Categories: ΕΛΛΑΔΑ

Νομοσχέδιο για τις Πορείες: Τι λέει το κείμενο που κατατέθηκε στη Βουλή

Ποινικές και αστικές ευθύνες σε όσους προκαλούν επεισόδια και στους οργανωτές συναθροίσεων προβλέπει το σχέδιο νόμου του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Ιδρύεται «Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας» και “Κέντρο Αριστείας”.

Ποινή φυλάκισης ενός έτους για όσους συμμετέχουν σε συγκέντρωση που έχει απαγορευτεί από την αστυνομία ή το λιμενικό και δύο ετών για όσους παρεισφρέουν σε διαδηλώσεις και προβαίνουν σε βίαιες ενέργειες, αλλά και αστικές κυρώσεις σε βάρος των οργανωτών για αποκατάσταση των ζημιών, προβλέπει εκτός των άλλων το σχέδιο νόμου «Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις και άλλες διατάξεις», του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή.

Με το νέο σχέδιο νόμου, καθιερώνεται η έγκαιρη γνωστοποίηση μιας δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης και ο ρόλος του οργανωτή, στον οποίο δίνεται ιδιαίτερη σημασία, καθώς θεωρείται υπεύθυνος για την ομαλή πραγματοποίηση μιας συνάθροισης και υπόλογος για τυχόν ζημιές, καθορίζονται οι λόγοι απαγόρευσης δημοσίων συναθροίσεων, περιορισμών, αλλά και η διάλυση τους από την αστυνομία υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Ταυτόχρονα, συστήνεται στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη αυτοτελής Υπηρεσία με τίτλο «Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας», υπαγόμενη απευθείας στον υπουργό, η οποία, τονίζεται ότι , συνιστά εφεξής, τον κεντρικό φορέα σχεδιασμού και υλοποίησης της «Εθνικής Στρατηγικής Πρόληψης της Βίας».

Όπως αναφέρεται από το Υπουργείο, το σχέδιο νόμου «καλύπτει ένα αναμφίβολα υπαρκτό κενό στην προστασία των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών υπό το ισχύον Σύνταγμα, και επιχειρεί να διαμορφώσει ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο για την άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι και ειδικότερα τη διενέργεια δημοσίων συναθροίσεων».

Τα σημεία που θα συζητηθούν και σηκώνουν αντιδράσεις είναι τα εξής: 

– Η Αστυνομία μπορεί να παρίσταται στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις, ενώ δύναται να τις απαγορεύει, αφενός, «αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια» και αφετέρου, σε ορισμένη περιοχή, «αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής».

– Επιχειρείται η συγκέντρωση σε ένα ενιαίο νομοθέτημα ενός καίριου αριθμού διατάξεων που αφορούν σε φορείς και υπηρεσίες του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Η εν λόγω νομοθετική πρωτοβουλία κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να επικαιροποιηθούν διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται πλέον στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες. Ποιες είναι όμως αυτές οι ανάγκες; 

Υπογραμμίζεται ακόμα ότι «επιχειρείται η σαφής οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων της αστυνομικής αρχής στο πλαίσιο μιας έννομης τάξης που σέβεται και υπερασπίζεται τις εγγυήσεις του κράτους δικαίου. Για τον λόγο αυτό ρυθμίζεται το δικαίωμα όχι μόνον της οριστικής, αλλά και της προσωρινής δικαστικής προστασίας των θιγομένων από τα αστυνομικά μέτρα».

Στο νομοσχέδιο καθορίζονται οι λόγοι απαγόρευσης, περιορισμού ή διάλυσης μιας συγκέντρωσης από την αστυνομία ή το λιμενικό, ενώ προβλέπεται η αλλαγή τοποθεσίας για την πραγματοποίηση μια δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης.

Συγκεκριμένα, «το μέτρο της απαγόρευσης της συνάθροισης δύναται να ληφθεί, για λόγους δημόσιας ασφάλειας ή αν ο σκοπός της συνάθροισης αντιτίθεται στον σκοπό άλλης συνάθροισης η οποία έχει ήδη γνωστοποιηθεί αρμοδίως κατά την προβλεπόμενη διαδικασία, δεν έχει απαγορευτεί και προγραμματίστηκε να πραγματοποιηθεί ή βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη στην ίδια περιοχή ή κοντά στην περιοχή αυτή και κατά τον ίδιο χρόνο ή λόγω σοβαρής απειλής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής συγκεκριμένης περιοχής, η οποία συντρέχει ιδίως όταν απειλείται από τη συνάθροιση η διατάραξη της κοινής ειρήνης ή της ασφάλειας των συγκοινωνιών. Ειδικά ως προς τη δεύτερη και τρίτη από τις εν λόγω περιπτώσεις του άρθρου ορίζεται ότι η αστυνομική ή λιμενική αρχή δύναται να υποδεικνύει ενδεικτικά, ως εναλλακτική επιλογή, άλλες περιοχές, κατάλληλες για τη διεξαγωγή της συνάθροισης».

Για τις προϋποθέσεις του περιορισμού μια συνάθροισης, επικείμενης ή εν εξελίξει, αναφέρεται ότι είναι επιτρεπτός «εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής δυσανάλογα, ενώ σε περίπτωση εν εξελίξει δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης εάν η διεξαγωγή της, λόγω των συγκεκριμένων περιστάσεων, προκαλεί, αντίστοιχα, δυσανάλογο αποτέλεσμα.

Η περίπτωση διάλυσης μια συνάθροισης αναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 9 «προσδιορίζοντας ρητά και με σαφήνεια τις περιπτώσεις υπό τις οποίες είναι δυνατή». Συγκεκριμένα, «η διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι δυνατή όταν πραγματοποιείται καίτοι έχει απαγορευθεί νόμιμα, οι συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στη διεξαγωγή της, τελούνται αξιόποινες πράξεις, μετατρέπεται σε βίαιη, από τη συνέχισή της προκαλείται άμεσος κίνδυνος κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας των συμμετεχόντων, καθώς και στην περίπτωση που πραγματοποιείται χωρίς να έχει γνωστοποιηθεί, εφόσον βεβαίως στην τελευταία περίπτωση δεν υπάρξει συμμόρφωση προς τους τυχόν περιορισμούς που έχουν τεθεί από την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή. Στο ίδιο άρθρο γίνεται αναφορά στα μέσα που μπορεί να χρησιμοποιήσει η αστυνομική αρχή για την εφαρμογή των αποφάσεών της, «τηρώντας απαρέγκλιτα την αρχή της αναλογικότητας και εφόσον, βεβαίως, έχει προηγουμένως εξαντληθεί κάθε δυνατότητα για οικειοθελή συμμόρφωση των συμμετεχόντων».

Διευκρινίζεται επίσης ότι αρμόδιος για την επιβολή περιορισμών ή την απαγόρευση επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης καθώς και για την επιβολή περιορισμών ή τη διάλυση εν εξελίξει δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπο αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή, η οποία αποφασίζει ύστερα από απλή γνώμη των οικείων Δημάρχων, η οποία διατυπώνεται κατά βάση εγγράφως.

Ορίζεται αστυνομικός ή λιμενικός σύνδεσμος που θα είναι σε επαφή με τους οργανωτές. Σημειώνεται ότι ο διοργανωτής μιας συγκέντρωσης πρέπει να ενημερωθεί εγκαίρως για τυχόν απαγόρευση και μπορεί να κάνει προσφυγή για ακύρωση της.

Στέλλα Σαρρή

Share
Published by
Στέλλα Σαρρή