Από πού και με ποιον ακριβώς τρόπο αντλεί την έμπνευσή του ο ποιητής; Από πού του έρχεται η ποίηση; Αυτό είναι το ερώτημα, στο οποίο δοκίμασε να απαντήσει ο Σαλά Στετιέ (Salah Stetie), ο γαλλόφωνος ποιητής από τον Λίβανο, χθες το βράδυ της Τρίτης 19 Σεπτεμβρίου στο Γαλλικό Ινστιτούτο, στο πλαίσιο του 3ου Φεστιβάλ Ποίησης, που πραγματοποιείται σε διαφόρους χώρους της Αθήνας και θα διαρκέσει έως τις 23 Σεπτεμβρίου με τη συμμετοχή 70 ποιητών από 16 χώρες.
Το Γαλλικό Ινστιτούτο συνδέεται για πρώτη φορά με τον θεσμό του Φεστιβάλ Ποίησης και σκοπεύει να δώσει το «παρών» και στις επόμενες διοργανώσεις.
Ο Στετιέ τιτλοφόρησε το κείμενο που εκφώνησε «Πώς μου ήρθε η ποίηση», ξεκινώντας την αφήγησή του από τα παιδικά του χρόνια στη Βηρυτό: «Το μόνο που έχω να απαντήσω σε ένα τέτοιο ερώτημα είναι πως η ποίηση μου ήρθε μέσω όσμωσης. Ο πατέρας μου έγραφε ποίηση και η μητέρα μου άκουγε αυτά που έγραφε για να δώσει την έγκρισή της. Εγώ πάλι άκουγα τις συζητήσεις τους για την ποίηση και ένιωθα ότι οι γραμμένοι στα αραβικά στίχοι του πατέρα μου εξέπεμπαν ένα είδος μουσικής. Ήταν μια μουσική γλώσσα που τότε δεν ήξερα πως αποτελείται από στίχους, από ρίμες. Το παιδί που αγαπούσε πολύ τη μητέρα του, η οποία άκουγε τον ποιητή πατέρα του, έγραψε κι αυτό ρίμες και τις έδωσε στη δασκάλα του ενώ εκείνη έδωσε με τη σειρά της τις ρίμες στη διευθύντρια του σχολείου. Κι έτσι άρχισαν όλα».
Ο ποιητής αναφέρθηκε εν συνεχεία στις αναγνώσεις των εφηβικών και των πρώτων νεανικών του χρόνων: «Διάβασα Λαμαρτίνο, Ουγκώ, Βερλέν και Ρεμπώ, αλλά και Μπαλζάκ, Προυστ, Μαλλαρμέ, Μπωντλαίρ, Αραγκόν, Ελυάρ και Ντεσνός. Αυτή ήταν η μυθολογία της εφηβείας και της νιότης μου – μαζί με πολλούς αμερικανούς συγγραφείς. Είναι μια μυθολογία που με διαμόρφωσε και με έφερε μέχρι και τα σημερινά μου χρόνια. Είναι, όμως ταυτοχρόνως μια μυθολογία την οποία όφειλα πάραυτα να υπερκεράσω και να ξεχάσω αφού σκοπός μου ήταν να γράψω κι ίδιος».
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)