Ο Philip K. Dick ανήκει στη γνωστή κατηγορία δημιουργών που η προσφορά τους αναγνωρίστηκε κατόπιν εορτής και αν και πλέον θεωρείται από τους σημαντικότερους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας που άνοιξε νέους ορίζοντες στο είδος, έζησε φτωχός και άγνωστος το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.
Στο συγγραφικό του έργο συνδυάζει την εναλλακτική λογοτεχνία με την επιστημονική φαντασία αλλά χωρίς τον ηρωικό και επικό χαρακτήρα που χαρακτηρίζει συνήθως το είδος: με γνώμονα τους πολιτικούς, υπαρξιακούς και φιλοσοφικούς προβληματισμούς του δημιουργού, οι ήρωές του είναι συνήθως απλοί καθημερινοί άνθρωποι που αντιμετωπίζουν το εξωπραγματικό και το ανοίκειο, καλούμενοι να τα φέρουν εις πέρας ενάντιά του. Η πραγματικότητα κατακερματίζεται και πλέον το έργο αποκτά και ψυχαναλυτικές διαστάσεις, δημιουργώντας σκηνικά ονείρου που αποκαλύπτουν τη φενάκη της πραγματικότητας και της ανθρώπινης φύσης. Η συγγραφική αυτή κοσμοθωρία άνοιξε τον δρόμο για το Cyberpunk, την λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας που άνθισε στις δεκαετίες του ’70 και κυρίως του ’80 με εξέχοντα εκπρόσωπο τον William Gibson (γνωστότερο έργο του “Ο Νευρομάντης”).
Η πρώτη του συνάντηση με την επιστημονική φαντασία έγινε στην ηλικία των 12 ετών μέσα από το περιοδικό Stirring Science Stories και ένα χρόνο αργότερα έγραψε ήδη το πρώτο του μικρό μυθιστόρημα. Στη δεκαετία του ’50 άρχισε να γράφει πυρετωδώς διηγήματα τα οποία δημοσιεύτηκαν σε δάφορα περιοδικά αλλά την εποχή εκείνη η επιστημονική φαντασία θεωρούταν ακόμη περιθωριακό είδος. Ύστερα από τη συνάντησή του το 1954 με τον Α.Ε. Βαν Βογκτ αποφάσισε να στραφεί στη συγγραφή μυθιστορημάτων ακολουθώντας μία πολύ δημιουργική περίοδος με αποκορύφωμα το βραβείο Hugo το 1963 για το έργο του “Ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο (The Man in the High Castle)”. Το 1968 γράφει το “Ηλεκτρικό Πρόβατο” το ποίο έμελλε να χτίσει σε μεγάλο βαθμό τη φήμη του συγγραφέα καθώς το 1982 μεταφέρθηκε σε ελεύθερη διασκευή στον κινηματογράφο από τον Ridley Scott ως Blade Runner και αποτελεί πλέον ένα cult must του είδους στον κινηματογράφο.
Ωστόσο ο Dick δεν πρόλαβε να δει το έργο του στην μεγάλη οθόνη καθώς πέθανε από καρδιακή ανεπάρκεια 4 μόλις μήνες πριν την κυκλοφορία της ταινίας. Πέραν μιας σχετικής οικονομικής άνεσης που γνώρισε προς το τέλος της ζωής του, το προηγούμενο διάστημα έζησε φτωχός και στενά συνδεδεμένος με καταχρήσεις, ώντας μία εκκεντρική προωπικότητα που τον έκανε για άλλους τρελό και για άλλους ιδιοφυία, με τα συγκεκριμένα όρια να είναι ως γνωστόν λεπτά σε τέτοιες περιπτώσεις. Σίγουρα, πάντως, αποτελεί έναν από τους εξέχοντες συγγραφείς στο είδος του και κατά πολλούς ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.