Τι έχει συμβεί με την κατάσταση της πολιτικής σήμερα; Κάποτε, οι πολιτικοί κινούνταν από ανιδιοτελή κίνητρα ή αλτρουισμό και έμπαιναν στην πολιτική για να προσφέρουν στα κοινά. Την πολιτική την ασκούσαν κατά κύριο λόγο άνθρωποι με παιδεία, ηθική ακεραιότητα και υψηλά ιδανικά. Είναι γεγονός ότι η πολιτική ήταν πάντοτε επιρρεπής στη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας, αλλά τα τελευταία χρόνια η διαφθορά και το προσωπικό συμφέρον – ή τα συμφέροντα των επιχειρήσεων και των πολυεθνικών εταιρειών – μοιάζουν να υπερισχύουν έναντι του συμφέροντος των ψηφοφόρων. Οι πολίτες υπάρχουν για να χειραγωγούνται, παρά για να υπηρετούνται· οι αρνητικές – και πολλές φορές τοξικές – πολιτικές εκστρατείες είναι ο κανόνας, τα σκάνδαλα αφθονούν, οι συγγνώμες μοιράζονται ελαφρά τη καρδία και αμέσως μετά ξεχνιούνται όλα. Η ψήφος δεν αντιπροσωπεύει πια πραγματική επιλογή αλλά «το μη χείρον βέλτιστον». Δεν αποτελεί έκπληξη ότι όλο και λιγότεροι πολίτες προσέρχονται στις κάλπες.
Εξάλλου, γινόμαστε μάρτυρες μιας χυδαιοποίησης της γλώσσας της πολιτικής, απλοϊκών και πολωτικών επιχειρημάτων, καθώς και ενός λόγου που απευθύνεται στους συλλογικούς φόβους των ανθρώπων αντί να καταπιάνεται με τα πραγματικά και καυτά ζητήματα. Μπήκαμε στην εποχή της κορύφωσης της «ψυχοπολιτικής» – της αλληλεπίδρασης μεταξύ πολιτικής ή πολιτικών φαινομένων και ανθρώπινης ψυχολογίας. Με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο και τον Πούτιν στο Κρεμλίνο, ο όρος αποκτά πια εντελώς νέες προεκτάσεις. Διόλου περίεργο, λοιπόν, που οι περισσότεροι έχουμε κυριευθεί από ένα διαρκές αίσθημα πολιτικής απογοήτευσης. Ο φιλόσοφος Lieven de Cauter ονομάζει «πολιτική μελαγχολία» το αίσθημα ψυχολογικής βύθισης – ένα μίγμα ενόχλησης, θυμού, απελπισίας, δυσπιστίας, λύπης και εγκλωβισμού. (Ο τίτλος της έκθεσης είναι εμπνευσμένος από το δοκίμιό του «Μικρή Ανατομία της Πολιτικής Μελαγχολίας»). (1) Η απογοήτευση από την πολιτική, τις κυβερνήσεις, τους θεσμούς και τα μεγάλα πολιτικά κόμματα έχει φτάσει σε ύψη-ρεκόρ. Για πρώτη φορά μετά τον Β′ Παγκόσμιο Πόλεμο, η μεγάλη κρίση που γονάτισε τη δημοκρατία τις δεκαετίες του 1920 και 1930 μοιάζει και πάλι πιθανή.
Προφανώς, υπάρχει κάτι το συστημικά στρεβλό στη σύγχρονη πολιτική. Δεν είναι μόνον η ανεπάρκεια των πολιτικών, αλλά και το χάσμα πραγματικότητας και ασυνεννοησίας που τους χωρίζει από τους πολίτες. Εκφράζονται φόβοι για τα θεμέλια της ίδιας της δημοκρατίας, που κινδυνεύει όχι μόνο από την έκρηξη του λαϊκισμού στην Ευρώπη αλλά και από την κυριαρχία των χρηματοοικονομικών θεσμών επί των κρατών. Η Ελλάδα αποτελεί ασφαλώς χαρακτηριστικό παράδειγμα απώλειας της εθνικής κυριαρχίας λόγω χρέους, με τους απλούς πολίτες να καλούνται να ξελασπώσουν μια χώρα που καταχρεώθηκε λόγω κυβερνητικής κακοδιαχείρισης. Η μακρόχρονη οικονομική και πολιτική κρίση στην Ελλάδα έχει οδηγήσει σε απογοήτευση για την πολιτική, δυσπιστία προς τους θεσμούς και ένα αίσθημα συλλογικής απώλειας ισχύος, και τελικά σε μια μετα-ιδεολογική φάση που χαρακτηρίζεται από απάθεια, ατομικισμό και παραίτηση. Όπως το θέτει ο κοινωνιολόγος του Δικαίου Ιωάννης Καμπουράκης: «Αυτή η ηττοπάθεια συνεχίζει μια μακρά τάση στην Ελλάδα, που ανάγεται στην ήττα της κομμουνιστικής Αριστεράς μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, για νοσταλγία και την εξιδανίκευση ενός αγώνα ‘που δόθηκε, έστω κι αν χάθηκε’, η οποία αισθητοποιεί τη σημερινή απάθεια ως μια μορφή πολιτικού πεσιμισμού και μελαγχολίας.»
Οι καλλιτέχνες στην έκθεση Ανατομία της Πολιτικής Μελαγχολίας διερευνούν το φαινόμενο και αποκαλύπτουν τις πτυχές του, μεταφράζοντάς τις σε χαρακτηριστικές εικόνες μέσω κυρίως της φωτογραφίας ή του βίντεο. Πώς φτάσαμε ως εδώ; Μπορούμε να φανταστούμε κάποια διέξοδο; Η Ανατομία της Πολιτικής Μελαγχολίας καθρεφτίζει την παρούσα στιγμή, η οποία συχνά αναφέρεται λανθασμένα ως προϊόν της καταναλωτικής ‘πολιτικής της ικανοποίησης’ (‘politics of contentment’), δηλαδή της αποχαύνωσης που προκαλεί ο ακραίος καταναλωτισμός. Οι μελέτες όμως καταδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο: μια πολιτική απογοήτευσης λόγω του σημερινού status quo. Η έκθεση επισημαίνει τους κινδύνους της πολιτικής απάθειας και ότι, παρά τα όσα ισχυρίζεται ο νεοφιλελεύθερος λόγος, η κοινωνία υπάρχει. Είναι εύκολο σε αυτό το ναδίρ πολιτικής ποιότητας να γίνει κανείς κυνικός, αδιάφορος ή ακόμα και να παραιτηθεί. Ωστόσο, κατά τον συγγραφέα και ακτιβιστή George Monbiot, οι απαρχές μιας νέας κοινωνιοκρατίας (sociocracy) διαφαίνονται ήδη. Και εναλλακτικές υπάρχουν.
Μεταξύ άλλων, ο Monbiot συνιστά ριζική αναμόρφωση της χρηματοδότησης υποψηφίων και κομμάτων, μείωση της δυνατότητας των εταιρειών για αγορά πολιτικού χώρου και βοήθεια προς τους ψηφοφόρους ώστε να κάνουν εγνωσμένες επιλογές. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν ήδη, όπως στη Γερμανία όπου μέσω της ομοσπονδιακής υπηρεσίας αγωγής του πολίτη εκδίδονται έγκυροι αλλά και εύληπτοι οδηγοί ως προς τα καίρια πολιτικά ζητήματα και επιχειρείται η προσέγγιση ομάδων που απορρίπτουν τη δημοκρατική πολιτική διαδικασία. Άλλο παράδειγμα είναι η Σουηδία με το σύστημα Smartvote, που δίνει μια σειρά πολιτικών επιλογώνμε τις οποίες μπορεί κανείς να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει και κατόπιν να συγκρίνει τις απαντήσεις του με τις θέσεις των κομμάτων και των υποψηφίων που κατεβαίνουν στις εκλογές. (4) Ο Monbiot υποστηρίζει ότι μια νέα μέθοδος με το όνομα «κοινωνιοκρατία» θα μπορούσε να ενισχύσει τη δημοκρατία. Πρόκειται για ένα σύστημα σχεδιασμένο να παράγει συμμετοχικές αλλά ομόφωνες αποφάσεις, ενθαρρύνοντας τα μέλη μιας ομάδας να εξακολουθήσουν να φέρνουν αντιρρήσεις σε μια πρόταση έως ότου καταλήξουν συλλογικά σε μια απάντηση που θα είναι αποδεκτή από όλους.
Είναι σαφές ότι η πολιτική πρακτική πρέπει να αναμορφωθεί έτσι ώστε να μην εκπροσωπεί ήδη συγκροτημένες ταυτότητες αλλά να συγκροτεί ταυτότητες. Κάτι τέτοιο απαιτεί νέους, αντισυμβατικούς τρόπους πολιτικής σκέψης, μια νέα αίσθηση του επείγοντος ως προς τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της δημοκρατίας και μια ανοιχτή συζήτηση για τα υπέρ και τα κατά της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η έκθεση Ανατομία της Πολιτικής Μελαγχολίας προσπαθεί συνεπώς να συλλάβει την πολυπλοκότητα της στιγμής αλλά ταυτόχρονα και να βοηθήσει στο να φανταστούμε τα πράγματα αλλιώς.
Υστερόγραφο: Ο πολιτικός λήθαργος των πολιτών λόγω της αδιαφορίας των πολιτικών για τα πραγματικά και φλέγοντα κοινωνικοπολιτικά και πολιτιστικά προβλήματα είναι όντως προφανής. Η σύλληψη και πρόταση ενδεχόμενων λύσεων όμως κάθε άλλο. Η σημερινή απαισιοδοξία συνιστά ένα ισχυρό κίνητρο για να ξαναδούμε ορισμένες καταφανείς αδικίες στην κοινωνία. Η σημερινή κατάσταση των πραγμάτων είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο πρέπει τώρα να σκεφτούμε πώς θα βγούμε από αυτό το αδιέξοδο. Είναι καιρός να αντισταθούμε στην απάθεια και την παραίτηση και να αναλύσουμε συστηματικά τις πιθανές οδούς διαφυγής από αυτό που μας κατατρέχει. Η έκθεση πραγματοποιείται σε μια καίρια στιγμή και, διακρίνοντας μια επείγουσα ανάγκη, αξιοποιεί τον δημόσιο διάλογο που διαφαίνεται γύρω μας, ιδίως στην Ελλάδα, στην Ευρώπη αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο.