Η Υεμένη, όπου εκτυλίσσεται «η χειρότερη ανθρωπιστική κρίση παγκοσμίως», σύμφωνα με τον ΟΗΕ, είναι η πιο φτωχή χώρα της Μέσης Ανατολής.
Σύμφωνα με το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (Ocha), 22,2 εκατομμύρια Υεμενίτες, το 76% του πληθυσμού, έχουν ανάγκη ανθρωπιστικής βοήθειας. Πλέον 8,4 εκατομμύρια άνθρωποι είναι αντιμέτωποι με τον λιμό, έναντι 6,8 εκατομμυρίων το 2017.
Παράλληλα περισσότεροι από 2.200 άνθρωποι πέθαναν από την επιδημία χολέρας που πλήττει τη χώρα από τον Απρίλιο του 2017, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Την κατάληψη το 2014 της πρωτεύουσας Σανάα από τους σιίτες αντάρτες Χούτι ακολούθησε τον Μάρτιο του 2015 η στρατιωτική επέμβαση στην Υεμένη ενός συνασπισμού υπό τη Σαουδική Αραβία, ο οποίος στηρίζει στρατιωτικά την κυβέρνηση. Οι Χούτι προέρχονται από τη βόρεια Υεμένη και ανήκουν στη σιιτική μειονότητα των ζαϊντιτών και υπάρχουν υπόνοιες ότι στηρίζονται από το Ιράν.
Σε διάστημα τριών ετών έχουν σκοτωθεί περισσότεροι από 9.200 άνθρωποι και έχουν τραυματιστεί σχεδόν 53.000. Δύο εκατομμύρια έχουν εκτοπιστεί.
Οι μάχες των τελευταίων ημερών μεταξύ των αυτονομιστών του νότου και του κυβερνητικού στρατού προσδίδει μια ακόμη πιο περίπλοκη διάσταση στη σύγκρουση. Η νότια Υεμένη ήταν ανεξάρτητο κράτος ως το 1990.
Η οικονομία της Υεμένης, της πιο φτωχής χώρας της Μέσης Ανατολής, έχει καταστραφεί ολοσχερώς. Η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου έχει σταματήσει.
Η χώρα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διεθνή βοήθεια και την εισαγωγή τροφίμων. Ωστόσο η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της ελέγχουν τα λιμάνια καθώς φοβούνται τη μεταφορά όπλων από το Ιράν προς τους Χούτι.
Στις 17 Ιανουαρίου το Ριάντ ανακοίνωσε ότι θα μεταφέρει 2 δισεκατομμύρια δολάρια στην Κεντρική Τράπεζα της Υεμένης.
Μετά την ορκωμοσία του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο του 2017 οι ΗΠΑ έχουν αυξήσει τα πλήγματά τους με μη επανδρωμένα αεροσκάφη εναντίον θέσεων της αλ Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο, την οποία η Ουάσινγκτον θεωρεί το πιο επικίνδυνο παρακλάδι της τρομοκρατικής οργάνωσης.
Το Ισλαμικό Κράτος έχει επίσης παρουσία στην Υεμένη, εκμεταλλευόμενο το κενό ασφαλείας.
Η Υεμένη, που βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της αραβικής χερσονήσου, είναι η χώρα όπου αναπτύχθηκε ο πολιτισμός των Σαβά. Γνωστή με το όνομα Arabia Felix (ευτυχής Αραβία), ονομασία που χρονολογείται από το 400 π.Χ., η Υεμένη είναι γεμάτη αρχιτεκτονικούς θησαυρούς.
Όμως η Σανάα, που περιλαμβάνεται από το 1986 στον κατάλογο της Unesco με τα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, βρίσκεται πλέον σε κίνδυνο εξαιτίας των συγκρούσεων. Η πρωτεύουσα της Υεμένης θεωρούνταν τον 7ο και τον 8ο αιώνα σημαντικό κέντρο διάδοσης του Ισλάμ, με περισσότερα από 100 αρχαία τεμένη και χιλιάδες πλινθόκτιστα σπίτια.
Η αρχαία πόλη Σιμπάμ, που αποκαλούνταν το «Μανχάταν της ερήμου» εξαιτίας των ιδιαίτερα ψηλών κτιρίων της που κατασκευάστηκαν τον 16ο αιώνα, και η ιστορική πόλη Ζαμπίντ, που ιδρύθηκε το 820 μ. Χ. και αποτέλεσε την πρώτη πρωτεύουσα της Υεμένης από τον 13ο ως τον 15ο αιώνα, ανήκουν επίσης στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας.
Η κατανάλωση κατ, ενός ναρκωτικού που προέρχεται από φυτό, είναι μια παλιά συνήθεια των Υεμενιτών. Όμως ακτιβιστές και πολιτικοί καταγγέλλουν τα προβλήματα –περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά—που προκαλεί αυτό το φυτό που απομυζεί το νερό της χώρας, η οποία είναι ούτως ή άλλως μια από τις πιο άνυδρες του κόσμου.