 1964 η Μαρία Κάλλας πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της «Τόσκα» στη σκηνή του Κόβεντ Γκάρντεν. Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη «Νόρμα». Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το παρισινό κοινό την υποδέχεται θερμά.
Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Κόβεντ Γκάρντεν με την «Τόσκα» σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Στα 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι. Πλέον ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν κάτι που τελικά δεν γίνεται, μια και στις 20 Οκτωβρίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκυ. Αυτή του η πράξη βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.
Πηγή: sansimera.gr