Η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, μέσω του ερευνητικού της Ινστιτούτου (ΙΝΕΜΥ), επιχειρεί να αποτυπώσει τα επιπλέον έσοδα αλλά και τις συνεπαγόμενες επιβαρύνσεις στο καταναλωτικό κοινό, που προσδοκάται πως θα αποφέρει η μετάταξη του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ από 23% σε 24%. Σύμφωνα με την ανάλυση:
• Ο κλάδος του εμπορίου αναμένεται να δεχθεί ένα ακόμη πλήγμα μετά τη μετάταξη πληθώρας προϊόντων με συντελεστή ΦΠΑ 13% στο 23% τον περασμένο Ιούλιο. Η σωρευτική δημοσιονομική απόδοση της νέας αύξησης ΦΠΑ στους κλάδους του χονδρικού, λιανικού εμπορίου αλλά και σε εκείνον των αυτοκινήτων για το τρέχον έτος προσεγγίζει τα 389 εκ. ευρώ σε σύνολο 437 εκ. για όλο το 2016 συνυπολογιζομένης όμως και της επίδρασης των ήδη εφαρμοσθέντων μέτρων του προηγούμενου Ιουλίου. Το μεγαλύτερο βάρος θα κληθεί να σηκώσει το χονδρικό εμπόριο (+222 εκ. ευρώ), ενώ ιδιαίτερα επιζήμιες θα είναι οι επιπτώσεις στην κατανάλωση χιλιάδων αγαθών ευρείας κατανάλωσης, όπως τα συσκευασμένα προϊόντα και τρόφιμα (κυρίως σε σουπερ μάρκετ), τα καύσιμα, η ένδυση και υπόδηση και μία σειρά παρεχόμενων υπηρεσιών, όπως οι ιατρικές, καλλιτεχνικές κ.α. Σε κάθε περίπτωση, η επιλεχθείσα πρακτική της αδιάκριτης και οριζόντιας επιβάρυνσης εκτιμάται πως θα δεν θα αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς όχι μόνο θα οξυνθεί το φαινόμενο της φοροδιαφυγής αλλά ταυτόχρονα θα οδηγηθούν σε μαρασμό χιλιάδες επιχειρήσεις.
• Ο εμπορικός κόσμος έχοντας βιώσει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο επαγγελματικό κλάδο τα τελευταία χρόνια τις δυσμενέστατες συνέπειες από τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των συντελεστών ΦΠΑ, εν καιρώ μάλιστα κρίσης και οικονομικής δυσπραγίας, δηλώνει τον έντονο προβληματισμό του σε οποιοδήποτε εισπρακτικό μέτρο έμμεσης φορολογίας. Τούτων δοθέντων, οι επικείμενες επιβαρύνσεις λόγω αυξημένου ΦΠΑ τόσο στον κλάδο του Τουρισμού (436 εκ. ευρώ συνολικά έσοδα από ΦΠΑ το 2016) όσο και σε εκείνον της Εστίασης (μετάταξη στο 24% και είσπραξη επιπλέον 36 εκ. ευρώ την περίοδο 2016/2015), θα οδηγήσουν στην ασύμμετρη επιβάρυνση του μέσου καταναλωτή και στη μείωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.
• Η επιβολή συντελεστή ΦΠΑ 24% αναμένεται πως θα προκαλέσει άνοδο και στο κόστος των οδικών και των ακτοπλοϊκών μεταφορών. Είναι δεδομένο πως η αύξηση του σχετικού φόρου θα μετακυλιστεί αποκλειστικά και μόνο στο επιβατικό κοινό (+40 εκ. ευρώ επιβαρύνσεις το 2016), προκαλώντας μείωση της ζήτησης και απώλεια των επιπρόσθετων προσδοκώμενων κρατικών φορολογικών εσόδων. Δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας πως ο συντελεστής ΦΠΑ στα μεταφορικά μέσα αυξήθηκε πέρυσι τον Ιούλιο από 13% σε 23%, με συνέπεια την αξιοσημείωτη άνοδο της τιμής των επιβατικών εισιτηρίων.
• Μία παράμετρος που χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς, κατά την ΕΣΕΕ, συνδέεται με την κατάργηση του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου και την εξομοίωσή του με εκείνο της υπόλοιπης Επικράτειας. Μετά τη Ρόδο, τη Σαντορίνη, τη Μύκονο, τη Νάξο, την Πάρο και τη Σκιάθο που απώλεσαν τον προηγούμενο Οκτώβριο τους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ, ακλουθούν, από 1ης Ιουνίου, τα νησιά Σύρος, Θάσος, ‘Ανδρος, Τήνος, Κάρπαθος, Μήλος, Σκύρος, Αλόννησος, Κέα, Αντίπαρος και Σίφνος. Οι κάτοικοι της νησιωτικής Ελλάδας θα βιώσουν συρρίκνωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματός τους, καθώς θα αυξηθεί το κόστος διαβίωσης,
το οποίο είναι αυξημένο σε σχέση με την ηπειρωτική Ελλάδα.
• Η διόγκωση του μεταφορικού και ενεργειακού κόστους των επιχειρήσεων σε συνδυασμό με την περαιτέρω αύξηση του κόστους προμήθειας πρώτων υλών, θα εντείνει την αγωνία για επιβίωση χιλιάδων ελεύθερων επαγγελματιών, επαναφέροντας στο προσκήνιο την προοπτική της επιχειρηματικής μετανάστευσης.
Δήλωση προέδρου ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη
Σε δήλωση του ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης αναφέρει:
«…Ο μεγαλύτερος λογαριασμός του «Πολυνόμου» και του «Υπερμνημονίου» έρχεται από την αύξηση του ΦΠΑ και ανέρχεται σε 437 εκατ. ευρώ. Η αδύναμη οικονομικά Ελλάδα με 24% ΦΠΑ θα προσπαθήσει να ανταγωνιστεί την Γερμανία και την Κύπρο με ΦΠΑ 19%, την Γαλλία και τη Βρετανία με 20%, την Ισπανία με 21%, την Ιταλία με 22% και τις γείτονες χώρες Βουλγαρία και Ρουμανία με 20%. Κανείς άραγε δεν είπε στους δανειστές ότι από τα 87 δις ευρώ ληξιπρόθεσμων οφειλών στο Δημόσιο το 19% δηλαδή, τα 17 δις ευρώ προέρχονται από ανείσπρακτο ΦΠΑ; Κανείς δεν είδε ότι όταν ο ΦΠΑ ήταν στο 19% το κράτος εισέπραττε 16,3 δις ευρώ, όταν ήταν 21% εισέπραττε 14,4 δις ευρώ και με 23% το ποσό έπεσε στα 13, 7 δις ευρώ; Δεν γνωρίζει η Κομισιόν ότι το «VAT GAP» στην Ελλάδα ανέρχεται στο 33% με «ετήσιο κενό ΦΠΑ» 6,7 δις ευρώ, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ των 28 είναι 16%; Ο εφιάλτης του ΦΠΑ δυστυχώς συνεχίζεται αυξητικά και αναπαράγεται αναποτελεσματικά».