Απέρριψε την πρόταση των Θεσμών ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης που είχε με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, ο Έλληνας πρωθυπουργός εξέφρασε στους δύο ηγέτες τη θέση ότι η πρόταση των θεσμών δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για συμφωνία αφού δεν λαμβάνει υπόψη τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων που έλαβε χώρα τους τελευταίους μήνες στις Βρυξέλλες. Αντίθετα η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης αντανακλά το κοινό έδαφος, όπως αποτυπώθηκε στις διαπραγματεύσεις. Πηγές του Μεγάρου Μαξίμου υποστηρίζουν πως η τηλεδιάσκεψη έγινε σε καλό και εποικοδομητικό κλίμα, ενώ εκφράστηκε η αισιοδοξία ότι σύντομα θα υπάρξει αμοιβαία επωφελής συμφωνία.
Κύκλοι του Μεγάρου Μαξίουμ υπογραμμίζουν πως «η πρόταση που παρουσιάστηκε την Τετάρτη από τους Θεσμούς στις Βρυξέλλες, περιέχει ακραίες θέσεις που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από την ελληνική κυβέρνηση. Δεν ανταποκρίνονται, μάλιστα, στις αλλαγές που είχαν αποδεχθεί στο Brussels Group! Δεν έχουν κάνει ούτε βήμα πίσω, ανεξάρτητα αν στους τέσσερις αυτούς μήνες οι δύο πλευρές είχαν συγκλίνει σε μεταρρυθμίσεις, τις οποίες, ενώ η ελληνική κυβέρνηση ενσωμάτωσε στην πρότασή της, η πρόταση των δανειστών δεν τις εμπεριέχει». Οι ίδιες πηγές συμπληρώνουν πως η αυτή η στάση των Θεσμών «δημιουργεί εύλογα ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσο συμβάλει στην εύρεση αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας. Αν γίνουν αποδεκτές οι προτάσεις τους θα συνεχιστεί το τραγικό λάθος της κυβέρνησης Σαμαρά/Βενιζέλου που οδήγησε τη χώρα σε στρατηγικό αδιέξοδο λιτότητας». Σύμφωνα με το Μαξίμου, η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης δεν αντικατοπτρίζει τις αρχικές της θέσεις –όπως αυτές εκφράστηκαν στις προγραμματικές της δηλώσεις– αλλά είναι προϊόν υποχωρήσεων και συμβιβασμών στη βάση των επεξεργασιών του Brussels Group και των τεχνικών κλιμακίων. Η κυβέρνηση, μάλιστα, συναρτά την υπογραφή της συμφωνίας μόνο με λύση για το χρέος, καθώς και με την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της ελληνικής οικονομίας.
Ειδικότερα, όπως είχε τονίσει και ο πρωθυπουργός στο συνέδριο του Economist, η όποια συμφωνία συναρτάται με τέσσερα βασικά σημεία:
α. Χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ώστε να μπορέσει η χώρα να διασπάσει το μηχανισμό αναπαραγωγής της λιτότητας και να ανακτήσει τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο.
β. Να μην υπάρξουν δεσμεύσεις, υποχρεώσεις για νέες περικοπές. Καμιά νέα περικοπή σε μισθούς και συντάξεις, σε μέτρα δηλαδή που θα εντείνουν την κοινωνική ανισότητα και θα ξαναφέρουν την οικονομία στο σπιράλ της ύφεσης.
γ. Αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους ώστε να μπει τέλος στο φαύλο κύκλο της τελευταίας πενταετίας όπου η χώρα αναγκάζεται διαρκώς να παίρνει νέα δάνεια για να ξεπληρώνει τα προηγούμενα και τέλος
δ. Ισχυρό Πρόγραμμα επενδύσεων, συντονισμένη χρηματοδότηση επενδύσεων, ιδίως στις υποδομές και τις νέες τεχνολογίες.
Όπως τονίζουν, «η σύγκριση μεταξύ όχι μόνο των δύο προτάσεων, αλλά και με το μεσοπρόθεσμο 2015-2018, που έχει ψηφίσει η κυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου, καθώς και με το γνωστό mail Χαρδούβελη, αποκαλύπτει ποιοι θέλουν τη χώρα εγκλωβισμένη και τι συμφέροντα εξυπηρετούν. Οι θεσμοί ζητούν την ψήφιση όλων των μέτρων τον Ιούνιο και άμεση εφαρμογή τους από την 1η Ιουλίου 2015. Ζητούν ακόμα μέτρα ύψους 4,5 δισ. ευρώ για τη διετία 2015-2016!».