Ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξή του στον ΑΝΤ1 είπε ότι οι συζητήσεις με τους θεσμούς συνεχίζονται σε τεχνικό επίπεδο και σε αρκετά καλό κλίμα, προσθέτοντας «υπάρχουν προϋποθέσεις για να μπορέσουμε την Δευτέρα, τουλάχιστον επί της αρχής, να συμφωνήσουμε στις βασικές αρχές αυτής της συμφωνίας».
«Υπάρχουν αυτήν την στιγμή τρία ζητήματα στα οποία “σκαλώνει” το πράγμα: Τα εργασιακά, ένα μικρό κενό -μιλάμε για μια διαφορά 200-250 εκατ.- το οποίο γεφυρώνεται και θεωρούμε ότι θα το έχουμε λύσει μέχρι τη Δευτέρα (αφορά τα δημοσιονομικά του 2018) και το τρίτο ζήτημα που συζητείται και νομίζω θα υπάρξει γεφύρωση της διαφοράς είναι το ζήτημα των ενεργειακών» ανέφερε.
Ο κ. Τζανακόπουλος μιλώντας για τον «πυρήνα» της δεύτερης αξιολόγησης είπε ότι αυτός αποτελείται από τρεις πυλώνες: την τεχνική συμφωνία που αφορά δημοσιονομικό και μεταρρυθμίσεις μέχρι το 2018, το χρέος και τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά τη λήξη του προγράμματος.
«Αυτό που εμείς θέλουμε είναι να υπάρξει μια επί της αρχής συμφωνία την Δευτέρα σε ό,τι αφορά τον πρώτο πυλώνα» είπε.
Υπογράμμισε πως «έχει δηλωθεί σε όλους τους τόνους πως η ελληνική κυβέρνηση δεν συζητά για μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος», προσθέτοντας πως «ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας δεν υπάρχει από τη μεριά της ελληνικής κυβέρνησης οιαδήποτε συζήτηση για τη λήψη μέτρων μετά τη λήξη του προγράμματος και ούτε πρόκειται να υπάρξει τέτοια συζήτησης. Το έχει πει ο πρωθυπουργός στην ΚΟ».
Ερωτηθείς σχετικά με το αν είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο «συνεννόησης ΔΝΤ-Ευρωπαίων εις βάρος μας» και στην περίπτωση που δεν υπάρξει μια «καλή πρόταση για το χρέος» αν η χώρα θα οδηγηθεί σε εκλογές, είπε ότι «η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε αυτήν τη στιγμή είναι ότι θέλουμε την Δευτέρα να έχουμε επί της αρχής συμφωνία. Σε αυτήν την κατεύθυνση δουλεύουμε και είμαστε στοχοπροσηλωμένοι σε αυτό. Τίποτα άλλο δεν απασχολεί αυτήν τη στιγμή την ελληνική κυβέρνηση».
Επισήμανε ότι οι εταίροι της χώρας και το ΔΝΤ πρέπει να αντιληφθούν ότι: α) Δεσμεύονται από το Δίκαιο της ΕΕ σε ό,τι αφορά τα εργασιακά, όχι μόνο ως προς το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, αλλά και κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης και αυτό είναι απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και β) ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αποδεχθεί, όχι γιατί θα υπάρξει πολιτικό κόστος γι’ αυτήν αλλά γιατί δεν το αντέχει η ελληνική κοινωνία και οικονομία, μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018.
«Με αυτούς τους όρους και με αυτές τις προϋποθέσεις, αν γίνουν αποδεκτοί, νομίζω ότι θα μπορέσουμε να έχουμε μια καλή συμφωνία και αυτό νομίζω ότι το αντιλαμβάνεται και η άλλη πλευρά» επισήμανε.
Σε ό,τι αφορά διαρροές για 4ο επικαιροποιημένο μνημόνιο, ο κ. Τζανακόπουλος έκανε λόγο για προσχέδιο της 22ας Νοεμβρίου, σημειώνοντας ότι από τότε «έχουν γίνει πολλά draft (προσχέδια), έχουν ανταλλαγεί πολλά mail, μεταξύ ελληνικής πλευράς και δανειστών» προσθέτοντας ότι η διαπραγμάτευση συνεχίζεται και ότι «αν αυτό ήταν το κείμενο της συμφωνίας δεν θα γινόταν συζήτηση τώρα».
«Αυτό που συζητείται είναι το εξής: Πρώτον πρέπει να υπάρξει μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο για τις μεταρρυθμίσεις και το δημοσιονομικό μέχρι το 2018, δεύτερον να συζητηθεί το ζήτημα του χρέους -στόχος είναι σε αυτό το Eurogroup να συζητηθούν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος- και στη συνέχεια να ανοίξει η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα. Αν αυτή η συζήτηση θα καταλήξει σε αυτό το Eurogroup ή αν θα χρειαστεί και ένα εμβόλιμο μέχρι τα Χριστούγεννα το οποίο θα μπορέσει να βάλει την τελική σφραγίδα για μια συνολική συμφωνία, αυτό είναι ανοιχτό ζήτημα» πρόσθεσε, αναφέροντας ότι βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι μέχρι το τέλος του χρόνου να υπάρχει συμφωνία και για τη δεύτερη αξιολόγηση και για το ζήτημα του χρέους, και να μπορέσει να μπει η χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ εντός του πρώτου τριμήνου του 2017.
Ερωτηθείς αν κλείνει η συμφωνία χωρίς επιστροφή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είπε ότι «έχουμε ξεκαθαρίσει πάρα πολλές φορές ότι το ΔΝΤ πρέπει να αποφασίσει τι θέλει να κάνει», ενώ στην παρατήρηση ότι, σύμφωνα με ρεπορτάζ, «έχει κλείσει η συμφωνία σε πολιτικό επίπεδο για επιστροφή του ΔΝΤ», απάντησε ότι «η συμφωνία δεν μπορεί να κλείσει αν δεν συμφωνήσουν όλες οι πλευρές».
Στη συνέχεια της ερώτησης «ποια είναι η θέση της κυβέρνησης για επιστροφή του ΔΝΤ με μέτρα ύψους 6 δισ. και μνημόνιο», ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε «νέο μνημόνιο από τη δική μας πλευρά δεν υπάρχει περίπτωση να υπογραφεί».
Στην παρατήρηση ότι ο Μπενουά Κερέ έκανε λόγο σε συνέντευξή του για «επιστροφή του ΔΝΤ με νέο μνημόνιο, το οποίο εύχομαι και ελπίζω να είναι κοντά στο ευρωπαϊκό», ο κ. Τζανακόπουλος είπε «αν ως νέο μνημόνιο εννοείται παράλληλη συμφωνία η οποία θα λήγει την ίδια περίοδο με τη συμφωνία που υπέγραψε η ελληνική κυβέρνηση τον Αύγουστο του 2015, αυτό αποτελεί μια τεχνική που ακολούθησαν όλες οι κυβερνήσεις από το 2010 και μετά. Δηλαδή οι συμφωνίες των δανειακών συμβάσεων ήταν διαφορετικές με το ΔΝΤ και με τους Ευρωπαίους εταίρους. Από εκεί και πέρα δεν υπάρχει περίπτωση να αποδεχθεί η ελληνική κυβέρνηση πρόσθετα μέτρα από αυτά τα οποία έχει συμφωνήσει τον Αύγουστο του 2015».
Ερωτηθείς για τις επιθέσεις που δέχθηκε ο πρωθυπουργός για το ταξίδι του στην Κούβα, καταρχήν απέρριψε την παρατήρηση ότι «αποτελούσε (το ταξίδι) εκπλήρωση του παιδικού του ονείρου», ενώ σε ό,τι αφορά την έτερη παρατήρηση ότι «ο λόγος του κ. Τσίπρα (στην Αβάνα) είναι μακριά από την συλλογιστική του κόσμου και της κυβέρνησης» είπε «το ταξίδι έγινε για να αποτίσει ο πρωθυπουργός φόρο τιμής σε ένα ιστορικό ηγέτη του 20ού αιώνα και στο πλαίσιο αυτού του ταξιδιού πήρε προσκλήσεις από μια σειρά αρχηγούς κρατών της Λ. Αμερικής. Στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων δεν είναι κακό, το αντίθετο μάλιστα, να υπάρχουν επαφές και σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με χώρες που αμφισβητούν στην πράξη συγκεκριμένα δόγματα οικονομικής πολιτικής τα οποία έχουν φέρει την Ευρώπη στο χείλος του γκρεμού».
«Το χείλος του γκρεμού είναι μια ακροδεξιά που ανεβαίνει στο σύνολο σχεδόν των κρατών της ΕΕ εξαιτίας της λιτότητας» πρόσθεσε, ενώ όσον αφορά την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης και το κατά πόσο «αυτά που συμφώνησε έχουν σχέση με την Αριστερά», είπε ότι «είμαι υπερήφανος που η ελληνική κυβέρνηση έδωσε έναν αγώνα που θα έπρεπε να είχε δοθεί από το 2010, κατάφερε αυτό που κατάφερε και είχε την τιμιότητα να θέσει τη συμφωνία στην κρίση του ελληνικού λαού».
«Ο κόσμος πρέπει να αναλογιστεί ποια θα ήταν η κατάσταση αν δεν είχε μεσολαβήσει η μεγάλη προσπάθεια που κάναμε. Μισό τοις εκατό ήταν ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα το 2016 κι αν δεν είχε γίνει αυτή η διαπραγμάτευση, ο στόχος που θα έπρεπε να πιάσουμε θα ήταν 4,5%, 8 δισ. δηλαδή από την τσέπη του ελληνικού λαού» πρόσθεσε ο κ. Τζανακόπουλος,
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε ότι «τα σύνορα της Ελλάδας είναι αδιαμφισβήτητα και όλοι πρέπει να κατανοήσουν ότι ο ανταγωνισμός των εθνικισμών είτε μεταξύ κρατών, είτε εντός της Τουρκίας για λόγους που αφορούν την τουρκική πολιτική σκηνή, δεν βοηθά κανέναν, αντιθέτως αποσταθεροποιεί την περιοχή σε μια περίοδο στην οποία έχουμε την εξέλιξη τριών παράλληλων κρίσεων: οικονομικής, προσφυγικής και ασφάλειας στο σύνολο της ευρύτερης περιοχής».
«Η δική μας θέση σε όλα αυτά είναι απολύτως δεδομένη και απολύτως σαφής: Όχι απλώς δεν αποδεχόμαστε, αλλά καταδικάζουμε με τον πιο σαφή τρόπο οποιαδήποτε αμφισβήτηση από τη γείτονα των θεμελίων των μεταξύ μας σχέσεων, δηλαδή της Συνθήκης της Λωζάνης, που αποτελεί θεμέλιο για τη σχέση Ελλάδας-Τουρκίας, αλλά οφείλω να πω ότι ο ανταγωνισμός των εθνικισμών μάς προβληματίζει πάρα πολύ».
Επίσης είπε ότι δεν υπάρχει «κλεισμένη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο της Τουρκίας στο Ντουμπάι στις 4 Δεκεμβρίου, το έχουμε ξεκαθαρίσει εδώ και πολύ καιρό», ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ερωτηθείς αν φοβάται θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο κατέληξε λέγοντας «ότι οι δηλώσεις (Ερντογάν) προκαλούν προβληματισμό, ωστόσο η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται στην κατεύθυνση του να μην υπάρξει κλιμάκωση της έντασης».