Πρόσφυγες και μετανάστες κουβαλούν τα υπάρχοντά τους μετά την φωτιά στο ΚΥΤ της Μόριας, Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020. Χίλιοι ευάλωτοι αιτούντες άσυλο που διέμεναν στο ΚΥΤ της Μόριας θα φιλοξενηθούν σε πλοίο της Blue Star Ferries που αναμένεται να καταπλεύσει σήμερα στο λιμάνι της Μυτιλήνης και σε δύο αρματαγωγά του πολεμικού ναυτικού που θα μεταβούν αύριο στο νησί, όπως ανακοινώθηκε στη συνέντευξη Τύπου των υπουργών Μετανάστευσης και Εσωτερικών και του προέδρου του ΕΟΔΥ πριν από λίγο στη Λέσβο. Σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τέσσερις μήνες κηρύχθηκε η Λέσβος με εντολή του υφυπουργού Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων Νίκου Χαρδαλιά και απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας Βασίλη Παπαγεωργίου. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης όπως ανακοινώθηκε από τη ΓΓΠΠ, κηρύχθηκε για λόγους δημόσιας υγείας και αρχίζει από σήμερα. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ ΟΡΕΣΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Μια νέα έκθεση από την International Rescue Committee Hellas (IRC Hellas), το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ) και το Κέντρο Διοτίμα, παρουσιάζει τα προσκόμματα, που αντιμετωπίζουν οι δικαιούχοι/ες και αιτούντες/σες διεθνούς προστασίας, στην πρόσβαση τους στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα. Η έκθεση συντάχθηκε στο πλαίσιο του έργου «Do the human right thing – Υψώνουμε τη Φωνή μας για τα Δικαιώματα των Προσφύγων», που υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund.
Η εργασία είναι βασικός παράγοντας για την κοινωνική ένταξη των προσφύγων στην κοινωνία υποδοχής. Βάσει νόμου, οι αιτούντες/ούσες έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας, έξι μήνες μετά την κατάθεση της αίτησης διεθνούς προστασίας και εφόσον κατέχουν το σχετικό δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία. Ωστόσο στην πράξη αντιμετωπίζουν μια σειρά από εμπόδια τα οποία περιστέλλουν το δικαίωμά τους στην εργασία, ήδη από το στάδιο υποδοχής αλλά και μετά την απόκτηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας που διεξάγεται στο πλαίσιο του έργου, με συμμετέχοντες/ουσες 183 δικαιούχους/ες και αιτούντες/σες διεθνούς προστασίας έως τη στιγμή της ολοκλήρωσης της έκθεσης, το 72,6% δήλωσε πως δεν εργάζεται, ενώ μόλις το 19,6% εκείνων που εργάζονται έχουν σύμβαση εργασίας. Το 33,3% όσων εργάζονται είναι δικαιούχοι/ες διεθνούς προστασίας ενώ το 35,9% αιτούντες/σες άσυλο.
Το υψηλό ποσοστό ανεργίας στη χώρα (13% έναντι 6,2% του μέσου όρου της ΕΕ για το τρίτο τρίμηνο του 2021) πλήττει τόσο τον προσφυγικό όσο και τον ντόπιο πληθυσμό. Ωστόσο οι πρόσφυγες/ισσες και αιτούντες/σες διεθνούς προστασίας αντιμετωπίζουν και μια σειρά από επιπλέον εμπόδια, προκλήσεις και δυσκολίες στην πρόσβαση τους στην απασχόληση.
Ενδεικτικά, το 54% των ερωτηθέντων ανέφεραν ως το βασικότερο εμπόδιο την έλλειψη γνώσης της ελληνικής ή/και της αγγλικής γλώσσας ενώ το 22,4% τις γραφειοκρατικές δυσκολίες στην απόκτηση των απαραίτητων εγγράφων (π.χ. ΑΦΜ, ΑΜΚΑ). Από τους 183 ερωτηθέντες/είσες στο ερωτηματολόγιο, το 75,4% διαθέτει φορολογικό αριθμό, το 48% διαθέτει αριθμό κοινωνικής ασφάλισης ενώ μόνο το 36% έχει καταφέρει να ανοίξει τραπεζικό λογαριασμό.
Ταυτόχρονα, το 18% αναφέρει ότι αντιμετωπίζει ρατσιστικές συμπεριφορές και διακρίσεις από τους εργοδότες ενώ άλλο ένα 18% θεωρεί την έλλειψη κοινωνικού δικτύου και σύνδεσης με την ελληνική αγορά εργασίας, καθοριστικό παράγοντα για την αδυναμία εύρεσης εργασίας. Όπως προκύπτει από την έρευνα, πρόσθετα εμπόδια αποτελούν οι περίπλοκες διαδικασίες για την αναγνώριση ή και απόδειξη των προσόντων και των δεξιοτήτων, αλλά και για την απόκτηση νέων ή τον εμπλουτισμό των υφιστάμενων προσόντων στην Ελλάδα.
Για τους πρόσφυγες και τις προσφύγισσες, η πρόσβαση στην αγορά εργασίας είναι το μέσο για να ανακτήσουν την αυτονομία τους και να ανοικοδομήσουν τη ζωή τους με όρους αξιοπρέπειας και ασφάλειας. Επιπλέον, η διασφάλιση της επιτυχούς πρόσβασής τους στην αγορά εργασίας, ως συστατικό μέρος της κοινωνικής τους ένταξης, έχει πολλαπλά μακροπρόθεσμα οφέλη και για την κοινωνία υποδοχής.
Με βάση την εμπειρία των οργανώσεων στο πεδίο και την έρευνα που διεξήχθη, η International Rescue Committee Hellas, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και το Κέντρο Διοτίμα συνιστούν μεταξύ άλλων, η Ελλάδα να εφαρμόσει προγράμματα ένταξης από το στάδιο της υποδοχής και να εξετάσει τη δυνατότητα σύνδεσης των εθνικών προγραμμάτων ένταξης με το Σχέδιο Δράσης της Ε.Ε. για την Ενσωμάτωση και την Ένταξη προς την ενίσχυση των συνεργασιών με τους δήμους, τις περιφέρειες και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς.
Διαβάστε την αναφορά εδώ